Τετάρτη, 09 Μαρ 2016

Η «Ημιτελής» Σύνοδος, το ανατολίτικο παζάρι & η «Μικρά πλην έντιμος Ελλάς»

αρθρο του:

Σε πολύωρο ανατολίτικο παζάρι γεμάτο ανατροπές, καθώς ξεδιπλώθηκαν οι αντικρουόμενες εθνικές στρατηγικές διαφόρων κρατών-μελών της Ε.Ε., εξελίχθηκε η Ευρωπαϊκή Σύνοδος της 7ης Μαρτίου για τη διαχείριση των προσφυγικών-μεταναστευτικών ροών. Μέχρι την επόμενη Σύνοδο Κορυφής στις 17-18 Μαρτίου, αναμένεται να οριστικοποιηθεί το νέο σχέδιο δράσης Ε.Ε- Τουρκίας, η οποία αναδείχθηκε χωρίς αμφιβολία στον βασικό νικητή των χθεσινών, πολύωρων διαπραγματεύσεων στις Βρυξέλλες. Η διάρκεια της έκτακτης Συνόδου ΕΕ-Τουρκίας ξεπέρασε τις 16 ώρες, με τον Πρωθυπουργό της Ελλάδος να συμπληρώνει άλλες 17 ώρες διαπραγματεύσεων στο ενεργητικό του (sic).

Ο Πρωθυπουργός της Ελλάδος συμπλήρωσε άλλες 17 ώρες διαπραγματεύσεων στο ενεργητικό του.

Απέναντι σε μια αποδυναμωμένη, φοβισμένη και διασπασμένη ευρωπαϊκή ηγεσία, η Τουρκία κατάφερε και απέσπασε: 1) όλοι οι μετανάστες που θα περνάνε από την Τουρκία στα ελληνικά νησιά να επιστρέφονται στην Τουρκία με το κόστος καλυμμένο από την ΕΕ, 2) κάθε Σύρος που θα επιστρέφεται στην Τουρκία από τα ελληνικά νησιά, ένας άλλος Σύρος να στέλνεται από την Τουρκία στην ΕΕ, 3) επιτάχυνση της εφαρμογής της απελευθέρωσης των ταξιδιωτικών θεωρήσεων το αργότερο μέχρι τον Ιούνιο του 2016, και 4) να επιταχυνθεί η εκταμίευσης των 3 δισ που έχουν αποφασιστεί ώστε να ξεκινήσει η χρηματοδότηση των πρώτων έργων πριν τον Μάρτιο και να αποφασιστεί η περαιτέρω χρηματοδότηση του Ταμείου για τους Σύρους πρόσφυγες στην Τουρκία. Οι Βρυξέλλες αναγκάστηκαν να μπουν σε διαδικασία συζήτησης των αυξημένων τουρκικών απαιτήσεων, τη στιγμή που η συμφωνία του περασμένου Νοεμβρίου ουσιαστικά έμεινε στα χαρτιά, με την τουρκική πλευρά να μην έχει υλοποιήσει καμία δέσμευση από τότε, υλοποιώντας προφανώς σχεδιασμούς για μεγαλύτερα οφέλη από την πίεση που η μεταναστευτική κρίση επιφέρει στη Γηραιά ήπειρο.

Η προοπτική λειτουργίας, μέσω αυτής της συμφωνίας, ενός οργανωμένου και δεσμευτικού προγράμματος μετεγκατάστασης προσφύγων στην Ε.Ε. προκάλεσε τη σφοδρή αντίδραση των χωρών της ομάδας Βίσεγκραντ. Οι τελευταίες επέμεναν στη συνέχιση του συστήματος κλειστών συνόρων που ίδιες επέβαλαν για τον περιορισμό των προσφυγικών ροών, εξασφαλίζοντας την αναβολή οποιασδήποτε οριστικής απόφασης μέχρι την επόμενη Σύνοδο Κορυφής στις 17-18 Μαρτίου, αλλά και την διατύπωση στο κοινό ανακοινωθέν ότι «η παράτυπη ροή των μεταναστών στον διάδρομο των Δυτ. Βαλκανίων έχει πλέον τελειώσει». Την ίδια στιγμή, οι ανθρωπιστικές οργανώσεις εκτιμούν ότι στο επόμενο διάστημα στην Ελλάδα αναμένεται να εισέλθουν 150.000 – 200.000 πρόσφυγες και μετανάστες. Η ενδεχόμενη δε αποστολή ανθρωπιστικής βοήθειας στην Ελλάδα, ανάλογη με αυτή που δίνεται ήδη σε χώρες της Αφρικής, στον Λίβανο και στην Ιορδανία, πέραν όλων των άλλων, θα είναι η πρώτη φορά που η Ε.Ε. από ιδρύσεως της θα χρειαστεί να παράσχει ανθρωπιστική βοήθεια σε κράτος-μέλος της.

Θα είναι η πρώτη φορά που η Ε.Ε. θα χρειαστεί να παράσχει ανθρωπιστική βοήθεια σε κράτος-μέλος της.

Στα παραπάνω έρχεται να προστεθεί η απόφαση της Συνόδου για προετοιμασία του ανοίγματος νέων κεφαλαίων στις ενταξιακές συζητήσεις όσο το δυνατό συντομότερο, βασισμένο στα συμπεράσματα της Συνόδου Κορυφής του περασμένου Οκτωβρίου. Το θέμα του ανοίγματος των διαπραγματευτικών κεφαλαίων, όπου μέσα στις επόμενες 10 μέρες θα πρέπει να έχει καθοριστεί ποια είναι αυτά και υπό ποιες προϋποθέσεις, είναι τα πέντε που έχει μπλοκάρει η Λευκωσία από το 2005. Την ίδια στιγμή, αναμένεται με ενδιαφέρον η οριστικοποίηση του επιχειρησιακού ρόλου του ΝΑΤΟ καθώς και της περιοχής ευθύνης του, τα ζητήματα έρευνας και διάσωσης, καθώς και ο τρόπος με τον οποίο θα συμβάλει το ΝΑΤΟ στην επανεισδοχή των παράτυπων μεταναστών στην Τουρκία. Το σίγουρο είναι ότι η Τουρκία έχει πλέον εξασφαλίσει τη θεσμική της ισοτιμία, ενώ όλη η παλαιά ιστορία, το παλαιό σενάριο των κοινών περιπολιών στο Αιγαίο μεταξύ Ελλάδος και Τουρκίας, κινδυνεύει να εφαρμοστεί εκ του πλαγίου, μέσω αυτής της ΝΑΤΟϊκής δύναμης.

Η Ευρωπαϊκή Ένωση διέσωσε (προσωρινά) την αξιοπρέπεια και την αξιοπιστία της, με τους Ηγέτες της Ένωσης «να συμφωνούν ότι διαφωνούν». Η μαζική έλευση προσφύγων κυρίως από τη Συρία και μαζί μεταναστών χωρίς νόμιμα έγγραφα από διάφορες χώρες, επηρεάζει έντονα τις ευρωπαϊκές κοινωνίες και την εσωτερική πολιτική κατάσταση σε όλες σχεδόν τις χώρες-μέλη της Ευρωπαϊκής Ένωσης, θέτει σε δοκιμασία τη Συνθήκη Σένγκεν και τους κανόνες του Δουβλίνου, όπως επίσης, αναδεικνύει τα όρια και τις ανεπάρκειες της εξωτερικής πολιτικής και πολιτικής ασφαλείας της Ευρώπης, αλλά και των αντίστοιχων εθνικών πολιτικών των κρατών-μελών της Ε.Ε.

Η Τουρκία έχει πλέον εξασφαλίσει τη θεσμική της ισοτιμία.

Την ίδια στιγμή, η άνοδος ευρωσκεπτικιστικών και αντιευρωπαϊκών κομμάτων (από τη Γαλλία μέχρι την Πολωνία και από τη Σουηδία, την Ολλανδία, το Βέλγιο, τη Δανία μέχρι την Ιταλία), διαφορετικών μεταξύ τους ιδεολογικών αποχρώσεων και εν πολλοίς αντιφατικών απόψεων, αλλά με κοινό παρονομαστή και βασικό πρόσημο τον λαϊκισμό και τη ξενοφοβία, προκαλεί έντονη ανησυχία. Η κρίση με το ευρώ και η ραγδαία αύξηση των προσφυγικών και μεταναστευτικών ροών έχουν ενισχύσει φυγόκεντρες δυνάμεις στο εσωτερικό της Ένωσης και ταυτόχρονα απειλούν τους βασικούς πυλώνες του ευρωπαϊκού οικοδομήματος. Η Ευρώπη παραμένει σε ένα κρίσιμο σταυροδρόμι: Μεταξύ μιας ηπείρου στην οποία θα μας χωρίζουν πάλι σύνορα και εθνοκεντρικοί εγωισμοί από τη μία, και από την άλλη μιας ηπείρου η οποία κατορθώνει να βρει από κοινού απαντήσεις στα προβλήματά της: με μια κοινή ευρωπαϊκή πολιτική ασύλου, με τον κοινό αγώνα κατά των βαθύτερων αιτίων της προσφυγικής κρίσης. Η κρίση της είναι υπαρξιακή και θέτει αμείλικτα ερωτήματα για τις αξίες και τις αρχές της Ένωσης. Ακριβώς αυτό είναι το πεδίο όπου πρέπει να αναδειχθεί το πολιτικό, αλλά και ουσιαστικά νομικό θέμα της αρχής της αλληλεγγύης για την κατανομή των ευθυνών στην ΕΕ.

Καθίσταται πλέον σαφές ότι το ζήτημα έχει διαστάσεις τέτοιες που καθίσταται αδύνατη η αντιμετώπισή του χωρίς τη συμμετοχή του Συμβουλίου Ασφαλείας του ΟΗΕ και ιδίως των μόνιμων μελών του, χωρίς την πλήρη συνεργασία της Τουρκίας και χωρίς τη συμμετοχή τόσο των αραβικών όσο και των αφρικανικών χωρών. Μονομερείς ενέργειες δεν επιλύουν προβλήματα, αντίθετα τα διογκώνουν. Η Ευρωπαϊκή Ένωση οφείλει να προχωρήσει, μεταξύ άλλων σε: καθιέρωση μηχανισμού υποχρεωτικής ανακατανομής στο εσωτερικό της Ε.Ε. τόσο αναγνωρισμένων προσφύγων όσο και αιτούντων άσυλο με δίκαιο και αναλογικό τρόπο, ενίσχυση της Frontex και η μετεξέλιξή της σε ένα κοινό λιμενικό σύστημα, σε μία ευρωπαϊκή υπηρεσία προστασίας των συνόρων, αναθεώρηση των προβλέψεων για εξέταση των αιτημάτων ασύλου από τη χώρα πρώτης εισόδου (Κανονισμός Δουβλίνο), ενίσχυση του εθελοντικού επαναπατρισμού παράτυπων οικονομικών μεταναστών σε συνεργασία με τον Διεθνή Οργανισμό Μετανάστευσης, παροχή αναπτυξιακής βοήθειας στις χώρες προέλευσης υπό την προϋπόθεση ότι θα πρέπει να δέχονται πίσω τους πολίτες τους που δεν γίνονται δεκτοί στην Ε.Ε.

Καθίσταται αδύνατη η αντιμετώπιση του προσφυγικού χωρίς τη συμμετοχή του Συμβουλίου Ασφαλείας του ΟΗΕ.

Η Σύνοδος Κορυφής της 7ης Μαρτίου για το προσφυγικό, δυστυχώς, δεν κατέληξε σε συγκεκριμένες δεσμευτικές και εφαρμόσιμες αποφάσεις, με αποτέλεσμα η Ελλάδα να παραμένει σε απόλυτη εκκρεμότητα και αντιμέτωπη με την παράταση της σημερινής δραματικής κατάστασης. Με δεδομένες τις ευθύνες τόσο της Ευρώπης όσο και της Ελληνικής Κυβέρνησης, για λάθη, παραλείψεις και ολιγωρίες, οι ημέρες μέχρι την επόμενη Σύνοδο Κορυφής είναι εξαιρετικά κρίσιμες για τη διαμόρφωση των τελικών αποφάσεων. Μέχρι τότε η Ελλάδα θα παραμείνει με κλειστά τα βόρεια σύνορά της, ανοικτά τα ανατολικά θαλάσσια σύνορα και με καταυλισμούς και χώρους φιλοξενίας χιλιάδων ανθρώπων, για την τύχη των οποίων δεν μπορεί ακόμη να αποφασίσει κανείς.

Η ελάχιστη ελληνική επιδίωξη μέχρι την επόμενη Σύνοδο Κορυφής θα πρέπει να είναι: 1) ολοκλήρωση των υποδομών για τους πρόσφυγες, 2) επαναλειτουργία χωρίς καθυστερήσεις και ιδεοληψίες κέντρων διοικητικής κράτησης για τους παράτυπους μετανάστες και επιτάχυνση των διαδικασιών επιστροφής στις χώρες προέλευσής τους και 3) αξιόπιστες, έστω και τώρα, διαδικασίες καταγραφής, ταυτοποίησης και δακτυλοσκόπησης των εισερχομένων. Δεν είναι τυχαίο άλλωστε ότι η κοινή δήλωση κάνει λόγο για «ομαλή λειτουργία των hotspots με 100% ταυτοποίηση, καταγραφή, ελέγχους ασφαλείας και την πρόβλεψη για επαρκή ικανότητα υποδοχής».

Δεν πρέπει εξάλλου να διαλάθει της προσοχής μας ότι, η αδυναμία/απροθυμία της Ελλάδος να καταγράψει τους εισερχομένους (σύμφωνα με τα στοιχεία της Κομισιόν, το κρίσιμο διάστημα Σεπτεμβρίου – Νοεμβρίου 2015, η καταγραφή των εισερχομένων στην Ελλάδα ήταν μόλις στο 8% !!!) οδήγησε από το φθινόπωρο του 2015 μια σειρά κρατών να επαναφέρουν προσωρινά τους ελέγχους στα εσωτερικά τους σύνορα (Αυστρία, Δανία, Γερμανία, Σουηδία). Στα κράτη αυτά προστέθηκε η Γαλλία τον Νοέμβριο του 2015 μετά τις τρομοκρατικές επιθέσεις. Μέσα σε αυτό το πλαίσιο, τα κράτη της λεγόμενης ομάδας «Βίζενγκραντ», επικαλούμενα την κυριαρχία τους και λόγους εσωτερικής ασφάλειας βρήκαν την κατάλληλη ευκαιρία να λάβουν πρωτοβουλίες που χωρίς αμφιβολία θέτουν σε αμφισβήτηση το θεσμικό οικοδόμημα της Ε.Ε., την ισχύ της ενωσιακής έννομης τάξης και την πολιτική οντότητα της Ευρώπης. Οι αποφάσεις της Διάσκεψης της Βιέννης μετατρέπουν την ΠΓΔΜ σε προκεχωρημένο φυλάκιο ανακοπής των προσφυγικών και μεταναστευτικών ρευμάτων για λογαριασμό όλων των κρατών του βαλκανικού διαδρόμου, με σχεδόν βέβαιο πλέον το ενδεχόμενο εγκλωβισμού σημαντικού μέρους αυτών στη Βαλκανική και συγκεκριμένα στην Ελλάδα.

Το εφιαλτικό σενάριο να γίνει η Ελλάδα υγρός τάφος στο Αιγαίο και αποθήκη ψυχών, απλώς πήρε παράταση δέκα ημερών.

Το σημαντικότερο για την Ελλάδα είναι να διαμορφώσει και να παρουσιάσει ένα Σχέδιο Εθνικής Στρατηγικής για το Προσφυγικό. Οι αδάμαστες, ωστόσο, ιδεολογικές αγκυλώσεις της Ελληνικής Κυβέρνησης και η επίμονη αλλοίωση της εξωτερικής πραγματικότητας, προκειμένου να σιτιστεί ο αδηφάγος λαϊκισμός της, την οδηγούν πολύ συχνά σε ενέργειες που εκθέτουν τη χώρα στους κινδύνους που συνεπάγεται η εφαρμογή μιας εν πολλοίς ανακόλουθης, άρρυθμης και ασυνάρτητης εξωτερικής πολιτικής.

Είναι πλέον, όμως, σαφές ότι η οριστική έξοδος της χώρας από την κρίση δεν περνά μέσα από τον εθνικολαϊκισμό, αλλά μέσα από μια ολοκληρωμένη εθνική στρατηγική του ελληνισμού. Ακολούθως, μια εθνική στρατηγική απαιτεί προτάσεις, σχέδιο και χειροπιαστά αποτελέσματα και όχι τακτικισμούς, γενικόλογες τοποθετήσεις και υψηλούς τόνους αντιπαράθεσης. Απαιτεί προγραμματισμό, ιεράρχηση στόχων και συντονισμό δράσης, κυρίως, όμως μια εθνική πολιτική ηγεσία πρόθυμη να θυσιάσει το βραχυπρόθεσμο όφελος χάρη του μακροπρόθεσμου οφέλους.

Μια εθνική στρατηγική που βρίσκεται σε ρήξη με την επιδίωξη της «μικράς εντίμου Ελλάδος», αλλά αντίθετα ανοίγει την Ελλάδα στην Ευρώπη και τον κόσμο με αυτοπεποίθηση και με γνώση των δυνατοτήτων της και των στόχων που μπορεί να πετύχει, αποτελεί εγγύηση για την έξοδο της χώρας από την κρίση. Ας μην εφησυχάζουμε, λοιπόν, γιατί το εφιαλτικό σενάριο για την Ελλάδα, να γίνει υγρός τάφος στο Αιγαίο και αποθήκη ψυχών στα βόρεια σύνορα της, απλώς πήρε παράταση δέκα ημερών.


* Ο Πίνακας που συνοδεύει το κείμενο, είναι:  Felix Nussbaum (1904 - 1944), The damned

Μπαξεβάνης, Χρήστος

Ο Χρήστος Μπαξεβάνης ζει και εργάζεται στη Θεσσαλονίκη. Είναι πτυχιούχος του Τμήματος Νομικής/ΑΠΘ και Διδάκτωρ Δημοσίου Διεθνούς Δικαίου. Κατέχει μεταπτυχιακά διπλώματα ειδίκευσης στον κλάδο των Διεθνών Σπουδών του οικείου Τμήματος, και στον κλάδο της Ανάλυσης και Επίλυσης Διεθνών Συγκρούσεων του Πανεπιστημίου του Bradford (Η.Β.). Διετέλεσα Πρόεδρος στις Επιτροπές Προσφυγών της Υπηρεσίας Ασύλου. Δίδαξε στο Τμήμα Πολιτικών Επιστημών του Δημοκρίτειου Πανεπιστημίου Θράκης (Π.Δ. 407/80), ενώ υπήρξε βοηθός διδασκαλίας στα γνωστικά αντικείμενα του Δημοσίου Διεθνούς Δικαίου και των Διεθνών Σχέσεων σε προπτυχιακό και μεταπτυχιακό επίπεδο, του Τομέα Διεθνών Σπουδών του Τμήματος Νομικής/ΑΠΘ, καθώς και Εισηγητής σε Σεμινάρια Δημοσίου Διεθνούς Δικαίου & Διεθνών Σχέσεων, Ευρωπαϊκού Δικαίου και Ευρωπαϊκών Πολιτικών, στον Εκπαιδευτικό Όμιλο Γ. Καρφή, Θεσσαλονίκη. Είναι Επιστημονικός Συνεργάτης του Κέντρου Διεθνούς και Ευρωπαϊκού Οικονομικού Δικαίου, μέλος της Ελληνικής Εταιρίας Διεθνούς Δικαίου και Διεθνών Σχέσεων καθώς και της Ελληνικής Ένωσης για τα Δικαιώματα του Ανθρώπου. Συμμετέχει με ανακοινώσεις σε συνέδρια ενώ άρθρα και μελέτες του έχουν δημοσιευτεί στην Ελλάδα και στο εξωτερικό. Τα επιστημονικά ενδιαφέροντά του περιλαμβάνουν το Σύστημα των Ηνωμένων Εθνών και της Ε.Ε, την ανάλυση και επίλυση διεθνών διαφορών, το κοινό ευρωπαϊκό σύστημα ασύλου και την εν γένει διαχείριση των μεταναστευτικών ροών. Είναι Δικηγόρος Θεσσαλονίκης και Μέλος του ΔΣΘ από το 2005.