Δευτέρα, 10 Οκτ 2016

Περί ηθικού πλεονεκτήματος

αρθρο του:

Οι κυβερνητικοί χειρισμοί και ο νόμος Παππά για το νέο τηλεοπτικό τοπίο, επαναφέρει τη συζήτηση περί του ηθικού πλεονεκτήματος της αριστεράς απέναντι στη διαπλοκή και τα συμφέροντα σε σχέση με τους πολιτικούς της αντιπάλους. Το ερώτημα που τίθεται είναι καθαρό, υπάρχει πραγματικά;

Πιστεύω ότι, η όλη συζήτηση είναι υποκριτική και αποτελεί τμήμα της επικοινωνιακής στρατηγικής της κυβέρνησης, η οποία προσπαθεί να ταυτίσει για προφανείς λόγους την πολιτική ηθική μόνο με την αριστερά.

Ο τηλεοπτικό χάρτης  διαμορφώθηκε το 1989 με την ενωμένη τότε αριστερά στην οικουμενική κυβέρνηση.

Ο τηλεοπτικό χάρτης στην Ελλάδα διαμορφώθηκε το 1989 με την ενωμένη τότε αριστερά στην οικουμενική κυβέρνηση παρούσα και ισχυρή. Οι ευθύνες και της αριστεράς λοιπόν, είναι δεδομένες στο μέτρο που της αναλογεί για το διαπλεκόμενο τηλεοπτικό τοπίο εκδοτών και επιχειρηματιών που προέκυψε και καθόρισε σημαντικά τις πολιτικές εξελίξεις της χώρας. Επίσης δεδομένη όμως είναι - τώρα που όλοι μεγαλώσαμε και εμείς που ήμασταν 19 και ο κ. Παππάς που ήταν 13 - και η πορεία μερίδας στελεχών της αριστεράς - όχι των πολλών - όλα τα χρόνια που ακολούθησαν, ως τα αφομοιωμένα αριστερά παιδιά του συστήματος με τις δεξιές τσέπες, με εργοληπτικές εταιρείες και μελετητικά γραφεία, εταιρείες δημοσκοπήσεων, μεγάλα δικηγορικά γραφεία εκπροσώπησης και εξυπηρέτηση συμφερόντων, ή ομάδες στελεχών αξιοποίησης ευρωπαϊκών προγραμμάτων στα πανεπιστήμια και συνδικαλιστικών στελεχών στα Δ.Σ των ΔΕΚΟ με προθυμία στο ναι και τα προνόμια.

Το ηθικό πλεονέκτημα λοιπόν, δεν μπορεί να αφορά γενικά σύνολα και παραδοχές, δηλ. κόμματα και παρατάξεις στο όνομα των αξιών που αυτές πρεσβεύουν και υποστηρίζουν ότι υπηρετούν. Είναι μία σαφώς προσωπική στάση ζωής και επιλογών του κάθε ανθρώπου ξεχωριστά. Το ηθικό πλεονέκτημα ωστόσο, όταν η αντιπαράθεση οξύνεται και η πολιτική με τον τρόπο που ασκείται συμβάλει στην ίδια την απαξίωση και τη χειραγώγηση της από τα συμφέροντα και τον «πελατειασμό», αποκτά ιδιότητες εύκολης γενίκευσης, που οδηγούν εν τέλει στην αναμέτρηση των «φαύλων» με τους «τίμιους», τους «διαπλεκόμενους» και τους «μη».

Οι αξίες που πρεσβεύει ένας κομματικός χώρος προφανώς «προστατεύουν» τα στελέχη του σ’ ένα βαθμό από τα φαινόμενα πολιτικής παθογένειας, ωστόσο δεν υπάρχει πολιτικός σχηματισμός ή ιδεολογία που να διεκδικεί τη λαϊκή ψήφο μιλώντας υπέρ της ανηθικότητας και της συναλλαγής. Οι αξίες της 3ης του Σεπτέμβρη είναι ξεκάθαρο ότι δεν συνάδουν με το φαινόμενο Τσοχατζόπουλου, ούτε όμως οι αξίες και οι θέσεις της αριστεράς απέναντι στη διαπλοκή και τα συμφέροντα, συνάδουν με τη γάτα των Ιμαλαΐων, και τους κουμπάρους με τα βοσκοτόπια και τα διεθνή εντάλματα σύλληψης.

Η προσπάθεια συμψηφισμού βέβαια πρέπει να επισημανθεί, λαμβάνει ανήθικες διαστάσεις στην πολιτική ανάλυση του φαινομένου του ηθικού πλεονεκτήματος, εάν δεν λάβουμε υπόψη μας, ότι, η αριστερά στη χώρα μας δεν κυβερνά παρά μόνο από το 2015 και έπειτα.

Η αριστερά δεν μπορεί να κουνά το δάκτυλο μιλώντας για ηθικό πλεονέκτημα.

Η απώλεια του ηθικού πλεονεκτήματος ως υπαρκτή πολιτική γενίκευση απαιτεί, πέραν των κραυγαλέων πολιτικών παραδειγμάτων που τη σηματοδοτούν, να έχει δημιουργήσει την αίσθηση στην κοινωνία, ότι, διατρέχει επί μακρόν ένα σημαντικό τμήμα της πολιτικής πραγματικότητας. Ο κομματισμός και η χωρίς κανόνες διαφάνειας διαχείριση μικρών ή μεγαλύτερων συμφερόντων, συμβάλει αποφασιστικά στην εδραίωση αυτής της εικόνας, η οποία με τους κατάλληλους πολιτικούς χειρισμούς όξυνσης μετατρέπεται στην αρένα των πολιτικών σκοπιμοτήτων σε πεποίθηση.

Τούτο όμως δεν σημαίνει ότι το ηθικό πλεονέκτημα ανήκει στη μία μόνο ή στην άλλη πλευρά. Η απώλεια του ηθικού πλεονεκτήματος των πολιτικών στελεχών έχει άμεση σχέση με την στάση και διαχείριση από μέρους τους της εξουσίας που διαθέτουν. Η αριστερά κυβερνά σήμερα με ανεπάρκεια, ευκολία στο λαϊκισμό, δημαγωγία και κωλοτούμπες. Χρησιμοποιεί την αυταπάτη της όχι αυτοκριτικά, αλλά ως άλλοθι μετάλλαξης... που με αλαζονικό τρόπο δείχνει να ξέρει καλά να παίζει το παιχνίδι της διαχείρισης της εξουσίας, μοιάζοντας εν τέλει με κακέκτυπο των προηγούμενων. Δεν μπορεί λοιπόν να κουνά το δάκτυλο μιλώντας για ηθικό πλεονέκτημα, προσβάλλοντας γενιές τίμιων ανθρώπων με αξίες και ιδανικά σε όλους τους πολιτικούς χώρους, που αγωνίζονται και ελπίζουν για μία άλλη πολιτική πραγματικότητα, όπου η ηθική στην πολιτική έχει ως πηγή τη πλατωνική της περιγραφή.


* Ο Πίνακας που συνοδεύει το κείμενο, είναι: Maxim Gorky (1868 –1936), Jardín de Sochi

Αναστασίου, Γιάννης

Ο Γιάννης Αναστασίου είναι Δημοσιογράφος, απόφοιτος του Τμήματος "Ευρωπαϊκού Πολιτισμού" του Ε.Α.Π και Μεταπτυχιακός φοιτητής του "Πανεπιστημίου Θεσσαλίας" στο Διατμηματικό Μεταπτυχιακό Πρόγραμμα "Σχεδιασμός και Ανάπτυξη Τουρισμού και Πολιτισμού" των Τμημάτων Χωροταξίας- Πολεοδομίας- Περιφερειακής Ανάπτυξης και Οικονομικών Επιστημών. Από το 2000 και για μια δεκαετία υπήρξε ο ανταποκριτής του MEGA στη Μαγνησία και τη Θεσσαλία. Σήμερα γράφει και αρθρογραφεί στην τελευταία σελίδα της εφημερίδας "Θεσσαλίας της Δευτέρας" , παρουσιάζει την ενημερωτική ραδιοφωνική εκπομπή του Ράδιο Β.Ε.ΡΑ "Ουδέν Κρυπτόν" και την καθημερινή ενημερωτική τηλεοπτική ιντερνετική εκπομπή "Ξεφυλλίζοντας" στο «e-thessalia.gr» . 
Στους Ολυμπιακούς Αγώνες του 2004 υπήρξε στέλεχος του «Αθήνα 2004» στην Ολυμπιακή Πόλη του Βόλου.
Υπήρξε ο επικεφαλής του ψηφοδελτίου της Δημοκρατικής Συμπαράταξης στον νομό Μαγνησίας στις εκλογές του Σεπτεμβρίου του 2015 και υποψήφιος βουλευτής του ΠΑΣΟΚ.