Τρίτη, 16 Μαϊ 2017

Τα διαχρονικά προβλήματα στην ενοποίηση της Ευρώπης #EU60

αρθρο του:

Ομιλία Γιάννη Κουκιάδη στην εκδήλωση του Κύκλου Ιδεών στη Θεσσαλονίκη «Η Ευρωπαϊκή ολοκλήρωση αντιμέτωπη με νέες προκλήσεις - Η Ελλάδα μέσα σε μια Ευρώπη που αλλάζει»


Κύριε Δήμαρχε, Κυρίες και Κύριοι.

Θέλω να εκφράσω όχι απλώς τις ευχαριστίες μου αλλά και την ικανοποίηση για τη συμμετοχή στην σημερινή εκδήλωση του Κύκλου Ιδεών που διοργανώνεται με πρωτοβουλία του Ευάγγελου Βενιζέλου σε συνέχεια των εκδηλώσεων που οργανώνει εδώ και καιρό με τις οποίες επιχειρείται να περάσουμε από την προβολή συνθημάτων στην ανάλυση των μεγάλων προβλημάτων της χώρας μας.

Στο πρώτο μέρος της ομιλίας μου θα ασχοληθώ με τη διαχρονική διαμόρφωση της ενωσιακής συνείδησης όχι για να δώσω μαθήματα ιστορίας αλλά για να γίνουν κατανοητά τα σύγχρονα προβλήματα που βιώνει η ΕΕ.

Α. Η διαχρονική διαμόρφωση της ενωσιακής συνείδησης.

1. Τελευταία η συζήτηση για το μέλλον της Ευρώπης ανακυκλώνεται με έκδηλη την αντίληψη για τον κίνδυνο διάλυσής της. Οι απαισιόδοξες φωνές που πολλαπλασιάζονται είναι τελικώς χρήσιμες, γιατί οδηγούν σε αφύπνιση για να αντιμετωπισθεί ο ακραίος δεξιός και αριστερός λαϊκισμός, που αναζωπυρώνει τους εθνικούς εγωισμούς, και γιατί θα διευκολύνουν να επικεντρωθούν οι Ευρωπαίοι στο αληθινό πρόβλημα που είναι το μέλλον της Ευρωπαϊκής ολοκλήρωσης.

Η ΕΕ θα προχωρήσει. Η διάλυση της είναι αυτοκτονική πράξη.

Η ΕΕ θα προχωρήσει γιατί, όπως θα δούμε στη συνέχεια το ενωσιακό εγχείρημα δεν είναι τεχνητό κατασκεύασμα αλλά έχει βαθιές ιστορικές και πολιτικές προεκτάσεις, η διάλυση της είναι αυτοκτονική πράξη, και ως γνωστόν οι αυτόχειρες είναι λιγότεροι από τους αγωνιζόμενους για επιβίωση. Οι αμφισβητήσεις μπορούν να πολλαπλασιάζονται όμως αυτές σε μεγάλο βαθμό εκφράζουν αρνητικά την απογοήτευση από τα σημερινά ελλείμματα της Ευρωπαϊκής Ένωσης και αποτυπώνουν την αγωνία για την πορεία της. Και αυτό είναι θετικό. Δεν πρέπει να περάσει απαρατήρητο ότι οι εθνικές εκλογές σε ένα κράτος τελευταία γίνονται κοινό θέμα για τις λοιπές Ευρωπαϊκές κοινωνίες, και για πρώτη φορά ο πολιτικός λόγος έχει ως βάση την ευρωπαϊκή ολοκλήρωση.

Η Ε.Ε. στη μέχρι πρότινος ανοδική πορεία της πέρασε από διάφορα στάδια που ενσαρκώνουν τη δυναμική της περαιτέρω εξέλιξης. Αυτή η επιτυχία όμως πραγματοποιήθηκε περισσότερο με την ανοχή των ευρωπαϊκών λαών, παρά με συνειδητή ενεργοποίηση του για έναν κοινό οραματικό στόχο. Αυτό το έλλειμμα είναι δομικό.

2. Σ’ αυτή τη συζήτηση, θα πρέπει να ξεκινήσουμε με το πρωταρχικό ερώτημα τι είναι για τον καθένα η Ευρωπαϊκή Ένωση ή άλλως τι εκφράζει το εγχείρημα αυτό. Αν γίνει μια δημοσκόπηση, πιστεύω ότι οι περισσότερες απαντήσεις θα είναι ή αόριστες ή συγκεχυμένες και πάντως δε θα αναδεικνύουν μια κυρίαρχη θέληση για το πώς εννοούμε το μέλλον μας σε ένα υπερεθνικό μόρφωμα.

Η αλήθεια είναι επίσης ότι δε μπορεί να δοθεί μια ολοκληρωμένη απάντηση στο ερώτημα αυτό, αν δεν προηγηθεί η απάντηση γιατί πρέπει οπωσδήποτε οι λαοί της Ευρώπης να ενταχθούν σε ένα κοινό υπερεθνικό μόρφωμα, και γιατί το ερώτημα αυτό δεν τίθεται με τους ίδιους όρους και στις άλλες ηπείρους. Το ερώτημα δεν είναι θεωρητικό ή ρητορικό. Ο λόγος είναι ξεκάθαρος. Η αντίληψη για την ευρωπαϊκή ιδιαιτερότητα που ενέπνευσε ενωσιακές κινήσεις διατρέχει την Ευρώπη από το μεσαίωνα και μετά. Το εγχείρημα για την Ευρωπαϊκή Ενοποίηση έχει βαθιές ρίζες στο απώτερο παρελθόν. Αυτό έχει ιδιαίτερο ενδιαφέρον γιατί κάθε σημερινό πρόβλημα της ΕΕ έχει παρελθόν. Η σχετική βιβλιογραφία είναι πλούσια, αλλά δυστυχώς δεν έχει τύχει ευρείας απήχησης. Στη δική μας χώρα ένα από τα σημαντικότερα πονήματα για το εγχείρημα της Ευρωπαϊκής Ενοποίησης με την μεγάλη ιστορική διαδρομή είναι το βιβλίο του Χασιώτη με τίτλο «Αναζητώντας την Ενότητα στην Πολυμορφία».

Η επιδιωκόμενη κοινότητα των ευρωπαϊκών λαών αποτελεί ουσιαστικά την απάντηση στην γαλλική ή γερμανική ηγεμονία.

3. Από την ιστορική αναδρομή προκύπτει ότι η Ευρωπαϊκή ταυτότητα, στην οποία αναφέρεται με έμφαση και ο Έρασμος, ήταν πάντοτε παρούσα. Η κληρονομιά βασικών αξιών του αρχαίου Ελληνικού κόσμου, η αυτοκρατορική παράδοση της Ρώμης, όπως αυτή αποτυπώνεται στην Καρολίδεια Αυτοκρατορία και σε συνέχεια στην Αγία Ρωμαϊκή Αυτοκρατορία και ακόμη η χριστιανική συναντίληψη για μία κοινότητα των πιστών και με πολιτικά χαρακτηριστικά που εκφράζεται με τη συμβολική ονομασία Respublica Christiana, που περιέχει και την οικουμενική διάσταση, διαμόρφωσαν ενοποιητικά στοιχεία. Αυτή η ενωσιακή παράδοση με ηγεμονικούςόρους κληροδοτήθηκε στους νεώτερους χρόνους με έξαρση στην ναπολεόντια εποχή με βασική επιδίωξη την πολιτική και οικονομική ηγεμονία της Γαλλίας στην Ευρώπη και βρήκε το απώγειό της στο οικτρό υπόδειγμα της ναζιστικής περιόδου, που και αυτή είχε ως σκοπό της οικονομική ευρωπαϊκή ενοποίηση (Europaische Wirtschaftsgemeinschaft). Η επιδιωκόμενη κοινότητα των ευρωπαϊκών λαών αποτελεί ουσιαστικά την απάντηση στην γαλλική ή γερμανική ηγεμονία.

Η νομιμοποίηση της ενωσιακής διαδικασίας με ενωσιακούς όρους εκφράζει τη μία πλευρά της σχετικής κίνησης. Η άλλη ανήκει στους στοχαστές και φιλοσόφους, όπως ο Καντ, σε εκπροσώπους του ρομαντισμού, όπως ο Ουγκώ, και σε διάφορες πολιτικές σχολές όπως του ουτοπικού σοσιαλισμού (Saint Simon).

Όμως αυτή η κληρονομιά συμπορεύτηκε και από αντίστροφες κινήσεις ενίσχυσης της εθνικής συνείδησης και άρνησης του κοσμοπολιτισμού, με προβολή των στοιχείων της ετερογένειας. Αυτή η τάση συνήθως υπερίσχυε με αποτέλεσμα να ενισχύονται οι αντιενωσιακές κινήσεις με έμφαση την ξεχωριστή ταυτότητα των επιμέρους λαών, που οδηγούσαν σε εθνική συσπείρωση, έτσι ώστε ο δέκατος ένατος αιώνας να θεωρείται ο αιώνας των εθνικών κρατών, που προανήγγειλε τις συγκρούσεις του 20ου αιώνα.

Σήμερα το Ευρωπαϊκό ζήτημα απέκτησε προτεραιότητα στον πολιτικό λόγο. Όμως δε θα πρέπει να διαλάθει της προσοχής μας ότι η ενωσιακή διαδικασία τίθεται σε πρόσθετη βάση από την αρχική στη Σύμβαση της Ρώμης, στην οποία κυριαρχούσε η ανάγκη για τη διασφάλιση της ευρωπαϊκής ειρήνης.

4. Ολοκληρωμένο σχέδιο για πολιτική συσπείρωση για πρώτη φορά εκπονήθηκε μετά τον Πρώτο Παγκόσμιο Πόλεμο με πρωτοβουλία της Γαλλίας (Α. Briand) και Αγγλίας (E. Herriot) που η αποτυχία του οδήγησε στον Δεύτερο Παγκόσμιο Πόλεμο. Από τις συζητήσεις της εποχής εκείνης κρατώ δύο σημεία που εξακολουθούν να έχουν ενδιαφέρον και σήμερα. Το ένα αφορούσε τον προσδιορισμό με γεωγραφικούς και πολιτιστικούς όρους των ορίων της Ευρώπης, θέμα που δημιουργούσε έντονες αντιρρήσεις για την συμμετοχή της στο εγχείρημα ανατολικών χωρών και πρωτίστως της Τουρκίας. Το δεύτερο αφορούσε την δυσπιστία των Ευρωπαίων για τις επιδιώξεις της Αγγλίας, η οποία στα θέματα της Ευρώπης επωμιζόταν βασικά τον ρόλο του διαιτητή. Το Brexit δικαίωσε αυτή τη δυσπιστία.

Δεύτερο σχέδιο επεξεργάστηκαν οι Ευρωπαίοι μετά το Δεύτερο Παγκόσμιο Πόλεμο που κατέληξε στη Συνθήκη της Ρώμης. Το εγχείρημα αυτή τη φορά πραγματοποιήθηκε με τρόπο ευφυή και μεθοδικό. Αντί να επικεντρώνεται στην από τα άνω ενοποίηση των εθνικών κρατών στηρίχθηκε σε μία βασική συνιστώσα της συγκρότησης των πολιτειών, που είναι η αγορά, με διαμόρφωση κοινών κανόνων και πρόβλεψη συγκεκριμένων υπερεθνικών οργάνων, με την προοπτική βήμα-βήμα, κατά τη δήλωση του Μονέ, να ενισχύονται τα ενοποιητικά στοιχεία. Η κοινή αγορά είναι κάτι πολύ περισσότερο από τη ζώνη ελεύθερων συναλλαγών, που επιθυμούσε η Αγγλία, και έτσι άφηνε ανοιχτό το δρόμο για την ολοκλήρωση σε πολιτικό μόρφωμα. Οι πρόοδοι που συντελέστηκαν στο μεταξύ, οδήγησαν στη μεταφορά σημαντικών εθνικών αρμοδιοτήτων στα νέα υπερεθνικά όργανα, άλλοτε με πρόβλεψη αποκλειστικών αρμοδιοτήτων, και άλλοτε, στη βάση της αρχής της επικουρικότητας, παράλληλων αρμοδιοτήτων. Έτσι έγινε η αρχή της μεταφοράς εθνικής κυριαρχίας, που βρήκε την πιο ολοκληρωμένη έκδοσή της με τη Νομισματική Ένωση, που στην πράξη σημαίνει μέχρι και μεταφορά του 50% της εθνικής κυριαρχίας.

Είναι αφελές να πιστεύουμε ότι εκεί που απέτυχε η Ευρωπαϊκή Ένωση θα πετύχει το εθνικό κράτος.

Και στα δύο παρακάτω εγχειρήματα, η κινητήριος δύναμις ήταν η διαφύλαξη της ειρήνης μεταξύ των Ευρωπαϊκών κρατών. Σήμερα, η μέριμνα για την ασφάλεια μεταξύ των κρατών δεν είναι το μόνο διακύβευμα. Προτεραιότητα στις αγωνίες των Ευρωπαϊκών λαών αποκτά η αντιμετώπιση των διευρυμένων ανισοτήτων και των νέων μορφών ανασφάλειας λόγω της άναρχης παγκοσμιοποίησης. Προέχον πλέον στοιχείο είναι η αντιμετώπιση των νέων ανισοτήτων που ευχερώς μεν καταλογίζονται στις πλημμέλειες της Ευρωπαϊκής Ένωσης, πρωτίστως όμως οφείλεται στις δυσκολίες αντιμετώπισης της άναρχης παγκοσμιοποίησης. Το πρόβλημα είναι οι χαμένοι των οποίων ο αριθμός συνεχώς αυξάνει. Αλήθεια είναι ότι η Ευρωπαϊκή Ένωση δε μπόρεσε να διαμορφώσει μια αποτελεσματική πολιτική απέναντι στο φαινόμενο αυτό. Το αφελές είναι να πιστεύουμε ότι εκεί που απέτυχε η Ευρωπαϊκή Ένωση θα πετύχει το εθνικό κράτος.

Όσο λοιπόν δε θα βρούμε τρόπους να αντιμετωπίσουμε το νέο αυτό φαινόμενο, οι φυγόκεντρες δυνάμεις θα έχουν τον πρώτο λόγο. Για το θέμα αυτό θα επανέρθουμε, περιορίζομαι μόνο να πω ότι το δομικό πρόβλημα της ΕΕ, για να ανταπεξέλθει στα νέα αυτά δεδομένα, είναι ότι δεν κατάφερε να πείσει τους λαούς της Ευρώπης για τη δημιουργία του «Δήμου» των Ευρωπαϊκών λαών, τον ευρωπαϊκό λαό, που είναι αναγκαίο συμπλήρωμα για τη λειτουργία της αγοράς. Είναι καιρός να πειστεί ο κάθε πολίτης Ευρωπαϊκού κράτους, ότι η Ευρωπαϊκή ιθαγένεια, ως παράλληλη και ισότιμη με την εθνική είναι αναγκαία για να διαμορφωθούν οι όροι ενός κοινού στόχου.

Η επισήμανση αυτή δε σημαίνει οπωσδήποτε «ομοσπονδοποίηση» της Ευρώπης, γιατί είναι δύσκολο ο πολίτης κάθε κράτους να απαλλαγεί από τα ιστορικά δεδομένα που συνέβαλαν στην διαμόρφωση βαθιάς εθνικής συνείδησης. Η αντίληψη για ένα ευρωπαϊκό έθνος δεν υπάρχει. Θα επιτρέψει όμως την ολοκλήρωση σε πολιτικό, οικονομικό, και κοινωνικό πεδίο με πρωτότυπο τρόπο, αφού ούτως ή άλλως και το εγχείρημα της ΕΕ είναι πρωτότυπο.

5. Ένα ρωμαλέο βήμα για την ολοκλήρωση ήταν η επιδίωξη ψήφισης ενός Ευρωπαϊκού Συντάγματος στις αρχές του 2000. Το εγχείρημα απέτυχε γιατί ορισμένοι είχαν τη φαεινή ιδέα να προσφύγουν σε δημοψήφισμα χωρίς να προηγηθεί η λαϊκή προετοιμασία. Έκτοτε, η δυναμική για την Ευρωπαϊκή ολοκλήρωση σταμάτησε, γιατί, όπως λέει και ο Ντελόρ, η ΕΕ είναι ένα ποδήλατο που αν σταματήσει πέφτει. Παρόλα αυτά, δεν πρέπει να υποβαθμίζουμε ότι η ΕΕ στην πορεία της έχει πετύχει ένα σημαντικό νομοθετικό έργο στην οικονομία, στο περιβάλλον, στην προστασία του καταναλωτή, και στα εργασιακά που δύσκολα ανατρέπεται.

Β. Βασικά ελλείμματα της Ευρωπαϊκής Ένωσης

Κλείνοντας το πρώτο μέρος αυτό της ομιλίας μου θέλω να ασχοληθώ στο δεύτερο μέρος εν συντομία λόγω έλλειψης χρόνου σε τρία κύρια σημεία που αφορούν το έλλειμμα της σημερινής ΕΕ, στο πολιτικό, οικονομικό και κοινωνικό πεδίο.

1. Στο πολιτικό πεδίο έκδηλη είναι η αδυναμία της Ευρωπαϊκής Ένωσης να έχει μια κοινή φωνή σε ορισμένα κρίσιμα θέματα εξωτερικής πολιτικής, όπως ο μουσουλμανικός φονταμεταλισμός, το μεταναστευτικό για τα οποία αν υπήρχε μία κοινή φωνή αυτή θα ενδυνάμωνε της ευρωπαϊκή συνείδηση. Ακόμα και προκλήσεις τρίτων που αφορούν την ΕΕ, όπως οι πρόσφατες του Ερντογάν, αντιμετωπίζονται σε εθνικό επίπεδο.

2. Στο οικονομικό πεδίο η απάντηση που θέλησε να δώσει η Ευρώπη για να αντιμετωπίσει την πρόκληση της οικονομικής παγκοσμιοποίησης έγινε με την Συνθήκη του Μάαστριχτ με βασικές νεοφιλελεύθερες επιλογές. Το εγχείρημα εν μέρει πέτυχε. Όμως υποτίμησε μια άλλη παράμετρο, το γεγονός ότι η Ευρώπη ήταν η κοιτίδα του κοινωνικού κράτους. Το εγχείρημα αυτό συμπληρώθηκε με την νομισματική ένωση, που ως γνωστόν είναι αποτέλεσμα ενός ιστορικού συμβιβασμού ανάμεσα στην Γερμανία και την Γαλλία, που συνήθως αγνοείται. Επιδίωξη της Γαλλίας ήταν η σταθερή πρόσδεση της Γερμανίας στην κοινή ευρωπαϊκή πορεία. Ένας στόχος που με την επικείμενη επανένωση της Γερμανίας και την αναμενόμενη ισχυροποίησή της μετατρεπόταν σε υπαρξιακό θέμα για την ΕΕ. Μόνο στο πλαίσιο της σταθερής ευρωπαϊκής δέσμευσης θα μπορούσε να αποτραπεί η γερμανική ηγεμονία.

Να βρεθούν εξισορροπημένες λύσεις για να μειωθεί ο πόλεμος βορρά – νότου.    

Η Γερμανία με εκκρεμές το πρόβλημα της επανένωσης το δέχθηκε με ένα βασικό αντάλλαγμα, που αποτελεί και κομβικό στοιχείο για να κατανοηθούν οι σημερινές εξελίξεις. Το ευρώ έπρεπε να ρυθμισθεί πάνω στις αρχές που διήπαν την λειτουργία του μάρκου. Η Γερμανία άλλαζε νόμισμα, αλλά κληροδότησε την πολιτική χαμηλού πληθωρισμού, μικρών ελλειμμάτων, την πολιτική λιτότητας. Όπως είπε χαρακτηριστικά ο Tony Judt οι ευρωπαίοι υπουργοί οικονομικών με απαίτηση της Βόννης θα ήταν δεμένοι, όπως και ο Οδυσσέας, στο κατάρτι του ευρώ και δεν θα μπορούν να ανταποκριθούν στο κάλεσμα των σειρήνων των ψηφοφόρων για φτηνό χρήμα και αυξημένες δαπάνες.

Σήμερα γνωρίζουμε βέβαια ότι μία ενιαία αγορά χωρίς κανόνες δημοσιονομικής πειθαρχίας δεν μπορεί να λειτουργήσει. Άλλο είναι το θέμα αυτό και άλλο οι όροι με τους οποίους επιβλήθηκε η λιτότητα, που δεν είναι συμβατή με την πολιτική που χαρακτηρίζει τις χώρες του νότου και στηρίζεται στην κατανάλωση. Αργά ή γρήγορα θα πρέπει να βρεθούν πιο εξισορροπημένες λύσεις για να μειωθεί ο πόλεμος βορρά – νότου.      

3. Συνδεδεμένο με τα προηγούμενα είναι και το κοινωνικό πρόβλημα. Έγκριτές φωνές επισημαίνουν ότι είναι άδικη η στόχευση της ΕΕ για το έλλειμμα στους κοινωνικούς στόχους. Αρκεί λένε να διατρέξουμε τις διατάξεις του πρωτογενούς δικαίου που είναι εμπνευσμένες από το σοσιαλδημοκρατικό πρότυπο. Οι θέσεις αυτές εκφράζουν τη μισή αλήθεια. Με μία σειρά από νέες πρακτικές και διάφορες επινοήσεις στο όνομα της προτεραιότητας των 4 οικονομικών ελευθεριών, τα σοσιαλδημοκρατικά πρότυπα περιθωριοποιούνται. Η ΕΕ και τα κράτη μέλη εδώ και καιρό, ακολούθησαν το δρόμο της χρησιμοποίησης του ανταγωνισμού των κοινωνικών νομοθεσιών για την εξασφάλιση της ανταγωνιστικότητας της Ευρωπαϊκής οικονομίας έναντι του παγκοσμιοποιημένου περιβάλλοντος. Αυτό οδηγεί σε σταδιακή απορρύθμιση, την αύξηση των ανισοτήτων, τη διάσπαση της κοινωνικής συνοχής.

Ή πορευόμαστε προς την κοινότητα των λαών ή θα επανέλθουμε στον ηγεμονισμό μιας από τις μεγάλες χώρες της Ευρώπης.

Η κριτική που ασκείται αποτελεί μέρος του αγώνα για την ισχυροποίηση του ρόλου της ως θεματοφύλακα όχι μόνο των ατομικών αλλά και των συλλογικών δικαιωμάτων, που σημειωτέον σήμερα δεν αφορούν μόνο την εργατική τάξη αλλά και τη μεσαία αστική.

Για να είμαστε βέβαια δίκαιοι, το έλλειμμα δεν πρέπει να καταλογίζεται μόνο στα όργανα της ΕΕ, γιατί η ρίζα του βρίσκεται στο ότι η Σοσιαλδημοκρατία έχασε το βηματισμό της μη έχοντας βρει απαντήσεις για να αντιμετωπίσει τις νέες ανασφάλειες που παράγει η σύγχρονη οικονομία. Αργά ή γρήγορα η Ευρώπη πρέπει να επαναδιατυπώσει τους όρους του νέου κοινωνικού κράτους και να το εξαγάγει αντί να το περιθωριοποιήσει. Μια από τις μεγαλύτερες συμβολές της ΕΕ στην οικονομική παγκοσμιοποίηση είναι η συμπλήρωσή της με την κοινωνική παγκοσμιοποίηση στη βάσει της διακήρυξης της Φιλαδέλφειας, του Ευρωπαϊκού Κοινωνικού Χάρτη και των προτάσεων της Διεθνούς Οργάνωσης Εργασίας που αγωνίζεται στη διασφάλιση των κοινωνικών δικαιωμάτων σε παγκόσμιο επίπεδο.

Σε τελευταία ανάλυση, η διασφάλιση της ειρήνης στην Ευρωπαϊκή Ήπειρο και ο σεβασμός της αξιοπρέπειας του ατόμου, αποτελούν τα εχέγγυα για το μέλλον της ΕΕ. Το συμπέρασμα είναι απλό και σαφές: ή πορευόμαστε προς την κοινότητα των λαών ή θα επανέλθουμε στον ηγεμονισμό μιας από τις μεγάλες χώρες της Ευρώπης. Το συμπέρασμα αυτό ισχύει και για τη δεξιά και για την αριστερά.


* Ο Πίνακας που συνοδεύει το κείμενο, είναι: L S Lowry (1887 – 1976) Man Lying on a Wall



Κουκιάδης, Γιάννης

Ο Ιωάννης Δ. Κουκιάδης είναι Ομότιμου Καθηγητή Α.Π.Θ.