Δευτέρα, 04 Απρ 2016

Το ελληνικό φεστιβάλ και οι Βέλγοι

αρθρο του:

Θα μπορούσε να είναι μία από τις περιπέτειες του Αστερίξ, αν στη θέση του Γαλατικού χωριού βάζαμε τη χώρα μας, αλλά τα πράγματα είναι πλέον πολύ δυσάρεστα για να είναι αστεία. Ζήσαμε άλλη μία επιπολαιότητα της ανύπαρκτης και στον Πολιτισμό βεβαίως, κυβερνητικής πολιτικής.

Τις εξελίξεις περί της τοποθέτησης και της, προτού καν αναλάβει επί της ουσίας, παραίτησης του Γιαν Φαμπρ, από τη θέση του καλλιτεχνικού διευθυντή τις ξέρετε. Ορυμαγδός, κανιβαλισμός σε επιλεγμένα βίντεο μιας εξαντρίκ παράστασης του Βέλγου, τα είδαμε όλοι και όλες, αλλά επί της ουσίας πού είναι το πρόβλημα και πώς θα λυθεί; Γιατί τελικά, μία ή δύο παραιτήσεις δε φέρνουν την άνοιξη.

Ζήσαμε άλλη μία επιπολαιότητα της ανύπαρκτης και στον Πολιτισμό βεβαίως, κυβερνητικής πολιτικής.

Η κυρίαρχη άποψη των καλλιτεχνών, με την οποία συντάσσομαι, είναι ότι ο προσανατολισμός του Φεστιβάλ για την επόμενη τετραετία, όπως ανακοινώθηκε στην συνέντευξη τύπου του βραχύβιου διευθυντή, γινόταν βελγοκεντρικός, εξοβελίζοντας τη σύγχρονη ελληνική καλλιτεχνική έκφραση. Ξεκάθαρα ο Γιαν Φαμπρ δήλωσε ότι η Βελγική-Φλαμανδική τέχνη θα χρησιμοποιούνταν ως πηγή έμπνευσης για τους νέους Έλληνες καλλιτέχνες.

Η αντίθετη άποψη, όπως εκφράστηκε κυρίως από θεατρολόγους και κριτικούς, ήταν ότι ο Φαμπρ είναι ένας σπουδαίος καλλιτέχνης και η προσωπική του σφραγίδα στο φεστιβάλ μόνο καλό θα μπορούσε να κάνει.

Δε μπαίνω στη συζήτηση περί της σπουδαιότητας του καλλιτέχνη. Τα δε αποσπάσματα από τις παραστάσεις του, που κανιβαλίστηκαν αρκούντως διαδικτυακά, σε καμία περίπτωση δεν αντιπροσωπεύουν την ποιότητά του, δεν έχω δει ολοκληρωμένη εργασία του, δεν έχω άποψη, ούτε θετική ούτε αρνητική.

Η ισοπεδωτική άποψη, ό,τι νάναι, όπου να'ναι είναι η πεμπτουσία της πολιτικής του Ελληνικού υπουργείου Πολιτισμού. 

Αλλά τα γεγονότα είναι παραδεκτά από όλους, καλλιτέχνες και δημοσιογράφους που παρακολούθησαν τις εξελίξεις:

  1. Ο υπουργός επέλεξε το Φαμπρ χωρίς να εξηγήσει γιατί. Χωρίς να πει μία κουβέντα για το όραμά του για το φεστιβάλ. Χωρίς να διευκρινίσει ποια ακριβώς αναγκαιότητα κάλυπτε η έλευση του Βέλγου πολυ-καλλιτέχνη.
  2. Ο δε Φαμπρ παραδέχτηκε ότι αγνοεί τη σύγχρονη ελληνική τέχνη και ότι δεν είχε και το χρόνο να ασχοληθεί για να τη μάθει. Επίσης δεν ασχολήθηκε ούτε για να γνωρίσει την προϊστορία του φεστιβάλ, καθώς και των χώρων του. Απλώς έριξε μια ματιά στα παλιά προγράμματά του και έβγαλε συμπεράσματα στατιστικού προσανατολισμού.
  3. Ως εκ τούτων, αποφάσισε να εντάξει στο πρόγραμμα δικές του δουλειές, σύσσωμη την ομάδα των συνεργατών του, καθώς και ως αντικείμενο διδασκαλιών και σεμιναρίων το σύνολο των γραπτών του πονημάτων. Το οποίο μπορεί να είναι εξαιρετικό μεν, αλλά επιμένω, ποια ακριβώς αναγκαιότητα της ελληνικής τέχνης καλύπτει όλο αυτό;
  4. Μίλησε για πολυπολιτισμικότητα. Μα, μετατρέποντας το φεστιβάλ, επί τέσσερα παρακαλώ έτη σε βελγικό, ποια πολυπολιτισμικότητα επιτυγχάνεται; Το φεστιβάλ γίνεται μονοπολιτισμικό.
  5. Είναι η πρώτη φορά, που καλλιτεχνικός διευθυντής του φεστιβάλ, εντάσσει στο πρόγραμμά του δικές του δουλειές και αναλαμβάνει ρόλο επιπρόσθετο του συντονισμού. Αυτό γινόταν επί σειρά ετών στα Δημοτικά Περιφερειακά Θέατρα, με αποτέλεσμα συχνά να μετατρέπονται σε παραμάγαζο του εκάστοτε διευθυντή. Τα περισσότερα δε εξ αυτών είναι πλέον ανενεργά.
  6. Δυστυχώς γα άλλη μία φορά, ο αρμόδιος υπουργός, παρέδωσε σε έναν του γούστου του, εν λευκώ, ωσάν να ήταν μαγαζί του, έναν ολόκληρο θεσμό. Και βεβαίως δε φταίει καθόλου ο Φαμπρ, που ήθελε να ανεβάσει στην Επίδαυρο την αμφιλεγόμενη παράστασή του. Αλλά ο υπουργός, που του είπε ότι δεν υπάρχει κανένα απολύτως πρόβλημα. Η ισοπεδωτική άποψη, ό,τι νάναι, όπου να'ναι είναι η πεμπτουσία της πολιτικής του Ελληνικού υπουργείου Πολιτισμού. Δυστυχώς.

Το ζητούμενο είναι το πλαίσιο που προστατεύει το θεσμό από την αυθαιρεσία του ίδιου του διευθυντή και του αρμόδιου υπουργού.

Και τώρα τι θα κάνουμε χωρίς τους Βέλγους; Οι άνθρωποι αυτοί, ήσαν μια κάποια λύσις ή όχι; Θα ψάξουμε να βρούμε έναν άλλο άξιο και τι σημαίνει αυτό;

Πήρα το λόγο στη συγκέντρωση των καλλιτεχνών στο θέατρο Σφενδόνη, την Παρασκευή 1η Απριλίου και δήλωσα ότι το θέμα δεν είναι να ψάχνουμε να βρούμε το καλό αφεντικό. Διότι πέφτουμε σε μία λογική λαχειοφόρο, που αν μας κάτσει ο καλός τα πράγματα θα πάνε καλά, αν όχι, τι να κάνουμε, την άλλη φορά ίσως είμαστε πιο τυχεροί.

Το ζητούμενο λοιπόν δεν είναι αποκλειστικά και μόνο τα πρόσωπα. Ο υπουργός πολιτισμού δεν είναι πρόεδρος επιτροπής καλλιστείων. Το ζητούμενο είναι το πλαίσιο που θωρακίζει το θεσμό. Το πλαίσιο που προστατεύει το θεσμό από την αυθαιρεσία και του ίδιου του διευθυντή, αλλά και του αρμόδιου υπουργού. Το πλαίσιο λειτουργίας, που δε θα επιτρέπει να γίνονται έκτροπα και ατασθαλίες.

Προτείνω λοιπόν τα εξής:

Α. Ο καλλιτεχνικός διευθυντής του Ελληνικού Φεστιβάλ να επιλέγεται από τον αρμόδιο υπουργό μέσα από ανοιχτό διεθνή διαγωνισμό, όπου οι ενδιαφερόμενοι θα καταθέτουν το όραμα και το σχέδιό τους για τη θητεία τους. Όλες οι υποψηφιότητες να αναρτώνται στο διαδίκτυο, να είναι ανοιχτές προς όλους και η επιλογή του διευθυντή να δικαιολογείται με τη σειρά της. Ο υπουργός αναλαμβάνει την ευθύνη της επιλογής του προσώπου, αλλά με στόχευση. Ο διαγωνισμός να είναι διεθνής, γιατί και ο θεσμός είναι διεθνής. Και φυσικά, στην ευρωζώνη στην οποία ανήκουμε, είναι αστείες οι φωνές, περί «ξένων» και «Ελλήνων».

Β. Το φεστιβάλ πρέπει να είναι σαφώς προσανατολισμένο στη διάδοση και ανάδειξη της σύγχρονης ελληνικής καλλιτεχνικής έκφρασης. Όχι να υποτάσσεται στην ιδρυματική άποψη της αόριστης ανταλλαγής ρευμάτων και τάσεων. Παραγωγή ελληνικών θεαμάτων με περαιτέρω στόχο τη διάδοσή τους πέραν των συνόρων, με συνέργειες ή και επιπρόσθετο μηχανισμό. Γιατί; Μα διότι, ως διεθνές εκ των πραγμάτων, οφείλουν και οι παραγωγές του να είναι διεθνών προδιαγραφών. Επομένως κάλλιστα θα μπορούν να εξαχθούν.

Γ. Το Φεστιβάλ προ Λούκου ήταν κυρίως μουσικοκεντρικό. Επί Λούκου έγινε θεατροκεντρικό. Ούτε το ένα, ούτε το άλλο. Ίση παρουσία όλων των τεχνών, μουσική, εικαστικά, θέατρο, χορός, παραστατικές τέχνες εν γένει, με ισομέρεια και καταμερισμό τόσο σε νέα όσο και σε καθιερωμένα θεσμικά ή μη σχήματα.

Δ. Η παρουσία ελληνικών και ξένων παραγωγών να ορίζεται ποσοστιαία, έστω κατά προσέγγιση. Προτείνω 60 % ελληνικό, 40 % διεθνές.

Ε. Η χρηματοδότηση του Φεστιβάλ να είναι κατοχυρωμένη και σταθερή, οριζόμενη με νόμο και καταβαλλόμενη αυτομάτως κάθε χρόνο, άνευ αναμονής εγκρίσεων από τον υπουργό, για να αποφεύγονται οι καθυστερήσεις. Με την έναρξη του φεστιβάλ, να υπάρχει στα ταμείο του τουλάχιστον το 50 % του προϋπολογισμού. Να ορίζεται αυστηρό χρονοδιάγραμμα εξοφλήσεως των συντελεστών των παραστάσεων. Δε μπορεί να ξεκινάει Φεστιβάλ, ενώ ακόμη εκκρεμούν πληρωμές συντελεστών από προηγούμενα. Δε μπορούμε να παίζουμε με το ψωμί των εργαζομένων καλλιτεχνών και συντελεστών.

Το φεστιβάλ δεν «ανήκει» σε κανέναν μας.

ΣΤ. Ο καλλιτεχνικός διευθυντής πρέπει να ασχολείται μόνο με τα καλλιτεχνικά του καθήκοντα. Δεν ασχολείται με τις διαδικασίες των οικονομικών συναλλαγών. Θεσμοθετείται ξεχωριστή μόνιμη θέση οικονομικού υπεύθυνου.

Ζ. Το Φεστιβάλ πρέπει να έχει πλήρη ελευθερία να συμπράττει χορηγικά, ώστε να μπορεί να έχει μεγαλύτερη οικονομική δυνατότητα, με ιδιωτικούς φορείς και εταιρείες. Πρέπει να διευκολυνθεί σε αυτό με έναν αναμορφωμένο νόμο περί χορηγιών.

Ε. Ο καλλιτεχνικός διευθυντής, τέλος, δε θα έχει δικαίωμα άμεσης παρουσίας στο πρόγραμμα του Φεστιβάλ. Αν είναι ηθοποιός, για παράδειγμα, δε θα έχει δικαίωμα να ορίζει τον εαυτό του πρωταγωνιστή παράστασης του φεστιβάλ. Αντίστοιχα, αν είναι σκηνοθέτης ή θιασάρχης, δε θα μπορεί να σκηνοθετεί ή να συμμετέχει ο θίασός του, κ.ο.κ. Να τελειώνουμε με τις εργολαβίες.

Υπάρχουν και άλλες λεπτομέρειες που θα άξιζε να συζητηθούν με τους καλλιτέχνες αλλά και τους θεατές. Το φεστιβάλ δεν «ανήκει» σε κανέναν μας. Διαχειριστές και κοινωνοί του είμαστε και οφείλουμε να προφυλάξουμε και να βελτιώσουμε αυτόν τον ιστορικό θεσμό.

Το μέλλον του Φεστιβάλ είναι τώρα και δε μπορεί άλλο να μας περιμένει.


*Ο Πίνακας που συνοδεύει το κείμενο, είναι: Σπύρος Βασιλείου (1902-1985), Ακρόπολη

Ορφανός, Νίκος

Ο Νίκος Ορφανός είναι απόφοιτος της Δραματικής Σχολής του Θεάτρου Τέχνης-Κάρολος Κουν και της Φιλοσοφικής Αθηνών. Εργάζεται ως ηθοποιός και σκηνοθέτης, στο ελληνικό θέατρο, την τηλεόραση και τον κινηματογράφο. Έχει διδάξει σε Δραματικές Σχολές, σε θεραπευτικές κοινότητες και σε σεμινάρια. Τον Ιανουάριο του 2015 εξελέγη βουλευτής Β Πειραιά με το Ποτάμι, μέχρι το Σεπτέμβριο του ίδιου έτους. Είναι ιδρυτικό μέλος του σωματείου Διάζωμα.