Τρίτη, 22 Δεκ 2015

Η κοπιαστική ανάδυση της Κεντροαριστεράς

αρθρο του:

Στις πρόσφατες εκλογές της Πορτογαλίας οι Συντηρητικοί και οι Σοσιαλιστές  πήραν περίπου το 70%, με το 37%  να ανήκει στους  πρώτους  που είναι οι νικητές. Το ομόδοξο με τον ΣΥΡΙΖΑ πορτογαλικό κόμμα έλαβε  11% , ανεβάζοντας σε  ιστορικά υψηλά το ποσοστό του. Κάτι ανάλογο με μεγαλύτερο όμως ποσοστό έγινε  και με τους Podemos στην Ισπανία.

Παρατηρούμε, πως σ’ αυτές τις χώρες της Ιβηρικής το συστημικό τοπίο τείνει να  διαμορφωθεί, έχοντας  δύο - περίπου - ισοδύναμους πολιτικούς πόλους, οι οποίοι αντιπροσωπεύουν τους παραδοσιακούς στύλους της αστικής δημοκρατίας και έναν  τρίτο, που εκφράζει την εξω-σοσιαλδημοκρατική αυτοπροσδιοριζόμενη Αριστερά  με  δύναμη περίπου κυμαινόμενη ανάμεσα στο 10% και στο 20%. Έχουμε δηλαδή ένα οιονεί τριπολικό πολιτικό σύστημα. 

Στη χώρα μας  - αντίθετα μ’ όσα ειπώθηκαν παραπάνω - το σύστημα είναι μεν τριπολικό αλλά ανεστραμμένο, υπό την έννοια πως ως τρίτος πόλος κατατάσσεται ό,τι συνηθίζουμε να αποκαλούμε Κεντροαριστερά, ενδιάμεσος Σοσιαλδημοκρατικός  χώρος, κοκ . Πάντα μιλάμε για το ποσοστιαίο άθροισμα των δύο υπαρκτών όμορων  χώρων,  που σήμερα είναι στα επίπεδα του 10% . Στις  Ευρωεκλογές το ποσοστό ήταν στο 15%, τον Ιανουάριο στο 12%, ενώ πριν 2 χρόνια προσέγγιζε το 20%. 

Κατά συνέπεια υπάρχει μια καταγραφόμενη πτωτικότητα, που σε βραχύ χρονικό  διάστημα είναι ανεπαίσθητη, αλλά σε μακρύτερο διάστημα πχ. διετία, ακουμπά στο  ½  της πρότερης συνολικής δυναμικής.

Η απομάγευση του κυρίαρχου πολιτικού λόγου και των βασικών εκφραστών του, οδηγεί στη γείωση της πολιτικής πράξης.

Θα επιχειρήσω να αναδείξω, κάποιες από τις αιτίες αυτής της καθοδικότητας:

1. Ο όχλος των απανταχού αγανακτισμένων διάλεξε να εκπροσωπηθεί  -  πάντα με  τιμωρητική διάθεση -  από τον, συγκριτικά, πιο υπαρκτό σχηματισμό της πλατείας Συντάγματος, τον  ΣΥΡΙΖΑ. Η παραδοξότητα είναι πως επιχειρήθηκε ο κολασμός των «δεινών» του απερχόμενου παλαιού δικομματισμού λαϊκιστικής χροιάς, μ΄ έναν  νέο σκληρό ποπουλισμό, ο οποίος χωρά και χωνεύει, μάλλον, πολλά περισσότερο από τον παλιό αντίστοιχο.

2. Στην πορεία προς την κορυφή ο επικεφαλής φορτώθηκε με ιδιότητες που δεν διέθετε κι έτσι γρήγορα ετερο-επενδύθηκε με μαγικά ανορθολογικά  χαρακτηριστικά , που ως  τέτοια είναι απολύτως ψευδή. Υπάρχει  -  υποτίθεται – στην φαρέτρα του το μαγικό, που θα απλοποιήσει το δυσάρεστο κι  όταν μπορέσει θα καταφέρει το  ακατόρθωτο. Κι όλα τούτα, χωρίς κανέναν αιτιώδη και αποδεικτικό λόγο. Αρκεί η  προσωπική και συλλογική μυθοπλασία, που οδηγεί κατευθείαν στην πολιτική  μαγεία.

3. Η μαγεία μαζί με την εμμονική ιδεοληψία, συνιστούν ένα εκρηκτικό μείγμα που  στα χέρια των πολλών οι οποίοι δεν ακολουθούν, συνήθως, τον πραγματισμό των  δρώντων πολιτών λειτουργεί καταστροφικά μαζί με την κρυφή ηδονή της  αυτοηρωοποίησης.

4. Κατά το παρελθόν, πιο πρόσφατο ή  παλαιότερο, κάποιες λίγες φορές ακούσαμε  έναν εκσυγχρονιστικό, μεταρρυθμιστικό  λόγο, λιγότερο ή περισσότερο, εμπεριστατωμένο ωστόσο δεν υπήρξε η χρονική επάρκεια για την εμπέδωσή του.

5. Οι μεταρρυθμίσεις είναι  δύσκολες, υπό την έννοια πως προϋποθέτουν αντίληψη, παιδεία, οργάνωση, πειθώ. Αν ο πολιτικός λαϊκισμός είναι ένα καλοδεχούμενο χάδι,  η προσπάθεια για τη μεταρρυθμιστική επιτυχία είναι κάτι σαν αμόνι, που σφυροκοπείται.

Ο  ηγέτης κι ο λόγος του πρέπει νάναι συνεκτικός, σαφής, ευέλικτος  αλλά και συγκρουσιακός.

 

Συνεπώς η καθοδικότητα, που θα αντιστραφεί και η ανάταξη που θα  ακολουθήσει -  μιλώντας πάντα για το ρεφορμιστικό πολιτικό τόξο -  προϋποθέτει κάποια εσωτερικά  και κάποια εξωτερικά χαρακτηριστικά. Η απομάγευση του κυρίαρχου πολιτικού λόγου και των βασικών εκφραστών του, οδηγεί στη γείωση της πολιτικής πράξης και στην αποτίμησή της με πραγματιστικά κριτήρια. Σε τέτοιες ιδιόμορφες κρίσεις και αντιστροφές, ο άλλος λόγος, ο ρασιοναλιστικός, πρέπει να ειπωθεί από κάποιον /α  με απροσδιόριστη χαρισματικότητα, είτε από πριν γνωστή είτε στην πορεία  εμφανιζόμενη,  που θα τον καταστήσει αγώγιμο και πειστικό ταυτοχρόνως για τους  πολίτες  -  αποδέκτες. Τα  συνέδρια, οι συγκολλήσεις, οι οργανωτισμοί προφανέστατα δεν αρκούν. Ο  ηγέτης κι ο λόγος του πρέπει νάναι συνεκτικός, σαφής, ευέλικτος  αλλά και συγκρουσιακός.

Όταν το πλήθος άκουγε, πριν πολλά  χρόνια, τον  Ελευθέριο Βενιζέλο, να απαντά  στο αίτημα για Συνταγματική Εθνοσυνέλευση, -  χτυπώντας το χέρι στο τραπέζι κι αλλάζοντας παλιότερη  απόφασή  του: «Αναθεωρητική, είπα»- , ήταν  φανερό  πως  επρόκειτο  για  έναν  ηγέτη  με  πραγματιστικό  λόγο.

Κλείνοντας να πούμε, πως σε επίπεδο πολιτικής ανάλυσης μικρή σημασία έχει η αναδιανομή ρόλων στο στενό πλαίσιο των δύο κομμάτων της περιοχής του  ριζοσπαστικού Κέντρου, μιας και νομοτελειακά οι  συνθήκες θα επιβάλλουν την ενιαιοποίηση προς κάτι ακόμα πιο καινούργιο, με πυρήνα το πολιτικό πεδίο του  χώρου αλλά – ενδεχομένως – κι  οτιδήποτε άλλο παρεμφερές νέο παρουσιαστεί, που σύντομα ίσως μπορέσει να τους υπερβεί και να αφομοιώσει τα υγιέστερα από τα  απομένοντα χαρακτηριστικά  τους.

Κι επειδή πάντοτε η Κυβέρνηση φροντίζει  - και -  για την προκοπή της  Αντιπολίτευσης, είναι πιθανότατο  - παρότι  τώρα δεν φαίνεται- να ζήσουμε την  άρση της πτωτικότητας και την αποκατάσταση των παραμετρικών σταθερών  του  συστήματος.


* Ο Πίνακας που συνοδεύει το κείμενο, είναι: Vincent van Gogh (1853-1890), Langlois Bridge at Arles with Women Washing

 

Γκιώνης, Νίκος

Ο  Νίκος  Γκιώνης  γεννήθηκε  στην  Καρδίτσα  το 1961. Είναι διπλωματούχος Πολιτικός  Μηχανικός  ΕΜΠ  , με μεταπτυχιακά  στην ΕΣΔΥ  για την  διαχείριση  των υδάτων. Ζει  στην Αθήνα  και είναι  ελεύθερος  επαγγελματίας  , διαχειριστής της μελετητικής  εταιρείας  έργων  υποδομής  ΥΔΡΟΔΥΝΑΜΙΚΗ  - Σύμβουλοι  Μηχανικοί  ΕΠΕ. Αναμειγνύεται  με  την πολιτική  από τα μαθητικά  του χρόνια  μέχρι σήμερα , άλλοτε  ενταγμένος , άλλοτε  ανένταχτος  μα  κυρίως  ως  πολίτης  και  αρθρογράφος.