Κυριακή, 02 Ιουλ 2017

Οι νέες διαστάσεις του χρέους #ElladaMeta

αρθρο του:

Να ευχαριστήσω κατ' αρχήν τους διοργανωτές για την πρόσκληση αλλά κι εσάς για την παρουσία σας εδώ. Και τα δύο με τιμούν ιδιαίτερα.

Θα ήθελα εν τάχει να κάνω ορισμένες επισημάνσεις για κάποιες διαστάσεις που λαμβάνει το δημόσιο χρέος ως πρόβλημα με τα δύο νέα μνημόνια, το μνημόνιο 3 και το μνημόνιο 4 και 4 plus.

Η πρώτη αφορά το αντικείμενο των συμφωνιών. Τα δύο πρώτα μνημόνια ήταν δανειακές συμφωνίες, στις οποίες οι πιστωτές αναλάμβαναν κάποιες υποχρεώσεις. Με το 1ο μνημόνιο αναλάμβαναν την υποχρέωση για τη μεγαλύτερη δανειοδότηση κράτους στην ιστορία. Με το 2ο μνημόνιο αναλάμβαναν την υποχρέωση για τη μεγαλύτερη - τόσο σε όρους ονομαστικής αξίας όσο και σε όρους πραγματικής αξίας - απομείωση χρέους στην ιστορία.

Βρισκόμαστε επομένως σε μια κατάσταση που είναι άμεση η ανάγκη για επαναδιαπραγμάτευση.

Με τις δυο τελευταίες συμφωνίες όμως, αντί για υποχρεώσεις, αναλαμβάνουν πλέον το δικαίωμα άμεσης παρεμβολής, άσκησης βέτο μάλιστα σε ορισμένες περιπτώσεις, στο σχεδιασμό καθοριστικών πτυχών της δημοσιονομικής πολιτικής της χώρας. Και αυτό έχει τεράστιες επιπτώσεις όσον αφορά το συσχετισμό ισχύος μεταξύ της χώρας και των πιστωτών.

Διότι δημιουργεί θέματα ασφυξίας όσον αφορά στο δημοσιονομικό χώρο. Μιλάμε για μια οικονομία μέλος της Ευρωζώνης, που σημαίνει ότι εξ ορισμού πως η δημοσιονομική πολιτική είναι το κατ’ εξοχήν εργαλείο άσκησης οικονομικής πολιτικής. Μιλάμε για μια οικονομία στην οποία αυτή τη στιγμή ο τραπεζικός τομέας δεν είναι σε θέση να λειτουργήσει σαν πάροχος ρευστότητας όπως πρέπει κανονικά να λειτουργεί.

Μέσα σε τέτοια πλαίσια λοιπόν έχουμε στην ουσία μια αφάνιση του δημοσιονομικού χώρου. Δεν έχουμε πλέον κανένα πλαίσιο εντός του οποίου να μπορούμε να ασκήσουμε αναπτυξιακή πολιτική – ακόμα και η βασική στήριξη του κοινωνικού κράτους και του κοινωνικού ιστού της χώρας γίνονται ιδιαίτερα δύσκολες.

Μια τέτοια αλλαγή της συσχέτισης ισχύος οδηγεί φυσικά - όπως σε οποιαδήποτε δανειακή συμφωνία - σε μια μετάθεση της αβεβαιότητας όσον αφορά το πραγματικό κόστος αποπληρωμής αποκλειστικά στο δανειζόμενο, αποκλειστικά στην Ελλάδα. Και αυτό επιχειρείται με τα νέα μνημόνια να γίνει μέσα από δύο παράδοξα κατά τη γνώμη μου μέτρα.

Το πρώτο είναι η ανάδειξη των πρωτογενών ελλειμμάτων σε βασική αξία του προγράμματος. Φυσικά, πρωτογενή ελλείμματα θα πρέπει να έχουμε διότι έχουμε περάσει πλέον σε φάση που πρέπει να αποπληρώνουμε τα χρέη χωρίς να μας δανείζουν και αυτό μπορεί να γίνει μόνο με πρωτογενή πλεονάσματα.

Το πρόβλημα όμως έγκειται στο ότι αναγάγεις σε βασική αξία αποτίμησης του προγράμματος ένα μέγεθος όπως είναι το πρωτογενές έλλειμμα. Κατ' αρχήν το πρωτογενές έλλειμμα είναι λογιστικό μέγεθος κι άρα - όπως όλα τα λογιστικά μεγέθη – αντικείμενο αναθεώρησης σε τακτά χρονικά διαστήματα. Κράτη με πολύ έγκυρες Στατιστικές Υπηρεσίες, όπως είναι το Αμερικάνικο Δημόσιο, έχουν ειδικά οικονομικά μοντέλα βάσει των οποίων αναθεωρούν τα πρωτογενή τους έλλειμμα τακτικά και φυσικά ετεροχρονισμένα. Όταν τώρα το ρόλο του καθορισμού του πρωτογενούς ελλείμματος αναλαμβάνει το Διεθνές Νομισματικό Ταμείο, αυτό όπως καταλαβαίνετε ενέχει διαστάσεις ομηρίας της χώρας, όσον αφορά τη δημοσιονομική της πολιτική.

Σοβαρή διαπραγμάτευση σημαίνει εθνική διαπραγματευτική ομάδα, σημαίνει εθνικούς στρατηγικούς στόχους

Η άλλη προβληματική διάσταση του να αναγάγεις σε βασική αξία αποτίμησης του προγράμματος το πρωτογενές πλεόνασμα έχει να κάνει με το ότι ενώ στόχος αυτός καθαυτός είναι ένα ονομαστικό μέγεθος, η επίτευξή του έχει πραγματικές επιπτώσεις όσον αφορά το οικονομικό βάρος στην οικονομία και στην κοινωνία. Οι πραγματικές επιπτώσεις θα πρέπει να υπολογιστούν λαμβάνοντας υπ' όψιν και το ΑΕΠ: εκείνο που στην ουσία μετράει είναι το κλάσμα όπου ο αριθμητής είναι το πρωτογενές έλλειμμα και ο παρανομαστής είναι ο ρυθμός ανάπτυξης. Μη λαμβάνοντας όμως αυτό καθόλου υπ' όψιν δημιουργούμε ένα πλαίσιο αβεβαιότητας για το ποιό ακριβώς είναι το πραγματικό κόστος αυτών των νέων μνημονίων.

Κι ένα επιμέρους μέτωπο που έρχεται να προστεθεί είναι ο κόφτης δαπανών - ο οποίος έχει πλασαριστεί ως μέτρο που στοχεύει στον περιορισμό των δαπανών, αλλά νομίζω θα λειτουργήσει εν τέλει ως μέτρο που θα οδηγήσει στην απόλυτη ανελαστικότητα των δημοσίων δαπανών. Κι αυτό έχει μεγάλη σημασία διότι είναι προφανές ότι οι ελαστικές δαπάνες έχουν ήδη περικοπεί πάρα πολύ - δε νομίζω πως υπάρχει πλέον περιθώριο να κόψουμε περαιτέρω ελαστικές δημόσιες δαπάνες.

Άρα όταν μιλάμε για τον κόφτη, μιλάμε για κόφτη σε μισθούς και συντάξεις. Σε μια εποχή όπου οι κοινωνικές ανισότητες έχουν ήδη διευρυνθεί ανησυχητικά. Σε μια εποχή όπου η ανέχεια και η φτώχια έχουν πλέον αρχίσει να παίρνουν τις διαστάσεις εθνικών ζητημάτων. Αυτό μας οδηγεί σε αδιέξοδο, όσον αφορά τη δυνατότητα αποπληρωμής του χρέους μέσα σε τέτοια πλαίσια.

Μάλιστα, αν δείτε το προφίλ των αποπληρωμών που πρέπει να κάνουμε για τα υπόλοιπα περίπου 20 χρόνια, είναι κατά μέσο όρο γύρω στα 8 με 9 δις το χρόνο. Αυτό σε σχέση με το παρόν ΑΕΠ αντιστοιχεί στο 5%. Ακόμα και αν μπορούσαμε να βγούμε στις αγορές για να αναχρηματοδοτήσουμε αυτό το χρέος - δηλαδή κάθε χρόνο να δανειζόμαστε 5% του ΑΕΠ για ν’ αποπληρώσουμε το παλιό χρέος - το νούμερο είναι αρκετά ανησυχητικό. Αν αναλογιστεί δε κανείς πως δεν μπορούμε να βγούμε στις αγορές - που σημαίνει ότι ο μόνος τρόπος για να αποπληρώνεις το χρέος είναι μέσω πρωτογενών πλεονασμάτων - πρωτογενή πλεονάσματα της τάξεως του 5% είναι ανατριχιαστικά. Βέβαια κάποιος ίσως να παρεμβάλλει εδώ πως «ναι μεν, αλλά δε λαμβάνουμε υπ' όψιν το ρυθμό ανάπτυξης». Απλά σκεφτείτε ότι για να φέρεις ένα ονομαστικό ποσό της τάξεως του 5% στο 3% του ΑΕΠ με ένα ρυθμό ανάπτυξης της τάξης του 3,5% χρειάζεσαι περίπου 15 χρόνια.

Βρισκόμαστε επομένως σε μια κατάσταση που είναι άμεση η ανάγκη για επαναδιαπραγμάτευση. Φυσικά η επαναδιαπραγμάτευση όσον αφορά την ονομαστική αξία του χρέους έχει αποκλειστεί από το 2012. Εκείνο ωστόσο που μπορούμε να κάνουμε είναι να επαναδιαπραγματευθούμε το χρονικό προφίλ των πληρωμών - να επεκτείνουμε τον χρονικό ορίζοντα και να μειώσουμε τις ετήσιες πληρωμές.

Νομίζω ότι πρέπει επιτέλους να πάμε να διαπραγματευθούμε σοβαρά με τους εταίρους. Και σοβαρή διαπραγμάτευση σημαίνει εθνική διαπραγματευτική ομάδα, σημαίνει εθνικούς στρατηγικούς στόχους για το πόσο μπορούμε να πληρώνουμε κάθε χρόνο, για πόσα χρόνια θα πληρώσουμε. Και αυτο απαιτεί βέβαια με την σειρά του εθνική συναίνεση.

Πρέπει επιτέλους να κάνουμε μια προσπάθεια αποκατάστασης της αλήθειας.

Και εδώ θα επισημάνω κάτι που σχετίζεται και με το προηγούμενο τραπέζι αλλά ίσως φανεί παράξενο σε πολλούς. Το μεγαλύτερο στρατηγικό λάθος που κάναμε στις διαπραγματεύσεις - από το 2010 κιόλας - ήταν που επιτρέψαμε να μπουν στο τραπέζι των διαπραγματεύσεων οι μεταρρυθμίσεις. Αναγνωρίζω πως αυτό επιβάλλεται από το Διεθνές Νομισματικό Ταμείο. Είναι όμως μια συνταγή η οποία έχει αποτύχει - όχι μόνο στην Ελλάδα, σε όλες σχεδόν τις περιπτώσεις. Γιατί; Διότι για να αποπληρώσεις ένα εθνικό χρέος, απαιτείται εθνική προσπάθεια. Η εθνική προσπάθεια θέλει εθνική συναίνεση.

Και οι μεταρρυθμίσεις - όσο κι αν είναι απαραίτητες, όσο και αν είναι αναγκαίες - εξ ορισμού δε μπορούν να επιτύχουν εθνική συναίνεση διότι εξ ορισμού υπάρχουν άνισες κατανομές βαρών - άλλοι κερδίζουν κι άλλοι χάνουν. Συνήθως όσο πιο ριζοσπαστική, όσο πιο μακρόπνοη είναι μια μεταρρύθμιση, τόσο περισσότερο προς το μέλλον μετατίθεται το όφελος. Που σημαίνει πως η παρούσα αξία του οφέλους είναι μικρή σε σχέση με την παρούσα αξία τους κόστους το οποίο συνήθως αναλαμβάνεις άμεσα - στην ουσία το προπληρώνεις.

Εκείνο λοιπόν που πρέπει να θέσουμε στο τραπέζι των διαπραγματεύσεων είναι ποσά. Χρωστάμε λεφτά, χρωστάμε χρηματικά ποσά, πρέπει επομένως να διαπραγματευθούμε χρηματικά ποσά - πρέπει να διαπραγματευθούμε ότι θα πληρώνουμε τόσα το χρόνο. Να το περάσουμε δε σε ένα συγκεκριμένο κωδικό του προϋπολογισμού - όπως κάνουμε για την άμυνα, έτσι να γίνει και για το χρέος - ώστε να προσομοιάσουμε αν θέλετε σε αυτά που κάναμε παλιά. Γιατί η Ελλάδα έχει χρεοκοπήσει πολλές φορές στο παρελθόν. Πώς βγαίναμε τότε από τις χρεοκοπίες και από τις υποχρεώσεις; Βρίσκαμε περιουσιακά στοιχεία – θα θυμάστε τα περιβόητα μονοπώλια - τα οποία παραχωρούσαμε στους δανειστές: ανάλογα με τη φοροδοτική ικανότητα αυτών των στοιχείων, αποπληρωνόταν το χρέος. Στα πλαίσια της Ευρωπαϊκής Ένωσης βέβαια δε μπορούμε να κάνουμε κάτι τέτοιο. Εκείνο όμως που μπορούμε να κάνουμε είναι να θεσπίσουμε με νόμο πως ένα συγκεκριμένο ποσό κάθε χρόνο θα είναι ο πρώτος κωδικός που θα μπαίνει στον προϋπολογισμό για ν’ αποπληρωθεί το χρέος.

Και να κλείσω με κάτι το οποίο θεωρώ εκ των ων ουκ άνευ για μια τέτοια εθνική προσπάθεια. Θα πρέπει επιτέλους να κάνουμε μια προσπάθεια αποκατάστασης της αλήθειας - νομίζω ο Ευάγγελος Βενιζέλος το έχει αποκαλέσει «συμφιλίωση με την αλήθεια» - για το χρέος, για το ποιός φταίει που φτάσαμε ως εδώ. Διότι μόνο αν καταλάβουμε τις ευθύνες μας, συλλογικά ως κοινωνία αλλά και τις συγκεκριμένες ευθύνες που έχουν συγκεκριμένες πολιτικές συγκεκριμένων κυβερνήσεων, μόνο τότε θα μπορέσουμε να αποδεχτούμε και τις ευθύνες της αποπληρωμής.

Γιατί κακά τα ψέματα, πρόκειται για ένα εθνικό έργο, μια τεράστια ευθύνη που πρέπει να αναλάβουμε για να αποπληρώσουμε ένα τέτοιο χρέος. Και όταν λέω ότι πρέπει να γίνει αποκατάσταση της αλήθειας, η πρότασή μου δεν έχει να κάνει με τις εξεταστικές των πραγμάτων επιτροπές – ένας θεσμός που έχει αποτύχει οικτρά πολλές φορές μέχρι τώρα. Εννοώ τη σύσταση μια Εθνικής Επιτροπής για την εξέταση του ζητήματος του ελληνικούς χρέος, με εμπειρογνώμονες, με τεχνοκράτες, με νομικούς, Έλληνες αλλά και ξένους, με τη συμμετοχή παραγόντων του Διεθνούς Νομισματικού Ταμείου και των Ευρωπαϊκών Θεσμών - γιατί κι αυτοί έχουν τεράστια ευθύνη για το πώς φτάσαμε μέχρι εδώ - ώστε κάποτε να μπορέσουμε να πούμε στον κόσμο (μάλλον κάποιοι ήδη το λένε αλλά να καταλάβει κάποτε πραγματικά ο κόσμος) το τί έγινε. Σας ευχαριστώ.


* Το κείμενο αποτελεί την ομιλία του Θόδωρου Διασάκου στο Συνέδριο του Κύκλου Ιδεών, Η Ελλάδα Μετά, στον Κύκλο 2: Τα εκ των ων ουκ άνευ – Δημοσιονομικές και Χρηματοπιστωτικές Προϋποθέσεις


* Ο Πίνακας που συνοδεύει το κείμενο, είναι: Rene Magritte (1898- 1967) Territory

 

Η Ελλάδα Μετά | Κύκλος 2: Τα εκ των ων ουκ άνευ – Δημοσιονομικές και Χρηματοπιστωτικές Προϋποθέσεις from Evangelos Venizelos on Vimeo.

Διασάκος, Θοδωρής

Ο Θοδωρής Διασάκος διδάσκει οικονομική θεωρία και χρήματο-οικονομικά στη Σχολή Διοίκησης του Πανεπστημίου του Stirling στην Σκωτία. Είναι κάτοχος διδακτορικού διπλώματος από το τμήμα οικονομικών του Berkeley και μεταπτυχιακών τίτλων σπουδών στα μαθηματικά (M.A. in Mathematics) από το Berkeley, στα χρηματο-οικονομικά (M.Sc.B.A. in Finance) από την Σχολή Διοίκησης Επιχειρήσεων Walter A. Haas του ιδίου πανεπιστημίου, στην δημόσια διοίκηση και διεθνή ανάπτυξη (MPAID) από την Σχολή Διακυβέρνησης John F. Kennedy του Harvard και στην οικονομική θεωρία και οικονομετρία (M.Phil. in Economic Theory and Econometrics) από το Cambridge.

Γεννήθηκε και μεγάλωσε στη Σπάρτη όπου τελείωσε το λύκειο κι έλαβε μέρος στις πανελλήνιες εξετάσεις πετυχαίνοντας την εισαγωγή του στην σχολή Μηχανολόγων Μηχανικών του ΕΜΠ. Με την χορηγία όμως της πολυεθνικής εταιρείας PZ Cussons Plc ξεκίνησε τον πανεπιστημιακό κύκλο σπουδών του στο Cambridge (King’s College) λαμβάνοντας πτυχίο στα οικονομικά. Του έχουν απονεμηθεί υποτροφίες και βραβεία από το Ευρωπαϊκό Συμβούλιο Έρευνας (E.R.C), το Ίδρυμα Josephine de Karman, το Berkeley, το Ίδρυμα Κρατικών Υποτροφιών, το Harvard, το Πρόγραμμα Κόκκαλη για την Νότιο- και Κεντρικο-ανατολική Ευρώπη, το Cambridge European Trust και το Ίδρυμα Σκυλίτση στην μνήμη των Έλενα και Ελευθερίου Βενιζέλου. Υπήρξε αντίστοιχα επίκουρος καθηγητής κι επισκέπτης αναπληρωτής καθηγητής στα Collegio Carlo Alberto και International University College του Τορίνου ενώ έχει εργαστεί ως οικονομικός αναλυτής για την PZ Cussons Plc και υπηρετήσει την στρατιωτική του θητεία ως ΔΕΑ στις Ειδικές Δυνάμεις.

 

Τελευταία άρθρα: Διασάκος, Θοδωρής