Ένα από τα σημαντικότερα θέματα που πρέπει ν’απασχολήσουν τώρα και στο μέλλον τόσο την κυβέρνηση όσο και το πολιτικό σύστημα εν γένει, είναι η ψηφιακή πολιτική της χώρας μας.
Πρόκειται για μία έννοια που δεν εξαντλείται ούτε μπορεί να περιχαρακωθεί στις αρμοδιότητες ενός υπουργείου αλλά διατρέχει όλους τους οικονομικούς κλάδους, όλους τους τομείς και συνολικά την κοινωνία.
Είναι απαραίτητος ο ψηφιακός μετασχηματισμός της χώρας μέσα από ένα συντεταγμένο εθνικό σχέδιο δράσης ώστε σταδιακά αφενός να δημιουργηθούν συνθήκες πρόσβασης στους πολίτες σε ολοένα και περισσότερες υπηρεσίες και αφετέρου ν’αυξηθεί το ΑΕΠ της χώρας γεγονός που οδηγεί στην πολυπόθητη ανάπτυξη.
Mία ενιαία ψηφιακή πολιτική στη χώρα μπορεί ν’αυξήσει το ΑΕΠ κατά τουλάχιστον 4% τα επόμενα 5 χρόνια.
Η Ελλάδα δυστυχώς λόγω της οικονομικής κρίσης αλλά και της παρατεταμένης ύφεσης δεν έχει περιθώρια εφησυχασμού ούτε μπορεί να περιμένει πότε θα βγει από τα προγράμματα προσαρμογής ώστε να σκεφθεί πώς θα διαχειριστεί τον ψηφιακό της ρόλο εθνικά, ευρωπαϊκά αλλά και παγκόσμια.
Σχετικές μελέτες έχουν δείξει ότι μία ενιαία ψηφιακή πολιτική στη χώρα μπορεί ν’αυξήσει το ΑΕΠ κατά τουλάχιστον 4% τα επόμενα 5 χρόνια, δημιουργώντας επιπλέον πλούτο ίσως και άνω των 5 δις ευρώ αν υπάρξει σωστή οργάνωση, συντονισμός και βέβαια η απαραίτητη πολιτική βούληση.
Το άμεσο αποτέλεσμα από την υιοθέτηση νέων ψηφιακών τεχνολογιών τόσο στον δημόσιο τομέα που το έχει απόλυτη ανάγκη όσο και στον ιδιωτικό, είναι πρόσθετη δημιουργία 50.000 εργασίας στην πλειοψηφία τους μόνιμες που αποτελούν ένα σημαντικό ανάχωμα στην υψηλή ανεργία στην χώρα μας.
Η Ελλάδα οφείλει να εκμεταλλευθεί πλήρως τα τεράστια πλεονεκτήματα που της δίνει η συμμετοχή της στην ΕΕ και στην Ευρωζώνη όσον αφορά την Ευρωπαϊκή Ψηφιακή Πολιτική και όλα τα συγχρηματοδοτούμενα έργα που τρέχουν από τα οποία μπορεί ν’αντλήσει σημαντικούς πόρους είτε μέσω ΕΣΠΑ, είτε από το πακέτο Γιούνκερ για την υλοποίηση μεμονωμένων στρατηγικών ψηφιακής σύγκλισης που φέρνουν καινοτομία και καλύτερη ποιότητα ζωής σε νοικοκυριά και επιχειρήσεις.
Είναι ενδεικτικό από τα στατιστικά, ότι η χώρα μας απαιτείται ν’αυξήσει την συμμετοχή των ψηφιακών υπηρεσιών στο ΑΕΠ κατά 10 ποσοστιαίες μονάδες καθώς ενώ ο ψηφιακός κόσμος στην Ελλάδα συμμετέχει ήδη κατά 16% στο ΑΕΠ, το αντίστοιχο ποσοστό στην ΕΕ ξεπερνά το 25%.
Ο στόχος της χώρας μας είναι και οφείλει να είναι διττός και αφορά τις παρακάτω προοπτικές:
1. Διασύνδεση όλων των δημοσίων φορέων μέσω διατομεακών προγραμμάτων ώστε μέσα από ένα ενιαίο σύστημα να εποπτεύεται για παράδειγμα, το Εθνικό Σύστημα Υγείας αλλά και να υπάρχει ταυτόχρονα μοναδική πρόσβαση του πολίτη τόσο στις υπηρεσίες περίθαλψης όσο και στο ασφαλιστικό σύστημα με όλα τα δικαιώματα και τις υποχρεώσεις του.
Aπώτερος στόχος είναι η νέα ηλεκτρονική διακυβέρνηση να ενισχύσει την δημοκρατία.
Επίσης θα πρέπει με τρόπο ηλεκτρονικό και συστημικό να διενεργούνται συνολικά όλες οι προμήθειες του δημοσίου από ενιαία ανεξάρτητη αρχή που θα διαπραγματεύεται και θα συμβασιοποιεί τις εκάστοτε προμήθειες προς όφελος του δημοσίου και του πολίτη.
2. Μεταφορά τεχνογνωσίας αλλά και διασύνδεση όπου κρίνεται απαραίτητο με αντίστοιχα συστήματα σε χώρες κράτη μέλη της ΕΕ ή με κεντρικό σύστημα στην Ευρωπαϊκή Επιτροπή ώστε να γίνεται αυτόματη ανταλλαγή στοιχείων και να μπορούν έτσι ευκολότερα οι Έλληνες πολίτες να παρατηρούν το πώς λειτουργούν αντίστοιχες υπηρεσίες στην Ένωση αλλά και να έχουν αντίστοιχη πρόσβαση σε ευρωπαϊκές ενοποιημένες υπηρεσίες, που μπορούν να επιτύχουν τυποποίηση αλλά και αυτοματοποίηση σε πολλές επιμέρους διαδικασίες.
Είναι γεγονός ότι η ίδια η ΕΕ ετοιμάζεται εντατικά για τη νέα ψηφιακή σύγκλιση και για την ενοποίηση των διαδικασιών και υπηρεσιών μέσα από νέες ψηφιακές πλατφόρμες που θα ενισχύσουν σημαντικά την ευρωπαϊκή οικονομία αλλά και το κατά κεφαλήν εισόδημα.
Πιο συγκεκριμένα αναμένεται ενίσχυση της οικονομίας της Ένωσης άνω των 400 δις ευρώ ετησίως γεγονός που θα συνεισφέρει πιθανότατα άνω των 200.000 μόνιμων θέσεων εργασίας τα επόμενα χρόνια.
Βέβαια οι παραπάνω τάσεις θα επηρεάσουν ταχύτατα τις απαιτούμενες δεξιότητες, τον τρόπο ανεύρεσης εργασίας και πολύ περισσότερο την εκπαίδευση, η οποία πλέον θα είναι ο βασικότερος πυλώνας προσαρμογής και εξέλιξης μίας κοινωνίας σε ένα ανώτερο και αποτελεσματικότερο επίπεδο διακυβέρνησης και συμπεριφοράς των πολιτών.
Η Ελλάδα για να μην χάσει το τρένο της ψηφιακής σύγκλισης και εφαρμογής, δεν αρκεί απλά να επιταχύνει την άρση των γραφειοκρατικών εμποδίων ή να διασυνδέσει με πιο εντατικό ρυθμό τα συστήματά της, αλλά πρέπει να δημιουργήσει μία νέα πλατφόρμα και κουλτούρα εκπαίδευσης που ξεκινά από το δημοτικό και καταλήγει στην τριτοβάθμια εκπαίδευση μέσα από νέες τεχνολογίες, συνεχή πληροφόρηση, δια βίου μάθηση και αντιστοίχηση των γνώσεων στις νέες απαιτήσεις της εποχής σε όλους τους κοινωνικούς κλάδους.
Σύμφωνα με τα παραπάνω, απώτερος στόχος είναι η νέα ηλεκτρονική διακυβέρνηση να δημιουργήσει ποιοτικότερες υπηρεσίες για τους πολίτες, να ενισχύσει την δημοκρατία, την διαφάνεια και την ισονομία, να εξασφαλίσει οικονομίες κλίμακας και να θέσει τις προϋποθέσεις για την διατηρήσιμη ανάπτυξη στην χώρα μας με βάση τις ανάγκες του αύριο.