Ο Νίκος Γκιώνης εξετάζει την ιστορική διαδρομή της έννοια του «διμέτωπου» και εντοπίζοντας την στο σήμερα τονίζει ότι «αν στα παλιά κλονισμένα χρόνια οι διμέτωποι είχαν αμφισημία, σήμερα δείχνουν παράταιροι » ενώ σημειώνει πως «το σημερινό ακροδεξιό εθνοποπουλιστικό κυβερνητικό υβρίδιο, είναι ο παραγωγός αλλά και ο προαγωγός των σταδιακών εκτροπών». «Ο επίκαιρος διμέτωπος που μόνο το όνομά του είναι ίδιο με τον προβληματικό παλιό, δεν μπορεί να είναι ένα θεσμικό τρυκ παρά μόνον ο ενάρετος αγώνας των υποστηρικτών των μεταρρυθμίσεων, του απειλούμενου Δικαιϊκού Κράτους από την μια και των αυτονομημένων εκτρωμάτων τους, που λειτουργούν θεσμικώς αυτοτροφοδοτούμενα, από την άλλη»

Ο Ξενοφών Μπρουντζάκης αναλύει τα «τα τρία στρατιωτικά κινήματα που άλλαξαν την Ελλάδα»: την Επανάσταση της 3ης Σεπτεμβρίου 1843, τη Ναυπλιακή Επανάσταση, και το στρατιωτικό κίνημα του 1909

Όπως σημειώνει ο συγγραφέας: «Στην ιστορική μας συνείδηση έχουμε συνδέσει τα στρατιωτικά κινήματα με τις πιο μελανές σελίδες της ελληνικής ιστορίας. Ωστόσο, αυτός ο «συνειρμός» δεν ευσταθεί ιστορικά. Δίχως υπερβολή θα μπορούσε μάλιστα να ισχυριστεί κανείς ότι υπήρξαν τρία στρατιωτικά κινήματα που άλλαξαν την Ελλάδα»

Ο Μελέτης Ρεντούμης αναφέρεται στις εξελίξεις στην Τράπεζα Αττικής που «που φανερώνουν φαινόμενα ανομίας χωρίς την τήρηση βασικών κανόνων καθώς και προσπάθειες να ελεγχθεί η διοίκηση με στόχο να παραμείνει στο απυρόβλητο». Ο συγγραφέας θέτει ερωτήματα που ζητούν απάντηση τονίζοντας πως «στην Τράπεζα Αττικής έχουν γίνει οικονομικά εγκλήματα για τα οποία πρέπει ν’ αποδοθεί δικαιοσύνη» και προτείνει δράσεις ώστε «να σταματήσει ο κατήφορος εις βάρος του Έλληνα φορολογούμενου». «Είναι επιτακτική η ανάγκη εξυγίανσης της τράπεζας, έτσι ώστε να δοθεί και το μήνυμα της κάθαρσης και τις σχέσεις διαπλοκής που ορίζονταν από επιχειρηματικούς ομίλους, τραπεζικά ιδρύματα και κυβερνήσεις» τονίζει.

Ο Νίκος Τσολακίδης αναφερόμενος στον «αποτυχημένο γάμο της κεντροαριστεράς» αναρωτιέται «τι αξία έχει η μάχη κορυφής για ένα αδειανό πουκάμισο που κανείς δεν θέλει να φορέσει;». Ο συγγραφέας εκτιμά πως «όταν όλοι σήμερα αριστεροί και δεξιοί, παραδέχονται σιωπηλά πως άλλος δρόμος δεν υπήρχε για να σταθεί η πατρίδα όρθια, εμείς χαραμίζουμε αυτό το πολύτιμο πολιτικό κεφάλαιο που αποκτήθηκε με πρωτοφανές κόστος σε διαβουλεύσεις εσωστρέφειας» και σημειώνει επιτακτικά πως «δικαιούμαστε να δώσουμε τη μάχη κι αν στο τέλος αυτής της διαδρομής, έχουμε κάτι να πούμε στους πολίτες που θα αλλάξει τη μοίρα τους, να το πούμε αλλιώς να σωπάσουμε»

Ο Νίκος Λαλιώτης μιλά για τη σχέση Δημοκρατίας και Αλήθειας , «μια ευάλωτη σχέση» και τονίζει ότι «η ελληνική κοινωνία βρέθηκε απροετοίμαστη και ανοχύρωτη μπροστά στο ψέμα και τον λαϊκισμό που της πρότεινε ένα μέρος του πολιτικού συστήματος για ίδιον όφελος και αυτό την εμπόδισε να αναγνωρίσει την πραγματικότητα, το τί της συνέβη και πως να βγει το συντομότερο δυνατό από την παγίδα στην οποία βρισκόταν». Ο συγγραφέας σημειώνει πως έχει σημασία η

«υπεράσπιση των κεκτημένων θεσμών του πολιτεύματός μας, ως θυλάκων προστασίας της Δημοκρατίας και της κοινωνίας από όποιους ονειρεύονται άλλες λύσεις, από όσους δηλητηριάζουν, διχάζουν και ψεύδονται».

Ο Παναγιώτης Ιωακειμίδης παρουσιάζει τα αποτελέσματα της διάσκεψης της Μπρατισλάβα τονίζοντας ότι «ο οδικός χάρτης που αποφάσισαν οι εικοσι-επτά ηγέτες των κρατών μελών δεν οδηγεί πουθενά». Ο συγγραφέας σημειώνει ότι «οι πολιτικές ηγεσίες παραμένουν βαθύτατα διχασμένες» και πως η πολιτική εξασθένιση της Καγκελαρίου Α. Merkel και η πολιτική κατάρρευση του Γάλλου Προέδρου Fr. Hollande λειτουργούν ανασχετικά. Όσον αφορά την Ελλάδα τονίζει πως «στο κείμενο της Μπρατισλάβας δεν φαίνεται να αποτυπώνεται κάποιο ευδιάκριτο ελληνικό ίχνος» και συμπληρώνει πως για το μεταναστευτικό «γίνεται ρητή αναφορά στην ανάγκη ενίσχυσης της Βουλγαρίας και των Δ. Βαλκανίων αλλά απολύτως καμία στην Ελλάδα»