Η «προϊστορία». Πριν το 1918 κανείς δεν θα μπορούσε να φανταστεί ότι η Μέση Ανατολή θα μετατρεπόταν σε μια από τις πιο ασταθείς περιοχές του πλανήτη. Μέχρι τότε ο αραβικός κόσμος είχε βιώσει δύο μακραίωνες περιόδους. Την πρώτη μπορούμε να την ονομάσουμε εποχή της ταυτότητας και τη δεύτερη εποχή της λήθης. Το έναυσμα της πρώτης ήταν ο ίδιος ο Μωάμεθ. Μέσα από τη διάδοση της θρησκείας συνένωσε τους Άραβες για να ακολουθήσει η χρυσή εποχή του Ισλάμ. Έτσι, ξεκινώντας από τον 7ο αιώνα, το χαλιφάτο της Βαγδάτης έφτασε σταδιακά μέχρι τους κήπους της Κόρδοβας. Η χρυσή εποχή κράτησε μερικούς αιώνες κι ένας σπουδαίος πολιτισμός άνθισε. Μετά ήρθε η εποχή της λήθης. Οι Οθωμανοί κατέλαβαν τη Μέση Ανατολή και τις ιστορικές πόλεις, τη Βαγδάτη, τη Δαμασκό και την Ιερουσαλήμ. Οι Άραβες σιγά-σιγά έχασαν την εθνική τους συνεκτικότητα και η λέξη «Αραβία» πέρασε στη λήθη. Οι παλιοί φυλετικοί διαχωρισμοί επανήλθαν και κυριάρχησαν. Οι φυλετικές αντιπαλότητες όμως καταλάγιασαν και όλοι βολεύτηκαν ο καθένας στην περιοχή του. Σ’ αυτό βοήθησε και η σχετική ανεκτικότητα της ύστερης Οθωμανικής αυτοκρατορίας.
Η παναραβική ιδέα. Τον Οκτώβριο του 1917 ο Φεϊζάλ διοικώντας ένα αραβικό στράτευμα που αποτελούνταν από πολλές φυλές απελευθέρωσε τη Δαμασκό λίγο πριν καταφθάσουν οι Άγγλοι υπό τον στρατηγό Άλεμπυ. Στο μυαλό του Φεϊζάλ και του πατέρα του Χουσεΐν υπήρχε η ιδέα ενός μεγάλου αραβικού κράτους. Για πρώτη φορά μετά από αιώνες. Οι Άγγλοι και οι Γάλλοι όμως είχαν άλλα σχέδια κι έτσι προέκυψαν τα κράτη που υπάρχουν και σήμερα. Αργότερα και μπροστά στον νέο εχθρό που ήταν το Ισραήλ, η Συρία και η Αίγυπτος ενώθηκαν έχοντας στο νου τους πάλι μια μεγάλη αραβική επικράτεια (1958). Το εγχείρημα κράτησε μόνο τρία χρόνια. Πέρασε μισός αιώνας μέχρι να εμφανιστεί μια νέα απόπειρα. Το 2014 ο ISIS ανακηρύσσει την ίδρυση του μεγάλου Χαλιφάτου, επιδιώκοντας να καταργήσει τα σύνορα. Η Δύση έζησε με αποτροπιασμό τη σκληρότητα των φονταμενταλιστών και υποβάθμισε τη πολιτική σημασία του εγχειρήματος. Το Χαλιφάτο ήταν για τον ISIS κάτι σαν τη Μεγάλη Ιδέα. Ονειρεύτηκε τη χρυσή εποχή του Ισλάμ και τους κήπους της Κόρδοβας. Φυσικά η Ιστορία δεν επαναλαμβάνεται και το εγχείρημα ήταν καταδικασμένο σε αποτυχία.
Ένας αιώνας μόνον. Για τη Μέση Ανατολή, η νέα εποχή ξεκίνησε στη διάσκεψη του Σαν Ρέμο τον Απρίλιο του 1920. Μετά την πτώση της Οθωμανικής Αυτοκρατορίας, η Αγγλία και η Γαλλία όρισαν σύνορα στα αραβικά προτεκτοράτα τους, με βάση τη συμφωνία Σάικς – Πικώ, που είχε προηγηθεί. Τα σύνορα που χαράχτηκαν είχαν κάποια λογική, αλλά κι αρκετή αυθαιρεσία. Δεν ήταν όμως καθόλου εύκολο τα σύνορα να έχουν κάποιο εθνικό νόημα, εφ’ όσον οι εσωτερικές μετακινήσεις στη διάρκεια της Οθωμανικής Αυτοκρατορίας είχαν αναμίξει τους πληθυσμούς. Το Ιράκ και η Παλαιστίνη ορίστηκαν υπό την επικυριαρχία των Άγγλων. Η Συρία και το Λίβανο των Γάλλων. Σύντομα τα προτεκτοράτα έγιναν ανεξάρτητα κράτη (Λίβανος 1943, Συρία 1946, Ιορδανία 1949, Ιράκ 1930). Όλα άλλαξαν όταν εμφανίστηκε ο καινούριος παίχτης στη περιοχή, το κράτος του Ισραήλ, που ιδρύθηκε το 1947. Το γεγονός αυτό συνένωσε τα αραβικά κράτη απέναντι σ’ έναν κοινό εχθρό. Έτσι ζήσαμε τους Αραβοϊσραηλινούς πολέμους, που όλοι κερδήθηκαν από το Ισραήλ, το οποίο κατάφερε να σταθεροποιήσει οριστικά τη θέση του. Λίγο αργότερα προέκυψε και το Ιράν, μετά τη πτώση του Σάχη και την κυριαρχία φανατικών Σιιτών (1979). Η τρίτη περίοδος σ’ αυτά τα 100 χρόνια της αναταραχής ξεκίνησε με την έλευση του 21ου αιώνα και το κτύπημα στους δίδυμους πύργους (2001). Το κέντρο βάρους μετακινήθηκε. Το παλαιστινιακό πέρασε σε δεύτερη μοίρα και τα φώτα της επικαιρότητας έπεσαν στη τρομοκρατία του ισλαμικού φονταμενταλισμού. Από τότε πλέον οι τρομοκρατικές ενέργειες δεν ήταν έργο των μαχόμενων παλαιστινίων, αλλά μιας ευρύτερης σύναξης φανατικών ισλαμιστών που στόχευαν αποκλειστικά στην απορρύθμιση της Δύσης. Έτσι το σκηνικό άλλαξε για τρίτη φορά.
Το Μεσανατολικό έχει μέλλον. Άλλοτε θα καταλαγιάζει κι άλλοτε θα οξύνεται.
Η αραβική άνοιξη. Τον Δεκέμβριο του 2010 ο μικροπωλητής Μοχάμεντ Μπουαζίζι, αυτοπυρπολήθηκε σε μια επαρχιακή πόλη της Τυνησίας. Εκείνη τη στιγμή κανείς δεν μπορούσε να προβλέψει ότι από ένα μεμονωμένο περιστατικό θα προκύψει αυτό που ονομάσαμε αραβική άνοιξη. Οι εξεγέρσεις ξεκίνησαν από την Τυνησία και διαδόθηκαν σαν ηλεκτρικό ρεύμα σε όλο τον αραβικό κόσμο, από τις χώρες του Μαγκρέμπ μέχρι τη Μέση Ανατολή. Η Δύση υποστήριξε αμέσως την αραβική άνοιξη, χωρίς ενδοιασμούς και χωρίς δεύτερες σκέψεις. Εκτίμησε ότι η αραβική άνοιξη θα αλλάξει τα δεδομένα στη περιοχή και ότι φιλελεύθερες και φιλοδυτικές κυβερνήσεις θα αντικαθιστούσαν τα παλιά δικτατορικά καθεστώτα. Πέρασαν οκτώ χρόνια από την αυτοπυρπόληση του Μπουαζίζι και είναι πλέον ολοφάνερο ότι οι προσδοκίες της Δύσης από την αραβική άνοιξη έχουν διαψευσθεί. Η περίπτωση της Συρίας είναι ιδιαίτερη.
Ένας παράξενος εμφύλιος στη Συρία. Και στη Συρία, όπως σε όλα σχεδόν τα αραβικά κράτη, είχε ξεκινήσει η αραβική άνοιξη. Η αντιπολίτευση πήρε τα όπλα με στόχο την ανατροπή του Άσαντ. Την υποστήριξαν οι ΗΠΑ και τον Άσαντ η Ρωσία, που ήταν παραδοσιακός σύμμαχος από την εποχή της ΕΣΣΔ. Μέσα στο χάος του εμφυλίου, που είχε ξεκινήσει, φονταμενταλιστές ισλαμιστές, βγαίνουν από το σκοτάδι της παρανομίας και αναδιοργανώνονται στο ανοιχτό πεδίο. Οι στρατιωτικές επιχειρήσεις τους ξεκινούν από το Ιράκ και γρήγορα επεκτείνονται και στη Συρία. Το ISIS ήταν ο απρόβλεπτος παράγοντας στη περιοχή. Κι έτσι, χωρίς κανείς να το περιμένει, προκύπτει ένας παράξενος πολυμερής πόλεμος. Ο Άσαντ, η αντιπολίτευση, το Χαλιφάτο κι ανάμεσα τους οι Κούρδοι, πολυπληθής εθνότητα που ζει σε τρία κράτη (Συρία, Ιράκ, Τουρκία). Στις μπερδεμένες αυτές συνθήκες οι συμμαχίες και οι αντιπαλότητες μεγάλων και μικρών πρωταγωνιστών πολύ συχνά εναλλάσσονταν.
Η στρατηγική των εμπλεκομένων. Οι εμπλεκόμενοι δεν είναι και λίγοι. Όλοι όμως είχαν από την αρχή μια σαφή και σταθερή στρατηγική. Το στρατόπεδο της Δύσης αποτελούνταν από τις ΗΠΑ και τις δύο πρώην αποικιοκρατικές δυνάμεις στη περιοχή, την Αγγλία και τη Γαλλία. Ο στόχος τους ήταν ο Άσαντ να έχει τη τύχη του Καντάφι και γι’ αυτό υποστήριξαν από την αρχή την εξεγερμένη αντιπολίτευση. Η Ρωσία σταθερά υποστήριξε τον παλιό της σύμμαχο τον Άσαντ. Το χαλιφάτο ζούσε με την αυταπάτη της μεγάλης ενωμένης Αραβίας και τα έβαλε με όλους. Το Ιράν υποστήριζε τη παρουσία των Σιιτών και το μακρύ τους χέρι στη χώρα, τη Χεζμπολάχ. Οι Κούρδοι που έναν αιώνα τώρα επιδιώκουν να ιδρύσουν δικό τους κράτος ταλαντεύτηκαν πολλές φορές και τελικά πολέμησαν κυρίως ενάντια στο χαλιφάτο. Οι Τούρκοι απλά δεν θέλουν να δημιουργηθεί κουρδικό κράτος. Αυτό μόνον. Κάτι τέτοιο θα δημιουργούσε σοβαρούς κινδύνους για τη δική της εθνική ακεραιότητα. Γι αυτό και δεν θα φύγουν εύκολα από το Αφρίν. Το Ισραήλ αρκετά αποστασιοποιημένο, έχει πρόβλημα βασικά με το Ιράν και τις σιίτικες οργανώσεις της περιοχής. Η Σαουδική Αραβία κήρυξε τον πόλεμο στο χαλιφάτο και μετά σιώπησε. Το Ιράκ ασχολήθηκε με το να ανακαταλάβει το μέρος της επικράτειας του που είχε κατακτηθεί από το χαλιφάτο.
Η κατάσταση σήμερα. Η κατάσταση σήμερα είναι αρκετά σαφής. Το χαλιφάτο ηττήθηκε και οι μαχητές του έχουν διασκορπιστεί. Το όνειρο της μεγάλης Αραβίας τελείωσε, όπως ήταν φυσικό. Οι φονταμενταλιστές αρκετά διηρημένοι θα επανέλθουν στις παλιές μεθόδους της τρομοκρατίας. Οι εκπρόσωποι της αραβικής άνοιξης ηττήθηκαν και ο Άσαντ νίκησε. Από την έκβαση αυτής της σύγκρουσης στους νικητές συμπεριλαμβάνεται η Ρωσία και στους ηττημένους η Δύση. Μια ακόμα ελπίδα για την ίδρυση κουρδικού κράτους εξανεμίστηκε. Οι Κούρδοι ουσιαστικά εγκαταλείφθηκαν από τους Αμερικάνους και η Τουρκία πέτυχε τον σκοπό της. Ενώ ο πόλεμος ουσιαστικά έχει κριθεί, οι ηττημένοι προσπαθούν να σύρουν τους νικητές στο τραπέζι των διαπραγματεύσεων, κάτι φυσικά που είναι δύσκολο να συμβεί. Τελικά οι νικητές πρόσφατα συναντήθηκαν μόνοι τους (Ρωσία, Τουρκία, Ιράν).
Η δημοκρατία δεν εξάγεται. Στην ερμηνεία των εξελίξεων στο Μεσανατολικό επικρατεί πλέον μια μεγάλη σύγχυση στη Δύση. Πολλοί αναλυτές ισχυρίζονται ότι η Δύση και κυρίως οι ΗΠΑ δεν είχαν σαφή στρατηγική στον εμφύλιο. Η στρατηγική όμως ήταν ξεκάθαρη. Επιδίωξαν τη πτώση του Άσαντ και την επικράτηση της αντιπολίτευσης. Σ’ αυτό το πεδίο ηττήθηκαν. Όταν προέκυψε το χαλιφάτο υποστήριξαν και τους Κούρδους όσο εκείνοι πολεμούσαν τους Ισλαμιστές. Οι ΗΠΑ ως ηττημένοι δεν μπορούν να επιβάλλουν τίποτα στη περιοχή. Εδώ δεν το κατάφεραν στη περίπτωση του Ιράκ, που υποτίθεται ότι νίκησαν. Μετά την αποκαθήλωση του Σαντάμ και αργότερα την δική τους αποχώρηση, το Ιράκ το κυβερνούν Σιίτες υποστηριζόμενοι από το «εχθρικό» Ιράν. Η αραβική άνοιξη γέννησε ελπίδες στη Δύση, η οποία όμως δεν έλαβε σοβαρά υπ’ όψιν δύο οφθαλμοφανείς παράγοντες. Τις περίπλοκες θρησκευτικές διαιρέσεις στον αραβικό κόσμο και την παντελή έλλειψη παράδοσης και εμπειριών δημοκρατικής διακυβέρνησης. Στη Δύση επικρατεί μια απλοϊκή λογική που λέει ότι ο εχθρός του δικτάτορα είναι υποχρεωτικά δημοκράτης. Χαρακτηριστικό παράδειγμα η Αίγυπτος. Όπου μετά την πτώση του Μουμπάρακ η δημοκρατικά εκλεγμένη κυβέρνηση ήταν φανατικοί ισλαμιστές. Τελικά η Δύση δεν μπορεί να αντιληφθεί ότι η δημοκρατία δεν εξάγεται, ούτε εμφυτεύεται. Κι αυτό εύκολα αποδεικνύεται από την Ιστορία της ίδιας της Ευρώπης, που χρειάστηκε αιώνες και αιματηρούς πολέμους, μέχρι να κερδίσει το σημερινό δημοκρατικό πολίτευμα. Οι πολίτες και οι αναλυτές της Δύσης θα πρέπει να κατανοήσουν και να αποδεχθούν ότι για πολύ καιρό ακόμα θα συνυπάρχουν σ’ αυτό το πλανήτη με άλλα καθεστώτα που δεν θα μοιάζουν με ότι ισχύει στην αυλή τους.
Η Δύση, «τα σκοτεινά συμφέροντα» και η απλή εξήγηση του Όκαμ. Αριστερές και φιλελεύθερες αναλύσεις συχνά ομογενοποιούνται και ερμηνεύουν τις εξελίξεις με βάση νόρμες που ίσχυαν την εποχή του Ψυχρού Πολέμου. Ο Ψυχρός Πόλεμος όμως τελείωσε το 1989 και σήμερα οι συνθήκες είναι τελείως διαφορετικές. Θεμελιώδη χαρακτηριστικά της εποχής εκείνης δεν ισχύουν. Δεν έχουμε πλέον τη σύγκρουση δύο κοινωνικοπολιτικών συνασπισμών. Της φιλελεύθερης δημοκρατίας από τη μια μεριά και του εφαρμοσμένου σοσιαλισμού από την άλλη. Οι σοσιαλιστικές χώρες εκείνης της εποχής – της Ρωσίας και της Κίνας μη εξαιρουμένων – έχουν ενταχθεί πλέον στο παγκόσμιο οικονομικό σύστημα των αγορών. Η αντιπαράθεση σήμερα δεν έχει ιδεολογικά και κοινωνικοπολιτικά χαρακτηριστικά αλλά έχει να κάνει αποκλειστικά με τον παγκόσμιο οικονομικό ανταγωνισμό. Η Ρωσία και οι ΗΠΑ δεν απειλούν αλλήλους και ο τρόμος του πυρηνικού ολοκαυτώματος έχει περάσει στις καλένδες. Οι δύο πρώην υπερδυνάμεις δεν εγκαθιδρύουν δικτατορικά καθεστώτα σε απομακρυσμένες περιοχές και ασχολούνται με τα του οίκου τους και τα σύνορα τους (παράδειγμα Ουκρανίας και Κριμαίας). Μαριονέτες όπως ο Πινοσέτ στη Χιλή ή ο Μενγκίστου στην Αιθιοπία δεν εμφανίζονται πια. Ένα δεύτερο χαρακτηριστικό που διαφοροποιεί την κατάσταση είναι η οριστικοποίηση των συνόρων σε όλο σχεδόν τον πλανήτη. Ο ΟΗΕ το 1945 (έτος ίδρυσης) συγκέντρωσε 51 ανεξάρτητα κράτη. Το 2011 μετά και την προσχώρηση του Νοτίου Σουδάν συγκεντρώνει 193. Το οριστικό τέλος της αποικιοκρατίας επήλθε στις πρώτες δεκαετίες μετά τον Β΄ Παγκόσμιο Πόλεμο κι όσοι μιλούν σήμερα για νεοαποικιοκρατία παραβλέπουν ότι οι σχέσεις εξάρτησης και επιρροής έχουν αλλάξει ριζικά. Το κίνημα των αδεσμεύτων, που άνθισε την εποχή του Ψυχρού Πολέμου, δεν υπάρχει πια. Σήμερα μιλάμε για αναδυόμενες οικονομίες. Οι μεγάλες δυνάμεις (ΗΠΑ, Ρωσία, Κίνα) ανταγωνίζονται μεταξύ τους, χωρίς να απειλούν η μια την άλλη. Η ειρηνική συνύπαρξη είναι δεδομένη και ο ανταγωνισμός τους εντοπίζεται κυρίως στο οικονομικό πεδίο. Ο πυρηνικός φόβος πλέον εντοπίζεται μόνο στη Βόρεια Κορέα και στο Ιράν, αλλά οι εξελίξεις αποδεικνύουν ότι η παγκόσμια διπλωματία μπορεί εύκολα να ελέγξει αυτούς τους κινδύνους. Με οριοθετημένα τα παγκόσμια σύνορα η κρυφή διπλωματία έχει χάσει πόντους απέναντι στη φανερή. Ακόμα και ο παλιός ανταγωνισμός του πετρελαίου που κινητοποιούσε τις μεγάλες δυνάμεις έχει πλέον καταλαγιάσει και η πράσινη ενέργεια έχει ανατείλει σε παγκόσμιο επίπεδο. Σήμερα καμιά χώρα δεν προβλέπεται να κατακτήσει μια άλλη και φυσικά οι μεγάλες δυνάμεις δεν έχουν τέτοιες βλέψεις. Η Ιστορία γύρισε σελίδα. Πολλοί όμως επιμένουν να βλέπουν σκοτεινά συμφέροντα και συνωμοσίες. Δεν μας ικανοποιεί αυτό που διαπίστωσαν πρώτα οι Πυθαγόρειοι και στη συνέχεια ο άγγλος μοναχός Όκκαμ. Ότι δηλαδή η απλούστερη εξήγηση είναι τελικά και η σωστή.
Το μέλλον στη Μέση Ανατολή. Πριν λίγα χρόνια ένας Ισραηλινός συγγραφέας ρωτήθηκε σε μια συνέντευξη για πόσα χρόνια ακόμα θα παραμένει άλυτο το παλαιστινιακό. Πότε θα τελειώσουν οι φονικές συγκρούσεις και πότε μια μόνιμη κι απ’ όλους αποδεκτή ειρήνη θα έρθει στην πολύπαθη Μέση Ανατολή. Κι ο συγγραφέας απάντησε ότι 60 χρόνια είναι πολύ λίγα για να λυθεί το θέμα, αν αναλογιστούμε ότι η Ευρώπη χρειάστηκε αρκετούς αιώνες αιματοχυσίας για να φτάσει στη σημερινή σταθερή ειρήνη. Οπότε το Μεσανατολικό έχει μέλλον. Άλλοτε θα καταλαγιάζει κι άλλοτε θα οξύνεται. Και κανείς σήμερα δε μπορεί να προβλέψει ποια θα είναι η κατάληξη και αν και πότε μια σταθερή ειρήνη θα επικρατήσει. Αποδεκτή απ’ όλες τις πλευρές.
* Ο Πίνακας που συνοδεύει το κείμενο είναι: Issam Tantawi