Κυριακή, 16 Φεβ 2025

Ομιλία Φίλιππου Σπυρόπουλου στην παρουσίαση του νέου βιβλίου του Ευάγγελου Βενιζέλου «Πολιτική Θεολογία και Συνταγματική Ηθική»

άρθρο της:

Ομιλία Φίλιππου Σπυρόπουλου στην παρουσίαση του νέου βιβλίου του Ευάγγελου Βενιζέλου «Πολιτική Θεολογία και Συνταγματική Ηθική», εκδ. Αρμός (6.2.2025, King George)

 

Άγιε Γέροντα Λαοδικείας, Πανοσιολογιότατε Εκπρόσωπε του Αρχιεπισκόπου Αθηνών και πάσης Ελλάδος, Σεβασμιότατοι!

Ακούσατε την Εκκλησία, ακούσατε τη Θεολογία. Εξαιτούμαι ευχή, ευλογία και επιείκεια για τα λόγια που θα ακολουθήσουν. Ως νομικός, μετά από ό,τι ελέχθη, τα πράγματα δυσκόλεψαν για μένα.

Κυρίες και κύριοι, «Πολιτική θεολογία και συνταγματική ηθική».

Ξεκινώ από το δεύτερο: Υπάρχει συνταγματική ηθική; Άλλαξα τη σειρά του τίτλου. Θα επανορθώσω, κ. Βενιζέλο. Μακροθυμία σας διακρίνει και για συγχώρεση μιλάτε στο βιβλίο.

Ευ. Βενιζέλος: Όπως αναπαύεσθε.

Φ. Σπυρόπουλος: Λοιπόν, υπάρχει συνταγματική ηθική; Ναι, είναι η απάντηση του συγγραφέα. Ναι, και μάλιστα με αφορμή ένα άλλο βιβλίο, που κυκλοφορήθηκε πριν από έναν χρόνο, τον Δεκέμβριο του 2023: Το βιβλίο του καθηγητή κ. Βασίλειου Σκουρή, με το οποίο διαλέγεται ο κ. Βενιζέλος. «Η ηθική ουδετερότητα του Συντάγματος» –έτσι επιγράφεται εκείνο το βιβλίο. Εκεί ο συγγραφέας, ο κ. Σκουρής, εξορύσσοντας νοήματα του δικαίου και της ηθικής, ατομικής και συλλογικής, «καταλήγει» –θα επανέλθω στο τέλος– ότι το Σύνταγμά μας τηρεί κατά το μάλλον ή ήττον την επιβαλλόμενη από τον φιλελευθερισμό και τις αξίες του αυτοσυγκράτηση και αποστασιοποίηση από ζητήματα ηθικής. Εξ αρχής μάλιστα διατυπώνει επιγραμματικά –ωραία φράση, πώς να μην ήταν άλλωστε, Σκουρής είναι αυτός– «ο εφαρμοστής του Συντάγματος έχει χρέος να αντιμετωπίζει την απουσία κανόνων ηθικής, όχι ως ανεπιθύμητο κανονιστικό κενό, αλλά ως ηθελημένη στάση σιωπής του συνταγματικού νομοθέτη».

Διαφέρει άραγε το «Ναι» του κ. Βενιζέλου («Ναι, υπάρχει συνταγματική ηθική»), από τη θέση του κ. Σκουρή; Νομίζω ότι αμφότεροι συμφωνούν. Συμφωνούν γιατί η σκέψη τους εκκινεί από την έννοια της ελευθερίας για να καταλήξει πάλι στην έννοια της ελευθερίας και της αυτονομίας του προσώπου. Δίκαιο χωρίς ελευθερία δεν νοείται πλέον. Και επειδή η ηθική ήδη από τον Αριστοτέλη κορυφώνεται στην πολιτική ως πράξη προς έτερον, αποτελώντας τη ρίζα της, η χρήση του όρου συνταγματική και γενικότερα δικαιϊκή ηθική, είναι απολύτως ορθή. Θυμάμαι να έχω διαβάσει ότι τα «Ηθικά Ευδήμεια», τα «Ηθικά Μεγάλα» και η τελείωσή τους, τα «Ηθικά Νικομάχεια», αποτελούν τρόπον τινά εισαγωγή στα «Πολιτικά», όπου βρίσκουν την κορύφωσή τους. Νομίζω ότι αυτό έχει κατά νουν ο συγγραφέας του ανά χείρας έργου, μικρού μεν κατ’ όγκο («μέγα βιβλίον, μέγα κακόν», κατά τη γνωστή ρήση του Καλλίμαχου του Αλεξανδρινού) και βιβλίου εύωνου, προσιτού στον καθένα μας, πλην όμως βιβλίου που μας ηρεμεί με την κατασταλαγμένη γνώση και σοφία του, διδάσκοντάς μας.

Την Ηθική, λοιπόν, νομίζω, έτσι όπως κορυφώνεται στα Πολιτικά, είχε στο νου του ο συγγραφέας, μιλώντας για την ανάγκη «επαναϊδεολογικοποίησης» της πολιτικής με γνώμονα και προμετωπίδα την ηθική (δηλαδή αξιολογική και ιδεολογική) βάση του δημοκρατικού κράτους, με κοινωνικό πρόσωπο. Γράφει ο κ. Βενιζέλος: «Πράγματι υπάρχει μία συνταγματική ηθική (ίσως πρέπει να το προφέρω, υπάρχει μία συνταγματική ηθική) που είναι η ηθική της νεωτερικότητας, απαύγασμα της οποίας είναι το Σύνταγμα, το συνταγματικό κράτος δικαίου, η φιλελεύθερη δημοκρατία». Ο τονισμός, μία συνταγματική ηθική, εάν είναι σωστός, τότε νομίζω ότι δικαιώνεται πλήρως και η κριτική που ασκεί ο συγγραφεύς στην παλινδρομούσα συνταγματική ηθική, όχι μόνο παρ’ ημίν αλλά κυρίως διεθνώς, με τις μεταπτώσεις της νομολογίας επί κοινωνικών και ηθικών ζητημάτων. Άρα πρόκειται για μία συνταγματική ηθική με τον τονισμό στο «μία». 

Μεταβαίνω στο πρώτο μέρος του βιβλίου: «Πολιτική Θεολογία». Όπως υποδηλώνει ο όρος, πολιτική θεολογία είναι η επίδραση της θεολογίας στην πολιτική και, αντίστροφα, η επίδραση της πολιτικής στη θεολογία.

Από θεολογικής πλευράς, ο συγγραφεύς ορίζει την πολιτική θεολογία ως «μαχητική» ή «μάχιμη» που παρεμβαίνει σε πολιτικά και κοινωνικά ζητήματα, εκεί όπου η Εκκλησία ως religio απολαύει αναγνώρισης, κύρους, σεβασμού, πίστεως, είτε η religio είναι θρησκεύουσα ή ουδέτερη ή κοσμική είτε είναι λαϊκή. Πολιτική ιδεολογία όμως υπάρχει και εκεί όπου η Εκκλησία είναι εμπερίστατη ως Εκκλησία μικρής ή ταπεινωμένης μειονότητας είτε κυρίως ως Εκκλησία καταπιεζόμενη και υποκείμενη στα Καισαρικά κελεύσματα. Εκεί η πολιτική θεολογία μπορεί να εκδηλωθεί και ως «θεολογία πολέμου».

Από νομικής απόψεως πολιτική θεολογία είναι η διείσδυση θεολογικών δογμάτων και εννοιών στη σύγχρονη πολιτειολογία. Ελέχθη κατ’ επανάληψη και ορθά τονίζεται ότι «όλες οι κεντρικές έννοιες της σύγχρονης πολιτειολογίας είναι εκκοσμικευμένες θεολογικές έννοιες». Αυτά μας είπε, αυτά μας απέδειξε ο Carl Schmitt. Ο κ. Βενιζέλος δις τον αποκαλεί διαβόητο, προφανώς πολιτικά διαβόητο ως ασπασθέντα τον ναζισμό. Αλλά επιστημονικά είναι μακράν ένας από τους πλέον περιώνυμους. Αυτές είναι, κυρίες και κύριοι, Άγιοι Πατέρες, «οι αντιφάσεις του λόγου», «η πονηρία του λόγου» (List der Vernunft).

Πολύ πριν τον Carl Schmitt αλλά και τον Hegel που μνημονεύει ο κ. Βενιζέλος, ο οποίος αποθέωσε το κράτος ως το ύπατον της αντικειμενικής ηθικότητας (Sittlichkeit) και τον ηγεμόνα ως την κορύφωση της διαλεκτικής συναίρεσης προσώπου και θεσμού (fürstliche Gewalt), ο Ρωμαίος πραίτωρ, πολιτικός και λόγιος Μάρκος Τερέντιος Βάρρων (1ος αιώνας) είχε χρησιμοποιήσει τον όρο «theologia civilis».

Επιτρέψτε μου μία παρένθεση για τον Έγελο, τον υμνογράφο της ηθικής και πολιτικής παντοδυναμίας του κράτους. Σε μία αποστροφή του στη Φιλοσοφία του Ωραίου, δηλαδή στην «Αισθητική» του, τάσσεται, άκουσον-άκουσον, υπέρ του δικαιώματος αντίστασης. Γράφει (σε ελεύθερη απόδοση): Η καταπολέμηση της αδικίας, ιδίως εκείνης που προέρχεται από αδικαιολόγητες διακρίσεις, όπως το να γεννηθείς παρίας ή αλλόθρησκος –Ιουδαίος λέει–, η καταπολέμηση της αδικίας είναι απολύτως δικαιολογημένη. Αλλά όταν η αδικία καταστεί τόσον ακαταμάχητη που ο λογικός άνθρωπος δεν έχει πια τα μέσα να τη λυγίσει, πρέπει τελικά να υποταχθεί και να την ανεχθεί με κουράγιο και υπομονή για να διατηρήσει τουλάχιστον την τυπική αυτονομία της υποκειμενικής του ελευθερίας. Τί πολλαπλότητα ιδεών αντίρροπων! Ηθική αυθεντία του κράτους αφενός, ελευθερία αφετέρου. Και μια ακόμη παρένθεση: Στα νιάτα τους, 20 χρονών παιδιά, σπούδαζαν στο Tübingen, Hegel, Schiller, Hölderlin. Επί το ακούσματι της Γαλλικής Επαναστάσεως βγήκαν στους αγρούς, έστησαν κατά το πρότυπο των Γάλλων το δένδρο της ελευθερίας και την χόρεψαν, την χόρεψαν την ελευθερία, χέρι με χέρι. Ο Hegel τελικά κατέληξε στην αποθέωση του κράτους.

Επιστρέφω στον Μάρκο Τερέντιο Βάρρωνα και την theologia civilis. Τον όρο χρησιμοποίησε για να αποδώσει τη θεολογία που νομιμοποιούσε τη λατρεία του αυτοκράτορα. Ο όρος αποδόθηκε ως πολιτική θεολογία, κατ’ αντιστοιχία προς τη μετάφραση της λέξης civis = πολίτης, ο μετέχων της πόλεως, του άστεως. Εξ ου και αστικό δίκαιο αλλά παράλληλα και πολιτική δικονομία. Η δικονομία είναι «πολιτική», διότι είναι civilis.

Στο βιβλίο του κ. Βενιζέλου θα δείτε, Σεβασμιότατοι, κυρίες και κύριοι, να παρελαύνουν σπουδαίοι νομικοί, θεολόγοι, στοχαστές και φιλόσοφοι και να εκτίθενται με ακρίβεια οι σκέψεις και οι ιδέες τους. Απολαύστε εν ηρεμία και εν δημιουργική μονώσει, τη γραφή, τις έννοιες και τις συνθέσεις, νοηματικές και γλωσσικές, του συγγραφέα. Απολαύστε επίσης τη λεκτική απόδοση της τελετουργίας της ταφής και της σύγχρονης ανάδειξης νέου Άγγλου Βασιλέα, ως έξοχου παραδείγματος της διείσδυσης θεολογικών παραδόσεων, ακόμη και δογμάτων, στην πολιτειακή, την πολιτική και τη νομική τάξη, στο έθος και στην εθιμοτυπία.

Αυτοπροσδιορίζεται ο κ. Βενιζέλος ως νομικός. Αλλά σπούδασε και φιλοσοφία και θεολογία. Να συμπληρώσω από τον «Πρόλογο στον Ουρανό»; Και ιατρική, πράγμα που αποδεικνύει με τα βιοηθικά του στο βιβλίο. Σπούδασε, λοιπόν φιλοσοφία, νομική και θεολογία, «φευ» λέει ο ποιητής («φευ και θεολογία»), και ιατρική με κόπο, ζέση και επιμονή και αφοσιώνεται στη μαγεία των λέξεων, των ήχων και των νοημάτων τους και μας την μετακενώνει, κατά την έκφραση του λογιότατου των λογίων μας, Αδαμάντιου Κοραή. Μας την μετακενώνει, το «κε» με έψιλον, αλλά μπορούμε να το γράψουμε και άλφα γιώτα από το ρήμα «καινόω-καινώ», που σημαίνει ανακαινίζω. Μπράβο σας, κ. Βενιζέλο, θαυμάσιο και υπέροχο το βιβλίο. 

Ο Θείος Λόγος, για να επαναλάβω τα λόγια του συγγραφέα, ως λόγος απερινόητος, λόγος δηλαδή που ξεπερνά τα όρια της πεπερασμένης λογικής μας, κατισχύει του ανθρώπινου και διαφωτισμένου και ορθού λόγου. Ο ορθός λόγος δεν μπορεί να διαφύγει, δεν μπορεί να συμπληρώσει ή να συγκαλύψει τα κενά του, σε αντίθεση με τον Θείο Λόγο που τα πληροί και τα συγκαλύπτει και επομένως τα εξοβελίζει μέσω της πίστης ως οντολογικής σχέσης προς το Θεό. Να συμπληρώσω, να μου επιτρέψετε, όχι μόνον ως οντολογικής αλλά και ως πρακτικής πίστης προς τον Θεό, που συμπυκνούται σε μερικές λέξεις, τις οποίες ακούσαμε τις προάλλες στο χριστουγεννιάτικο μήνυμα του εκδημήσαντος Αρχιεπισκόπου Τιράνων, Δυρραχίου και πάσης Αλβανίας, κυρού Αναστασίου: «Ό,τι πιο ωραίο είναι να αγαπάς, όσο κι αν κουράστηκες, όσο κι αν πονάς». Η ρίμα η ποιητική είναι μοναδική ως ηρωικό ή δακτυλικό εξάμετρο, δεκαεπτασύλλαβος, από εποχής Ομήρου. Αλλά δεν είναι αυτό που προσέχω περισσότερο, δεν είναι η ποιητική ρίμα, είναι αυτό που προτάσσει της αγάπης: «Ό,τι πιο ωραίο». Δεν μας λέει: «ό,τι πιο χριστιανικό», «ό,τι πιο ηθικό», «ό,τι πιο σωστό» «είναι να αγαπάς», μας λέει: «ό,τι πιο ωραίο». Στην ωραιότητα συμποσούνται τα πάντα. Αλλά ενώπιόν σας δεν νομιμοποιούμαι να μιλώ για την «ωραιότητα» και το «υπέρλαμπρον». «Εν δικαιοσύνη πάσα αρετή ‘νι», έλεγε ο Αριστοτέλης. Εν τέλει: Εν ωραιότητι τελειούνται τα πάντα.

Ανθρώπινος και Θείος Λόγος διαφέρουν κατά τούτο: ο μεν είναι αποδεικτικός εντός ορίων, ο δε απόλυτος άνευ ορίων. Αλλά και ο νομικός λόγος που περπερεύεται και φυσιούται ότι κατακτά το απόλυτο, ο νομικός λόγος, «όστις και πνεύμα του λόγου καλείται και αποδίδει την ενυπάρχουσαν υψηλοτέραν δικανικήν αρχήν», είναι και αυτός θέμα πίστης μεταφυσικής. Ο νομικός λόγος εντάσσεται σε σύστημα που κορυφώνεται στην κυριαρχία, στη λαϊκή κυριαρχία, τη δημοκρατία, την αντιπροσώπευση, την ελευθερία κ.λπ., δεν χρειάζεται να τα απαριθμήσω. Είναι δόγματα και αξιώματα απερινόητα και αυτά, που απαιτούν από εμάς το χρέος της υπακοής, ενίοτε του σεβασμού αλλά και της πίστης, όρος που απαντά στο Σύνταγμα καθ’ εαυτό.

Το Σύνταγμα, το αυξημένο, που εντάσσεται στη διεθνή έννομη τάξη, είναι, λέει ο κ. Βενιζέλος, η εκκοσμικευμένη Βίβλος μας. Οι ύπατες συνταγματικές έννοιες είναι πράγματι συμβολικές, μυθικές, μυστικές και για μερικούς ή για τους πολλούς και μυσταγωγικές.

Μελετώντας το βιβλίο σας (η μετοχή είναι ενεστώτος και ελπίζω και μέλλοντος διαρκείας, όχι στιγμιαίου), με κάνατε να συναισθανθώ την πλήρη άγνοιά μου της Ερμηνευτικής. Χρειάζεται να διαβάσω ή τουλάχιστον να περιδιαβάσω ή να περιδιαβώ, μήπως και καταλάβω ότι Βίβλος και Σύνταγμα έχουν κοινές ερμηνευτικές αρχές και κοινούς ερμηνευτικούς τρόπους που έχουν συγγένεια αναμεταξύ τους. Εμπειρικά και διαισθαντικά, ως νομικός, αντιλαμβάνομαι λίγο τη μέθοδο της σκέψης περί το δίκαιο που συγκροτεί επιστήμη δογματική. Είθε να κατανοήσω και τη συγγένειά της προς τη θεολογική ερμηνεία.

Φθάνοντας στο τέλος, εξηγώ γιατί πρόταξα, για την εκ μέρους μου κατανόηση του έργου, το δεύτερο τμήμα του τίτλου του. Το έκανα γιατί η πολιτική θεολογία που κρύβει μέσα της σαγήνη, μαγεία, έλξη, πίστη, δέος και σέβας, ελπίζω να διατηρείται στο νου και στην ψυχή μας για να μη μένουμε μεταφυσικά ασκεπείς. Η συνταγματική ηθική για εμάς τους νομικούς είναι πολύ πιο πεζή, είναι οικεία και καθημερινή, τη συνηθίσαμε, «μάθαμε» ή μάλλον εξοικειωθήκαμε με τα απερινόητα στοιχεία της, τα οποία θεωρήσαμε νοητά. Τα αποδεχθήκαμε στην πράξη ως δεδομένα και τελικώς τα απομαγεύσαμε. Κρατήσαμε όμως και τη συγχώρηση, την χάρη, η οποία εμπεριέχει την αρχή της επιείκειας ως τμήμα του κεκτημένου της νεωτερικότητας.

Συνοψίζω: Έθος, ήθος, μύθος, λόγος, θείος και ανθρώπινος, πρακτικός λόγος, πίστη, πίστη δογματική και πρακτική εφαρμογή της, δηλαδή, αρχές εξουσίες, δυνάμεις, κυριότητες, θρόνοι, ηγεμονίες και υποτέλειες, συμβολισμοί, πολιτική φιλοσοφία, πολιτειολογία και θεολογία, αναπτύσσονται, σαν στράτευμα, σε νοηματική τάξη και πειθαρχία.

Επαναλαμβάνω τις δύο λέξεις της τελευταίας ενότητας: Έθος – ήθος. Διαφέρουν μόνο κατά ένα φωνήεν σε εμάς. Στους Εγγλέζους το ήτα είναι e και το έψιλον είναι επίσης e, εκεί δεν διαφέρουν καθόλου. Έθος είναι «ο κατά συνήθειαν ποιούμεν». Αυτό όμως έχει και κανονιστική σημασία. Αυτή τη σημασία τη βιώσαμε εξ απαλών ονύχων και την ξαναβιώνουμε όσοι είμαστε παππούδες και γιαγιάδες. Αν διαβάσουμε στο εγγόνι μας δύο-τρεις φορές ένα παραμύθι και την επόμενη φορά κάνουμε μία παραλλαγή, το εγγονάκι με τον παιδικό στόμφο και τρόπο του θα μας διορθώσει. Έμαθε τις τρεις πρώτες εκδοχές, αυτές είναι οι σωστές. Θα σας επαναλάβει με τον παιδικό, αγνό και πεισματάρικο τρόπο και στόμφο του τις πρώτες εκδοχές της παραμυθίας και του εφησυχασμού του. Είθε οι βεβαιότητες της νιότης του να εξελίσσονται σε δημιουργικές αβεβαιότητες, αμφισβητήσεις και αμφιβολίες.

Το παράδειγμα που σας ανέφερα δεν ήταν ανυπέρβλητης τελειότητας; Εμπειρικής; Δεν είναι βέβαια δικό μου. Είναι του Georg Jellinek, του μέγιστου πολιτειολόγου, στο βιβλίο του τού  1903, του θεμελιωτή «της κανονιστικής δύναμης του πραγματικού», εκεί που έγραφε για το έθιμο, ότι δηλαδή ένα από τα στοιχείο του είναι η λεγόμενη opinio juris vel necessitatis, η «εν συνειδήσει» –λέμε– τήρηση γενικά παραδεδεγμένων συμπεριφορών. H «εν συνειδήσει» είναι η «εν πίστει» τήρηση των γενικά παραδεδεγμένων κοινωνικών συμπεριφορών.

Σας ευχαριστώ.-     

 

* Η εκδήλωση διοργανώθηκε απο τον Κύκλο Ιδεών, στην Αθήνα, ξενοδοχείο King George, 6.2.2025,  με τη συμμετοχή επίσης του Μητροπολίτη Περιστερίου Γρηγορίου ( Παπαθωμά ), του κ. Παντελή Καλαϊτζίδη, του κ. Βασίλη Παϊπάη και τον συντονισμό της Λαμπρινής Ρόρη.

Φωτογραφικό υλικό: https://www.flickr.com/photos/ekyklos/albums/72177720323669759

YouTube: https://www.youtube.com/live/zBN1n8mkzW8?si=Dk_lj5FJ3ie5kyV-

 

 

Συντακτική Ομάδα

Κύκλος Ιδεών