Πέμπτη, 06 Απρ 2017

Ευρώπη χωρίς Ευρωπαίους; #EU60

αρθρο του:

Ομιλία Πάνου Τσακλόγλου στην ημερίδα του Κύκλου Ιδεών για την Εθνική Ανασυγκρότηση «60 χρόνια μετά τη Συνθήκη της Ρώμης: Η Ευρωπαϊκή Ολοκλήρωση ξανά σε δοκιμασία»


Πρώτα – πρώτα να πω το εξής, ότι διαπιστώνω με ενδιαφέρον ότι είμαστε 6 καθηγητές στο πάνελ. Και ως γνωστόν, ξέρετε ότι τρεις καθηγητές από μόνοι τους τι μπορούν να κάνουν. Προφανώς χρειάζονται έξι καθηγητές για να.... σώσουν την Ευρώπη.

Το δεύτερο που θέλω να πω είναι ότι είχα την ατυχία, ή μάλλον την ευτυχία να παρακολουθήσω το προηγούμενο πάνελ που ήταν εξαιρετικό και συνεπώς πάρα πολλά σημαντικά πράγματα που ενδεχομένως θα ήθελα να πω, ελέχθησαν, επομένως επιχειρώ να πώ κάτι καινούργιο, που θα μπορούσε να προσφέρει κάτι, μια προστιθέμενη αξία.

Είναι 60 χρόνια από την υπογραφή της συνθήκης της Ρώμης και πρέπει να υπενθυμίσω επίσης ότι είναι και 10 χρόνια επίσης από την υπογραφή της συνθήκης της Λισαβόνας.

Δημιουργήσαμε την Ευρώπη, αλλά δεν δημιουργήσαμε τους Ευρωπαίους.

Έχουν περάσει 10 χρόνια και βεβαίως προϋπήρξαν άλλες 5 συνθήκες, συνολικά 6 συνθήκες με τη συνθήκη της Ρώμης που διαμόρφωσαν την ΕΕ : Ενιαία Ευρωπαϊκή Πράξη, Συνθήκη Ευρωπαϊκής Ένωσης/Μάαστριχτ, Συνθήκη Άμστερνταμ, Συνθήκη Νίκαιας, Ευρωπαϊκό Σύνταγμα/Λισσαβόνα. Αλλά δεν νομίζω ότι θα υπάρξει άλλη συνθήκη, τουλάχιστον στο προσεχέ μέλλον , ούτε η Λευκή Βίβλος, ούτε η Δήλωση της Ρώμης κάνουν οποιαδήποτε νύξη για νέα συνθήκη και αυτό είναι κατανοητό γιατί οι πολιτικές συνθήκες δεν επιτρέπουν μια νέα συνθήκη αναθεώρησης συνθηκών ή κάτι παρεμφερές.

Επομένως οτιδήποτε γίνει για το ορατό μέλλον θα γίνει στο πλαίσιο των συνθηκών που έχουμε, στο πλαίσιο κυρίως της συνθήκης της Λισσαβόνας. Αλλά το ερώτημα είναι και νομίζω ότι έχει σημασία να κάνουμε τη σωστή διάγνωση, δηλαδή γιατί μετά από αυτή την κατά κάποιο τρόπο εντυπωσιακή ανάπτυξη του συστήματος με τις έξι συνολικά συνθήκες γιατί φτάσαμε στην κρίση. Γιατί δηλαδή η Ευρωπαϊκή Ένωση αυτή τη στιγμή αντιμετωπίζει μια υπαρξιακή απειλή. Και βεβαίως είναι εξαιρετικά δύσκολο κανείς να προσπαθήσει να εντοπίσει μια αιτία, κατά κανόνα τέτοιου είδους πολυκρίση όπως είναι, τέτοιου είδους φαινόμενα πολυκρίσεων, δηλαδή που είναι πολλαπλές κρίσεις μαζί, έχουν και πολλαπλές αιτίες.

Αλλά εν πάση περιπτώσει εάν θα επρόκειτο λιγο να απλοποιήσω με μια κάπως αναλυτική απλουστευτική προσέγγιση θα ξεκινούσα από εκεί που άφησε την ανάλυση η κυρία Διβάνη. Θα έλεγα ότι ουσιαστικά μέσα από τις έξι αυτές συνθήκες συνολικά, δημιουργήσαμε την Ευρώπη, αλλά δεν δημιουργήσαμε τους Ευρωπαίους.

Και αυτό ίσως να είναι το κεντρικό κατά κάποιο τρόπο έλλειμμα. Να υπενθυμίσω ότι όταν ξεκινούσε το εγχείρημα ο Μονέ, είχε πει ότι δεν δημιουργούμε μια νέα συμμαχία, ένα νέο συνασπισμό κρατών. Δημιουργούμε μια Ένωση λαών.

Αλλά σε αυτό το εγχείρημα, στο να δημιουργήσουμε την Ένωση των λαών, δηλαδή στο να δημιουργήσουμε τους Ευρωπαίους, ουσιαστικώς αποτύχαμε και το ερώτημα είναι εάν μπορεί κανείς να έχει Ευρώπη χωρίς να έχει Ευρωπαίους.

Όταν λέμε Ευρωπαίους, δεν εννοώ να δημιουργήσουμε ένα νέο ον κατά τη λογική που ήθελε η Σοβιετική Ένωση να δημιουργήσει το νέο σοβιετικό άνθρωπο. Προφανώς δεν εννοώ κάτι τέτοιο. Εννοώ όμως τον πολίτη εκείνο ο οποίος θα μπορούσε να ταυτιστεί με το εγχείρημα της ενωμένης Ευρώπης, ως συλλογικότητα, να έχει μια αίσθηση του ανήκειν σε αυτή την κοινότητα και μια αίσθηση ευρύτερης και βαθύτερης αλληλεγγύης που ήταν μια προϋπόθεση για να δημιουργηθεί και να λειτουργήσει το σύστημα.

H οικοδόμηση της Ευρωπαϊκής Ένωσης έγινε ερήμην της ευρωπαϊκής κοινωνίας.

Αυτό δεν μπορούσε να οικοδομηθεί πάνω σε ένα ιστορικό μύθο, διότι ουσιαστικά όπως είπε ο Τ. Judt , η Ευρώπη απέρριψε την ιστορία της, δημιουργήθηκε πάνω στην ιστορική αμνησία, διότι έπρεπε να ξεπεράσει την ιστορία της, αλλά θα έπρεπε να δημιουργηθεί λειτουργικά. Θα έπρεπε ο Ευρωπαίος πολίτης να αισθάνεται ότι κατά κάποιο τρόπο η Ευρωπαϊκή Ένωση του προσφέρει κάτι απτό που δεν μπορούσε να του προσφέρει το εθνικό κράτος.

Αυτό δεν έγινε. Και δεν έγινε γιατί σε μεγάλο βαθμό η οικοδόμηση της Ευρώπης και εννοώ της Ευρωπαϊκής Ένωσης, ουσιαστικά έγινε ερήμην της ευρωπαϊκής κοινωνίας. Με άλλα λόγια υπήρξε ένα εγχείρημα των πολιτικών ελίτ χωρίς τη συμμετοχή της κοινωνίας και η κοινωνία βεβαίως για ένα μεγάλο χρονικό διάστημα ήταν ανεκτική σε αυτό το εγχείρημα, αλλά από ένα σημείο και μετά όταν κάπως το εγχείρημα άρχισε να ακουμπάει ευαίσθητες πτυχές κυριαρχίας, άρχισε να αντιδρά. Και μετά ήλθε η κρίση; Εάν η κρίση έκανε κάτι αλλά θα έλεγα και το ευρώ -και αυτό έχει πολύ μεγάλο ενδιαφέρον- όχι μόνο δεν έφεραν πιο κοντά τις κοινωνίες, αλλά κατά κάποιο τρόπο απομάκρυνε τις κοινωνίες και τους πολίτες από αυτή την αίσθηση ότι ανήκουν σε μια συλλογικότητα, με αποτέλεσμα αυτή τη στιγμή να έχουμε αυξανόμενες κατηγορίες πολιτών, σε ορισμένες περιπτώσεις πλειοψηφίες, οι οποίες να αισθάνονται, ή να προσλαμβάνουν την Ευρωπαϊκή Ένωση περισσότερο ως απειλή και λιγότερο ως ευκαιρία. Αυτό καταγράφουν διαδοχικές δημοσκοπήσεις.

Άρα εδώ έχουμε ένα πάρα – πάρα πολύ σημαντικό πρόβλημα και αυτό είναι το πρόβλημα της νομιμοποίησης. Δεν είναι η θεσμική νομιμοποίηση. Είναι η ουσιαστική νομιμοποίηση. Δηλαδή η νομιμοποίηση με την έννοια ότι ο πολίτης αποδέχεται, στηρίζει, ταυτίζεται, με το σύστημα το οποίο έχει οικοδομηθεί. Κι αυτό δεν συμβαίνει αυτή τη στιγμή. Και θα έλεγα από μια άλλη οπτική γωνία δεν συμβαίνει αυτό γιατί έχει δημιουργηθεί ένα τεράστιο χάσμα στον ευρωπαϊκό χώρο, ανάμεσα στον πολίτη και στο ευρωπαϊκό σύστημα. Και ποιο είναι το χάσμα; Ανάμεσα δηλαδή στις προσδοκίες που έχει ο πολίτης από τη μια μεριά, τι προσδοκά, τι περιμένει από την Ευρωπαϊκή Ένωση και από την άλλη από την ικανότητα της Ευρωπαϊκής Ένωσης να ανταποκριθεί, to deliver Από την ικανότητα δηλαδή της Ευρωπαϊκής Ένωσης να ανταποκριθεί στις προσδοκίες των πολιτών.

Εάν κάτι δείχνει η κρίση και η διαχείριση προβλημάτων, είτε είναι οικονομική κρίση, ανεργία, απασχόληση, είτε είναι προσφυγικό, είτε είναι μεταναστευτικό, είτε είναι κλιματική αλλαγή, είτε είναι νέες ανισότητες, είτε είναι φτώχια, ο Ευρωπαίος πολίτης αισθάνεται ότι η Ένωση δεν μπορεί να ανταποκριθεί στις προσδοκίες που έχει σε ότι αφορά την επίλυση αυτών των προβλημάτων.

Αυτή είναι κατά κάποιο τρόπο η αφετηρία της δομικής κρίσης. Αλλά υπάρχουν και άλλες αιτίες που την επιδεινώνουν όπως δημογραφικό πρόβλημα, η παγκοσμιοποίηση που δημιουργεί «τους χαμένους», κλπ Ερώτημα: πώς μπορούμε να βγούμε από τη κρίση αυτή; Πώς μπορούμε να καλύψουμε αυτό το χάσμα που έχει αναπτυχθεί προκειμένου να βγούμε από αυτή την κρίση; Νομίζω ότι η απάντηση δεν είναι άλλη παρά ότι η Ευρωπαϊκή Ένωση θα πρέπει να αποκτήσει εκείνες τις ικανότητες που θα τις επιτρέψουν να ανταποκριθεί στις προσδοκίες των πολιτών.

Εάν αυτή η υπόθεση είναι σωστή τότε το αναπόφευκτο συμπέρασμα είναι ότι θα πρέπει να πάμε σε περισσότερη ενοποίηση. Όχι κατά ανάγκη με ένα τρόπο τυφλό σε όλους τους τομείς χωρίς να κάνουμε επιλογές, αλλά πάντως περισσότερη ενοποίηση. Και νομίζω ότι όλη αυτή η συζήτηση που γίνεται μεταξύ του λεγόμενου πέμπτου σεναρίου της Λευκής βίβλου, της Επιτροπής που μιλάει για περισσότερη ενοποίηση και του σεναρίου 3 που μιλάει για πολλαπλές ταχύτητες, είναι μια παρεξηγημένη συζήτηση. Το ένα σενάριο δεν βρίσκεται σε καμία αντίθεση με το άλλο. Το σενάριο 3 για πολλαπλές ταχύτητες μας λέει πόσοι θα πάνε, δεν μας λέει όμως πόσο θα πάνε. Ενώ το σενάριο 5 μας λέει ότι θα πρέπει να πάμε σε βαθύτερη ενοποίηση, σε περισσότερη Ευρώπη. Επομένως το σενάριο 5 για περισσότερη Ευρώπη συνδυάζεται και οφείλει να συνδυαστεί με το σενάριο 3, που σημαίνει ότι κάποιοι που μπορούν , έχουν τη βούληση και την ικανότητα να προχωρήσουν, θα μπορέσουν να προχωρήσουν.

Ο ευρωαπορριπτισμός φαίνεται να έχει αγγίξει τα όριά του.

Το ζήτημα για τις ταχύτητες δεν είναι εάν θα πάμε σε αυτό το σχήμα ή όχι. Ούτως ή άλλως το σχήμα αυτό το έχουμε ήδη αυτή τη στιγμή, η Ευρωπαϊκή Ένωση είναι δομημένη σε πολλαπλές ταχύτητες, ή πολλαπλά στρώματα, όπως θέλετε να τα πείτε.

Το ερώτημα είναι εάν θα πάμε σε αυτό το σχήμα, θα προχωρήσουμε μέσα στις Συνθήκες, με σεβασμό των συνθηκών ( ενισχυμένη συνεργασία, ενδεχομένως μόνιμη διαρθρωμένη συνεργασία στον τομέα της άμυνας) ή εάν θα πάμε, εάν θα προχωρήσουμε εκτός των Συνθηκών.

Αυτό είναι το κεντρικό ζητούμενο για τις πολλαπλές ταχύτητες. Όχι το εάν θα πάμε ή δεν θα πάμε. Το ότι θα πάμε είναι απολύτως βέβαιο διότι δεν μπορούμε να πάμε σε περισσότερη Ευρώπη σε επίπεδο 28 επί του παρόντος, ή 27 αύριο. Ελπίζω να μη φτάσουμε στους 27, αλλά δεν αποκλείεται να φτάσουμε.

Επομένως μπορούμε κάλλιστα να συνδυάσουμε το αίτημα για περισσότερη Ευρώπη, που είναι και αίτημα για ενότητα του χώρου και το αίτημα για ευελιξία που λέει ότι αυτοί που μπορούν και θέλουν να προχωρήσουν , να προχωρήσουν . Και έχω την αίσθηση ότι η δήλωση της Ρώμης, ουσιαστικά δεν προσφέρει κάτι το ιδιαίτερα καινούργιο σε ό,τι αφορά τις ταχύτητες. Απλώς αναγνωρίζει μια πραγματικότητα ενώ τονίζει ότι αυτό θα γίνει μέσα στο πλαίσιο των συνθηκών και όχι εκτός πλαισίου συνθηκών, κάτι που θα δημιουργούσε ιδιαίτερα προβλήματα.

Το ερώτημα είναι περισσότερη Ευρώπη και καλύτερη Ευρώπη προφανώς. Αλλά σε ποιους τομείς; Νομίζω αξιοποιώντας τα όσα είπα και ο Πάνος Τσακλόγλου σε ουσιαστικά σε τρεις τομείς. Πρώτον στην ολοκλήρωση της Οικονομικής και Νομισματικής Ένωσης, δεν χρειάζεται να πω τίποτε περισσότερο από αυτά που είπε ο Πάνος Τσακλόγλου.

Δεύτερον, στην κοινή άμυνα και ασφάλεια και εδώ είναι ένας τομέας για τον οποίο εμφανίζεται να υπάρχει ένα υψηλότερο κατά κάποιο τρόπο consencius, υψηλότερη συναίνεση στο πλαίσιο της Ευρωπαϊκής Ένωσης, αλλά ταυτόχρονα υπάρχουν και οι μηχανισμοί μέσα στη συνθήκη για να προχωρήσουμε εκεί με τη λεγόμενη μόνιμη διαρθρωμένη συνεργασία. Είναι κάτι το οποίο αγνοείται, αλλά προσφέρει τεράστιες ευκαιρίες και νομίζω ότι θα προχωρήσουμε. Και τούτο γιατί το αίτημα της ασφάλειας των πολιτών τόσο σε ότι αφορά τους εσωτερικούς κινδύνους, αλλά και τους εξωτερικούς κινδύνους, είναι ένα εξαιρετικά επιτακτικό αίτημα.

Και ο τρίτος τομέας είναι βεβαίως η κοινωνική Ευρώπη. Ιδιαίτερα βλέποντας και προσεγγίζοντας κάπως το εγχείρημα από μια σοσιαλδημοκρατική οπτική. Με άλλα λόγια μια Ευρώπη η οποία θα μπορέσει να απαντήσει πολύ πιο άμεσα και πολύ πιο αποτελεσματικά στα αιτήματα των πολιτών. Καταπολέμηση ανεργίας, φτώχιας, νέες ανισότητες κλπ.

Ερώτημα: μπορούμε τελικώς να προχωρήσουμε προς αυτή την κατεύθυνση; Δηλαδή είναι εφικτό ένα τέτοιο σενάριο, το έκτο σενάριο θα έλεγα που συνδυάζει το πέμπτο και το τρίτο της Ευρωπαϊκής Επιτροπής; Νομίζω ότι θα τολμούσα να πω ότι υπάρχουν ορισμένες συνθήκες που φαίνεται ότι πιέζουν προς αυτή την κατεύθυνση.

Πρώτα διαφαίνεται ότι ο εθνολαϊκισμός και ο ευρωσκεπτικισμός ή ευρωαπορριπτισμός, ο οποίος κυριαρχεί και κυριαρχούσε στην Ευρώπη φτάνει σε ένα ορισμένο όριο. Φαίνεται ότι ακουμπάει κατά κάποιο τρόπο τα όριά του. Ίσως να είναι λίγο νωρίς ακόμη να το κρίνουμε, θα πρέπει να περιμένουμε τουλάχιστον τις γαλλικές εκλογές για να δούμε το τελικό αποτέλεσμα. Αλλά πάντως υπάρχουν ενδείξεις ότι ο ευρωαπορριπτισμός φαίνεται να έχει αγγίξει τα όριά του. Η δημοφιλία της Ευρωπαϊκής Ένωσης όχι με συναρπαστικό τρόπο, αλλά πάντως καταγράφει αυξανόμενα ποσοστά και αυτό είναι κάτι θετικό.

Δεύτερο. Το Brexit. Νομίζω ότι το Brexit λειτουργεί καταλυτικά και βεβαίως το σύνδρομο Πούτιν και Τραμπ. Αυτοί οι δυο από κοινού έχουν ένα κοινό στόχο:. να διαλύσουν την Ευρωπαϊκή Ένωση. Και επομένως και οι δυο μαζί συμβάλουν καταλυτικά προς τη βαθύτερη ενότητα.

Και τέλος, ελπίζω ότι μετά τις εκλογές θα προκύψει ένας ισχυρός γαλλογερμανικός άξονας που τα τελευταία χρόνια δεν λειτούργησε, και που αποτελεί την προϋπόθεση για να μπορέσουμε να προχωρήσουμε.

Μια τελευταία λέξη. Ποιες είναι οι επιλογές της Ελλάδος; Νομίζω δεν υπάρχουν πολλά ερωτηματικά εδώ. Η επιλογή της Ελλάδος είναι μία. Να παραμείνει στον εσωτερικό, στον οποιοδήποτε εσωτερικό πυρήνα της ΕΕ που κατέκτησε κυρίως με τη νέα είσοδό της στην Οικονομική και Νομισματική Ένωση. Αλλά για να γίνει αυτό θα πρέπει να κληρωθούν πολύ σαφείς οικονομικές και πολιτικές προϋποθέσεις που αμφιβάλω όμως εάν μπορούν να ικανοποιηθούν κάτω από το σημερινό σύστημα διακυβέρνησης.

Ομιλία Παναγιώτη Ιωακειμίδη #EU60 from e-kyklos on Vimeo.

Ιωακειμίδης, Παναγιώτης

Ο Π.Κ. Ιωακειμίδης είναι ομότιμος καθηγητήςευρωπαϊκής ενοποίησης και πολιτικής στο Τμήμα Πολιτικής Επιστήμης και Δημόσιας Διοίκησης του Πανεπιστημίου Αθηνών.Υπήρξε σύμβουλος για Ευρωπαϊκά θέματα του Πρωθυπουργού Κ. Σημίτη ( 1996-2004) . Ως πρεσβευτής/εμπειρογνώμων του Υπουργείου Εξωτερικών (1978-2004) έχει συμμετάσχει σε όλες τις σημαντικές διαπραγματεύσεις της ΕΕ, συμπεριλαμβανομένων των διαπραγματεύσεων για την ένταξη της Ελλάδας στη ΕΕ, των Διακυβερνητικών Διασκέψεων για την επεξεργασία της Ενιαίας Ευρωπαϊκής Πράξης, της Συνθήκης του Maastricht για την Ευρωπαϊκή Ένωση και της Συνθήκης του Amsterdam καθώς και των διαπραγματεύσεων για την διεύρυνση και την ένταξη της Κύπρου στην ΕΕ και των διαδοχικών  διαπραγματεύσεων για τη διαρθρωτική πολιτική , δημοσιονομικές προοπτικές και προϋπολογισμό της ΕΕ.
Υπήρξε ο εκπρόσωπος της Ελλάδας στη διαπραγμάτευση ( Διακυβερνητική Διάσκεψη) για τη σύνταξη της Συνθήκης της Νίκαιας και αναπλ. μέλος της Ευρωπαϊκής Συνέλευσης (Convention) για την επεξεργασία του Ευρωπαϊκού Συντάγματος και της Συνθήκης της Λισσαβώνας .
Υπήρξε μέλος των Διοικητικών Συμβουλίων του ΕΛΙΑΜΕΠ, του ΟΠΕΚ. Έχει πίσης χρηματίσει Πρόεδρος και Γενικός Διευθυντής του Ελληνικού Κέντρου Ευρωπαϊκών Μελετών (ΕΚΕΜ) και άλλων επιστημονικών ενώσεων. Έχει γράψει μεγάλο αριθμό βιβλίων και άρθρων για την Ευρωπαϊκή ενοποίηση, τις διεθνείς σχέσεις και την εξωτερική πολιτική της Ελλάδας και έχει διδάξει σε εκπαιδευτικά ιδρύματα της Ευρώπης και ΗΠΑ.
Είναι τακτικός αρθρογράφος της εφημερίδας ΤΑΝΕΑ