Κυριακή, 10 Ιουλ 2016

Σχέδιο ανασυγκρότησης: ένας τίτλος που αναζητάει περιεχόμενο (μέρος 2ο)

αρθρο του:

Χρειαζόμαστε ένα νέο αφήγημα για την κρίση. Στα έξη χρόνια της κρίσης ο καταιγισμός των συζητήσεων είχε σαν αποτέλεσμα να δημιουργηθούν ορισμένα στερεότυπα που έχουν εγκλωβίσει τη σκέψη μας. Στερεότυπα που ερμηνεύουν τα παθήματα μας με στρεβλό τρόπο. Ταυτόχρονα είμαστε θεατές σε συνεχείς και ακούραστες πολιτικές αψιμαχίες. Σε αλληλοκατηγορίες που επιτείνουν τη σύγχυση. Ενώ είναι εξαιρετικά επείγον να βρούμε τη λύση, να την εφαρμόσουμε και να βγούμε οριστικά από τη μέγγενη της κρίσης. Οι πολίτες αγωνιούν και είναι πανέτοιμοι να υποστηρίξουν αμέσως όποιον προτείνει ένα σχέδιο απλό, κατανοητό και με άμεσα αποτελέσματα. Αλλά για να μιλήσουμε για σχέδιο, χρειαζόμαστε πρώτα ένα καινούριο αφήγημα για την κρίση. Που να μας απεγκλωβίσει από τα στερεότυπα. Να ξαναδούμε τα πράγματα απλά, χωρίς φιοριτούρες, περίεργες συνωμοσίες και περιπλοκές.    

Χρειαζόμαστε ένα νέο αφήγημα για την κρίση.

Ποιο ήταν το πρόβλημα μας. Το 2010 οι αγορές σταμάτησαν να μας δανείζουν. Δηλαδή δεν μπορούσαμε πλέον να εκδίδουμε ομόλογα και να τα διαθέτουμε, απλά γιατί δεν υπήρχαν ενδιαφερόμενοι. Και δεν υπάρχει κανείς σ’ αυτή τη χώρα που να αρνείται ότι αυτό συνέβη. Τώρα αν τα φάγαμε μαζί ή χώρια, αν φταίει η τελευταία διετία της ΝΔ, οι σπατάλες των Ολυμπιακών Αγώνων, η φούσκα του Χρηματιστηρίου, η μεταπολίτευση γενικώς ή οι ξένες δυνάμεις που μας μισούν είναι μια τελείως διαφορετική συζήτηση. Ενόχους μπορούμε να βρούμε όσους θέλουμε, αλλά αυτό δε μπορεί να αλλάξει ένα πραγματικό γεγονός. Ότι το 2010 δεν μπορούσαμε να δανειστούμε. Και χώρα που δε μπορεί να διαθέσει στην ελεύθερη αγορά τα ομόλογά της δε μπορεί να επιβιώσει στην εποχή μας. Αυτό ήταν το πρόβλημα μας και ήταν συγκεκριμένο. Και για να το λύσουμε έπρεπε να βρούμε τον τρόπο ώστε τα ομόλογα μας να ξαναγίνουν αποδεκτά στη διεθνή αγορά. Οτιδήποτε άλλο συζητάμε όλα αυτά τα χρόνια είναι για να μας αποπροσανατολίζει και να επιτείνει την παραζάλη μας.

Ποια ήταν η λύση του προβλήματος. Η πρώτη και βασική μας ανάγκη ήταν να βρούμε δανεικά με χαμηλά επιτόκια. Τα δανεικά τα βρήκαμε αμέσως από τους ευρωπαίους εταίρους μας και το ΔΝΤ. Οπότε αμέσως μας δόθηκε ο χρόνος για να λύσουμε το πρόβλημα μας. Να μπορέσουμε δηλαδή και πάλι να εκδώσουμε ομόλογα που να απορροφούνται στην ελεύθερη αγορά. Για να πετύχουμε αυτόν τον στόχο χρειαζόταν να εκπονήσουμε δύο σχέδια, τα οποία όμως θα έπρεπε να τα εφαρμόσουμε ταυτόχρονα. Το ένα θα ήταν σχέδιο λιτότητας και το άλλο σχέδιο παραγωγής πλούτου. Η λιτότητα θα αφορούσε το κράτος και τις δαπάνες του και ο πλούτος θα αφορούσε το καινούριο χρήμα που μπορεί να δημιουργήσει μόνο η υγιής επιχειρηματικότητα. Ο λόγος που αποτύχαμε παταγωδώς ήταν γιατί δεν επεξεργαστήκαμε κανένα από τα δύο σχέδια.  

Χωρίς σχέδιο. Αυτά τα δύο σχέδια περίμεναν από εμάς οι δανειστές. Αυτά τα δύο σχέδια περίμεναν και οι αγορές για να ξαναρχίσουν να μας δανείζουν. Η Ιρλανδία, η Πορτογαλία και η Κύπρος βγήκαν από τη δική τους κρίση, επειδή επεξεργάστηκαν και εφάρμοσαν τα δικά τους σχέδια, ανάλογα με τη περίπτωση. Το δικό της σχέδιο εφάρμοσε και η Ισλανδία που δεν ανήκει στην ΕΕ και στο ευρώ, αλλά συνεργάστηκε δημιουργικά και αποτελεσματικά με το ΔΝΤ. Εμείς αντίθετα χωρίς σχέδιο και προορισμό, παρασυρόμασταν απ’ τα κύματα της συγκυρίας σαν ακυβέρνητη πολιτεία. Όταν προσπαθείς να τιθασεύσεις τις εξελίξεις χωρίς σχέδιο, αλλά με προχειρότητες και υπερφίαλες ρητορείες είναι βέβαιο ότι θα αποτύχεις. Τώρα όλοι ξέρουμε, εκ του αποτελέσματος, ότι τα διάφορα μνημόνια που υπογράψαμε είχαν πολύ άσχημες παρενέργειες κι έχουν φέρει τη χώρα σε κατάσταση απόγνωσης. Απλά γιατί πίσω απ’ τα μνημόνια που επεξεργαστήκαμε δεν υπήρχε κανένα σχέδιο. Αλλά ακόμα και μετά από έξη χρόνια βρισκόμαστε σε ένα πολύ πιο πρώιμο στάδιο. Δεν έχουμε καν συμφωνήσει ποιο είναι το πρόβλημα. 

Χαμένοι σε λάθος συμπεράσματα. Πάνω σε δύο σχέδια πρέπει να δουλέψουμε. Σ’ ένα σχέδιο λιτότητας και σ’ ένα σχέδιο ανάπτυξης. Αντί γι’ αυτό πελαγοδρομούμε σε λάθος συμπεράσματα και ξοδεύουμε την ενέργεια μας σε στόχους που μας απομακρύνουν από το πραγματικό μας πρόβλημα. Ας δούμε μερικά παραδείγματα.

  • Το χρέος. Η διευθέτηση του χρέους θα έρθει αυτόματα αν εφαρμόσουμε τα δύο σχέδια που παραμελούμε. Αλλιώς καμιά συμφωνία για το χρέος δεν θα προκύψει.
  • Τα πλεονάσματα. Χωρίς τα δύο σχέδια το ύψος του πλεονάσματος δεν έχει κανένα νόημα. Τα πλεονάσματα όσο μικρά κι αν είναι χωρίς καινούριο χρήμα θα επιτείνουν την φτωχοποίηση.
  • Η φοροδιαφυγή. Όσο αυξάνονται οι φόροι τόσο θα γιγαντώνεται η φοροδιαφυγή. Τα κατασταλτικά μέσα έχουν νόημα για τους κατ’ επάγγελμα φοροφυγάδες κι όχι για τους πολίτες που προσπαθούν να επιβιώσουν.
  • Οι σκληρές διαπραγματεύσεις. Οι διαπραγματεύσεις δεν έχουν κανένα νόημα. Κάθε φορά διαπραγματευόμαστε σκληρά για να υπερασπίσουμε το όλο και πιο περιορισμένο ΑΕΠ. Αν είχαμε παρουσιάσει τα δύο ζητούμενα σχέδια δεν θα υπήρχαν καθόλου διαπραγματεύσεις. Και ήδη η ιστορία των μνημονίων θα είχε τελειώσει.
  • Η λιτότητα. Η λιτότητα έχει πλέον διαχυθεί σε όλη την κοινωνία. Αντιστεκόμαστε στη λιτότητα με λάθος τρόπο. Νομίζουμε ότι είναι ξενόφερτη, ενώ μόνοι μας την προκαλούμε. Επειδή δεν έχουμε μάθει να πολλαπλασιάζουμε το χρήμα, κερδίζοντας πελάτες για τα προϊόντα και τις υπηρεσίες μας.  
  • Η διαφθορά. Νομίζουμε ότι είναι θέμα ηθικής τάξης. Ενώ η διαφθορά οφείλεται αποκλειστικά στη διάρθρωση του κράτους. Η διάρθρωση είναι που διαφθείρει τους ανθρώπους. Αυτή η διάρθρωση είναι που πολιορκεί καθημερινά τις ηθικές αντιστάσεις των πολιτών.
  • Η συνταγή και τα φάρμακα. Συνηθίσαμε να μιλάμε για συνταγές κι όχι για σχέδια. Αντιμετωπίζαμε τον εαυτό μας σαν άρρωστο που χρειάζεται φάρμακο κι όχι σαν χώρα που έχει ένα πρόβλημα και χρειάζεται να βρει τη λύση του. Συνηθίσαμε να μιλάμε για δοσολογίες και μίγματα περικοπής δαπανών και φόρων. Συνηθίσαμε τελικά να μας απασχολεί μόνο η διαχείριση της φτώχιας μας.

Νομίζουμε ότι αν φωνάξουμε δυνατά θα φύγει η λιτότητα.

Χάνουμε τον καιρό μας σε λάθος στόχους και με λάθος συμπεράσματα. Νομίζουμε ότι αν φωνάξουμε δυνατά θα φύγει η λιτότητα. Νομίζουμε ότι αν κουνάμε το δάκτυλο θα επιβάλουμε την ηθική τάξη και θα διώξουμε τη διαφθορά. Νομίζουμε ότι αν το έλλειμμα πάει από το 3,5 στο 2,5% θα βγούμε από τη κρίση. Αναγορεύσαμε το ΔΝΤ σε γιατρό και τη χώρα σε ασθενή. Και ξεμπερδεύουμε κατηγορώντας το γιατρό για λάθος ιατρική φροντίδα. Έχουμε τη ψευδαίσθηση ότι οι διαπραγματεύσεις κάτι θα σώσουν και δεν περνάει απ’ το μυαλό μας τι πρέπει να κάνουμε για να μην χρειάζονται καθόλου διαπραγματεύσεις. Ποντάρουμε πολλά στη μείωση του χρέους και ελάχιστα στην αύξηση του πλούτου. Τα πάμπολλα στερεότυπα μάς έβγαλαν απ’ το πρόβλημα και φυσικά από τη λύση του.

Ας αφήσουμε τις μεταρρυθμίσεις για αργότερα. Πρέπει επιτέλους να συμφωνήσουμε ότι οι μεταρρυθμίσεις είναι συντεταγμένες αλλαγές, που οφείλουν να βελτιώνουν ένα τομέα της ζωής μας σε βάθος χρόνου. Και πρέπει να συμφωνήσουμε ότι καμιά μεταρρύθμιση δε μπορεί να σταθεί, αν δεν χαίρει μεγάλης αποδοχής από τους πολίτες. Αν συμφωνήσουμε σ’ αυτά, τότε στα έξη χρόνια της κρίσης δεν είδαμε καμιά μεταρρύθμιση. Μόνο πανικόβλητες προσαρμογές ανάγκης που δεν αντέχουν ούτε μερικούς μήνες και φυσικά με τις μεγάλες πλειοψηφίες απέναντι τους. Οι μεταρρυθμίσεις δεν είναι μια απλή υπόθεση που μπορεί να διεκπεραιώνεται στο γόνατο από τους υπουργούς και τους συμβούλους τους. Κι όταν συντρέχει κι ο πανικός των εξελίξεων που πιέζουν, τότε τα πράγματα χειροτερεύουν ακόμα πιο πολύ. Ας αφήσουμε λοιπόν τις μεταρρυθμίσεις για αργότερα. Αυτό βέβαια δεν σημαίνει εφησυχασμό, όπως δηλαδή μεταφράζουμε στη χώρα μας οποιαδήποτε αναβολή. Αντίθετα χρειάζεται συγκροτημένη δουλειά, που να φέρει σύντομα αποτελέσματα. Πρώτα απ’ όλα όμως πρέπει να αφήσουμε στην άκρη τις συνήθειες μας. Να εγκαταλείψουμε δηλαδή τις επιτροπές σοφών και τις διάφορες εξειδικευμένες εταιρίες και να συστήσουμε αυθεντικές ομάδες εργασίας. Η έρευνα προέχει πολύ περισσότερο από τις απόψεις. Καμιά μεταρρύθμιση δεν είναι εφικτή αν δεν ξέρουμε τι ακριβώς θέλουμε να μεταρρυθμίσουμε. Έρευνα σημαίνει συλλογή δεδομένων και όχι συλλογή απόψεων. Γιατί η μεταρρύθμιση δεν είναι πολιτικό ή ιδεολογικό προϊόν. Είναι μια μέθοδος βελτίωσης και προσαρμογής σε νέες συνθήκες. Από μια μεταρρύθμιση όλοι ωφελούνται, ακόμα κι εκείνοι που χάνουν προνόμια. Οι ομάδες δουλειάς έχουν χρέος να ερευνήσουν και να παραδώσουν το υλικό τους σε τακτό χρόνο. Και μετά να γίνει η επεξεργασία του σχεδίου μεταρρύθμισης (στο 1ο μέρος αναφέρονται τα τέσσερα στάδια δημιουργίας ενός σχεδίου, δείτε εδώ).  

Καμιά μεταρρύθμιση δεν είναι εφικτή αν δεν ξέρουμε τι ακριβώς θέλουμε να μεταρρυθμίσουμε.

Έξοδος από τα μνημόνια τώρα. Αυτό που έχει ανάγκη η χώρα είναι να τελειώσουμε με τα μνημόνια αμέσως τώρα. Τότε μόνο θα έχουμε λύσει το πρόβλημα μας. Γιατί μόνο όταν τελειώσουν τα μνημόνια και οι δανειακές συμβάσεις θα μπορέσουμε να εκδώσουμε και πάλι ομόλογα. Κι αυτό θα το πετύχουμε αν αμέσως τώρα επεξεργαστούμε τα δύο σχέδια που προαναφέραμε.

Το σχέδιο λιτότητας. Ένα σχέδιο λιτότητας που – όσο κι αν φαίνεται οξύμωρο – θα μειώσει αμέσως τους φόρους και θα επιστρέψει ένα μικρό μέρος των απωλειών στους εργαζόμενους και στους συνταξιούχους. Αρκεί μια ομάδα δουλειάς να ξετινάξει σελίδα-σελίδα την ιερή βίβλο της σπατάλης. Δηλαδή τον πολυσέλιδο κρατικό προϋπολογισμό. Κι εκεί θα βρει τουλάχιστον 5 δις που θα μπορούν να περικοπούν αμέσως. Και φυσικά όχι από μισθούς και συντάξεις. Και το αποτέλεσμα αυτής της δουλειάς να εκτεθεί αμέσως σε δημόσια θέα. Είναι βέβαιο ότι όλοι θα συμφωνήσουν με μια πρόταση που θα στηρίζεται στη λογική και θα είναι πολύ καλά αιτιολογημένη. Όταν αυτό συμβεί τότε τελειώνουν και οι διαπραγματεύσεις με τους δανειστές. Αλλά το σχέδιο λιτότητας δε μπορεί να περπατήσει χωρίς το δίδυμο του, το σχέδιο της ανάπτυξης. Γιατί αν δεν εισρεύσει αμέσως νέο χρήμα, τότε οι περικοπές θα έχουν γίνει στο βρόντο και σύντομα θα χρειαστούν κι άλλες. 

Το σχέδιο ανάπτυξης. Αυτή τη στιγμή το μεγάλο εμπόδιο για τις επενδύσεις λέγεται κράτος. Το κράτος που καταφέραμε να το μετατρέψουμε σε μια δυσνόητη και ανεξερεύνητη οντότητα. Το κράτος, με την πολυνομία και τις αντιφατικές διατάξεις, με τα πολλά στάδια εγκρίσεων, που προκαλούν γραφειοκρατία και διαφθορά, με το πολύπλοκο φορολογικό σύστημα που παραμένει ακατανόητο και επιβαρύνει ολοένα και περισσότερο. Το κράτος με τις δαιδαλώδεις συναρμοδιότητες που καθιστούν χρονοβόρα οποιαδήποτε προσπάθεια. Υπάρχει όμως ένα «αλλά». Η χώρα είναι αδύνατο να περιμένει τη μεταρρύθμιση του κράτους, τη στιγμή που η ανάπτυξη είναι τόσο επείγουσα. Οπότε αυτή τη στιγμή υπάρχει μία και μόνη λύση αν θέλουμε να δούμε αποτελέσματα αμέσως. Οι fast track επενδύσεις. Έχουν γίνει πολλές απόπειρες για να στηθεί μια τέτοια διαδικασία. Όλες όμως αποτυχημένες, απλά γιατί ήταν πρόχειρες, γιατί σχεδιάστηκαν χωρίς σχέδιο. Κι αυτό αποδεικνύεται εύκολα, αν δούμε γιατί χάθηκε στις καλένδες ο τελευταίος σχετικός νόμος (Ν. 3894/2010). Για να καταρτίσουμε ένα σχέδιο για fast track επενδύσεις χρειάζονται οι εξής προϋποθέσεις:

  • Οι επενδύσεις να επιλεγούν και να είναι συγκεκριμένες και ονοματοποιημένες. Είτε από τη δεξαμενή προτάσεων που έχουν ήδη κατατεθεί, είτε καινούριες που θα επισημανθούν με βάση τη στρατηγική τους σημασία στην οικονομική δομή της χώρας.
  • Για τις επενδύσεις αυτές να παρακαμφθεί το σύνολο της περίπλοκης νομοθεσίας, όλες οι σχετικές διατάξεις και οι πιθανές συναρμοδιότητες υπουργείων. Οι επενδύσεις αυτές θα υπακούουν σε λίγους, απλούς και λογικούς κανόνες για τουλάχιστον μια δεκαετία.
  • Οι επενδύσεις αυτές να ελέγχονται υποχρεωτικά από διακομματικές επιτροπές, για δύο λόγους: Για να έχουν ευρεία αποδοχή και να αποφευχθούν φαινόμενα διαφθοράς. Ειδικά για τις fast track επενδύσεις να υπάρχει επίσημη δημοσιοποίηση για όλες τις φάσεις της εξέλιξης τους, ώστε να αποτελέσουν μια νησίδα ανάπτυξης σε ένα παντελώς αντιαναπτυξιακό περιβάλλον.  
  • Για να παραμείνει αυτό το πακέτο των επενδύσεων έξω από το πολιτικό παιχνίδι, να συμφωνηθεί ώστε καμιά κυβέρνηση και κανένα υπουργείο να μην μπορεί να επεμβαίνει και έγκυρος να είναι μόνο ο διακομματικός έλεγχος.

Σχέδιο ανασυγκρότησης. Σ’ αυτό το κείμενο έγινε μια προσπάθεια να διατυπωθεί με συνοπτικό τρόπο ο δρόμος για ένα σχέδιο ανασυγκρότησης. Ας συνοψίσουμε:

  • Χωρίς ολοκληρωμένο σχέδιο δεν μπορούμε να φτάσουμε σε απτά αποτελέσματα. Και για να υπάρξουν σχέδια θα πρέπει να ξεχάσουμε τα φλύαρα business plans που κάνουν συχνά την εμφάνιση τους ή τα στερεότυπα συμπεράσματα επιτροπών σοφών ή τους διάφορους καταλόγους αλλαγών που έχουν μέχρι τώρα εμφανιστεί. Χρειάζονται ομάδες δουλειάς, με συγκεκριμένους στόχους και με συγκεκριμένες διαδικασίες.
  • Για να βγούμε από την κρίση είναι απαραίτητο να ξεπεράσουμε οριστικά το δίλημμα «μνημόνιο ή ρήξη» και να πούμε «ούτε μνημόνιο, ούτε ρήξη». Η ρήξη οδηγεί στην άτακτη χρεοκοπία και τα μνημόνια στη σταδιακή φτωχοποίηση. Ο τρίτος δρόμος είναι ένα σχέδιο ανασυγκρότησης.
  • Για τη μεταρρύθμιση του κράτους οφείλουμε να δουλέψουμε σκληρά, αλλά είναι κάτι που δεν μπορεί να προκύψει αμέσως. Καλό είναι να εγκαταλείψουμε στις σπασμωδικές δήθεν μεταρρυθμίσεις που μπερδεύουν το τοπίο αντί να το βελτιώνουν.
  • Η λιτότητα και η ανάπτυξη πάνε μαζί και δεν είναι αντίθετες έννοιες.
  • Έχουμε καθυστερήσει δραματικά, αλλά ακόμα και τώρα μπορούμε να επεξεργαστούμε ένα σχέδιο λιτότητας και ένα σχέδιο ανάπτυξης με άμεσα ευεργετικά αποτελέσματα.

* Ο Πίνακας που συνοδεύει το κείμενο, είναι: Robert "Rob" Gonsalves (born in 1959), Stepping Stones

Καραχισαρίδης, Γιάννης

O Γιάννης Καραχισαρίδης γεννήθηκε στην Κοζάνη το 1955. Απόφοιτος του Κολεγίου Αθηνών (τάξη ΄74). Πτυχιούχος του Οικονομικού Τμήματος της Νομικής Σχολής Αθηνών. Σπούδασε θέατρο στις σχολές του Πέλου Κατσέλη και του Λεωνίδα Τριβιζά. Μέχρι σήμερα σκηνοθέτησε περίπου 70 θεατρικές παραστάσεις και 6 όπερες, στις κρατικές σκηνές, στα περισσότερα ΔΗΠΕΘΕ και στο ελεύθερο θέατρο. Ειδικεύτηκε στο πολιτιστικό μάνατζμεντ. Γενικός Διευθυντής του Ελληνικού Φεστιβάλ (2001-2006), Καλλιτεχνικός Διευθυντής των ΔΗΠΕΘΕ Βέροιας (1993-2002) και Κοζάνης (2007-2014), Εκτελεστικός Διευθυντής των Παγκόσμιων Αγώνων Special Olympics (2010). Συμμετέχει στο δημόσιο διάλογο από το 2014, διατηρώντας τη στήλη «Επίκαιρα-Ανεπίκαιρα» στο διαδικτυακό περιοδικό www.iporta.gr.