Σχετικά με το Working Breakfast που διοργάνωσε ο Κύκλος Ιδεών
Συνάντηση εργασίας οργάνωσε σε κεντρικό ξενοδοχείο της Αθήνας στις 23 Φεβρουαρίου 2017, ο Κύκλος Ιδεών για την Εθνική Ανασυγκρότηση, με εισηγητή τον γνωστό επενδυτή και αναλυτή Paul Kazarian και συντονιστή τον Ευάγγελο Βενιζέλο με αντικείμενο τις εξελίξεις στο ελληνικό δημόσιο χρέος, μετά τα δεδομένα που διαμορφώθηκαν στο Eurogroup της 20ης Φεβρουαρίου και τη συνάντηση των κυριών Μέρκελ και Λαγκάρντ στο Βερολίνο στις 22 Φεβρουαρίου.
Στη συνάντηση μετείχαν περίπου σαράντα άτομα, βουλευτές, μέλη της ακαδημαϊκής κοινότητας, εκπρόσωποι του επιχειρηματικού κόσμου και δημοσιογράφοι που ασχολούνται με το οικονομικό κυρίως ρεπορτάζ.
Ο Ευάγγελος Βενιζέλος παρουσίασε τον Paul Kazarian που επανέλαβε συνοπτικά τις θέσεις του σε σχέση με το πραγματικό μέγεθος του ελληνικού δημοσίου χρέους, το οποίο σε όρους παρούσης αξίας, μετά την παρέμβαση του 2012 κινείται σε επίπεδα σαφώς χαμηλότερα του 100% του ΑΕΠ, καθώς το ελληνικό δημόσιο χρέος έχει την ιδιομορφία μιας μεγάλης διαφοράς μεταξύ ονομαστικής και παρούσης αξίας. Ανέλυσε διεξοδικά τα μεθοδολογικά σφάλματα που επαναλαμβάνονται στις αναλύσεις βιωσιμότητας του χρέους του ΔΝΤ, οι οποίες παρουσιάζουν διαχρονικά ανεξήγητα αριθμητικά άλματα και επανέλαβε τη θέση ότι αν εφαρμοστούν οι διεθνείς λογιστικοί κανόνες που εφαρμόζονται σε πάρα πολλές χώρες και πολλούς διεθνείς οργανισμούς, η Ελλάδα εμφανίζεται με καλύτερες επιδόσεις από πολλές άλλες συγκρίσιμες χώρες της Ευρωζώνης και της Ευρωπαϊκής Ένωσης.
Ο Ευάγγελος Βενιζέλος ζήτησε να εστιαστεί η συζήτηση στο μεγάλο θέμα του σωστού υπολογισμού των μεικτών χρηματοδοτικών αναγκών από τώρα έως την εξόφληση του χρέους το 2060. Από την άποψη αυτή ο Paul Kazarian παρουσίασε τις επεξεργασίες που έχει πραγματοποιήσει το επιτελείο του για την έννοια των προσαρμοσμένων μεικτών χρηματοδοτικών αναγκών, η οποία βασίζεται στον διαχωρισμό αφενός μεν του βραχυπροθέσμου δημοσίου χρέους, που περιλαμβάνει τα έντοκα γραμμάτια του δημοσίου και τα repos, αφετέρου δε του μεσομακροπρόθεσμου δημοσίου χρέους, που περιλαμβάνει κυρίως ομόλογα και δάνεια. Με αυτό το κριτήριο η Ελλάδα εμφανίζει μικτές χρηματοδοτικές ανάγκες που κινούνται στο επίπεδο του 5,5 % του ΑΕΠ και βρίσκονται πολύ μακρυά από το όριο και του 15% και του 20% του ΑΕΠ που έχει χρησιμοποιήσει το ΔΝΤ στις τελευταίες μελέτες βιωσιμότητας του χρέους.
Ο κ. Βενιζέλος ζήτησε επίσης να εστιαστεί η ανάλυση του Paul Kazarian στο ζήτημα του επιδιωκόμενου μικρότερου πρωτογενούς πλεονάσματος, καθώς αυτό είναι που μπορεί να προσφέρει δημοσιονομικό χώρο για ανάπτυξη και πρωτοβουλίες αναζωπύρωσης της πραγματικής οικονομίας, κάτι το οποίο προφανώς συνδέεται με το επίπεδο τόκων που καταβάλει για την εξυπηρέτηση του χρέους το ελληνικό δημόσιο και θα καταβάλει μέχρι το 2060, όχι επί τη βάσει υποθέσεων αλλά επί τη βάσει πραγματικών δεδομένων.
Εξελίχθηκε μια πολύ ενδιαφέρουσα συζήτηση στην οποία πήραν μέρος πάρα πολλοί από τους προσκεκλημένους με ερωτήσεις και παρατηρήσεις επιστημονικές, πολιτικές και δημοσιογραφικές. Η σύνοψη των συμπερασμάτων αυτής της συζήτησης είναι ότι απαιτείται το ESM, που είναι ο κύριος δανειστής της χώρας και κατέχει περίπου το 85% του ελληνικού δημοσίου χρέους, να παρουσιάσει τη δική του ρεαλιστική μελέτη βιωσιμότητας του χρέους (DSA ) με βάση τα πραγματικά δεδομένα και όχι μακροπρόθεσμες υποθέσεις που υπερβαίνουν τη δεκαετία και είναι αμιγώς εργαστηριακές. Από την άποψη αυτή ο ρόλος του Klaus Regling, του οποίου η θητεία ανανεώθηκε για άλλα πέντε χρόνια, είναι καθοριστικός, γιατί μια τέτοια μελέτη βιωσιμότητας του χρέους θα μπορούσε να αποτελέσει το θεμέλιο για μια στρατηγική για το χρέος που θα μετεξελιχθεί σε στρατηγική πραγματικής εξόδου της Ελλάδας από την περιδίνηση της κρίσης και των μνημονίων.
Το δεύτερο συναφές συμπέρασμα είναι ότι το μεγάλο πρόβλημα είναι πολιτικό γιατί η άρνηση της κυβέρνησης ΣΥΡΙΖΑ- ΑΝΕΛ να παραδεχθεί αυτό που πράγματι συνέβη το 2012 και να «αντιληφθεί» το πραγματικό μέγεθος του χρέους στερεί τη χώρα από πολύ ισχυρά διαπραγματευτικά επιχειρήματα και επιτρέπει στους εταίρους να αναβάλουν διαρκώς τη λήψη των αποφάσεων για τις νέες παραμετρικές αλλαγές, για τις οποίες υπάρχει δέσμευση του Eurogroup από το 2012. Ως εκ τούτου η χθεσινή συνάντηση Μέρκελ – Λαγκάρντ στο Βερολίνο αναδεικνύει το πραγματικό περιεχόμενο της απόφασης του Eurogroup της περασμένης Δευτέρας, που ήταν μια επανάληψη, δυστυχώς, της αντίστοιχης δήθεν συμφωνίας της 20ης Φεβρουαρίου 2015 που οδήγησε στο τραγικό αδιέξοδο και στις επικίνδυνες εξελίξεις του καλοκαιριού του 2015.