Πέμπτη, 06 Απρ 2017

Ευρώπη: Ρομαντισμός, Ενοποίηση, Κυριαρχία #EU60

αρθρο του:

Ομιλία Παναγιώτη Δουδωνή στην ημερίδα του Κύκλου Ιδεών για την Εθνική Ανασυγκρότηση «60 χρόνια μετά τη Συνθήκη της Ρώμης: Η Ευρωπαϊκή Ολοκλήρωση ξανά σε δοκιμασία»


H διπλή επέτειος της 25ης Μαρτίου έρχεται να επιβεβαιώσει συμβολικά πως η Ευρωπαϊκή Ένωση συνιστά στον πυρήνα της ένα εγχείρημα διαλεκτικό, που περιλαμβάνει τόσο την εθνική κυριαρχία όσο και την ανάγκη υπέρβασής της

Η κυριαρχία, είτε τη νοήσουμε ως εθνική είτε ως κρατική συνιστά μια έννοια στον πυρήνα της ρομαντική και συνάμα συγκρουσιακή. Αρκεί μια ματιά στις φιλολογικές πηγές για να αντιληφθούμε ότι ο ρομαντισμός (παρά τις διεθνιστικές του τάσεις) και η κυριαρχία αλληλοδιαπλέκονται για πάνω από ενάμιση αιώνα στον ευρωπαϊκό χώρο ενδύοντας με θεωρητικό περιεχόμενο τη μεταβεστφαλιανή διευθέτηση αλλά και υπερβαίνοντάς την μέσα από τους πολέμους του 19ου αιώνα. Mπορεί πράγματι ο Βίκτωρ Ουγκό να μίλησε για τις Ηνωμένες Πολιτείες της Ευρώπης, όμως στο «ω πατρίδα μου τόσο ωραία και χαμένη» του χορού των Εβραίων σκλάβων στο Nabucco του Verdi η νοσταλγία και η επιδίωξη της κυριαρχίας είναι παραπάνω από εμφανείς. Η Ευρώπη λοιπόν πέρασε στον 20ο αιώνα ήδη αξιακά φορτισμένη και κατέστη έτσι το κέντρο δύο παγκοσμίων πολέμων και της ναζιστικής παρόξυνσης που τη μετέτρεψαν σε ερείπια.

Αν λοιπόν πίσω από την εθνική κυριαρχία στην απόλυτη, στην κλασική της μορφή βρίσκεται ένας εθνικός ρομαντισμός που ενυπάρχει πίσω από κάθε ένταση, το πρόταγμα της ευρωπαϊκής ενοποίησης είναι ένα πρόταγμα καταλλαγής. Η ανάγκη μιας τέτοιας καταλλαγής προϋποθέτει αφενός μεν την ύπαρξη ενός τραυματικού περιστατικού, μιας αμαρτίας (ως τέτοια θα μπορούσαν να ορισθούν οι δυο μεγάλοι πόλεμοι) αφετέρου ένα κοινό φόβητρο αναφορικά με το μέλλον. Εδώ τόσο η πιθανότητα επανάληψης μιας τέτοιας έκτασης καταστροφής όσο και ο Ψυχρός Πόλεμος έχουν ξεχωριστή σημασία. Η έκλειψη αυτών των δύο «δικαιοπρακτικών θεμελίων» της ευρωπαϊκής ενοποίησης ή η αντικατάστασή τους από άλλα δε μπορούν παρά να οδηγήσουν το όλο οικοδόμημα σε μια σημαντική κρίση ταυτότητας. Οι συνθήκες μεταβλήθηκαν σημαντικά, οι κίνδυνοι, οι φόβοι και τα βιώματα άλλαξαν περιεχόμενο. Δεν είναι λοιπόν τυχαίο ότι οι προκλήσεις που αντιμετωπίζει το ευρωπαϊκό οικοδόμημα δε συνιστούν κάτι άλλο παρά προσπάθειες επαναπροσδιορισμού του προτάγματός του σε ένα μέλλον που κάθε άλλο παρά προβλέψιμο είναι.

Στην περίπτωση του Brexit, το πείραμα των πολλών ταχυτήτων δοκιμάστηκε στην εκδοχή του εξαιρετισμού.

Για να απαντήσουμε στο δίλημμα περαιτέρω ενοποίηση ή πολλαπλές ταχύτητες πρέπει να αντιληφθούμε -πέρα από την ιστορική διάσταση στην οποία αναφερθήκαμε- τις συνθήκες μέσα στις οποίες λαμβάνει χώρα η όλη συζήτηση. Θα σταθώ, γιατί εκεί μπορώ να το κάνω με μεγαλύτερη ακρίβεια αλλά και γιατί είναι ένα ενδιαφέρον case study- στην περίσταση του Brexit και την επίδρασή της στη μεγάλη εικόνα του Ευρωπαϊκού Οικοδομήματος.

H έντονη συζήτηση στο Ηνωμένο Βασίλειο για την αποχώρηση από την Ευρωπαϊκή Ένωση η οποία κατέληξε προσφάτως στην ψήφο για το Leave και την υπερψήφιση από το Κοινοβούλιο του European Union (Notification of Withdrawal) Act, έχει όλα εκείνα τα χαρακτηριστικά της «προ-ενωσιακής» της ρομαντικά εθνικής περιόδου της Ευρώπης: νοσταλγία του ένδοξου παρελθόντος της Αυτοκρατορίας, εμμονή στην εσωτερική κυριαρχία υπό τη μορφή της parliamentary sovereignty και βέβαια αποθέωση της σημασίας της εξωτερικής κυριαρχίας στην απόλυτη της μορφή.

Στην περίπτωση του Brexit, το πείραμα των πολλών ταχυτήτων δοκιμάστηκε στην εκδοχή του εξαιρετισμού. Της όλης συζήτησης είχε προηγηθεί σε επίπεδο εθνικής νομοθεσίας του Ηνωμένου Βασιλείου η Εuropean Union Act του 2011 που προέβλεπε στο δεύτερο άρθρο της πως κάθε περαιτέρω μεταβολή των Ευρωπαϊκών Συνθηκών θα χρειαστεί τόσο νομοθεσία όσο και τη διενέργεια ενός δημοψηφίσματος. Η συμφωνία του Ευρωπαϊκού Συμβουλίου του Φεβρουαρίου του 2016 δε συνιστούσε παρά μια «διευθέτηση» διακυβερνητικού χαρακτήρα, που έθετε ένα προηγούμενο ειδικής αντιμετώπισης ενός κράτους-μέλους μονίμου αντιρρησία. Ας δούμε τι περιλάμβανε: Εξαιρούσε το Ηνωμένο Βασίλειο από την «όλο και στενότερη ένωση», έθετε περιορισμούς στο ζήτημα των κοινωνικών επιδομάτων προς μετανάστες, προέβλεπε έμμεσα την αρχή της πολλαπλότητας των νομισμάτων και της μη αποκλειστικότητας του Ευρώ εντός της ΕΕ.

Το πείραμα ενός ήπιου ευρωσκεπτικισμού στο Ηνωμένο Βασίλειο όμως απέτυχε. Ο Βρετανικός λαός αγνόησε κάθε ειδική διευθέτηση, δε συμμερίστηκε την άποψη Cameron ότι η συμφωνία του Φεβρουαρίου του 2016 συνιστούσε μια περηφανή νίκη και προσχώρησε στη σκληρή αντί για την ήπια αντιευρωπαϊκή λύση.

Τι μας διδάσκει αυτό; Ότι η Ευρώπη των ειδικών συμφωνιών δεν είναι ελκυστική καθώς ερείδεται σε μια λάιτ πρόσληψη της τάσης για ανάσχεση της πορείας ενοποίησης, μιας πορείας που αναπόφευκτα τροφοδοτείται από την ίδια της τη δυναμική, από την προοπτική της περαιτέρω εξέλιξής της. To ίδιο θα μπορούσε να παρατηρήσει κανείς και στην Ελλάδα, όπου ο εν τέλει αμφίσημος εθνολαϊκιστικός λόγος που μας θέλει να βρισκόμαστε στην Ευρώπη και να κάνουμε του κεφαλιού μας, σαν μια κοινή συναινέσει υποτίμησή μας σε χαμηλή ταχύτητα, αν όχι στη νεκρά, χάνει βαθμιαία τη λάμψη του, με διαρκώς αυξανόμενη ένταση μετά την εξπρεσιονιστική έξαρση του αντιευρωπαϊσμού στο δημοψήφισμα του Ιουλίου του 2015 και ένας γνήσιος φιλοευρωπαϊσμός κερδίζει δυνάμεις.

Η Ευρώπη των ειδικών συμφωνιών δεν είναι ελκυστική.

Καθώς δοκιμάστηκε και απέτυχε στην περίπτωση του Brexit, η λογική των πολλών ταχυτήτων επανέρχεται, όχι ως ένας «εξαιρετισμός» περιφερειακών ή αποκλινουσών περιπτώσεων αλλά ως μια συγκροτημένη γραμμή και μια από τις 5 επιλογές στη Λευκή Βίβλο για το μέλλον της Ευρώπης. Θα ήταν λάθος να απονομιμοποιήσουμε τον ήδη υπάρχοντα μηχανισμό της ενισχυμένης συνεργασίας ή να απορρίψουμε πλήρως μια διαφοροποιημέμη αντιμετώπιση της δέσμευσης για «όλο και στενότερη ένωση». Η πιθανότητα θεσμοποίησης όμως της ύπαρξης ενός «Ευρωπαϊκού Διευθυντηρίου», ενός πολύ μικρού στενού πυρήνα της Ένωσης πρέπει να μας κάνει εξαιρετικά επιφυλακτικούς απέναντι στις πολλές ταχύτητες. Πρέπει οπωσδήποτε να διασφαλίσουμε την ανοιχτότητα ενός τέτοιου συστήματος στην είσοδο νέων μελών αλλά και την προσωρινότητά του, με τον τελικό σκοπό να παραμένει η ενοποίηση με τη συμμετοχή όλων των Κρατών Μελών.

Όμως η περαιτέρω ενοποίηση, ακόμα και αν μοιάζει ελκυστική ως πρόταγμα πρέπει να ενδυθεί ένα συγκεκριμένο, χειροπιαστό περιεχόμενο σε επίπεδο λειτουργίας αλλά και στοχοθεσίας της Ένωσης. Πρέπει να αποκτήσει έναν βασικό κινητήριο μοχλό. Σε αυτά τα πλαίσια είναι χρήσιμο να αναφερθούμε στη δυναμική του συνταγματικό ρόλου, της θέσης του Κοινοβουλίου μέσα στο Ευρωπαϊκό οικοδόμημα.

Το Ευρωπαϊκό Κοινοβούλιο, ένας θεσμός κατεξοχήν αντιπροσωπευτικός ενσαρκώνει ατελώς τη βασική αρχή “no taxation without representation” που υπάρχει εν σπέρματι ήδη από τη Magna Carta του 1215. Ο ενωσιακός προϋπολογισμός προσιδιάζει πολύ περισσότερο στον προϋπολογισμό ενός διεθνούς οργανισμού, επιφορτισμένου βασικά με τη μισθοδοσία της γραφειοκρατίας του και μικρής έκτασης δράσεις παρά στην εικόνα ενός αντίστοιχου προϋπολογισμού μιας ομοσπονδιακής οντότητας. Αρκεί μια σύγκρισή του ως ποσοστού του ΑΕΠ με τον προϋπολογισμό των Ηνωμένων Πολιτειών για να αντιληφθούμε ότι με δυσκολία προσεγγίζει το ένα εικοστό του πέμπτο.

Μετά το δίδαγμα του Brexit να έχει τη μοναδική ευκαιρία να ενωθεί περαιτέρω

Aν μπορούσα να σταθώ σύντομα σε ένα δεύτερο συστατικό στοιχείο της πορείας προς την περαιτέρω ενοποίηση αυτό θα ήταν η ανάδυση ενός «ενωσιακού κοινοβουλευτισμού». Στην κατεύθυνση αυτή έχει ιδιαίτερη αξία να σημειώσουμε, την αισιοδοξία που δικαιολογημένα προκαλεί η δημιουργία μιας συνθήκης του πολιτεύματος στο επίπεδο της ΕΕ στις τελευταίες Ευρωεκλογές. Το ψήφισμα της 22ας Νοεμβρίου 2012 άνοιξε το δρόμο ώστε ο επικεφαλής της πανευρωπαϊκής παράταξης η οποία ήλθε πρώτη στις Ευρωεκλογές να αναλαμβάνει μετεκλογικά και πρόεδρος της Επιτροπής. Είχαμε λοιπόν για πρώτη φορά μια πανευρωπαϊκή εκλογική καμπάνια, υποψηφίους προέδρους και βέβαια την τήρηση της αναδυόμενης συνθήκης του πολιτεύματος από τους βασικούς πολιτικούς παίκτες στο Ευρωπαϊκό επίπεδο.

Ίσως λοιπόν έχει έλθει η ώρα η Ευρώπη να επανεφεύρει τον εαυτό της. O κύριος Αναστόπουλος αναφέρθηκε στη ρήση του γάτου του Cheshire από την «Αλίκη στη Χώρα των Θαυμάτων». Σε κάποιο άλλο σημείο η Αλίκη αναρωτιέται "Who in the world am I? Ah, that's the great puzzle". Πρέπει λοιπόν η Ευρώπη να ξανασκεφτεί τη θέση και τον ρόλο της στον κόσμο. Το έκανε μετά τη σημαντική οικονομική κρίση της δεκαετίας του 70 καθιστάμενη ο εγγυητής της δημοκρατίας σε μια σειρά χωρών μεταξύ των οποίων και η Ελλάδα. Το 2004 εγγυήθηκε την αποκομμουνιστοποίηση των χωρών της Ανατολικής Ευρώπης. Ίσως τώρα η Ευρώπη, μετά το δίδαγμα του Brexit να έχει τη μοναδική ευκαιρία να ενωθεί περαιτέρω, καθιστάμενη μια δύναμη-εγγυητής της ευημερίας, της ασφάλειας και της σταθερότητας στην ευρύτερη περιοχή. Με ή χωρίς πολλές ταχύτητες, το βήμα αυτό είναι τόσο αυτονόητο, που δεν απέχει πολύ από τον ελάχιστο κοινό παρονομαστή. 

 

Ομιλία Παναγιώτη Δουδωνή #EU60 from e-kyklos on Vimeo.

Δουδωνής, Παναγιώτης

Ο Παναγιώτης Δουδωνής γεννήθηκε το 1990, σπούδασε Νομική στο Πανεπιστήμιο Αθηνών και ολοκλήρωσε το διδακτορικό του στο Πανεπιστήμιο της Οξφορδης, όπου και πραγματοποίησε επίσης μεταπτυχιακές σπουδές (MJur, MPhil). 

Είναι δικηγόρος από το 2015, με εξειδίκευση στο Δημόσιο Δίκαιο, ενώ από το 2018 είναι λέκτορας Συνταγματικού και Ευρωπαϊκού Δικαίου στο Κολλέγιο Oriel του Πανεπιστημίου της Οξφόρδης. Διδάσκει Συνταγματικό, Κοινοβουλευτικό Δίκαιο και Δίκαιο Πολιτικών Κομμάτων στο Τμήμα Πολιτικής Επιστήμης και Ιστορίας του Παντείου Πανεπιστημίου. Το βιβλίο του «Το πολιτευμα της συνύπαρξης» κυκλοφόρησε το 2021 από τις Εκδόσεις Αρμός.