Τετάρτη, 23 Μαρ 2016

Το ορατό ρήγμα

αρθρο του:

Ποιους εκπροσωπούν τα κοινοβουλευτικά κόμματα; Μα τους ψηφοφόρους τους, θα μου πείτε και θα έχετε δίκιο. Μόνο αυτούς; Δηλαδή, αν ένα κόμμα ζητήσει την ψήφο των αγροτών επί παραδείγματι και σαρώσει στις αγροτικές περιοχές, θα πρέπει να δουλέψει μόνο για αυτούς; Και αν δεν πάρει τη ψήφο τους και μείνει έξω από τη Βουλή, τότε θα δικαιούται να ισχυρίζεται ότι εκπροσωπεί τους αγρότες; Τα κόμματα που γίνονται δε κυβερνήσεις, ποιον εκπροσωπούν με την άνοδό τους στην εξουσία; Τους ψηφοφόρους τους πάλι ή όλους τους Έλληνες;

Το πότε ακριβώς γυρίζει ο τροχός της ιστορίας, το αποφασίζει κυρίως η κοινωνία.

Πάρτε για παράδειγμα το κομμουνιστικό κόμμα, που εκφράζει κατά τα λεγόμενά του τον κόσμο της εργατιάς. Με το σχεδόν παγιωμένο 5-6 % που διαθέτει, θα συμπεραίναμε είτε ότι ο οι εργάτες στη χώρα είναι μόλις 5 %, είτε ότι ελάχιστοι το νομιμοποιούν να τους εκπροσωπεί. Δε θέλω να πω ότι το ΚΚΕ δεν εκφράζει ντε και καλά τους εργάτες και τους εργαζόμενους, το πήρα απλώς ως παράδειγμα για να γενικεύσω το συλλογισμό μου, που είναι ο εξής:

Ποιος αποφασίζει ποιους εκπροσωπεί ένα κόμμα; Το ίδιο το κόμμα ή οι άνθρωποι που το εμπιστεύονται; Αν ισχύει το πρώτο, τότε θα καταλήγαμε στην Τσαρούχεια ρήση, ότι στον τόπο αυτό είσαι ό,τι δηλώσεις. Αν ισχύει το δεύτερο τα πράγματα μπλέκουν λίγο.

Εγώ θεωρώ ότι ισχύει δυστυχώς το πρώτο, ενώ θα έπρεπε να ισχύει ένας συνδυασμός και των δύο. Επαναδιατυπώνω το συλλογισμό λοιπόν, τούτων δοθέντων: Κάθε κόμμα ζητά να εκπροσωπήσει συγκεκριμένους Έλληνες πολίτες, ενίοτε και όλους, και δικαιούται να θεωρεί ότι τους εκπροσωπεί εφ’ όσον εκείνοι το εμπιστευθούν.

Πάρτε παράδειγμα τη σημερινή Δεξιά. Ποιους εκπροσωπεί; Άλλους θα σου πει η ίδια, άλλους θα σου πουν ότι εκπροσωπεί οι αντίπαλοί της.

Η Κεντροαριστερά τώρα, ποιους εκπροσωπεί; Ή πιο σωστά ποιους θέλει να εκπροσωπήσει; Και βεβαίως, πώς θα τους συναντήσει; Και που;

Υπάρχει ένα ορατό ρήγμα ανάμεσα στην πραγματική ζωή και τους κομματικούς σχεδιασμούς των λογής αρχηγών και επικεφαλής.

Θέλει για παράδειγμα να συνομιλήσει με τις «δημιουργικές δυνάμεις του τόπου;» Ποιες είναι αυτές συγκεκριμένα; Και πως συνομιλεί; Με ποιες διαδικασίες; Με ποια διαδικασία τριβής, συναντάται μαζί τους; Φοβάμαι ότι τα ερωτήματά μου είναι ρητορικά, όλοι γνωρίζουμε τις ανύπαρκτες απαντήσεις, κοινώς πετάω πέτρες στα κεραμίδια άνευ αποτελέσματος.

Αντίστοιχα, το πότε ακριβώς γυρίζει ο τροχός της ιστορίας, το αποφασίζει κυρίως η κοινωνία. Εγώ μπορεί να θεωρώ όσο θέλω ότι κάποια κόμματα ολοκλήρωσαν τον κύκλο της ζωής τους και πλέον δεν προσφέρουν τίποτα. Αλλά αν αυτό δεν εκφραστεί σταθερά στις κάλπες, η άποψή μου δεν έχει καμία σημασία. Κανείς δεν αποφασίζει μόνος του για λογαριασμό των άλλων. Ζητάει τη δημοκρατική νομιμοποίηση και αν την πάρει έχει καλώς, διαφορετικά παραμένει ένα είδος πολιτικού ιδιώτη.

Καλές οι προσκλήσεις, οι επιτελικές επικοινωνίες και οι δημόσιες επιστολές, αλλά φοβάμαι ότι υπάρχει ένα ορατό ρήγμα, ανάμεσα στην πραγματική ζωή των ανθρώπων και τους κομματικούς σχεδιασμούς των λογής αρχηγών και επικεφαλής. Τα κόμματα δεν κάνουν πραγματικό διάλογο με την κοινωνία. Δεν την ακούνε. Γιατί δεν υπάρχουν σε συντριπτικό βαθμό στην καθημερινότητά της. Άφησαν την Αριστερά να αλώσει τις συλλογικότητες, τα σωματεία, τις συντεχνίες, και συνδικαλιστικά και ιδεολογικά σε λαϊκιστικό επίπεδο όμως, και τώρα προσπαθούν με αγγελίες να βρουν ψηφοφόρους. Αλλά εις μάτην. Χωρίς “πρόσωπο” στην κοινωνία, εμπιστοσύνη δεν κερδίζεται.

Στην εποχή του διαδικτύου, τα σταριλίκια μας τελειώσανε.

Εργάζομαι ως ηθοποιός 27 χρόνια τώρα. Πριν μου προκύψει η πολιτική, γνώριζα ότι αυτή δεν είναι θέατρο, πράγμα που αγνοούν οι περισσότεροι πολιτικοί. Θέλω να πω, ότι οι ψηφοφόροι, οι πολίτες, δεν είναι και δε θέλουν όλο και περισσότερο να είναι, απλοί χειροκροτητές του μεγάλου ηγέτη-πολιτικού πρωταγωνιστή. Θέλουν να ακούγονται, χωρίς όμως να τρώνε ατελείωτα τις ώρες τους σε ατελείωτες συζητήσεις, αδιέξοδα συνέδρια και αιώνιες διεκδικήσεις. Το να λέμε ότι πρέπει να ενεργοποιηθεί και να εκφραστεί ο κόσμος της εργασίας είναι σωστό, αλλά για το πως θα τον εμπνεύσουμε δεν άκουσα κουβέντα. Και πώς θα γίνει αυτό όταν υπάρχει όχι μόνο αποσυσπείρωση, αλλά και τάση αδιαφορίας και αποχής αυξανόμενη;

Ποιος θα κατέβει στους δρόμους, στα καφενεία, στα σωματεία, στους χώρους εργασίας, στις λογής συλλογικότητες, στην κοινωνία των πολιτών να εξηγήσει, να μεταδώσει, να ακούσει και ενίοτε να αναθεωρήσει, μεταφέροντας στην κορυφή τα συμπεράσματα και τις γνώμες των ανθρώπων; Νομίζουμε ότι θα λέμε περισπούδαστα πράγματα σε λογής πάνελ, σε ωραίες αίθουσες του Ζαππείου, σε συγκεντρώσεις κομματικών υπαλλήλων, και η κοινωνία θα εκστασιάζεται χειροκροτώντας μας; Πλανώμεθα πλάνην οικτρά αγαπητοί και αγαπητές μου.

Και μην ελπίζετε στην αναπόφευκτη φθορά και δυσαρέσκεια. Για να γυρίσει ο κόσμος θέλει δουλειά πολλή.

Στην εποχή του διαδικτύου, τα σταριλίκια μας τελειώσανε. Και φοβάμαι, αν δε βγούμε στην κοινωνία, ό,τι και να ειπωθεί, στο τέλος την αίθουσα θα τη σκουπίσουν οι αρχηγοί με τα παρεάκια τους. Που, εδώ που τα λέμε, δε φτιάχνουν πλέον ιστορία όπως άλλοτε.


* Ο Πίνακας που συνοδεύει το κείμενο, είναι: Edward Hopper (1882 –1967), New York Movie

 

 

Ορφανός, Νίκος

Ο Νίκος Ορφανός είναι απόφοιτος της Δραματικής Σχολής του Θεάτρου Τέχνης-Κάρολος Κουν και της Φιλοσοφικής Αθηνών. Εργάζεται ως ηθοποιός και σκηνοθέτης, στο ελληνικό θέατρο, την τηλεόραση και τον κινηματογράφο. Έχει διδάξει σε Δραματικές Σχολές, σε θεραπευτικές κοινότητες και σε σεμινάρια. Τον Ιανουάριο του 2015 εξελέγη βουλευτής Β Πειραιά με το Ποτάμι, μέχρι το Σεπτέμβριο του ίδιου έτους. Είναι ιδρυτικό μέλος του σωματείου Διάζωμα.