Δευτέρα, 09 Οκτ 2017

Ισπανικές αναταράξεις – Ευρωπαϊκές επιπτώσεις – Εθνικές προεκτάσεις

αρθρο του:

Σύμφωνα με την παραδοσιακή και κρατούσα άποψη του διεθνούς δικαίου, το δικαίωμα της αυτοδιάθεσης αναγνωρίζεται μόνο σε λαούς που τελούν υπό αποικιακό καθεστώς, ξενική κατοχή ή ρατσιστικό καθεστώς φυλετικών διακρίσεων. Οι μειονότητες δεν αποτελούν από μόνες τους έναν λαό και για τον λόγο αυτό δεν έχουν δικαίωμα στην αρχή της αυτοδιάθεσης. Η θεωρία, η οποία προστατεύει τα δικαιώματα των μειονοτήτων και τους δίνει το δικαίωμα να αποσχιστούν, όταν οι συγκεκριμένες ομάδες δέχονται θεσμικές διακρίσεις, καταπιέσεις ή μαζικές εθνοτικές εξοντώσεις, ονομάζεται «θεραπευτική απόσχιση» (Remedial Secession). Η θεωρία υποστηρίζει, ότι σε περίπτωση που μια ομάδα είναι θύμα σημαντικής παραβίασης θεμελιωδών ανθρωπίνων και πολιτικών δικαιωμάτων, μέσω καταχρηστικής άσκησης εξουσίας από το κράτος, τότε, το διεθνές δίκαιο αναγνωρίζει το δικαίωμα στην προσβεβλημένη ομάδα να αποσχιστεί από το κράτος. Ακόμη, ωστόσο, και από τους υποστηρικτές της απόσχισης υποστηρίζεται, ότι η θεραπευτική απόσχιση θα πρέπει να είναι η τελευταία των λύσεων και μόνο όταν έχουν εξαντληθεί όλα τα άλλα μέσα. Εάν τα μέτρα που λαμβάνονται ανά περίπτωση δεν είναι άμεσα διαθέσιμα ή αποτελεσματικά, μόνο τότε το αίτημα για την απόσχιση μπορεί να γίνει δεκτό ως έσχατη λύση ανάγκης. Αν το αποσχιστικό κίνημα, ενώ έχει εναλλακτικές λύσεις δεν τις αποδέχεται και προχωρά σε απόσχιση, τότε η απόσχιση δεν μπορεί να θεωρηθεί νόμιμη. Είναι λοιπόν προφανές η περίπτωση των Καταλανών δεν εμπίπτει σε καμία από τις ανωτέρω περιπτώσεις, αρκεί και μόνο να λάβει κανείς υπόψη του ότι η Καταλονία, ως μία από τις 16 Αυτόνομες Περιφέρειες-Κοινότητες του Βασιλείου της Ισπανίας, απολαμβάνει μαζί με την Χώρα των Βάσκων τη μεγαλύτερη αυτονομία από τις λοιπές Περιφέρειες.

Η περίπτωση των Καταλανών δεν εμπίπτει στη «θεραπευτική απόσχιση».

Προκειμένου να κατανοήσει κανείς τις συνέπειες μιας μονομερούς απόσχισης, αρκεί να σκεφτεί πως η πλούσια γη της Καταλονίας αποτελεί κινητήριο δύναμη για την οικονομία των Ισπανών. Χωρίς την Καταλονία, η Ισπανία θα χάσει το 16% του πληθυσμού της, το 25% των εξαγωγών της και το 19% του ΑΕΠ της. Η Βαρκελώνη αποτελεί μακράν τον πρώτο τουριστικό προορισμό σε ολόκληρη τη χώρα και έναν από τους κορυφαίους σε όλο τον κόσμο, με τα έσοδα καθαρά από την άφιξη και διαμονή τουριστών να φτάνουν σε δυσθεώρητα ύψη. Το σημαντικότερο δε όλων είναι το γεγονός ότι αν η Καταλονία κατορθώσει όντως να γίνει ανεξάρτητη πέραν από αυτόνομη, το μέλλον της Ισπανίας ως ενιαίο κράτος θα είναι άκρως αβέβαιο. Πολύ δύσκολα θα μπορέσει να συγκρατήσει μέσα στους κόλπους της τη Χώρα των Βάσκων και τη Γαλικία, ενώ καθόλου βέβαιη δεν μπορεί να θεωρηθεί η παραμονή των νησιωτικών συμπλεγμάτων των Καναρίων, αλλά και των Βαλεαρίδων νήσων. Περαιτέρω, μια Ισπανία ακρωτηριασμένη θα δυσκολευόταν να διαδραματίσει σημαντικό ρόλο και να καταλάβει σημαίνουσα θέση στην επερχόμενη αναδιαμόρφωση του  πλαισίου της ευρωπαϊκής ολοκλήρωσης, ενώ παράλληλα  θα αποδυναμωνόταν και η θέση της στους ευρωατλαντικούς θεσμούς και κυρίως στην νέα αρχιτεκτονική της ευρωατλαντικής ασφάλειας.

Δεν υπάρχει αμφιβολία ότι ήταν ολέθριο λάθος του Ισπανού Πρωθυπουργού να μην εκτιμήσει έγκαιρα το μέχρι που μπορούσε να φθάσει το αποσχιστικό κίνημα στην Καταλονία. Έχασε έτσι πολύτιμό χρόνο απαραίτητο για την προετοιμασία αποτελεσματικής πολιτικής αντιμετώπισης τόσο στο εσωτερικό όσο και στο εξωτερικό. Η οξεία μάλιστα αντίδραση της ισπανικής κυβέρνησης οδήγησε ακόμα και τους μετριοπαθείς Καταλανούς στο ίδιο στρατόπεδο με τους ακραίους συμπατριώτες τους, καθώς το ζήτημα λαμβάνει πλέον εθνοτικό περιεχόμενο εκτός από αμιγώς πολιτικο-οικονομικό.

Εξίσου βέβαια προβλήματα θα αντιμετώπιζε και μια ανεξάρτητη Καταλονία, η οποία δεν είναι απολύτως βέβαιο ότι θα μπορούσε να ανταπεξέλθει οικονομικά εάν δεν παραμείνει μέρος της Ισπανίας. Οι εξαγωγές αυτοκινήτων που κατασκευάζονται σε καταλανικά εργοστάσια διοχετεύονται κυρίως στις χώρες-μέλη της Ε.Ε.. Ως τρίτη χώρα, η Καταλονία θα έπρεπε να πληρώσει δασμούς και να κλείσει σχετική εμπορική συμφωνία με την Ευρωπαϊκή Ένωση. Εκτός αυτού, η Γαλλία είναι η χώρα με την οποία συνορεύει και από την οποία διακινούνται, από και προς την Ισπανία, άνθρωποι και αγαθά. Η Γαλλία, σε περίπτωση απόσχισης της Καταλονίας, θα μετατρεπόταν σε εξωτερικό σύνορο της Ε.Ε. γεγονός το οποίο δεν θα μπορούσε να γίνει τόσο εύκολα αποδεκτό.

Τα αποσχιστικά κινήματα αποτελούν νάρκη στα θεμέλια της ενοποιητικής προσπάθειας.

Τις τρεις τελευταίες δεκαετίες, η Ευρώπη έζησε μεγάλες αλλαγές συνόρων ύστερα από ιστορικής σημασίας ανατροπές όπως ήταν η πτώση του Τείχους του Βερολίνου, η διάλυση της Σοβιετικής Ένωσης, οι πόλεμοι στη Γιουγκοσλαβία και, τελευταία, η κρίση στην Ουκρανία. Είναι η πρώτη φορά, όμως, μεταψυχροπολεμικά, όπου μια χώρα της Δυτικής Ευρώπης, μέλος της Ε.Ε. και του ΝΑΤΟ απειλείται με διάσπαση. Με αφορμή το δημοψήφισμα για την ανεξαρτησία της Καταλονίας, οι εκπρόσωποι στην Κομισιόν υπενθυμίζουν το «δόγμα» Μπαρόζο, το οποίο ισχύει στην Ε.Ε. από το 2004 και το οποίο πήρε το όνομά του από τον πρώην πρόεδρο της Κομισιόν. Σύμφωνα με αυτό, ένα νέο κράτος στο οποίο προκύπτει από απόσχιση από κάποιο κράτος-μέλος της Ε.Ε. και κηρύσσει την ανεξαρτησία του δεν αποτελεί τμήμα της Ε.Ε. και πολύ περισσότερο δεν είναι αυτοδικαίως νέο μέλος. Σε περίπτωση πάντως που η Καταλονία ανεξαρτητοποιείτο θα μπορούσε να καταθέσει αίτηση για ένταξη στην Ε.Ε. Τονίζεται, ωστόσο, ότι για να ενταχθεί μια χώρα στην ΕΕ απαιτείται ομοφωνία όλων των υπολοίπων μελών, κατά συνέπεια και της Ισπανίας.

Μια ενδεχόμενη απόσχιση ανησυχεί βάσιμα πολλές ευρωπαϊκές χώρες, που φοβούνται ότι ένας «σεισμός» στην Καταλωνία θα μπορούσε να αφυπνίσει επικίνδυνα τεκτονικά ρήγματα και αλλού προκαλώντας επιπρόσθετους κλυδωνισμούς στο ευρωπαϊκό οικοδόμημα μετά το Brexit. Στο Βέλγιο υπάρχουν αποσχιστικές τάσεις που εκφράζονται από το όχι ευκαταφρόνητο Φλαμανδικό Εθνικιστικό Κόμμα, στην Ιταλία κατά διαστήματα έχει τοποθετηθεί με τέτοιο τρόπο η Λίγκα του Βορά ενώ υπάρχουν και αλλού εθνοτικές μειονοτικές ομάδες που ναι μεν οι ακραίες αποσχιστικές φωνές προς το παρόν δεν απηχούν την πλειοψηφία αλλά δυστυχώς όπως αποδείχτηκε στην πράξη οι συνθήκες αλλάζουν όπως στην Ουγγρική μειονότητα στην Σλοβακία αλλά και στην Ρουμανία. Δεν υπάρχει, λοιπόν, αμφιβολία ότι τα αποσχιστικά κινήματα αποτελούν νάρκη στα θεμέλια της ενοποιητικής προσπάθειας, ακριβώς γιατί το Ευρωπαϊκό στοίχημα αφορά την ενοποίηση και όχι την κατάτμηση της Ευρώπης που, τελικά, οδηγεί στην αποδυνάμωση της θέσης της στο παγκόσμιο γίγνεσθαι.

Σε ότι αφορά τέλος την Ελλάδα, θα πρέπει να είμαστε ιδιαίτερα προσεκτικοί, καθώς δεν είναι δυνατόν, για λόγους εθνικού συμφέροντος, να υποστηρίζονται διαδικασίες απόσχισης  από συμπαγείς εθνοτικές ή ακόμα και θρησκευτικές-πολιτισμικές ομάδες που διαβιούν  σε συγκεκριμένες περιοχές μόνο και μόνο επειδή μπορεί να είναι ενεργές ή ακόμα και να αποτελούν εν δυνάμει πλειοψηφική τάση, ειδικά αν λάβει κανείς υπόψη του τη ρευστή γεωπολιτική κατάσταση στην Βαλκανική. Με άλλα λόγια, η ελληνική αντίδραση, ιδιαιτέρως στην επίσημη εκδοχή της, δεν μπορεί να βασίζεται σε επιφανειακούς συναισθηματισμούς, επιλεκτικές δημοκρατικές ευαισθησίες και σε μια ανέξοδη λαϊκιστική ρητορική. Τα γεγονότα στην Ισπανία δύναται να επιφέρουν απρόβλεπτες επιπτώσεις σε περιφερειακό επίπεδο και να οδηγήσουν σε αχαρτογράφητα νερά το μέλλον της Ευρώπης. Για αυτό ακριβώς το λόγο απαιτείται η μέγιστη δυνατή ψυχραιμία και σοβαρότητα από όλους μας.


* Ο Πίνακας που συνοδεύει το κείμενο, είναι: "Science Charity", Pablo Picasso 

Μπαξεβάνης, Χρήστος

Ο Χρήστος Μπαξεβάνης ζει και εργάζεται στη Θεσσαλονίκη. Είναι πτυχιούχος του Τμήματος Νομικής/ΑΠΘ και Διδάκτωρ Δημοσίου Διεθνούς Δικαίου. Κατέχει μεταπτυχιακά διπλώματα ειδίκευσης στον κλάδο των Διεθνών Σπουδών του οικείου Τμήματος, και στον κλάδο της Ανάλυσης και Επίλυσης Διεθνών Συγκρούσεων του Πανεπιστημίου του Bradford (Η.Β.). Διετέλεσα Πρόεδρος στις Επιτροπές Προσφυγών της Υπηρεσίας Ασύλου. Δίδαξε στο Τμήμα Πολιτικών Επιστημών του Δημοκρίτειου Πανεπιστημίου Θράκης (Π.Δ. 407/80), ενώ υπήρξε βοηθός διδασκαλίας στα γνωστικά αντικείμενα του Δημοσίου Διεθνούς Δικαίου και των Διεθνών Σχέσεων σε προπτυχιακό και μεταπτυχιακό επίπεδο, του Τομέα Διεθνών Σπουδών του Τμήματος Νομικής/ΑΠΘ, καθώς και Εισηγητής σε Σεμινάρια Δημοσίου Διεθνούς Δικαίου & Διεθνών Σχέσεων, Ευρωπαϊκού Δικαίου και Ευρωπαϊκών Πολιτικών, στον Εκπαιδευτικό Όμιλο Γ. Καρφή, Θεσσαλονίκη. Είναι Επιστημονικός Συνεργάτης του Κέντρου Διεθνούς και Ευρωπαϊκού Οικονομικού Δικαίου, μέλος της Ελληνικής Εταιρίας Διεθνούς Δικαίου και Διεθνών Σχέσεων καθώς και της Ελληνικής Ένωσης για τα Δικαιώματα του Ανθρώπου. Συμμετέχει με ανακοινώσεις σε συνέδρια ενώ άρθρα και μελέτες του έχουν δημοσιευτεί στην Ελλάδα και στο εξωτερικό. Τα επιστημονικά ενδιαφέροντά του περιλαμβάνουν το Σύστημα των Ηνωμένων Εθνών και της Ε.Ε, την ανάλυση και επίλυση διεθνών διαφορών, το κοινό ευρωπαϊκό σύστημα ασύλου και την εν γένει διαχείριση των μεταναστευτικών ροών. Είναι Δικηγόρος Θεσσαλονίκης και Μέλος του ΔΣΘ από το 2005.