Τετάρτη, 26 Οκτ 2016

Ομιλία Τάκη Ιωακειμίδη στην εκδήλωση του Κύκλου Ιδεών στην Καλαμάτα

αρθρο του:

Το κείμενο αποτελεί την ομιλία του Παναγιώτη Ιωακειμίδη στην εκδήλωση του Κύκλου ιδεών για την Εθνική Ανασυγκρότηση στην Καλαμάτα στις 21.10, με θέμα «Ποιο μέλλον για την Ελλάδα; Νέες ευρωπαϊκές και διεθνείς προκλήσεις», με την Ρούλα Γεωργακοπούλου και τον Ευάγγελο Βενιζέλο. Την εκδήλωση συντόνισε ο Διονύσης Αλευράς.


Κύριε Δήμαρχε, κυρίες και κύριοι, πρώτα απ’ όλα να πω ότι είναι ιδιαίτερη τιμή και ιδιαίτερη χαρά που βρίσκομαι στην Καλαμάτα, για τρεις λόγους: Πρώτον, διότι ήθελα να έρθω στην Καλαμάτα, είχα έρθει πριν αρκετά χρόνια και ήθελα να ξαναέρθω κι έτσι μου δόθηκε η ευκαιρία και ξαναήρθα.

Δεύτερον, διότι με μεγάλη ευχαρίστηση και προς μεγάλη μου έκπληξη διαπίστωσα ότι υπάρχουν άνθρωποι στην Καλαμάτα που με διαβάζουν! Και λέω να, βρέθηκαν και κάποιοι που επιτέλους με διαβάζουν. Και τους ευχαριστώ πάρα πολύ.

Το μέλλον της Ελλάδας λίγο πολύ σχετίζεται άρρηκτα και με το μέλλον της Ευρώπης.

Και τρίτον, διότι έχω τη χαρά να βρίσκομαι με αυτό το εξαιρετικό πάνελ, με τη Ρούλα και βεβαίως με τον Ευάγγελο Βενιζέλο, αν και πάντα το να είσαι με τον Ευάγγελο Βενιζέλο σε καταλαμβάνει ένα είδος τρόμου, το τι θα πεις και πώς θα το πεις.

Αλλά δε μπορώ να μην πω ότι ο Βαγγέλης Βενιζέλος αυτή τη στιγμή δεν είναι απλώς ένας μεγάλος ακαδημαϊκός, ένα σημαντικός ακαδημαϊκός δάσκαλος, αλλά είναι κάτι πέραν του πολιτικού, είναι αυτό που οι Αγγλοσάξονες λένε «statesman». Και ξέρετε, ένας μεγάλος Βρετανός πολιτικός είχε πει: «statesman» είναι αυτός ο οποίος τη στιγμή της κρίσης αναλαμβάνει τις ευθύνες του με προσωπικό τίμημα, με προσωπικό κόστος. Και νομίζω ότι αυτός είναι ο Βαγγέλης Βενιζέλος. Και γι’ αυτό χαίρομαι που είμαι μαζί του και με το πάνελ σε αυτήν εδώ την όμορφη πόλη. Θα είμαι κι εγώ πολύ σύντομος γιατί και η ώρα είναι λίγο προχωρημένη.

Θα πω δυο τρεις σκέψεις πάνω στο δίδυμο «πού πορεύεται η Ελλάδα σε σχέση με την Ευρώπη». Η Ευρώπη ξέρετε, είναι ο χώρος ο οποίος διακόνησα για πάρα πολλά χρόνια γιατί θα έλεγα το εξής: Ότι η πορεία της Ελλάδας είναι συνυφασμένη, το μέλλον της Ελλάδας λίγο πολύ σχετίζεται άρρηκτα και με το μέλλον της Ευρώπης.

Ένα αρνητικό μέλλον για την Ευρώπη σημαίνει και για την Ελλάδα, όπως είμαστε αυτή τη στιγμή. Και θα ήθελα πρώτον να κάνω ένα σημείο γύρω από το πού βρίσκεται η Ευρώπη και πού μπορεί να βρεθεί η Ελλάδα.

Πρώτα απ’ όλα να πω το εξής: Βιώνουμε ένα τρομερό παράδοξο αυτή την περίοδο. Ποιο είναι το παράδοξο; Το παράδοξο είναι ότι τα προβλήματα που έχουμε μπροστά μας, η ατζέντα η μεγάλη που έχουμε μπροστά μας, είτε μιλάμε για την ανάπτυξη, για τις ανισότητες, για την τρομοκρατία, για τη μετανάστευση κτλ., είναι προβλήματα που δε μπορούμε να τα διαχειριστούμε σε επίπεδο εθνικού κράτους, που θέλουμε περισσότερη Ευρώπη.

Η Ευρώπη αμφισβητείται αυτή τη στιγμή όσο ποτέ.

Κι όμως, η Ευρώπη αμφισβητείται αυτή τη στιγμή όσο ποτέ. Κι αυτό είναι το παράδοξο. Ενώ τη χρειαζόμαστε, ταυτόχρονα την αμφισβητούμε και είναι κάτι το οποίο θα πρέπει να μας προβληματίσει. Επομένως η Ευρώπη αμφισβητείται, η Ευρώπη βρίσκεται σε κρίση, η Ευρωπαϊκή Ένωση βρίσκεται σε κρίση, αλλά πέρα από την Ευρωπαϊκή Ένωση που βρίσκεται σε κρίση, σε μεγαλύτερη και βαθύτερη ίσως κρίση βρίσκεται η ευρωπαϊκή κοινωνία.

Η ευρωπαϊκή κοινωνία η οποία απειλείται από ανελεύθερες ιδέες, να ξαναέρθουν στο προσκήνιο, να γίνουν κυρίαρχες και βλέπετε τι συμβαίνει σε μια σειρά από χώρες, από μια δηλαδή ανελεύθερη και ενδεχομένως μια οπισθοδρομική Ευρώπη. Και αυτό είναι εξαιρετικά επικίνδυνο.

Ευτυχώς, θα έλεγα, ότι οι νέοι άνθρωποι είναι αυτή τη στιγμή περισσότερο παρά ποτέ, περισσότερο από οποιαδήποτε άλλη ομάδα, αυτοί οι οποίοι βλέπουν μπροστά όπως οφείλουν να βλέπουν ως νέοι άνθρωποι που βλέπουν μπροστά και μπορούν να συλλάβουν πολύ καλύτερα τα μηνύματα των καιρών.

Επομένως, όπως είπα η Ευρώπη βρίσκεται σε μια δεινή κρίση. Πρώτα απ’ όλα υπάρχουν δομικά στοιχεία της ευρωπαϊκής κρίσης, όπως είναι π.χ. οι δημογραφικές εξελίξεις, όπως είναι μετατόπιση της οικονομικής δύναμης σε άλλες περιοχές, όπως η Ασία κτλ., που η Ευρώπη θα πρέπει να προσαρμοστεί σ’ αυτό το γεγονός, όπως είναι η τεχνολογική προσαρμογή, όπως είναι οι νέες μεγάλες ανισότητες που έχουν εμφανιστεί στον ευρωπαϊκό χώρο, πολλαπλές ανισότητες, τις έχει αναλύσει ο Βαγγέλης Βενιζέλος στο τελευταίο εξαιρετικό του βιβλίο που συζητήσαμε, είχαμε την ευκαιρία να συζητήσουμε στην Αθήνα, και λίγο να συγκρουστούμε λιγάκι.

Αλλά υπάρχουν και οι συγκυριακές προκλήσεις. Πρώτα απ’ όλα είναι η απονομιμοποίηση της ίδιας της Ευρωπαϊκής Ένωσης και τι εννοώ: Εννοώ ότι ένα μεγάλο μέρος της ευρωπαϊκής κοινωνίας δεν αισθάνεται ότι η Ευρώπη είναι ένας παράγοντας για την επίλυση των προβλημάτων, δεν αισθάνεται πολύ κοντά στην Ευρώπη, είναι λίγο αποστασιοποιημένο από την Ευρώπη.

Είναι η άνοδος του εθνολαϊκισμού, αν και επιτρέψτε μου να πω, διαβλέπω στοιχεία υποχώρησης του εθνολαϊκισμού ή εν πάση περιπτώσει, ότι φαίνεται να έφτασε στο όριό του ο εθνολαϊκισμός. Εννοώ τον εθνολαϊκισμό της βάσης, της κοινωνίας. Διότι υπάρχει και ο εθνολαϊκισμός των ηγεσιών της κορυφής. Κάτι που δεν ταυτίζονται, διότι ο εθνολαϊκισμός της βάσης εκφράζει ορισμένα πραγματικά αιτήματα.

Οι λαϊκιστές είναι οι ίδιοι, είτε είναι στην Ελλάδα είτε είναι στη Μεγάλη Αλβιόνα.

Και βεβαίως υπάρχουν τα προβλήματα της αστάθειας, υπάρχουν τα προβλήματα του προσφυγικού, και πολύ τελευταία το πρόβλημα του Brexit, δηλαδή της απόφασης μιας χώρας σε δημοψήφισμα να αποχωρήσει. Προσέξτε, δεν ξέρουμε αν θ’ αποχωρήσει, δεν είναι βέβαιο ότι θα αποχωρήσει. Το Brexit, η απόφαση πάρθηκε πάνω στη βάση ψευδολογίας, ψεμάτων.

Οι λαϊκιστές εκεί, είπαν τερατώδη ψέματα. Είχαν απάτες, είπαν απάτες και είχαν και αυταπάτες. Αλλά φοβάμαι ότι οι λαϊκιστές είναι οι ίδιοι, είτε είναι στην Ελλάδα είτε είναι στη Μεγάλη Αλβιόνα. Λένε ψέματα και απάτες τις οποίες μετά μετατρέπουν σε αυταπάτες για να κερδίσουν κάτι χωρίς να ξέρουν τι ακολουθεί. Και αυτή τη στιγμή και οι Βρετανοί δεν ξέρουν τι ακολουθεί. Επομένως είναι πολύ πιθανό να μην υπάρξει και να μη γίνει το Brexit.

Αλλά, είτε γίνει είτε δε γίνει έχει θέσει την Ευρωπαϊκή Ένωση σε μια τεράστια κρίση και σε μια τεράστια ανασφάλεια. Θα μπορούσαμε να πούμε πάρα πολλά. Πώς αντιμετωπίζεται αυτή η κρίση; Κοιτάξτε, υπάρχουν τρεις διαφορετικές προσεγγίσεις. μία προσέγγιση που λέει, έχουμε κρίση, μια χώρα αποφάσισε να φύγει, ακρωτηριάζεται η Ένωση, ευκαιρία είναι να τη διαλύσουμε. Να επιστρέψουμε στο εθνικό κράτος.

Είναι η άποψη λίγο πολύ των ακραίων δυνάμεων, κυρίως των ακροδεξιών δυνάμεων, Λεπέν, 5 Αστέρες στην Ιταλία κτλ., η εναλλακτική για τη Γερμανία, οι οποίες θέλουν ουσιαστικά να επιστρέψουμε στους δαίμονες του παρελθόντος, στη σκοτεινή ήπειρο του εθνικού κράτους, μια αδιέξοδη λογική η οποία μπορεί να οδηγήσει την Ευρώπη ξανά σε περιπέτειες.

Υπάρχει μια άλλη προσέγγιση που λέει ας προχωρήσουμε λίγο πολύ, ή business as usual, χωρίς να κάνουμε τίποτα το ιδιαίτερο, θα διαχειριστούμε το πρόβλημα της Βρετανίας, δεν είναι τόσο μεγάλο, πολύ μεγαλύτερο ίσως είναι το πρόβλημα της Ιταλίας αλλά εν πάση περιπτώσει μπορούμε να τα βγάλουμε πέρα.

Και υπάρχει μια τρίτη που λέει ότι θα πρέπει, είναι η ευκαιρία να επιταχύνουμε την ενοποίηση τώρα. Να την επιταχύνουμε. Γιατί αν δεν επιταχύνουμε, εάν δηλαδή δεν κάνουμε ένα άλμα μπροστά, όσο δύσκολο κι αν είναι τότε τα πράγματα θα πάνε πολύ χειρότερα. Μ’ άλλο λόγο η αδράνεια, η επιβράδυνση, το business as usual, μας οδηγεί στη διάλυση, στο disintegration που λένε και οι Αγγλοσάξονες.

Θα πάμε σ’ ένα είδος big bang, σε μια μεγάλη δηλαδή ενοποιητική προσπάθεια.

Η άποψη αυτή εκφράζεται κυρίως από σοσιαλδημοκρατικές δυνάμεις αλλά όχι μόνο. Ο Γιουνκέρ π.χ., ο Πρόεδρος της Επιτροπή που δεν είναι ένας τυπικός, δεν είναι ένας σοσιαλδημοκράτης, αλλά δεν είναι κι ένας τυπικός συντηρητικός, εκφράζει αυτή την άποψη. Επομένως τι μπορεί να γίνει;

Νομίζω για το άμεσο μέλλον δε μπορούν να γίνουν πάρα πολλά σημαντικά πράγματα. Η Ευρώπη λίγο πολύ θα σέρνεται, θα πηγαίνει με πολύ βραδείς ρυθμούς. Γιατί; Διότι μεταξύ άλλων έχουν μπει στον εκλογικό κύκλο στην Ευρώπη. Κι ο εκλογικός κύκλος που σημαίνει εκλογές σε Ολλανδία, Γαλλία, Γερμανία, δηλαδή τις τρεις κεντρικές ιδρυτικές χώρες, και ένα βέβαιο δημοψήφισμα στην Ιταλία δεν επιτρέπει πάρα πολλά πράγματα.

Επομένως θα σέρνεται η κατάσταση για ένα μεγάλο χρονικό διάστημα μέσα στο οποίο μπορούν να γίνουν ορισμένα πράγματα για να ξανακερδηθεί η εμπιστοσύνη της ευρωπαϊκής κοινωνίας αλλά όχι θεαματικά. Αφού κλείσει ο κύκλος, αφού κλείσει αυτός ο κύκλος περίπου σε ενάμισι χρόνο ή κάτι τέτοιο, νομίζω ότι εκεί θα πάμε σε μια λογική επιτάχυνσης.

Νομίζω ότι εκεί το πιθανότερο είναι ότι θα πάμε σ’ ένα είδος big bang, σε μια μεγάλη δηλαδή ενοποιητική προσπάθεια, προκειμένου να πάμε σ’ ένα άλλο επίπεδο ενοποίησης, δεν ξέρω πώς θα τ’ ονομάσουμε, ίσως δεν έχει και τόσο μεγάλη σημασία το πώς θα τ’ ονομάσουμε. Αλλά πάντως θα πάμε. Αλλά προσέξτε, και αυτό έχει τεράστιο ενδιαφέρον. Δε θα πάμε όλοι μαζί, μ’ άλλα λόγια δε θα προχωρήσουμε. Είτε είμαστε 27 είτε παραμείνουμε 28. Θα πάμε σε μικρότερο κύκλο, γιατί κάποιοι δε θέλουν ή ενδεχομένως δε μπορούν να παρακολουθήσουν. Επομένως θα είμαστε σε μια μικρότερη ομάδα, σ’ έναν συνασπισμό των επιθυμούντων, ενδεχομένως αυτοί που μετέχουν στην Ευρωζώνη ή ακόμη και σε μικρότερο, και κατά συνέπεια θα προχωρήσουν μ’ αυτό τον τρόπο.

Όπως αντιλαμβάνεστε, το γεγονός ότι θα πάμε κάπως εκεί και αυτό είναι το διαφαινόμενο σενάριο, κανείς δε μπορεί να μιλήσει με βεβαιότητες, ιδιαίτερα σήμερα πλέον, αλλά πάντως με αυτό το σενάριο που διαφαίνεται, τίθεται ένα μεγάλο και κεντρικό ερώτημα και αυτό είναι το δεύτερο σημείο που θέλω να θίξω: Το δεύτερο σημείο είναι, σ’ αυτό το σενάριο, πού μπορεί να βρεθεί η Ελλάδα; Ποια θα είναι η θέση της Ελλάδας;

Ζήτημα χρέους αυτή τη στιγμή στην Ελλάδα δεν υπάρχει.

Κοιτάξτε, ν’ απαντήσω ως εξής: Πρώτον, ποια μπορεί να η θέση της Ελλάδας και ποια είναι η κατά κάποιον τρόπο βραχυχρόνια προοπτική της Ελλάδος, δηλαδή βραχυχρονίως πώς διαγράφεται η προοπτική της πάντοτε σε σχέση με την Ευρώπη. Θα έλεγα ότι αυτή τη στιγμή η προοπτική που διαγράφεται, είναι ότι η κυβέρνηση καλλιεργεί ένα μύθο, διότι περί μύθου πρόκειται , ότι θα υπάρξει διευθέτηση του χρέους και από τη στιγμή που θα υπάρχει διευθέτηση του χρέους, αυτό θα λειτουργήσει ως πανάκεια προκειμένου να ξεκλειδώσει η ανάπτυξη, να έρθουν οι επενδύσεις, να επιστρέψουμε στην κανονικότητα την αναπτυξιακή κτλ.

Λυπάμαι πολύ που θα το πω, αλλά πρόκειται για ένα μύθο, για να μη χρησιμοποιήσω κάποια άλλη σκληρότερη έκφραση. Γιατί; Διότι πάρα πολύ απλά, πέρα από το γεγονός ότι όπως πολύ καλά μπορεί ν’ αναλύσει ο Ευάγγελος Βενιζέλος θέμα χρέους, ζήτημα χρέους αυτή τη στιγμή στην Ελλάδα δεν υπάρχει αλλά και αν ακόμα υποθέσουμε ότι υπήρχε, το θέμα του χρέους έχει επιλυθεί, έχει διευθετηθεί με τη συγκατάθεση της ελληνικής πλευράς, της ελληνικής κυβέρνηση στις 25 Μαΐου του τρέχοντος έτους.

Έχουν αποφασισθεί όλα τα μέτρα και κυρίως έχει τεθεί ένα όριο πότε θα ληφθούν τα ουσιώδη μέτρα. Δηλαδή το 2018. Αυτό έχει συμφωνηθεί. Επομένως δεν υπάρχει απολύτως τίποτε προκειμένου να συμφωνηθεί αυτή τη στιγμή. Όπου το ερώτημα είναι, εάν η ελληνική πλευρά ήθελε νωρίτερη, ταχύτερη διευθέτηση γιατί συμφώνησε πάνω σ’ αυτό το κείμενο; Γιατί συμφώνησε στο κείμενο που παραπέμπεις το 2018 στα λεγόμενα μεσοπρόθεσμα και μακροχρόνια μέτρα και δεν παρέμεινε, εκσυγχρονιζόμενη, κάνοντας ένα updating, της απόφασης του 2012 που δεν έθετε κανένα χρονικό όριο απ’ ό,τι θυμάμαι Πρόεδρε;

Επομένως απλώς εδώ καλλιεργείται ένας μύθος, ο καθένας μπορεί να κάνει πάρα πολλές υποθέσεις για το τι μπορεί να εξυπηρετεί αυτός ο μύθος. Αλλά εάν πρόκειται να ληφθούν κάποια μέτρα, θα ληφθούν το 2018, ή εν πάση περιπτώσει οπωσδήποτε θα εφαρμοστούν το 2018 και όχι νωρίτερα. αποκλείεται να γίνει κάτι στο άμεσο μέλλον, πέρα από τα πολύ βραχυχρόνια που δε σημαίνουν σχεδόν τίποτα σε πρακτικό επίπεδο, τίποτε περισσότερο όπως είπα, πολύ περισσότερο και λόγω του εκλογικού κύκλου.

Κοιτάξτε, αν δεν κάνω λάθος, το 2019 έχουμε υποχρεώσεις ύψους 14 δισεκατομμυρίων ευρώ.. όπου το ερώτημα είναι: Εάν δεν έχει υπάρξει όπως δε θα υπάρξει ελάφρυνση του χρέους, και η Ελλάδα δεν επιστρέψει στις αγορές, το ερώτημα είναι ποιος θα καλύψει αυτό το κόστος; Η απάντηση είναι, εάν δεν είναι οι αγορές θα πρέπει να υπάρξει ένα άλλο, τέταρτο μνημόνιο.

Ήδη έχει αρχίσει να εμφανίζεται στον ορίζοντα, η απειλή του Grexit.

Επομένως το πιθανότερο σενάριο είναι ότι οδηγούμαστε σ’ ένα τέταρτο μνημόνιο ή ενδεχομένως, διότι και το 4ο μνημόνιο είναι προβληματικό αν θα δοθεί, να επανεμφανιστεί όπως ήδη έχει αρχίσει να εμφανίζεται στον ορίζοντα, η απειλή του Grexit. Με άλλα λόγια, να ξανατεθεί και πάλι θέμα εξόδου της χώρας από το ευρωσύστημα, αν και για να σας είμαι ειλικρινής, το βρίσκω ένα σενάριο κάπως δύσκολο. Αλλά πάντως όχι και εντελώς ουτοπικό, εντελώς εκτός πραγματικότητας.

Και έρχομαι να πω δυο λέξεις μόνο για τη μακροχρόνια προοπτική. Δηλαδή το μακροχρονίως τι γίνεται.. Βεβαίως, όπως είχε πει κάποιος «Μακροχρονίως όλοι θα ήμαστε νεκροί». Αλλά τα παιδιά μας θα ζουν και επομένως οφείλουμε να σκεφτόμαστε το τι θα γίνει μακροχρονίως.

Κοιτάξτε, πάρα πολύ σύντομα γιατί ο χρόνος δε μας το επιτρέπει, εκκινώ από την υπόθεση εργασίας ότι βασικώς το πρόβλημα της Ελλάδας. Αντίθετα δηλαδή με τις περιπτώσεις της Πορτογαλίας, Ιρλανδίας, Κύπρου, Ισπανία κτλ., όπου το πρόβλημα το οικονομικό που είχαν ήταν όντως οικονομικό πρόβλημα. κατά το μέγιστο βαθμό.

Kατά το μέγιστο βαθμό το πρόβλημα της Ελλάδος είναι πολιτικό. Με άλλα λόγια, η οικονομική κρίση βεβαίως έχει οικονομικά αίτια αλλά σε μεγάλο βαθμό υπήρξε το επιφαινόμενο, να χρησιμοποιήσω μαρξιστική ορολογία των πολιτικών παθογενειών της χώρας, του πολιτικού προβλήματος της χώρας.

Και επομένως θα πρέπει να λυθεί το πολιτικό ζήτημα της χώρας, το πολιτικό πρόβλημα της χώρας, για να μπορέσουμε να επιστρέψουμε σε μια ευρωπαϊκή κανονικότητα κι όταν λέω ευρωπαϊκή κανονικότητα, εννοώ να επιστρέψουμε στην Ευρώπη ως ισότιμο μέλος στον εσωτερικό πυρήνα και όχι σε καμία άλλη κανονικότητα γιατί τέτοια άλλη κανονικότητα δεν υπάρχει.

Το πρόβλημα της Ελλάδος είναι πολιτικό.

Υπάρχουν πολλές κανονικότητες, αλλά κοιτάξτε, αυτό για να γίνει νομίζω ότι απαιτούνται ορισμένες πολύ βασικές προϋποθέσεις: Η δύναμη που αυτή τη στιγμή ουσιαστικά λειτουργεί ως η δύναμη που μπλοκάρει αυτό που θα λέγαμε, που έχει το vita power, που προκάνει τη διαδικασία, είναι η δύναμη ΣΥΡΙΖΑ – ΑΝΕΛ.

Με άλλα λόγια, η επανατοποθέτηση, η συρρίκνωση αν θέλετε του ΣΥΡΙΖΑ, είναι μια βασική προϋπόθεση για να δρομολογήσουμε τις διαδικασίες προκειμένου να επιστρέψουμε στην κανονικότητα, την πολιτική κανονικότητα, που σημαίνει δημοκρατία κτλ., κράτος δικαίου, θα τ’ ακούσετε σε λίγο νομίζω πολύ περισσότερο, που πρακτικώς σημαίνει ότι ο ΣΥΡΙΖΑ θα πρέπει να επιστρέψει όχι απλώς στην αντιπολίτευση, θα πρέπει τουλάχιστον να επιστρέψει στην 3η θέση σε εκλογική δύναμη.

Διότι και σε 2η να είναι, θα ασκεί τη δύναμη του μπλοκαρίσματος. Το Β’ Power που δε θα επιτρέψει στη χώρα να προχωρήσει. Επομένως αυτό είναι μια πολύ βασική προϋπόθεση. Μια άλλη προϋπόθεση είναι να δημιουργηθεί ένας γνήσιος μεταρρυθμιστικός πόλος, σοσιαλδημοκρατικής Κεντροαριστεράς, Κεντρώας, Μεταρρυθμιστικής, δεν ξέρω πώς θα την ονομάσουμε, δεν έχει και τόσο μεγάλη σημασία, για να ισορροπήσει το ελληνικό πολιτικό σύστημα.

Τρίτον, θα πρέπει να υπάρξει ένα ελάχιστο κοινωνικό consensus πάνω στους μεγάλους, στους στρατηγικούς στόχους της χώρας και τέλος θα πρέπει να ηττηθεί βαθύτατα, θεμελιακά, καθολικά ο εθνολαϊκισμός. Και νομίζω ότι υπάρχουν κάποια σημάδια όπως ανέφερα και προηγουμένως προκειμένου να επιστρέψουμε στην πολιτική κανονικότητα και την ευρωπαϊκή κανονικότητα. Αλλά τα πράγματα είναι εξαιρετικά δύσκολα.

Η ελληνική κοινωνία έχει και τις δυνάμεις και τις προσωπικότητες για ν’ αποφύγει και το βρόντο και το λυγμό.

Κοιτάξτε, να κλείσω: Πριν δυο τρεις εβδομάδες έκλεισα τα 70 μου χρόνια. Σε όλη μου την ταπεινή επαγγελματική και επιστημονική διαδρομή, εργάστηκα για μια Ελλάδα δημοκρατική, ευρωπαϊκή, σύγχρονη με ανοιχτούς ορίζοντες. Η Ελλάδα των ανοιχτών οριζόντων. Και αυτή τη στιγμή θλίβομαι για τη θέση και αισθάνομαι μια απογοήτευση για τη θέση στην οποία βρίσκεται η χώρα

Και δε σας κρύβω ότι, με φοβίζουν οι εξελίξεις, τα γεγονότα. Κάποτε είχαν ρωτήσει τον Mc Milan τι τον φοβίζει περισσότερο στην πολιτική και είχε πει: «Τα γεγονότα αγαπητό μου παιδί, τα γεγονότα, οι εξελίξεις που έρχονται. Γιατί δεν ξέρω πώς μπορεί να τελειώσει αυτή η περιπέτεια. Μ’ ένα βρόντο ή μ’ έναν λυγμό. Ή ενδεχομένως και με τα δύο;».

Ελπίζω ότι η ελληνική κοινωνία έχει και τις δυνάμεις και τις προσωπικότητες για ν’ αποφύγει και το βρόντο και το λυγμό. Σας ευχαριστώ πολύ.


 * Ο Πίνακας που συνοδεύει το κείμενο, είναι:  Alfred Guillou (1844 - 1926), Adieu


** Για την ομιλία της Ρούλας Γεωργακοπούλου, δείτε εδώ: http://ekyklos.gr/sb/310-omilia-roylas-georgakopoylou.html

*** Για την ομιλία του Ευ. Βενιζέλου, δείτε εδώ: http://www.evenizelos.gr/407-speeches/conferencespeech/conferencespeech2016/5462-2016-10-25-16-06-10.html

Ιωακειμίδης, Παναγιώτης

Ο Π.Κ. Ιωακειμίδης είναι ομότιμος καθηγητήςευρωπαϊκής ενοποίησης και πολιτικής στο Τμήμα Πολιτικής Επιστήμης και Δημόσιας Διοίκησης του Πανεπιστημίου Αθηνών.Υπήρξε σύμβουλος για Ευρωπαϊκά θέματα του Πρωθυπουργού Κ. Σημίτη ( 1996-2004) . Ως πρεσβευτής/εμπειρογνώμων του Υπουργείου Εξωτερικών (1978-2004) έχει συμμετάσχει σε όλες τις σημαντικές διαπραγματεύσεις της ΕΕ, συμπεριλαμβανομένων των διαπραγματεύσεων για την ένταξη της Ελλάδας στη ΕΕ, των Διακυβερνητικών Διασκέψεων για την επεξεργασία της Ενιαίας Ευρωπαϊκής Πράξης, της Συνθήκης του Maastricht για την Ευρωπαϊκή Ένωση και της Συνθήκης του Amsterdam καθώς και των διαπραγματεύσεων για την διεύρυνση και την ένταξη της Κύπρου στην ΕΕ και των διαδοχικών  διαπραγματεύσεων για τη διαρθρωτική πολιτική , δημοσιονομικές προοπτικές και προϋπολογισμό της ΕΕ.
Υπήρξε ο εκπρόσωπος της Ελλάδας στη διαπραγμάτευση ( Διακυβερνητική Διάσκεψη) για τη σύνταξη της Συνθήκης της Νίκαιας και αναπλ. μέλος της Ευρωπαϊκής Συνέλευσης (Convention) για την επεξεργασία του Ευρωπαϊκού Συντάγματος και της Συνθήκης της Λισσαβώνας .
Υπήρξε μέλος των Διοικητικών Συμβουλίων του ΕΛΙΑΜΕΠ, του ΟΠΕΚ. Έχει πίσης χρηματίσει Πρόεδρος και Γενικός Διευθυντής του Ελληνικού Κέντρου Ευρωπαϊκών Μελετών (ΕΚΕΜ) και άλλων επιστημονικών ενώσεων. Έχει γράψει μεγάλο αριθμό βιβλίων και άρθρων για την Ευρωπαϊκή ενοποίηση, τις διεθνείς σχέσεις και την εξωτερική πολιτική της Ελλάδας και έχει διδάξει σε εκπαιδευτικά ιδρύματα της Ευρώπης και ΗΠΑ.
Είναι τακτικός αρθρογράφος της εφημερίδας ΤΑΝΕΑ