Τρίτη, 10 Οκτ 2017

Το μεγάλο στοίχημα των τραπεζών με τις εταιρίες Fintech

αρθρο του:

Μία από τις σημαντικότερες προκλήσεις που έχει ν’αντιμετωπίσει σήμερα τόσο το ελληνικό όσο και το παγκόσμιο τραπεζικό σύστημα, πέραν της διαχείρισης των κόκκινων δανείων είναι η διείσδυση των νεοφυών εταιριών τεχνολογίας που διεκδικούν σημαντική πίτα από την κερδοφορία των τραπεζών. 

Ο κλάδος του Fintech αφορά κυρίως τις εταιρίες που ασχολούνται με ένα ευρύ πλέγμα υπηρεσιών του χρηματοπιστωτικού τομέα, από διαχείριση τραπεζικών δεδομένων, διασύνδεση και δρομολόγηση πληρωμών, ηλεκτρονικά πορτοφόλια ακόμα ασφαλίσεις, σε μία οικονομία που εξελίσσεται όλο και περισσότερο προς τεχνολογικά συγκλίνουσες λύσεις.

Η Ελλάδα και το τραπεζικό σύστημα συνολικά οφείλουν να είναι έτοιμοι για τη νέα ψηφιακή εποχή.

Να τονίσουμε ότι τα κεφάλαια που έχουν επενδυθεί παγκοσμίως ξεπερνούν ήδη τα 20 δις δολάρια ενώ η τάση είναι αυξητική αν συμπεριλάβουμε τις υπηρεσίες μεταφορών χρημάτων, τις εκκαθαρίσεις συναλλαγών και τα εναλλακτικά νομίσματα ή κρυπτονομίσματα όπως το bitcoin.

Στην Ελλάδα παρόλο που δεν έχουμε ακόμα εγκατάσταση ή διείσδυση πολύ μεγάλων Fintech εταιριών που να απειλούν ευθέως τις παραδοσιακές τραπεζικές υπηρεσίες εντούτοις ήδη υπάρχει και λειτουργεί το πρώτο ίδρυμα πληρωμών στην Ελλάδα, η VIVA η οποία μάλιστα είναι αδειοδοτημένη από την Τράπεζα της Ελλάδος, προσφέροντας εναλλακτικές υπηρεσίες για e-wallets αλλά και POS με κάρτες πέραν των γνωστών συστημικών τραπεζών.

Η τάση όμως της τεχνολογίας είναι αδύνατο ν’ανακοπεί παγκόσμια, γεγονός που σημαίνει ότι η Ελλάδα και το τραπεζικό σύστημα συνολικά οφείλουν και το κάνουν σε μεγάλο βαθμό να είναι έτοιμοι για τη νέα ψηφιακή εποχή.

Μπορούμε να πούμε ότι την κινητικότητα σε επίπεδο Fintech στην Ελλάδα την επιτάχυνε η λυπηρή συνέπεια των capital controls και όλων των περιορισμών που έχουν προκληθεί τα τελευταία 2 χρόνια, γεγονός που δημιούργησε την ανάγκη για ανάληψη πρωτοβουλιών ώστε να υπάρξουν από την αγορά νέες καινοτόμες τεχνολογίες που να μην απαιτούν ειδική γραφειοκρατία, επιτροπές συναλλαγών και εγκρίσεις.

Πλέον όπως διαμορφώνεται η τάση στο ελληνικό τραπεζικό σύστημα, η συνεργασία, οι συνέργειες και οι πιθανές οικονομίες κλίμακας μεταξύ τραπεζών και Fintech εταιριών είναι μονόδρομος για την επιβίωση των πιστωτικών ιδρυμάτων.

Ήδη σε έρευνα της PwC εμφανίζεται έκδηλη η ανησυχία των τραπεζικών στελεχών για την πορεία του κλάδου μέσα από τις νέες ψηφιακές υπηρεσίες, που έρχεται με τρόπο απόλυτο και απότομο να επιβάλλει η ίδια η αγορά της τεχνολογίας και των χιλιάδων χρηστών που παρακολουθούν τις τάσεις ως χρήστες και καταναλωτές καινοτόμων εφαρμογών.

Πιο συγκεκριμένα πάνω από το 80% των στελεχών πιστεύει ότι περίπου το 25% του τραπεζικού κλάδου ενδέχεται ν’ απορροφηθεί τα επόμενα χρόνια από μεγάλες εταιρίες Fintech που θα έχουν πλήρως αδειοδοτηθεί για ευρύ φάσμα τραπεζικών υπηρεσιών από τις αρμόδιες ευρωπαϊκές και τοπικές αρχές.

Για ν’αποφευχθεί λοιπόν μία βίαιη συρρίκνωση του τραπεζικού κλάδου, ήδη οι συστημικές τράπεζες, μέσω των δικών τους υποδομών, ανοίγοντας την διασύνδεση των συστημάτων τους με τον έξω κόσμο, τα λεγόμενα APIs, δίνουν βήμα στις FinTech ώστε να σχεδιάζουν τα προϊόντα τους μέσα από ένα περιβάλλον ασφαλές και δομημένο αλλά ελεγχόμενο από τις τράπεζες, τόσο ως προς την ποιότητα όσο και προς το τελικό παραγόμενο προϊόν προς τους πελάτες.

Με αυτό τον τρόπο, γίνεται συνεκμετάλλευση των νέων υπηρεσιών και οι τράπεζες καταφέρνουν με ικανοποιητικό time to market να απευθυνθούν αξιόπιστα στην αγορά με πρωτοποριακές υπηρεσίες, ενώ αντίστοιχα οι εταιρίες τεχνολογίας, κερδίζουν διείσδυση στο πελατολόγιο της τράπεζας μέσα από συγκεκριμένες εμπορικές συμφωνίες και συμβάσεις που υπογράφονται.

Η νέα ψηφιακή οικονομία είναι εδώ και έχει κάνει ήδη την εμφάνισή της. 

Με βάση τα παραπάνω γίνεται κατανοητό, ότι ο δρόμος της καινοτομίας και της τεχνολογίας, απαιτεί σημαντικές και στρατηγικές συνεργασίες, ώστε να υπάρξει διάχυση των νέων υπηρεσιών με τρόπο όμως δομημένο που να μπορεί να ελεγχθεί από το τραπεζικό σύστημα και να επικοινωνηθεί κατάλληλα σε όλο του το πελατολόγιο ιδίως στις νέες ηλικίες που βρίσκονται πιο κοντά στο mentality των ψηφιακών υπηρεσιών.

Όλα τα παραπάνω επιβεβαιώνονται από τη νέα νομοθεσία της ΕΕ, καθώς η αναθεωρημένη ευρωπαϊκή οδηγία PSD2 προβλέπει το άνοιγμα της αγοράς ψηφιακών εφαρμογών στον χρηματοοικονομικό τομέα, στην οποία περιλαμβάνονται οι εφαρμογές e-banking και mobile banking που έχουν αναπτύξει οι τράπεζες.

Οι αλλαγές στο νομοθετικό πλαίσιο αναμένεται να τεθούν σε εφαρμογή από τον Νοέμβριο του 2018 και οι τράπεζες οφείλουν να είναι έτοιμες για τις προκλήσεις.

Σύμφωνα με το νέο πλαίσιο, εταιρείες Fintech που λαμβάνουν τις σχετικές εγκρίσεις θα μπορούν να προσφέρουν στους καταναλωτές και καταθέτες ενιαίες εφαρμογές πληρωμών, στις οποίες θα περιλαμβάνονται τα στοιχεία των τραπεζικών τους λογαριασμών.

Έτσι οι χρήστες των υπηρεσιών θα εξουσιοδοτούν τους νέους παρόχους να χρεώνουν κατευθείαν τον τραπεζικό τους λογαριασμό, χωρίς να απαιτείται η χρήση κάρτας ή εγγραφής στο e-banking μίας τράπεζας.

Συμπερασματικά θα λέγαμε ότι η νέα ψηφιακή οικονομία είναι εδώ και έχει κάνει ήδη την εμφάνισή της τόσο στην παγκόσμια όσο και στην ελληνική οικονομία.

Πέραν όμως από τις προσπάθειες προσαρμογής του τραπεζικού συστήματος, οφείλει και η εκάστοτε κυβέρνηση να δώσει μέσω ενός σταθερού φορολογικού και αναπτυξιακού πλαισίου, κίνητρα νέων επενδύσεων σε μεγάλες εταιρίες καινοτομίας, οι οποίες σε συνεργασία με τις τράπεζες μπορούν να συμβάλλουν στην ενίσχυση του ανταγωνισμού προς όφελος των τελικών καταναλωτών και της οικονομίας.


* Ο Πίνακας που συνοδεύει το κείμενο, είναι: Rene Magritte, The Forbidden Reading

Ρεντούμης, Μελέτης

Ο Μελέτης Ρεντούμης γεννήθηκε στην Αθήνα. Σπούδασε στο Οικονομικό Πανεπιστήμιο Αθηνών αποφοιτώντας από το τμήμα Οικονομικής Επιστήμης. Συνέχισε για μεταπτυχιακά στο Οικονομικό Πανεπιστήμιο, με αντικείμενο τις Ευρωπαϊκές Σπουδές και εξειδίκευση στα χρηματοοικονομικά και τις χρηματοδοτήσεις. Στη συνέχεια συνεργάστηκε με το Πανεπιστήμιο Αιγαίου, για περίπου ένα χρόνο, πάνω στο ερευνητικό πεδίο της ασφάλισης και τιμολόγησης των πληροφοριών μεγάλων συστημάτων. Το 2007 ως στέλεχος της Eurobank ανέλαβε υπεύθυνος για θέματα στρατηγικών συμφωνιών με μεγάλους προμηθευτές καθώς και για την διαχείριση του κόστους. Από το 2015 παραμένει στον Όμιλο της Eurobank ως επικεφαλής Συντονισμού Διεθνών Δραστηριοτήτων για θέματα Προμηθειών.