Η κλεψύδρα του Διαφωτισμού. Όσοι διαπιστώνουν έλλειμμα ορθολογισμού στην εποχή μας, προστρέχουν στην ανάγκη ενός νέου διαφωτισμού, υπονοώντας την επιστροφή στο παρελθόν. Νοσταλγούν τον αυθεντικό διαφωτισμό του 18ου αιώνα, που ουσιαστικά θεμελίωσε τον σύγχρονο ορθολογισμό. Από την εποχή του διαφωτισμού όμως έχουν μεσολαβήσει τόσα πολλά που τίποτα δεν έχει μείνει ίδιο. Η πνευματική επανάσταση του 18ου αιώνα προέκυψε από τελείως διαφορετικές ανάγκες και εξελίχθηκε σε τελείως διαφορετικές συνθήκες. Κι όταν προσπαθούμε να προσομοιώσουμε εκείνο το παρελθόν στο σημερινό παρόν, προφανώς μας διαφεύγουν οι ριζικές διαφορές των δύο εποχών. Οπότε δεν είναι εφικτό να διατυπώσεις ερωτήματα ή να δώσεις απαντήσεις για το σήμερα, βασιζόμενος σε συμπεράσματα του χθες. Σύμφωνα με τον Καντ ο διαφωτισμός ορίζεται ως η ανάγκη για γνώση, με σκοπό τη λύτρωση από το σκοτάδι. Η γνώση – ισχυρίζεται – θα οδηγήσει τον άνθρωπο στην αμφιβολία για την ορθότητα καθιερωμένων αντιλήψεων. Αυτά έλεγε ο Καντ στην εποχή του. Όμως σήμερα η ελευθερία της σκέψης δεν είναι ζητούμενο γιατί έχει κατακτηθεί. Τότε ο ορθός λόγος αποτέλεσε το εργαλείο για να ελευθερωθούμε από τα δεσμά των θρησκευτικών αξιωμάτων. Σήμερα, στην εποχή της ανεξιθρησκίας, τέτοιο αίτημα δεν υπάρχει. Ο στοχασμός είναι ελεύθερος. Ο ορθός λόγος δεν διεκδικείται. Έχει την καθολική αποδοχή. Μόνο που σήμερα, το κριτήριο του ορθολογισμού είναι αρκετά θολό και ασαφές. Ο καθένας ονομάζει ορθό λόγο τη δική του άποψη και ανορθολογισμό την άποψη του άλλου. Είναι προφανές ότι ο διάλογος γύρω απ’ αυτό το θέμα έχει απομακρυνθεί παρασάγγας από τις συζητήσεις του 18ου αιώνα. Οπότε ο νέος διαφωτισμός δεν μπορεί να είναι η επιστροφή στον παλιό. Η κλεψύδρα του Ιστορικού Διαφωτισμού έχει αδειάσει κι όποιος αναζητάει τον Νέο, καλό είναι να επιστρέψει στο μέλλον.
Ο νέος διαφωτισμός δεν μπορεί να είναι η επιστροφή στον παλιό.
Η Ιστορία παίζει κρυφτούλι. Ο άνθρωπος μαζί με την κατάκτηση του ορθού λόγου και την πρόοδο της επιστήμης, πίστεψε ότι, με την σιγουριά της γνώσης, θα μπορούσε να ορίσει με βεβαιότητα και το μέλλον. Έτσι στον 19ο αιώνα ο άνθρωπος εμπνεύστηκε τον όρο «νομοτέλεια». Θεώρησε ότι η πρόοδος είναι μια ευθύγραμμη διαδικασία που οδηγεί σε ανώτερα στάδια κοινωνικής οργάνωσης. Το παρελθόν το διάβασε με απλοϊκές μεταβάσεις. Από το δουλοκτητικό σύστημα, στη φεουδαρχία και μετά στον καπιταλισμό. Και με τον ίδιο τρόπο εξήγησε και το μέλλον. Πρώτα ο σοσιαλισμός και στο τέλος ο κομμουνισμός, το ανώτατο στάδιο, όπου ο καθένας προσφέρει ανάλογα με τις δυνατότητες του και λαμβάνει ανάλογα με τις ανάγκες του. Και πράγματι αυτή η νομοτελειακή αφήγηση είχε τα χαρακτηριστικά μιας επιστημονικής σκέψης. Μιας επιστημονικής σκέψης, όμως, όπως αυτή είχε διαμορφωθεί στον 19ο αιώνα. Τότε που στο μυαλό των ανθρώπων κυριαρχούσε μια απόλυτη αιτιοκρατία. Τότε που δε μεσολαβούσε απολύτως τίποτα ανάμεσα στο αίτιο και το αιτιατό. Με μεγάλη πίστη και περισσή ενεργητικότητα οι άνθρωποι επένδυσαν στην ιστορική νομοτέλεια, χωρίς να γνωρίζουν ότι η Ιστορία είχε άλλη γνώμη. Ο Γκράμσι είπε κάποτε την περίφημη φράση: «Ο παλιός κόσμος πεθαίνει και ο καινούριος αργεί να εμφανιστεί και σ’ αυτό το λυκόφως εμφανίζονται τα τέρατα». Τα τέρατα πράγματι ήταν ο φασισμός του Μεσοπολέμου. Όμως πιστός στη νομοτέλεια, ο Γκράμσι δεν μπορούσε να φανταστεί ότι η Ιστορία έπαιζε κρυφτούλι. Ότι ο καινούριος κόσμος της σοσιαλιστικής επανάστασης δεν θα εμφανιζόταν ποτέ στην Ευρώπη. Και ότι η νομοτέλεια ήταν ένα «επιστημονικό» κατασκεύασμα της απλοϊκής αιτιοκρατίας.
Η φλυαρία της φιλοσοφίας και τα ολιστικά μοντέλα. Η φιλοσοφία εκ γενετής αντιστοιχεί στην προσπάθεια του ανθρώπου να κατακτήσει τη σοφία. Με άλλα λόγια να κατανοήσει και να ερμηνεύσει συνολικά τον Κόσμο. Εκατομμύρια σελίδες έχουν γραφεί από έγκριτους και μη φιλοσόφους. Και μέσα σ’ αυτές τις σελίδες ξεδιπλώνεται η εποποιία της ανθρώπινης σκέψης. Αν κανείς ανατρέξει σε εκδόσεις που απεικονίζουν την Ιστορία της Φιλοσοφίας θα διαπιστώσει πόσο μπερδεμένα είναι τα πράγματα. Όροι όπως «πραγματισμός», «φαινομενολογία», «αποδόμηση» – και πολλοί άλλοι – αποκτούν διαφορετικές σημασίες, ανάλογα με το ποιος φιλόσοφος τους χρησιμοποιεί. Και η κάθε γενιά εμφανίζει νέους όρους και νεολογισμούς με δυσπρόσιτες εξηγήσεις και περίπλοκο περιεχόμενο. Το μεγάλο πρόβλημα της φιλοσοφίας είναι ότι πάντα είχε στόχο να ερμηνεύσει τον Κόσμο στο σύνολο του. Τα ολιστικά μοντέλα που κατασκεύαζε την κάθε φορά, μπορεί να ωθούσαν τον τρόπο σκέψης σε νέες ατραπούς. Αλλά πάντα έρχονταν οι εξελίξεις για να δημιουργήσουν ρήγματα σ’ αυτά τα μοντέλα και να διαψεύσουν την ανθεκτικότητα τους. Απλά γιατί ο Κόσμος δε μπορεί να κλειδωθεί σ’ ένα ακίνητο, γεωμετρικό και παγιωμένο μοντέλο. Οι φιλόσοφοι για να υποστηρίξουν το μοντέλο τους ξεκινούσαν από αξιώματα, που τα περισσότερα περιείχαν μεγάλη δόση αυθαιρεσίας. Σήμερα ξέρουμε, ότι μετά την ανακάλυψη της σχετικότητας, της απροσδιοριστίας, της ψυχανάλυσης, της θεωρίας του χάους και της ασαφούς λογικής (fuzzy logic), οι ορίζοντες του Κόσμου δεν είναι μόνο αυτό που βλέπουμε, ούτε καν αυτό που μπορούμε να φανταστούμε. Ο Κόσμος είναι πολύ μεγαλύτερος απ’ ότι νομίζουμε και φυσικά κανένα φιλοσοφικό μοντέλο δεν μπορεί να τον κλειδώσει σ’ ένα περιορισμένο νοητικό χώρο. Η φιλοσοφία ασυζητητί βοήθησε την εξέλιξη της ανθρώπινης σκέψης. Αλλά ταυτόχρονα έπεσε στην παγίδα της ακατάσχετης φλυαρίας, προσπαθώντας να υπερασπιστεί απόλυτες και κατά συνέπεια ανεπαρκείς έννοιες. Αλλά τώρα πια ξέρουμε ότι τα τελολογικά φιλοσοφικά μοντέλα δεν αρκούν. Οφείλουμε να προχωρήσουμε παρακάτω.
Η μονολιθική λογική και ο γρίφος της απροσδιοριστίας. Γενικά οι άνθρωποι προσπαθούν να ερμηνεύσουν τα γεγονότα και τις εξελίξεις με τη λογική. Κατά κανόνα χρησιμοποιούν την επαγωγική μέθοδο για να καταλήξουν σε λογικά συμπεράσματα. Με τη βεβαιότητα ότι η λογική υποστηρίζει την ανάλυση τους νιώθουν ασφαλείς στις βεβαιότητες τους και δεν το ψάχνουν παραπέρα. Αλλά επαγωγή σημαίνει γενίκευση μιας επί μέρους παρατήρησης και το πέρασμα από το μερικό στο γενικό περιέχει μεγάλο κίνδυνο για αυθαίρετες συνεπαγωγές. Η τάση προς τη γενίκευση είναι πολλές φορές μια αυθόρμητη-έμφυτη διαδικασία. Αν για παράδειγμα πέσει ένα αεροπλάνο, θεωρούμε λογικό συμπέρασμα ότι έχει αυξηθεί κατά πολύ ο κίνδυνος να πέσουν κι άλλα αεροπλάνα. Πέρα όμως από την επαγωγική γενίκευση, νομίζουμε ότι λογικοί κανόνες που ισχύουν για ένα πεδίο, θα ισχύουν για κάθε άλλη περίπτωση. Αυτό όμως είναι λάθος. Οι νόμοι της βαρύτητας του Νεύτωνα ισχύουν στη Γη, αλλά δεν ισχύουν παντού στο σύμπαν. Όπως και η θεωρία του Αϊνστάιν για τη βαρύτητα ισχύει στον μακρόκοσμο του σύμπαντος, όμως ελάχιστα μπορεί να επιβεβαιωθεί στη Γη. Στην επιστήμη όταν ένα πείραμα φέρνει πάντα το ίδιο αποτέλεσμα ο επιστήμονας δικαίως διατυπώνει ένα επιστημονικό συμπέρασμα. Στην καθημερινότητα όταν απλές πράξεις φέρνουν το ίδιο ακριβώς αποτέλεσμα πάλι οι άνθρωποι θεωρούν λογικό ότι η επανάληψη θα συνεχιστεί. Και ενδεχομένως αυτή η πρόβλεψη να επιβεβαιώνεται καθημερινά. Αυτό όμως συμβαίνει γιατί οι παράγοντες που ορίζουν το αποτέλεσμα είναι συγκεκριμένοι και δεν αλλάζουν στις διαδοχικές περιπτώσεις. Είναι αυτό που λέμε στα επιστημονικά πειράματα «υπό κανονικές συνθήκες». Τι γίνεται όμως όταν οι παράγοντες είναι κατά πολύ περισσότεροι και το μυαλό των ανθρώπων δεν μπορεί καν να υποψιαστεί την ύπαρξη τους, οπότε και είναι αδύνατο να τους υπολογίσει; Τότε ένα συμπέρασμα που μοιάζει λογικό, τις περισσότερες φορές δεν επιβεβαιώνεται προς μεγάλη μας έκπληξη. Και τότε η επίκληση της συμβατικής λογικής δεν αρκεί. Στον 20ο αιώνα η επιστήμη συνέχισε την τακτοποιημένη της έρευνα και δημιούργησε πολλές και εντυπωσιακές εφαρμογές. Παράλληλα όμως η επιστημονική αναζήτηση άνοιξε κι άλλους δρόμους που τροποποίησαν ριζικά τον τρόπο που σκεφτόμαστε, σε σχέση με τον 19ο αιώνα. Κάποια στιγμή ήρθε ο νόμος της απροσδιοριστίας του Χάιζεμπεργκ να ανοίξει το παράθυρο της αβεβαιότητας. Η θεωρία του χάους αργότερα μας περιέγραψε πώς ένα μεγάλο πλήθος από αιτίες μπορούν να κάνουν ασταθές ένα οποιοδήποτε σύστημα και να φέρουν απρόβλεπτα αποτελέσματα. Η ασαφής λογική – που εφαρμόζεται στην επιστήμη εδώ και μερικές δεκαετίες – θα ακούγονταν ως παραδοξότητα τον 19ο αιώνα. Αυτό που κατάφερε ο 20ος αιώνας είναι να μας αποδείξει ότι η λογική δεν είναι αξίωμα, αλλά θεώρημα που κάθε φορά θα πρέπει να αποδειχθεί. Παρ’ όλα αυτά στην εποχή μας η μονολιθική λογική και οι αυθαίρετες επαγωγικές γενικεύσεις συνεχίζουν να υποστηρίζουν τις επιχειρηματολογίες μας κι όλοι εμείς να καυγαδίζουμε χωρίς να βγάζουμε άκρη.
Ο Νέος Διαφωτισμός καλείται να αξιολογήσει και να συνδυάσει όλα τα πρόσφατα επιτεύγματα της ανθρώπινης επινοητικότητας.
Αναζητώντας τη πραγματικότητα. Με βάση τα παραπάνω, η λογική – όπως την ξέραμε – δεν είναι πλέον η μόνη μέθοδος που οδηγεί στη κατανόηση της πραγματικότητας. Συνοψίζοντας, μπορούμε να πούμε τα παρακάτω: Η αιτιοκρατία – τέκνο της λογικής – είναι μια συνταγή που άλλες φορές καταφέρνει να συναντήσει την πραγματικότητα κι άλλες φορές όχι. Η νομοτέλεια είναι μια λογική ακολουθία, αλλά ήδη ξέρουμε ότι η Ιστορία δεν πειθάρχησε στις προβλέψεις της. Τα ολιστικά φιλοσοφικά μοντέλα έχουν επίσης λογική συνάφεια. Μόνο που ο Κόσμος έγινε αρκετά περίπλοκος για να χωρέσει εντός τους. Η απροσδιοριστία, η αβεβαιότητα, αλλά και η ψυχανάλυση, ο σουρεαλισμός και η φαντασία, συνομιλούν με την λογική, αλλά το ίδιο εύκολα την προσπερνούν ή την ακυρώνουν. Αν δεχθούμε αυτά τα συμπεράσματα, τότε γεννιέται ένα καινούριο ερώτημα. Αν ο παραδοσιακός ορθολογισμός και η απλή λογική του δεν είναι επαρκές εργαλείο, τότε πώς θα αναζητήσουμε την πραγματικότητα;
Τρία βασικά αξιώματα για την πραγματικότητα. Δεν υπάρχει κανείς που να διατυπώνει ένα επιχείρημα και να επικαλείται τον παραλογισμό. Όλοι, χωρίς εξαίρεση, επικαλούνται τη λογική. Πιστεύοντας ότι με αυτή την απλή επίκληση μπορούν και να περιγράψουν την ίδια την πραγματικότητα. Αλλά είπαμε η λογική δεν είναι αξίωμα. Κι επειδή ο καθένας την χρησιμοποιεί επιλεκτικά, το αποτέλεσμα είναι να αραδιάζονται μπροστά μας, ένα σωρό πραγματικότητες, ασύμβατες μεταξύ τους. Αντί λοιπόν να ψάχνουμε να βρούμε ποια λογική είναι σωστή και ποια λάθος, ίσως είναι προτιμητέο να συμφωνήσουμε τι ακριβώς είναι η πραγματικότητα. Ας δοκιμάσουμε να διατυπώσουμε τρία αξιώματα. Κι όπως συμβαίνει σε αυτές τις περιπτώσεις, οφείλουμε με κριτική σκέψη να τα αποδεχθούμε ή να τα απορρίψουμε.
- Η πρώτη διαπίστωση είναι απλή. Η πραγματικότητα υπάρχει είτε την αντιλαμβανόμαστε είτε όχι. Η πραγματικότητα δεν μας έχει ανάγκη για να υπάρξει. Υπάρχει και με την απουσία μας. Όπως πριν να γεννηθούμε κι αφού πεθάνουμε.
- Και η δεύτερη διαπίστωση είναι απλή. Η πραγματικότητα αποτελείται απ’ αυτό που φαίνεται κι απ’ αυτό που δεν φαίνεται. Σήμερα ο άνθρωπος εξερευνά και τα δύο.
- Και η τρίτη διαπίστωση είναι επίσης απλή. Η πραγματικότητα δεν είναι σταθερή, αλλά μεταβάλλεται. Πολλά κομμάτια της πραγματικότητας μπορεί να είναι ανθεκτικά στη πάροδο του χρόνου και να μην αλλάζουν ακόμα και για αιώνες. Γι’ αυτό και στο μάτι του ανθρώπου, ότι αργεί να αλλάξει, μοιάζει αμετακίνητο. Τα πάντα όμως στο τέλος αλλάζουν κάτω απ’ το βάρος του χρόνου. Ο χρόνος είναι που κάνει και τον άνθρωπο να γερνάει, δηλαδή ν’ αλλάζει. Ο χρόνος είναι που κάποτε θα κάνει και τον παντοδύναμο Ήλιο να εξαφανιστεί.
Αν δεχθούμε τα παραπάνω αξιώματα, τότε, την πραγματικότητα όσο εύκολο είναι να την εντοπίσουμε, άλλο τόσο εύκολο είναι και να μας διαφύγει. Η γνώση ήταν κάποτε το καταφύγιο της επίγνωσης. Σήμερα δεν αρκεί. Γιατί όσο ο άνθρωπος εξελίσσεται, τόσο και η γνώση που κατακτά γίνεται όλο και περισσότερη. Οι μεγάλοι εγκυκλοπαιδιστές, οι αυθεντίες του παρελθόντος, δεν μπορούν να υπάρξουν σήμερα. Η αποθηκευμένη γνώση πλέον ξεπερνάει τις δυνατότητες του ενός ανθρώπου. Κανείς δεν μπορεί να την γνωρίζει στο σύνολο της. Κι όσα περισσότερα ξέρουμε τόσο συνειδητοποιούμε ότι αυτά που δεν ξέρουμε αυξάνονται. Κι ενώ ο άνθρωπος το έχει μεγάλη ανάγκη να ξέρει και να είναι βέβαιος, η γνώση δεν μπορεί πια να του εξασφαλίσει τις βεβαιότητες που αναζητάει. Η πραγματικότητα είναι τελικά ένας λαβύρινθος, με πολλές διαδρομές, που είναι πότε λογικές και πότε ανακόλουθες. Σ’ αυτόν τον λαβύρινθο ο άνθρωπος επιχειρεί συσχετισμούς, αναιρέσεις, διασταυρώσεις, συγκλίσεις, αποκλίσεις και εντοπίζει ομοιότητες, αναλογίες, αντιφάσεις, αντιθέσεις διασταυρώσεις. Η πραγματικότητα είναι πάντα εκεί για να τη συλλαμβάνουμε και είναι πάντα εκεί για να μας διαφεύγει.
Επιστροφή στο μέλλον. Η λογική ήταν το άγιο δισκοπότηρο του Διαφωτισμού. Τώρα πια δεν είναι. Τώρα εκείνη η λογική είναι απλά ένα από τα εργαλεία που μας βοηθάει να κατανοήσουμε την πραγματικότητα. Δίπλα της είναι όλα αυτά που ήδη ξέρουμε. Είναι η φαντασία, είναι και το παράλογο, όπως το εισήγαγε ο σουρεαλισμός, είναι η απροσδιοριστία που υποσκάπτει τις βεβαιότητες. Είναι όμως και κάτι άλλο, που μας τρομάζει ακόμα και να το συζητήσουμε. Πρόκειται για ένα μεγάλο άλμα της σκέψης. Πρόκειται για μια άλλη διαχείριση των αντιφάσεων, που ήδη έχει εισβάλει στη ζωή μας. Χωρίς να αναιρεθεί η Αριστοτελική λογική – που συνεχίζει να ισχύει αλλά όχι σε κάθε περίπτωση – η αντίφαση πολύ συχνά δεν αυτοαναιρείται. Για παράδειγμα αν διασχίσουμε για δεύτερη φορά τον ποταμό Πηνειό, είναι βέβαιο ότι διασχίσαμε το ίδιο ποτάμι, δηλαδή τον Πηνειό, αλλά και δεν διασχίσαμε το ίδιο ποτάμι, γιατί το νερό που κυλάει δεν είναι το ίδιο. Η λογική του Διαφωτισμού είναι αδύνατο να κατανοήσει μια αλληλοαναιρούμενη αλήθεια. Δεν μπορεί να κατανοήσει ότι την ίδια στιγμή διέσχισα και δεν διέσχισα το ίδιο ποτάμι. Αλλά και η καθημερινότητα των ανθρώπων έχει αλλάξει. Μέσα στην παγκόσμια ενοποίηση της ανθρώπινης δραστηριότητας, μπορεί μια πράξη να είναι ωφέλιμη για κάποιους, αλλά την ίδια στιγμή μπορεί να είναι βλαπτική για κάποιους άλλους. Είναι σαφές ότι η εποχή μας πολύ λίγο μοιάζει με την εποχή του Διαφωτισμού. Η λογική πλέον δεν κατοικοεδρεύει μόνο εκεί που όλοι συμφωνήσαμε αλλά κι εκεί που δεν συμφωνήσαμε κι εκεί που καν δεν το συζητήσαμε, γιατί ακόμα δεν μας απασχόλησε. Γι’ αυτό και η επίκληση του Νέου Διαφωτισμού δεν είναι μια απλή και εύκολη υπόθεση. Η λογική όπως διατυπώθηκε στο παρελθόν δεν μπορεί να είναι σωσίβιο για το μέλλον. Για να επεκτείνει τους ορίζοντες μας, ο Νέος Διαφωτισμός καλείται να αξιολογήσει και να συνδυάσει όλα τα πρόσφατα επιτεύγματα της ανθρώπινης επινοητικότητας. Και να διατυπώσει μια νέου τύπου λογική, που να συνδέει ανόμοια και πολλές φορές ανακόλουθα συμπεράσματα.
* Ο Πίνακας που συνοδεύει το κείμενο είναι: Joseph Wright of Derby, "A Philosopher Giving that Lecture on the Orrery, in which a Lamp is put in the Place of the Sun"