Καλησπέρα σας κυρίες και κύριοι, φίλες και φίλοι. Ευχαριστώ πάρα πολύ και τον κ. Βενιζέλο και τους διοργανωτές για την πρόσκληση και την ευκαιρία της σημερινής συνάντησης.
Επί των λέξεων, όπως ειπώθηκε, θα ήθελα να πω, ότι αυτό το οποίο συχνά μας διαφεύγει, είναι ότι η πολιτική σύγκρουση είναι από τη φύση της μια σύγκρουση για τα νοήματα και τις σημασίες.
Έτσι λοιπόν, το πώς τοποθετούνται οι πολίτες απέναντι στη λέξη «μεταρρύθμιση» ή «αλλαγή», συνδέεται με το περιεχόμενο της σύγκρουσης που βρίσκεται σ’ εξέλιξη και σε ανάπτυξη στη συγκεκριμένη φάση. Και έτσι πρέπει να κατανοήσουμε όλες τις έννοιες που διερεύνησε ο Στράτος Φαναράς.
Το «μετά» είναι πάντα ένα ζητούμενο, κάθε φορά που μια χώρα βρίσκεται σε μια καμπή της ύπαρξής της.
Φίλες και φίλοι, αυτές τις μέρες, αυτές τις ώρες που μιλάμε, σε μια μεγάλη δυτική χώρα συντελείται κάτι εξαιρετικά συγκλονιστικό, πρωτόγνωρο και καθοριστικό: Μια μεγάλη χώρα της Δύσης, μέσα από μια δημοκρατική λειτουργία με χαρακτηριστικά πολιτικής επανάστασης, ανοίγει τις πύλες έχει ήδη ανοίξει τις πύλες προς το δικό της «μετά».
Αναφέρομαι όπως καταλαβαίνετε στη Γαλλία, στην οποία πραγματικά τις ημέρες αυτές συντελείται μια ουσιαστική ανατροπή, ένα παλαιό πολιτικό προσωπικό μένει πίσω, ένα νέο πολιτικό προσωπικό εισβάλλει στο προσκήνιο και διαμορφώνεται μια νέα κατάσταση, μια νέα δυνατότητα μεταβολών, θα δούμε εάν αυτό συντελεστεί ή όχι για την επόμενη φάση, για τη μεγάλη χώρα, τη Γαλλία.
Το «μετά» είναι πάντα ένα ζητούμενο. Κάθε φορά που μια χώρα, μια κοινωνία μικρή ή μεγάλη βρίσκεται σε μια καμπή της ύπαρξής της, ασφαλώς στοχάζεται πώς θα πάει στην επόμενη φάση. Και αυτό μπορεί να έχει εντός της τις δυνατότητες να δώσει απαντήσεις υλοποιήσιμες, δηλαδή απαντήσεις που αποτελούν μια πολιτική και κοινωνική δημιουργία αυτής της κοινωνίας, μπορεί όμως να έχει και αδυναμία ν’ απαντήσει κι έτσι η κοινωνία αυτή μπορεί να βυθιστεί μέσα σε μια αξημέρωτη κοινωνική και πολιτική νύχτα.
Αυτή είναι η πρόβλεψή μου φίλες και φίλοι για την Ελλάδα σήμερα. Έτσι λοιπόν θεωρώ ότι παρά ταύτα, παρά την απαισιόδοξη ματιά μου για την εξέλιξη της χώρας, όλοι αγαπάμε τη χώρα, όλοι ζούμε εντός της, όλοι αποτελούμε μέρος του λαού αλλά νομίζω ότι η αυτογνωσία και η αυτοσυνειδησία είναι η πρώτη προϋπόθεση για την κοινωνική και πολιτική δημιουργία, πρέπει να μπούμε στο βάθος και τον πυρήνα των πραγμάτων, δηλαδή να μπούμε στην ενδοχώρα των προβλημάτων για να μπορέσουμε σιγά σιγά να υιοθετήσουμε μια πορεία προς την έξοδο.
Αυτό που χρειάζεται σήμερα, που θα μπορούσε κανείς να ονομάσει τα όρια μιας ευκταίας μεταρρύθμισης, θα έλεγα ότι ξεκινούν, φίλες και φίλοι, από την ανάκτηση του νόμου μέχρι την ανάκτηση της ελληνικής γλώσσας. Πρέπει δηλαδή να ξαναδούμε τις συνθήκες της συνύπαρξης, ο νόμος δεν πρέπει ποτέ να ξεχνάμε ότι είναι το όπλο του αδυνάτου κι εδώ συνδέεται η λειτουργία του κράτους και θα κάνω σύντομες αναφορές στη συνέχεια και μέσα σε αυτό το μεγάλο εύρος, τη μεγάλη πορεία ορίζεται και η μεγάλη, η υπέρτατη προσπάθεια που οφείλουμε να κάνουμε ώστε να μπορούμε σε μια Ελλάδα «μετά».
Για να υπάρξει η «Ελλάδα μετά» είναι θεμελιακό η ανάκτηση του νόμου.
Για να πάμε στην Ελλάδα «μετά», θα κάνω ορισμένες σκέψεις πάρα πολύ κωδικοποιημένα για το τί είναι αυτό το οποίο όρισε την κατάστασή μας μέχρι σήμερα. Από το ’74 μέχρι σήμερα για να κατανοήσουμε τί συντελέστηκε στη χώρα και πώς διαμορφώθηκαν οι προϋποθέσεις όπως είπε ο Ευάγγελος Βενιζέλος προηγουμένως σωστά, της ήττας μας, πρέπει να έχουμε στο μυαλό μας τρεις λέξεις φίλες και φίλοι.
Η πρώτη λέξη είναι η λέξη «κόμμα», η δεύτερη είναι η θεωρητική προσέγγιση, η «θεωρία» θα έλεγα και η τρίτη είναι η κοινωνική τάξη, η «ταξική αφετηρία». Το κόμμα, τα κόμματα, έτσι όπως λειτούργησαν ως μηχανισμοί κατεξουσίασης και ελέγχου της κοινωνίας λειτούργησαν κατασταλτικά για την κοινωνική και πολιτική εξέλιξη της συνείδησης του μέσου Έλληνα στην εποχή που διανύουμε.
Αυτό έγινε συνδεδεμένα και παράλληλα με μια θεωρητική αντίληψη για τον κόσμο που είχε μια απόκλιση προς τ’ αριστερά, την οποία πολύ χαρακτηριστικά προσπάθησε να την περιγράψει ο Στράτος Φαναράς, δηλαδή το εσχατολογικό μέρος, ότι οι άνθρωποι που αγαπούν περισσότερο την αλλαγή δεν αγαπούν τόσο τη μεταρρύθμιση γιατί η μεταρρύθμιση είναι μια πιο πεζή έννοια και είναι απομεμακρυσμένη από την εσχατολογική αντίληψη.
Και το τρίτο στοιχείο είναι η ταξική αφετηρία των πρωταγωνιστών και πώς αυτό το πλέγμα, κόμμα, θεωρητική αντίληψη που εκεί κυριάρχησε η Αριστερά ασφαλώς κι έτσι η Αριστερά συμμετείχε στην εξουσία όλες αυτές τις δεκαετίες, σε συνδυασμό με την ταξική αφετηρία όρισε την κοινωνική κινητικότητα στη χώρα, όρισε δηλαδή ρόλους και πλούτο.
Αυτό είναι το περίγραμμα που προτείνω για την κατανόηση του πριν. Πρέπει αυτό να το έχουμε εντός μας συνειδητοποιημένα γιατί διαφορετικά δε μπορεί να υπάρξει η Ελλάδα «μετά». Μπορεί να υπάρξει συνέχεια του παρελθόντος, μπορεί να υπάρξει προέκταση του παρελθόντος, μπορεί να υπάρξει μετάθεση των προβλημάτων, Ελλάδα «μετά» όμως δε μπορεί να υπάρξει.
Όσο κι αν μέσα η λέξη «μετά» έχει μέσα της μια αμφιβολία, μια αμηχανία, μια αναζήτηση, πάντα πρέπει να ζητάμε προς μια νέα θεμελίωση, μια Ελλάδα «μετά». Για να υπάρξει λοιπόν η Ελλάδα «μετά», το πρώτο φίλες και φίλοι που θεωρώ θεμελιακό είναι η ανάκτηση του νόμου.
Ο ΣΥΡΙΖΑ είναι ένας καταπατητής της αλήθειας.
Ανάκτηση του νόμου σημαίνει ότι ξανασυζητάμε τις συνθήκες της συνύπαρξης και κυρίως συζητάμε για το κεντρικό συντελεστή που συνδέεται, όχι με την επιβολή του νόμου όπως λέει η τρέχουσα λέξη και οι τρέχουσες έννοιες επί αυτού, αλλά ποιες είναι οι συνθήκες που ο νόμος γίνεται αποδεκτός, αυτονόητα αποδεκτός και αυτόματα εφαρμόσιμος θα μπορούσα να πω.
Αυτό που στην πραγματικότητα αποτρέπει στην καθημερινή ζωή την ανομία και δεν της επιτρέπει να εγκατασταθεί ως καθημερινή συμπεριφορά στο κοινωνικό σώμα. Αυτό είναι το κράτος. Το κράτος έτσι όπως άκουσα και τον Ευάγγελο Βενιζέλο που τόσο συμπαθώ, δεν επιδέχεται κατά τη γνώμη μου, όπως επιτρέψτε μου να πω και το έχω ζήσει εγώ, έχω συναντηθεί επαγγελματικά με το πολιτικό σύστημα 20, 25, 30 χρόνια, δεν επιδέχεται καμίας μεταρρύθμισης.
Δεν είναι πελατειακό το κράτος, δεν είναι γραφειοκρατικό το κράτος, είναι κάτι βαρύτερο, κάτι διαφορετικό, κάτι χειρότερο. Είναι ένα δουλοκτητικό κράτος. Τί σημαίνει δουλοκτητικό κράτος: Δουλοκτητικό κράτος σημαίνει ότι έχουμε εδώ στην Ελλάδα ένα κράτος απαγορεύσεων το οποίο όχι μόνο δε συνδέεται με την εγγύηση δικαιωμάτων, αλλά αντίθετα οργανωμένα και συνειδητά, υπογραμμίζω το «συνειδητά», υποστηρίζει, υπογραμμίζει, χρησιμοποιεί τις απαγορεύσεις εις βάρος των ανθρώπων κι έτσι εξελίσσεται σε μηχανισμό κατεξουσίασης και ελέγχου.
Αυτό το κράτος έχει τεθεί και ετέθη στη διάθεση των πολιτικών κομμάτων, καθώς μέσα από τη λειτουργία του συστήματος είναι το κύριο όργανο διανομής ρόλων, πλούτου, κοινωνικού ελέγχου και κατεξουσίασης γιατί αυτή είναι η πραγματική λέξη. Έτσι λοιπόν, αυτό το κράτος όπως οικονομικά δε μπορούσε πλέον, δε μπαίνω στις λεπτομέρειες αυτές, χρεοκοπεί.
Πάνω σε αυτή τη χρεοκοπία έρχεται ένας καταπατητής, έρχεται ένας βίαιος καταγγελτικός, κυνικός καταπατητής. Αυτός είναι ο ΣΥΡΙΖΑ. Ο ΣΥΡΙΖΑ είναι ένας καταπατητής της αλήθειας με την έννοια ότι πάνω σ’ αυτή την τομή του χρόνου μια πολιτική δύναμη έρχεται ν’ αποτρέψει τη συνειδητοποίηση που θα μπορούσε να οδηγήσει την Ελλάδα μετά.
Και έτσι γίνεται όπως είναι αυτό που είναι, ένας συντελεστής συντήρησης και καθυστέρησης. Γιατί; Γιατί λειτουργεί ως ανάχωμα στη συνειδητοποίηση, δεν υπάρχει Ελλάδα «μετά» χωρίς συνειδητοποίηση και επειδή προσθέτει κάτι βαρύτερο κατά τη γνώμη μου ματαιότητας στην πολιτική δράση, ως δύναμη κατεξουσίασης θα έλεγε ότι «μα τί προσπαθείτε εσείς εδώ;» αν ήταν κάποιος και συνομιλούσε μαζί μας, «δεν είστε καθ’ όλα ηττημένοι, δεν είστε σε όλα τα μέτωπα ηττημένοι, στο ιδεολογικό, στο πολιτικό, στο κοινωνικό, στο ψυχολογικό;».
Χρειάζεται μια ανατρεπτικότητα στον τρόπο με τον οποίο πρέπει να πάμε προς την Ελλάδα «μετά»
Θα μας έλεγε δηλαδή ότι «η προσπάθειά σας για την Ελλάδα «μετά» είναι μάταιη». Αυτός λοιπόν ο καταπατητής της αλήθειας, αυτός ο οποίος μας αποτρέπει, παρεμποδίζει ακόμα και σήμερα τη συνειδητοποίηση, είναι ο βασικός πολιτικός αντίπαλος ο οποίος κατά τη γνώμη μου δε θα μπορούσε να συνυπάρξει στην Ελλάδα «μετά» καθ’ όσον ούτε ο ίδιος θα το ήθελε ούτε θα είχε κάτι να συνεισφέρει.
Αυτή η Ελλάδα μετά λοιπόν χρειάζεται ένα καθολικά νέο κράτος και αυτό το νέο κράτος δε μπορεί να μεταρρυθμιστεί. Θέλει μια συγκλονιστική αλλαγή στο μέτωπο αυτό με ό,τι αυτό προϋποθέτει και συνεπάγεται. Παράδειγμα λέω, ότι θα έπρεπε να τεθεί στο δημόσιο χώρο προς συζήτηση η αναγκαιότητα για το συμβολισμό και μόνο, το συγκλονιστικό, ανατρεπτικό συμβολισμό και μόνο, η κατάργηση της μονιμότητας των δημοσίων υπαλλήλων.
Επειδή χρειαζόμαστε μια τομή στο χρόνο φίλες και φίλοι, τίποτα δε μπορεί να ξαναγίνει όπως ήταν παλιά. Θα πρέπει να αντιμετωπίζοντας και αντικρούοντας την παρακμή, να υιοθετήσουμε συμβολικές πράξεις ανατροπής αυτής της παρακμής.
Ένα παράδειγμα λέω: Κανένας εργαζόμενος στο Δημόσιο δε θα παίρνει ούτε ένα ευρώ παραπάνω από το δάσκαλο και τη δασκάλα, από τον καθηγητή και την καθηγήτρια. Για να μπορέσουμε να φέρουμε στο πρώτο μέτωπο την αξία της γνώσης και την αξία που έχει ο μεταδότης της γνώσης. Γιατί σε αυτό το μέτωπο η Ελλάδα ηττήθηκε κατά κράτος. Και από εκεί γεννήθηκαν όλες οι παρεπόμενες ήττες της.
Σας λέω ένα παράδειγμα που όλοι γνωρίζουμε αλλά ο ελληνικός λαός ως γνήσιος αιχμάλωτος του εαυτού του συμβιβάστηκε. Μία εργαζόμενη σε μια ΔΕΚΟ που είχε τελειώσει το Λύκειο, έπαιρνε διπλάσια και τριπλάσια αμοιβή από τη δασκάλα των παιδιών της. και αυτό έγινε αποδεκτό από την ελληνική κοινωνία και από το ελληνικό κράτος. Η Ελλάδα «μετά», δε μπορεί να περιέχει κάτι τέτοιο.
Στην κατεύθυνση λοιπόν αυτή, νομίζω ότι πρέπει κανείς να συνεχίσει. Μας χρειάζεται δηλαδή μια ανατρεπτικότητα στον τρόπο με τον οποίο πρέπει να πάμε προς την Ελλάδα «μετά». Για παράδειγμα, τα σημερινά πολιτικά κόμματα, κατά τη γνώμη μου αδυνατούν ν’ ανταποκριθούν στις νέες ανάγκες. δε μπορεί αυτή η εκπροσώπηση να συνεχίσει με τον ίδιο τρόπο, τα ίδια πρόσωπα, τους ίδιους ρυθμούς, την ίδια συνείδηση να συνδέεται με τις ανάγκες του λαού. Δε μπορεί ν’ ανταποκριθεί σ’ αυτές.
Τα σημερινά πολιτικά κόμματα αδυνατούν ν’ ανταποκριθούν στις νέες ανάγκες.
Άρα λοιπόν, χρειαζόμαστε και νέα εκπροσώπηση. Γι’ αυτό κάθε μεταβολή φέρει μέσα της έναν θάνατο. Πρέπει να μείνουν πίσω αυτά τα οποία έγιναν, εννοώ οι πολιτικοί σχηματισμοί, συντελεστές αυτού του θανάτου της χώρας.
Δεν υπάρχει επόμενη φάση χωρίς συμβολική θυσία, φίλες και φίλοι. Και οι πρώτοι που πρέπει να μπουν σε αυτή τη λογική της συμβολικής θυσίας, είναι τα κόμματα τα οποία διεκδικούν αυτή τη μεταβολή μέσα από πράξεις αυτοκατάλυσης. Χωρίς αυτό δεν υπάρχει επόμενη φάση.
Επειδή ο χρόνος περνάει, θέλω να πω ότι το τελευταίο που πρέπει καθημερινά να κάνουμε γιατί όλα πρέπει να τα δούμε μαζί, χρειάζεται δηλαδή μια πολιτική επανάσταση η χώρα, είναι η ανάκτηση της γλώσσας μας.
Πρέπει να δώσουμε μια απάντηση στον εαυτό μας, ποιοι είμαστε, τί θέλουμε, πού πάμε, από πού ερχόμαστε και αν θέλουμε να συνεχίσουμε να ζούμε ως καταναλωτές σε αυτό τον τόπο τον όμορφο, μπορούμε να το κάνουμε.
Αν όμως θέλουμε να συνεχίσουμε να υπάρχουμε ως Έλληνες, δηλαδή με νόημα, ουσία, περιεχόμενο στην ιστορική διαδρομή μας, και αυτό πρέπει να συζητηθεί και να προχωρήσουμε σε όλες τις αναγκαίες, επαναστατικές ανατροπές που αποτελούν την προϋπόθεση αυτής της επώδυνης, τραγικής διαδρομής στην ιστορία. Ευχαριστώ πολύ.
* Το κείμενο αποτελεί την ομιλία του Λευτέρη Κουσούλη στο Συνέδριο του Κύκλου Ιδεών, Η Ελλάδα Μετά, στον Κύκλο 1: Το Μεταρρυθμιστικό Πρόταγμα – Πολιτικές και Κοινωνικές Προϋποθέσεις
* Ο Πίνακας που συνοδεύει το κείμενο, είναι: Paul Nash (1889 –1946), Landscape from a Dream
Η Ελλάδα Μετά | Κύκλος 1: Το Μεταρρυθμιστικό Πρόταγμα – Πολιτικές και Κοινωνικές Προϋποθέσεις from Evangelos Venizelos on Vimeo.