Τρίτη, 28 Ιουν 2016

Σχέδιο Δράσης για την αντιμετώπιση της προσφυγικής κρίσης και του μεταναστευτικού σε Ελλάδα και Ε.Ε.

αρθρο του:

Εισαγωγικές Παρατηρήσεις

Ο αριθμός των εκτοπισμένων και των προσφύγων που εγκατέλειψαν τις εστίες τους για να σωθούν από συρράξεις και διώξεις σε όλον τον κόσμο κατέρριψε κάθε ρεκόρ το 2015, φτάνοντας τα 65,3 εκατομμύρια, σύμφωνα με την ετήσια στατιστική έκθεση της Ύπατης Αρμοστείας του ΟΗΕ για τους Πρόσφυγες (UNHCR). Είναι μάλιστα η πρώτη φορά που σπάει το όριο των 60 εκατομμυρίων προσφύγων και εκτοπισμένων. Ο αριθμός αυτός είναι μεγαλύτερος από το συνολικό πληθυσμό της Βρετανίας και είναι σημαντικά αυξημένος σε σύγκριση με το 2014, όταν είχαν καταγραφεί 59,5 εκατομμύρια πρόσφυγες και εκτοπισμένοι παγκοσμίως. Την ίδια στιγμή, περίπου 300.000 νεοεισερχόμενοι αναμένεται να φθάσουν διά θαλάσσης από τη Λιβύη στην Ευρώπη εντός του έτους, σύμφωνα με επίσημες εκτιμήσεις της FRONTEX, ήτοι για 10.000 ανθρώπους την εβδομάδα. Δεν υπάρχει αμφιβολία ότι η προσφυγική κρίση είναι απότοκος των μεγάλων κρίσεων και συγκρούσεων στη Μέση Ανατολή και τη Βόρεια Αφρική. Ο επαναπροσδιορισμός των σφαιρών επιρροής σε Συρία και Ιράκ, στο πλαίσιο αναζήτησης μιας νέας ισορροπίας δυνάμεων στη Μ. Ανατολή (Ιράν, Τουρκία, Σαουδική Αραβία, Ρωσία, Η.Π.Α.), θα είναι μακρύς και δύσβατος, ενώ δεν πρέπει να παραβλέπουμε ότι η πρωτοβουλία των διεθνών κινήσεων ανήκει σε άλλους παράγοντες εκτός ΕΕ (ΗΠΑ, Ρωσία). Αυτό, ωστόσο, δεν σημαίνει ότι η Ευρώπη και ειδικότερα η Ελλάδα θα πρέπει να παραιτηθούν από ενέργειες, μέτρα και προσπάθειες αντιμετώπισης και διαχείρισης των προσφυγικών και μεταναστευτικών ροών. Αντίθετα, απαιτείται περισσότερο από ποτέ ένα Σχέδιο Δράσης για την Αντιμετώπιση της Προσφυγικής Κρίσης και του Μεταναστευτικού Προβλήματος σε Ελλάδα και Ε.Ε.  

Ενέργειες και Μέτρα σε Ευρωπαϊκό Επίπεδο

Η Ευρώπη έχει βυθιστεί τα τελευταία χρόνια σε μια επίμονη και ίσως παρατεταμένη περίοδο οικονομικής στασιμότητας που προκαλεί πρωτοφανή οικονομική και κοινωνική ζημιά. Το φιλόδοξο σχέδιο της Ευρωπαϊκής Ενοποίησης, το οποίο συνέλαβαν οραματιστές πολιτικοί μετά τον Β΄ Παγκόσμιο Πόλεμο με στόχο την εξασφάλιση της ειρήνης που δοκιμάστηκε τόσα σκληρά στη διάρκεια του 20ού αιώνα, και ενός προτύπου ανάπτυξης στην ευρωπαϊκή ήπειρο βασισμένο σε πολιτικές αλληλεγγύης, εκφυλίστηκε σε ένα άνευρο γραφειοκρατικό οικοδόμημα.

Η προσφυγική κρίση βρήκε την Ένωση απροετοίμαστη, χωρίς ενότητα και αλληλεγγύη.

Ο μεγαλύτερος, ωστόσο, κίνδυνος που αντιμετωπίζει η Ε.Ε. σήμερα είναι αυτός της εσωτερικής κατάρρευσης λόγω της αδυναμίας ή της έλλειψης βούλησης των κυβερνήσεων των κρατών-μελών να λάβουν έγκαιρα εκείνες τις αποφάσεις που επιβάλλουν οι νέες συνθήκες. Χαρακτηριστικό παράδειγμα αποτελεί η προσφυγική κρίση που βρήκε την Ένωση απροετοίμαστη, χωρίς ενότητα και αλληλεγγύη. Η μαζική έλευση προσφύγων κυρίως από τη Συρία και μαζί μεταναστών χωρίς νόμιμα έγγραφα από διάφορες χώρες, επηρεάζει έντονα τις ευρωπαϊκές κοινωνίες και την εσωτερική πολιτική κατάσταση σε όλες σχεδόν τις χώρες-μέλη της Ευρωπαϊκής Ένωσης, θέτει σε δοκιμασία τη Συνθήκη Σένγκεν και τους κανόνες του Δουβλίνου, όπως επίσης, αναδεικνύει τα όρια και τις ανεπάρκειες της εξωτερικής πολιτικής και πολιτικής ασφαλείας της Ευρώπης, αλλά και των αντίστοιχων εθνικών πολιτικών των κρατών-μελών της Ε.Ε.

Την ίδια στιγμή, η άνοδος ευρωσκεπτικιστικών και αντιευρωπαϊκών κομμάτων, διαφορετικών μεταξύ τους ιδεολογικών αποχρώσεων και εν πολλοίς αντιφατικών απόψεων, αλλά με κοινό παρονομαστή και βασικό πρόσημο τον λαϊκισμό και την ξενοφοβία, προκαλεί έντονη ανησυχία. Η κρίση με το ευρώ και η ραγδαία αύξηση των προσφυγικών και μεταναστευτικών ροών έχουν ενισχύσει φυγόκεντρες δυνάμεις στο εσωτερικό της Ένωσης και ταυτόχρονα απειλούν τους βασικούς πυλώνες του ευρωπαϊκού οικοδομήματος.

Η Ευρώπη βρίσκεται σήμερα σε ένα σταυροδρόμι: Μεταξύ μιας ηπείρου στην οποία θα μας χωρίζουν πάλι σύνορα και εθνοκεντρικοί εγωισμοί από τη μία, και από την άλλη μιας ηπείρου η οποία κατορθώνει να βρει από κοινού απαντήσεις στα προβλήματά της: με μια κοινή ευρωπαϊκή πολιτική ασύλου, με τον κοινό αγώνα κατά των βαθύτερων αιτίων της προσφυγικής κρίσης. Ακριβώς αυτό είναι το πεδίο όπου πρέπει να αναδειχθεί το πολιτικό, αλλά και ουσιαστικά νομικό θέμα της αρχής της αλληλεγγύης για την κατανομή των ευθυνών στην ΕΕ.

Εάν δεν κάνουμε κάτι, αυτό θα γίνει από μόνο του και με τρόπο που δεν θα ευχαριστεί κανένα.

Στο πλαίσιο αυτό, απαιτείται η λήψη μιας σειράς βραχυπρόθεσμων και μακροπρόθεσμων μέτρων για την αποτελεσματικότερη διαχείριση των προσφυγικών και μεταναστευτικών ροών πάνω στη βάση των δύο αλληλένδετων αρχών της ευθύνης και της αλληλεγγύης, όπως είναι: 1) η αναθεώρηση των προβλέψεων για εξέταση των αιτημάτων ασύλου από τη χώρα πρώτης εισόδου (Κανονισμός Δουβλίνο) 2) η δημιουργία hot spots στα κράτη πρώτης γραμμής, όπως η Ιορδανία, ο Λίβανος και η Τουρκία, 3) η καθιέρωση μηχανισμού υποχρεωτικής ανακατανομής στο εσωτερικό της Ε.Ε. τόσο αναγνωρισμένων προσφύγων όσο και αιτούντων άσυλο με δίκαιο και αναλογικό τρόπο, 4) η ενίσχυση της Frontex και η μετεξέλιξή της σε ένα κοινό λιμενικό σύστημα, σε μία ευρωπαϊκή υπηρεσία προστασίας των συνόρων, 5) η θέσπιση Ευρωπαϊκού Ασύλου ώστε οι αλλοδαποί να ζητούν άσυλο από την Ε.Ε. συνολικά και να κατανέμονται αναλογικά στα κράτη μέλη, 6) η ενίσχυση του εθελοντικού επαναπατρισμού παράτυπων οικονομικών μεταναστών σε συνεργασία με τον Διεθνή Οργανισμό Μετανάστευσης και την Ε.Ε, 7) η παροχή αναπτυξιακής βοήθειας στις χώρες προέλευσης υπό την προϋπόθεση ότι θα πρέπει να δέχονται πίσω τους πολίτες τους που δεν γίνονται δεκτοί στην Ε.Ε., 8) η ανάπτυξη νόμιμων εναλλακτικών οδών για την αναζήτηση της προστασίας στην Ευρώπη. Η κατεύθυνση είναι πλέον γνωστή. Απαιτούνται, ωστόσο, τολμηρές ριζοσπαστικές κινήσεις που να στέκονται στο ύψος των περιστάσεων. Απαιτούνται τολμηρές ριζοσπαστικές κινήσεις που να στέκονται στο ύψος των περιστάσεων, γιατί διαφορετικά, όπως είπε ο Άγγλος φιλόσοφος του 19ου αιώνα Τ. Carlyle, «εάν δεν κάνουμε κάτι, αυτό θα γίνει από μόνο του και με τρόπο που δεν θα ευχαριστεί κανένα» 

Ενέργειες και Μέτρα σε Εθνικό Επίπεδο

Η Ελλάδα κατέστη πολύ γρήγορα δυστυχώς όχι απλώς μέρος του προβλήματος, αλλά ένας παρίας που εκλιπαρεί την αλληλεγγύη φίλων και εταίρων με τους οποίους αρχικά συγκρούστηκε και στη συνέχεια (χωρίς καμία έκπληξη) απομονώθηκε. Οι αδάμαστες ιδεολογικές αγκυλώσεις της Ελληνικής Κυβέρνησης και η επίμονη αλλοίωση της εξωτερικής πραγματικότητας, προκειμένου να σιτιστεί ο αδηφάγος λαϊκισμός της, την οδηγούν σε ενέργειες που εκθέτουν τη χώρα στους κινδύνους που συνεπάγεται η εφαρμογή μιας εν πολλοίς ανακόλουθης, άρρυθμης και ασυνάρτητης εξωτερικής πολιτικής. Η Ελλάδα παραμένει μέχρι και σήμερα (μετά τα capital controls) με κλειστά τα βόρεια σύνορά και επιτηρούμενα τα ανατολικά θαλάσσια σύνορα της. Η εξέλιξη αυτή δυστυχώς δεν ήταν αναπότρεπτη. Η ελληνική κυβέρνηση όμως εξάντλησε την πολιτική της σε επικοινωνιακά τρικ και σε μια ανέξοδη (αριστερίστικη) ρητορεία περί «ανθρωπισμού» περνώντας πολύ γρήγορα τα λάθος μηνύματα προς όλες τις κατευθύνσεις. Αντί μιας στρατηγικής αποτροπής υιοθετήθηκε μια πολιτική ανοικτών συνόρων. Αντί μιας στρατηγικής υποδοχής και διαχωρισμού των ροών υποστηριζόταν ότι όλοι οι εισερχόμενοι ήταν πρόσφυγες, παραγνωρίζοντας ότι μεταξύ των Σύρων προσφύγων συνέρρεα και χιλιάδες παράτυποι οικονομικοί μετανάστες. Αντί να επεκτείνει τα Κέντρα Κράτησης και τα ΚΕ.Π.Υ. (hotspots), η ελληνική κυβέρνηση επέλεξε να καταργήσει κάθε υποδομή διαχείρισης προσφύγων και μεταναστών και να τους αφήσει να «λιάζονται» και στη συνέχεια να «εξαφανίζονται», με την κουτοπόνηρη σκέψη ότι απλά θα περνούν από την Ελλάδα και θα πηγαίνουν στους «κουτόφραγκους» της Ευρώπης.

Η ελληνική κυβέρνηση εξάντλησε την πολιτική της σε επικοινωνιακά τρικ και σε μια ανέξοδη αριστερίστικη ρητορεία.

Η Ελλάδα χρειάζεται να διαμορφώσει και να παρουσιάσει ένα Σχέδιο Εθνικής Στρατηγικής για το Προσφυγικό. Μεταξύ άλλων απαιτούνται: 1) πλήρης και ορθή λειτουργία όλων των hot spots, έτσι ώστε αυτή τη φορά να εξασφαλιστεί μια αξιόπιστη και αποτελεσματική διαδικασία ταυτοποίησης, δακτυλοσκόπησης και ταυτοποίησης των νεοεισερχομένων, 2) ρητή δέσμευση ότι τα κέντρα καταγραφής (hot spot) δεν θα λειτουργήσουν ως δομές μακροχρόνιας φιλοξενίας, 3) διαφάνεια στη λειτουργία των ΜΚΟ μέσω της δημιουργίας ενός αξιόπιστου μητρώου ΜΚΟ σε κεντρικό επίπεδο προκειμένου επί του πεδίου να δραστηριοποιούνται μόνο οργανώσεις που έχουν πιστοποιηθεί από τις ελληνικές αρχές, 4) διαχωρισμός προσφύγων-μεταναστών, 5) μεταφορά των μεν πρώτων σε ελεγχόμενες ανοιχτές δομές φιλοξενίας των δε παράτυπων (οικονομικών) μεταναστών σε κλειστού τύπου προαναχωρησιακά κέντρα, προκειμένου στη συνέχεια να ακολουθήσει η διαδικασία των επιστροφών στις χώρες προέλευσης, 6) ταχύτερη διεκπεραίωση των αιτήσεων ασύλου, 7) ενίσχυση του εθελοντικού επαναπατρισμού παράτυπων οικονομικών μεταναστών, 8) συστηματική υποβολή αιτημάτων επανεισδοχής προς την Τουρκία (αρκεί μόνο να σημειωθεί ότι το 2015 εισήλθαν στην Ελλάδα 876.232 και υποβλήθηκαν μόλις 12.149 αιτήσεις για επιστροφή στη γείτονα χώρα), 9) εντατικοποίηση των ελέγχων νομιμοποιητικών εγγράφων σε ολόκληρη την ελληνική επικράτεια, 10) σύσταση δικτύων υγειονομικής παρακολούθησης και επιδημιολογικής επιτήρησης, 11) δημιουργία τάξεων υποδοχής για τα παιδιά των προσφύγων στα ελληνικά σχολεία, 12) άμεση λειτουργία της Ειδικής Υπηρεσίας Διαχείρισης χρημάτων από το νέο Ευρωπαϊκό Ταμείο για το Άσυλο, τη Μετανάστευση και την Ένταξη, το οποίο έχει συσταθεί από τον Ιούλιο του 2015, αλλά δεν έχει λειτουργήσει μέχρι σήμερα.

Μαζί με τα ανωτέρω η Ελληνική Κυβέρνηση θα πρέπει να θέσει με επίταση ενώπιων των ευρωπαϊκών οργάνων: α) την αναθεώρηση του Κανονισμού Δουβλίνο, β) την καθιέρωση μηχανισμού υποχρεωτικής ανακατανομής στο εσωτερικό της Ε.Ε., γ) τη δημιουργία κοινού ευρωπαϊκού συστήματος ασύλου, δ) τη σύσταση Ευρωπαϊκής Ακτοφυλακής και Συνοριακής, όπως επίσης δ) άμεσα θα πρέπει να κατατεθεί αίτημα για ενεργοποίηση της Ευρωπαϊκής Οδηγίας 55/2001 για την Προσωρινή Προστασία, η οποία ενεργοποιείται σε περίπτωση μαζικής εισροής εκτοπισθέντων και δίνει τη δυνατότητα μεταφοράς των εκτοπισθέντων σε άλλα κράτη σε εθελοντική βάση. Λαμβάνοντας υπόψη ότι ένα μεγάλο ποσοστό των εγκλωβισμένων στην ελληνική επικράτεια έχουν προσφυγικά χαρακτηριστικά, ενώ η διαδικασία του relocation παρουσιάσει πενιχρά αποτελέσματα, η ενεργοποίηση της εν λόγω οδηγίας θα συμβάλλει καθοριστικά στον απεγκλωβισμό των ιδίων αλλά και την ανακούφιση της χώρας.    

Αντί Επιλόγου: Η Επιτροπή δείχνει το δρόμο· τα κράτη θα ακολουθήσουν;

Δεν υπάρχει αμφιβολία ότι όλο αυτό το διάστημα τα ευρωπαϊκά κράτη προσπάθησαν να μεταφέρουν το βάρος ευθύνης για τη διαχείριση της μεταναστευτικής κρίσης στα κράτη πρώτης υποδοχής (Ελλάδα) και σήμερα πλέον σε ένα κράτος μη μέλος της Ε.Ε. (Τουρκία). Η Επιτροπή, αντίθετα, από την πρώτη τη στιγμή έδειξε το δρόμο για μια συνολική και ευρωπαϊκή απάντηση στη μεγαλύτερη προσφυγική κρίση μετά το Β΄ Παγκόσμιο Πόλεμο. Η Ευρωπαϊκή agenda για την μετανάστευση που παρουσιάστηκε τον Μάιο του 2015 αποτέλεσε την πρώτη άμεση απάντηση της Ένωσης στο δράμα των χιλιάδων μεταναστών που με κίνδυνο της ζωής τους επιχειρούν να διασχίσουν τη Μεσόγειο, εισάγοντας για πρώτη φορά έννοιες όπως αυτή της εσωτερικής μετεγκατάστασης (relocation) και της μετεγκατάστασης (settlement). Τον περασμένο μήνα η Επιτροπή κατέθεσε πρόταση για την αναθεώρηση του Κανονισμού του Δουβλίνου και τη μετάβαση σε νέο σύστημα κατανομής αιτούντων άσυλο μόνιμου χαρακτήρα, βασισμένο σε κριτήρια όπως είναι το μέγεθος, ο πλούτος και η ικανότητα απορρόφησης του κάθε κράτους-μέλους, την ενδυνάμωση του συστήματος Eurodac, όπως επίσης τη μετεξέλιξη του EASO σε «Ευρωπαϊκή Υπηρεσία Ασύλου» με ενισχυμένες αρμοδιότητες και της FRONTEX σε μια ευρωπαϊκή ακτοφυλακή-συνοριοφυλακή. Η Επιτροπή επανήλθε προ ημερών με ένα σχέδιο δράσης για την ενίσχυση της συνεργασίας με τρίτες χώρες, την προσέλκυση μεταναστών υψηλής ειδίκευσης, καθώς και τη στήριξη των κρατών μελών όσον αφορά την ένταξη και την αξιοποίηση υπηκόων τρίτων χωρών, ώστε αυτοί να συμβάλλουν στην οικονομική και κοινωνική ανάπτυξη της ΕΕ. Το ερώτημα πλέον που μένει να απαντηθεί είναι εάν τα κράτη της Ένωσης θέλουν και μπορούν να ακολουθήσουν.

Μπαίνουμε σε αχαρτογράφητα νερά, ας ελπίσουμε όχι και χωρίς πυξίδα.

Το Brexit αναμένεται χωρίς αμφιβολία να προκαλέσει ένα κλίμα αβεβαιότητας και αμφισβήτησης με ενίσχυση των φυγόκεντρων δυνάμεων. Μια ολοκληρωμένη αντιμετώπιση της προσφυγικής κρίσης θα προϋπέθετε ένα θεσμικό περιβάλλον ενισχυμένης ευρωπαϊκής ολοκλήρωσης και εμβάθυνσης και όχι μια Ευρώπη της μεταβλητής γεωμετρίας και των πολλαπλών ταχυτήτων που κατά την εκτίμησή μας δυστυχώς το επόμενο διάστημα θα δούμε να ξεδιπλώνεται. Με άλλα λόγια, το περιβάλλον δεν θα είναι πλέον ευνοϊκό, όσο ήταν φυσικά, για πολιτικές αλληλεγγύης και δίκαιης κατανομής των βαρών. Αντίθετα, θα πρέπει να είμαστε προετοιμασμένοι, και αυτό αφορά άμεσα την Ελλάδα, να δούμε τις χώρες της ανατολικής Ευρώπης (Πολωνία, Τσεχία, Ουγγαρία, Σλοβακία) να επιμένουν ακόμα περισσότερο στη θέση τους ότι πρέπει να απομονωθεί η Ελλάδα μέσω του «σφραγίσματος» των βορείων συνόρων με την πΓΔΜ και τη Βουλγαρία, τις ισχυρές ευρωπαϊκές ηγεσίες να βάζουν σε δεύτερο πλάνο το προσφυγικό και πάντως εξαιρετικά απρόθυμες να παράσχουν κάτι άλλο εκτός από την γνωστή τεχνική και οικονομική βοήθεια. Την ίδια στιγμή, σε δήλωσή του, ο Τούρκος Πρόεδρος υποστήριξε ότι η Τουρκία θα πρέπει να ακολουθήσει το δρόμο της Βρετανίας και να προχωρήσει σε δημοψήφισμα αναφορικά με το αν πρέπει να συνεχιστούν οι προσπάθειες για ένταξη της χώρας στην ΕΕ, για να συμπληρώσει με νόημα ο Υπουργός Εξωτερικών της γειτονικής χωράς, «Η Ένωση έχει ανάγκη την Τουρκία όσο ποτέ άλλοτε». Σημειώστε ότι οι παραπάνω δηλώσεις έρχονται σε συνέχεια των απειλών από την τουρκική πλευρά για πάγωμα της συμφωνίας σε περίπτωση που δεν προχωρήσει η συμπεφωνημένη κατάργηση της βίζας για τούρκους πολίτες. Μπαίνουμε χωρίς αμφιβολία σε αχαρτογράφητα νερά, ας ελπίσουμε όχι και χωρίς πυξίδα.


* Ο Πίνακας που συνοδεύει το κείμενο, είναι: Andreas Achenbach (1815 -1910), Ships in a Storm on the Dutch Coast 1854

Μπαξεβάνης, Χρήστος

Ο Χρήστος Μπαξεβάνης ζει και εργάζεται στη Θεσσαλονίκη. Είναι πτυχιούχος του Τμήματος Νομικής/ΑΠΘ και Διδάκτωρ Δημοσίου Διεθνούς Δικαίου. Κατέχει μεταπτυχιακά διπλώματα ειδίκευσης στον κλάδο των Διεθνών Σπουδών του οικείου Τμήματος, και στον κλάδο της Ανάλυσης και Επίλυσης Διεθνών Συγκρούσεων του Πανεπιστημίου του Bradford (Η.Β.). Διετέλεσα Πρόεδρος στις Επιτροπές Προσφυγών της Υπηρεσίας Ασύλου. Δίδαξε στο Τμήμα Πολιτικών Επιστημών του Δημοκρίτειου Πανεπιστημίου Θράκης (Π.Δ. 407/80), ενώ υπήρξε βοηθός διδασκαλίας στα γνωστικά αντικείμενα του Δημοσίου Διεθνούς Δικαίου και των Διεθνών Σχέσεων σε προπτυχιακό και μεταπτυχιακό επίπεδο, του Τομέα Διεθνών Σπουδών του Τμήματος Νομικής/ΑΠΘ, καθώς και Εισηγητής σε Σεμινάρια Δημοσίου Διεθνούς Δικαίου & Διεθνών Σχέσεων, Ευρωπαϊκού Δικαίου και Ευρωπαϊκών Πολιτικών, στον Εκπαιδευτικό Όμιλο Γ. Καρφή, Θεσσαλονίκη. Είναι Επιστημονικός Συνεργάτης του Κέντρου Διεθνούς και Ευρωπαϊκού Οικονομικού Δικαίου, μέλος της Ελληνικής Εταιρίας Διεθνούς Δικαίου και Διεθνών Σχέσεων καθώς και της Ελληνικής Ένωσης για τα Δικαιώματα του Ανθρώπου. Συμμετέχει με ανακοινώσεις σε συνέδρια ενώ άρθρα και μελέτες του έχουν δημοσιευτεί στην Ελλάδα και στο εξωτερικό. Τα επιστημονικά ενδιαφέροντά του περιλαμβάνουν το Σύστημα των Ηνωμένων Εθνών και της Ε.Ε, την ανάλυση και επίλυση διεθνών διαφορών, το κοινό ευρωπαϊκό σύστημα ασύλου και την εν γένει διαχείριση των μεταναστευτικών ροών. Είναι Δικηγόρος Θεσσαλονίκης και Μέλος του ΔΣΘ από το 2005.