Πέμπτη, 21 Ιαν 2016

Πώς το Ισλαμικό Κράτος ποντάρει στο ρατσισμό

αρθρο του:

Από την περίοδο που το Ισλαμικό Κράτος αναδείχθηκε στην περιοχή της Συρίας και του Ιράκ ως υπολογίσιμη δύναμη, το 2013, ιδιαίτερα, όμως, μετά τις επιθέσεις στο περιοδικό Charlie Hebdo τον Ιανουάριο του 2015, την επίθεση του περσινού Νοεμβρίου στο Παρίσι, και τις πρόσφατες επιθέσεις στο Σαν Μπερναντίνο των Ηνωμένων Πολιτειών, η απειλή των τζιχαντιστών φαίνεται να έχει δημιουργήσει ένα κύμα φόβου στις Δυτικές κοινωνίες, αφενός, και αφετέρου, έχει μετακινήσει την ατζέντα της δημόσιας ζωής σε θέματα ανάσχεσης των μεταναστευτικών ροών και περιστολής των προσωπικών ελευθεριών. Ένα χαρακτηριστικό παράδειγμα είναι τα ντιμπέιτ των Ρεπουμπλικανών για το χρίσμα του Υποψήφιου Προέδρου στις ΗΠΑ. Οι Ρεπουμπλικάνοι Μπεν Κάρσον, ο Ντόναλντ Τραμπ, ο Τεντ Κρουζ, ακόμα και ο, μέχρι πρότινος, μετριοπαθέστερος Μάρκο Ρούμπιο μετακινούνται προς συντηρητικότερες θέσεις προς άγραν ψηφοφόρων που φοβούνται την Ισλαμική απειλή.

H απειλή των τζιχαντιστών έχει μετακινήσει την ατζέντα της δημόσιας ζωής σε θέματα ανάσχεσης μεταναστευτικών ροών και περιστολής προσωπικών ελευθεριών.

Για να κατανοήσουμε, όμως, εις βάθος το ζήτημα της τρομοκρατίας, πρέπει να δούμε λίγο την ιστορικότητα του φαινομένου, το οποίο περνάει σήμερα την τέταρτη φάση του. Η πρώτη ήρθε λίγο μετά την Ιρανική Επανάσταση του 1979, την άνοδο της Σιιτικής Χεζμπολά στον Λίβανο και τους Αιγυπτίους Μουσουλμάνους αδελφούς, που δολοφόνησαν τον Ανουάρ Σαντάτ, το 1981. Η δεύτερη φάση έχει ως σημείο εκκίνησης την επαύριο της ρωσικής εισβολής στο Αφγανιστάν, το 1979, αλλά κορυφώθηκε μετά την εμπλοκή των Αμερικανών με τον εκ μέρους τους εξοπλισμό των μαχητών Μουτζαχεντίν, οι οποίοι είχαν έλθει για να πολεμήσουν από αρκετά μέρη του μουσουλμανικού κόσμου, από την Αλγερία μέχρι τη Σομαλία. Ύστερα, πολλοί εξ αυτών, έχοντας πια τεχνογνωσία και οπλισμό, επέστρεψαν στις χώρες τους, με χαρακτηριστικότερη την περίπτωση της Αλγερίας, όπου, το 1992, μουτζαχεντίν του πολέμου του Αφγανιστάν προσπάθησαν χωρίς επιτυχία να ανατρέψουν το κοσμικό καθεστώς. Ήταν, όμως, η πρώτη φορά που ανεδείχθηκαν νέοι τρόποι εξτρεμισμού, όπως οι μαχητές καμικάζι και οι αποστολές αυτοκτονίας. Η επόμενη φάση αποτελείτο από μαχητές οι οποίοι, απογοητευμένοι από τη αποτυχία του ιερού πολέμου εναντίον του κοσμικών καθεστώτων, προσηλυτίστηκαν από τον Μπιν Λάντεν και την Αλ Κάιντα. Ο Μπιν Λάντεν ανέδειξε τον ιερό πόλεμο και έφερε στο επίκεντρο της ατζέντας του εξτρεμιστικού Ισλάμ τον «μακρινό εχθρό», δηλαδή, τη Δύση, και, κυρίως, τις Ηνωμένες Πολιτείες. Η τελευταία φάση που διανύουμε, αυτή, δηλαδή, που ξεκινά μετά την Αραβική Άνοιξη, είναι εκείνη που αφορά περισσότερο, όμως, την Ευρώπη και ευρύτερα το Δυτικό Κόσμο. Η αποτυχία των ΗΠΑ στο Ιράκ και των Δυτικών δυνάμεων ─και ιδιαίτερα, της Γαλλίας στη Συρία και τη Λιβύη─, σε συνδυασμό με την σχετική αδυναμία των ευρωπαϊκών κρατών να ενσωματώσουν πλήρως νεαρούς Μουσουλμάνους μετανάστες σηματοδοτούν τη δημιουργία μιας νέας γενιάς μαχητών που δεν έχουν την εμπειρία του Αφγανιστάν ή της Αλ Κάιντα αλλά προέρχονται, στην πλειοψηφία τους, από χώρες του Δυτικού Κόσμου.

Το Ισλαμικό Κράτος και τα όποια στοιχεία του εξτρεμιστικού Ισλάμ ποντάρουν στον ρατσισμό. 

Αυτό το φαινόμενο εκμεταλλεύονται ακραίοι και των δυο πλευρών. Οι δημόσιες διακηρύξεις του Ντόναλντ Τράμπ και του Τεντ Κρουζ στις ΗΠΑ, του Γκέερτ Βίλτερς στην Ολλανδία, της Αν Μαρί Λεπέν στη Γαλλία (αλλά και μερίδας του κόμματος του Νικολά Σαρκοζί), του Βίκτορ Όρμπαν στην Ουγγαρία και αρκετών Πολωνών πολιτικών αποξενώνουν και περιθωριοποίουν ακόμα περισσότερο ορισμένους από αυτούς τους νεαρούς μετανάστες δεύτερης ή τρίτης γενιάς. Το κυριότερο τους επιχείρημα είναι ότι οι Μουσουλμάνοι δεν ανήκουν στις δυτικές κοινωνίες. Θα ήταν, όμως, τραγικό λάθος να αφεθεί η διαχείριση και η αντιμετώπιση του προβλήματος της τρομοκρατίας στα λεγόμενα «γεράκια», τόσο των ΗΠΑ, όσο και του Ευρωπαϊκού χώρου. Ασφαλώς οι ανησυχίες και οι φόβοι των Ευρωπαίων και Αμερικανών πολιτών είναι κατανοητοί και σε μεγάλο βαθμό δικαιολογημένοι. Παραταύτα, επιλογές όπως η απαγόρευση της μετανάστευσης Μουσουλμάνων, ή οι βομβαρδισμοί-χαλί στη Συρία, κάθε άλλο παρά θα λύσουν το πρόβλημα. Το Ισλαμικό Κράτος και τα όποια στοιχεία του εξτρεμιστικού Ισλάμ ποντάρουν σε αυτόν ακριβώς τον ρατσισμό. Για παράδειγμα, πρόσφατα, η Αλ Σαμπάαμπ, που δρα στη Σομαλία, σε βίντεο που δημοσιοποίησε, χρησιμοποίησε την εικόνα του Ντόναλντ Τράμπ να ξιφουλκεί εναντίον των μουσουλμάνων. Πρόσφατα, εξάλλου, και το Ισλαμικό Κράτος σε βίντεό του, εστιάζει την προπαγάνδα του στην αστυνομική βία εναντίον μαύρων στη Γαλλία, στην Αμερική και το Βέλγιο. Επηρεασμένοι από τη διαστρεβλωμένη πραγματικότητα που τους παρουσιάζει το Ι.Κ., απογοητευμένοι νεαροί θεωρούν ότι θα βρουν στον εξτρεμισμό μια απάντηση στην απελπισία τους.

Αυτό που δεν θίγουν οι συντηρητικοί κύκλοι στην Αμερική είναι, όμως, ότι ο κίνδυνος από τη χρήση των όπλων και την ελευθερία απόκτησής τους, όπως αυτή απορρέει από το αμερικανικό Σύνταγμα, είναι πολύ μεγαλύτερος από την Ισλαμική απειλή. Λιγότεροι από 100 άνθρωποι έχουν σκοτωθεί από Ισλαμιστές εντός της χώρας μετά το 2001, ενώ, αντιθέτως, πολλαπλάσια είναι τα θύματα παρανοϊκών με εύκολη πρόσβαση σε πυροβόλα όπλα. Υπάρχει όμως και μία ακόμα πτυχή που σχετίζεται με αυτό: το Ισλαμικό Κράτος προβάλει, σε πολλά από τα βίντεο προσηλυτισμού της, εξτρεμιστικές ομάδες στην Αμερική - στις οποίες ανήκουν, κατά κανόνα, μέλη της National Rifle Association -, για να δείξει ότι οι ΗΠΑ οπλίζονται εναντίον τους.

Η τέταρτη αυτή φάση της ανόδου του εξτρεμιστικού Ισλάμ θα κάνει τον ιστορικό της κύκλο και θα οδηγηθεί σε ύφεση.

Σε βάθος χρόνου και σύμφωνα με τα παραπάνω δεδομένα, η τέταρτη αυτή φάση της ανόδου του εξτρεμιστικού Ισλάμ θα κάνει τον ιστορικό της κύκλο και θα οδηγηθεί σε ύφεση. Στο ενδιάμεσο χρονικό διάστημα, θα πρέπει η Ευρώπη να αντιμετωπίσει ένα από τα δομικά της προβλήματα, και αυτό δεν είναι άλλο από το δημογραφικό της. Ο πληθυσμός των ευρωπαϊκών χωρών είναι γερασμένος, εν αντιθέσει με τους νεαρούς Μουσουλμάνους που προσπαθούν να ενταχθούν στην οικονομική και πολιτική ζωή των χωρών υποδοχής. Η καλύτερη απάντηση, όπως αναφέραμε, δεν μπορεί παρά να είναι η ένταξη στην κοινωνία των μεταναστών και η υποστήριξη όσων, ανάμεσά τους, αποτελούν μετριοπαθείς φωνές, καταδεικνύοντας, παράλληλα, διαρκώς, ότι ο προβαλλόμενος εναλλακτικός δρόμος του Ισλαμικού Κράτους, με τους λιθοβολισμούς γυναικών, τις θανατώσεις ομόφυλων ζευγαριών και τις άλλες μεσαιωνικές συνήθειες, δεν συνάδει και δεν εκπροσωπεί τους πραγματικούς μουσουλμάνους. Μακροπρόθεσμα, όμως, στόχος θα πρέπει να είναι η δημιουργία μιας καινοτόμου και πιο συνεκτικής Ευρωπαϊκής Ένωσης σε όλα τα επίπεδα, στην οποία λαϊκιστικές φωνές που θέλουν να «στείλουν τζιχαντιστές» σε άλλους εταίρους, να κάνουν απελάσεις ή να συνδέσουν θέματα μετανάστευσης και προσφυγικών ροών με δομικές τους αδυναμίες, δε θα βρίσκουν καμία απήχηση.


*Ο Πίνακας που συνοδεύει το κείμενο, είναι: Rembrandt (1606 – 1669), The Anatomy Lesson of Dr. Nicolaes Tulp

Μαντζίκος, Γιάννης

Ο Γιάννης Μαντζίκος είναι διεθνολόγος, με ειδίκευση στις αφρικανικές υποθέσεις και τις ισλαμιστικές εξτρεμιστικές ομάδες.
Είναι υποψήφιος διδάκτωρ στο University of Free State, στη Νότια Αφρική. Έχει μεταπτυχιακό στην Αφρικανική Πολιτική από το University of London, School of Oriental and African Studies – SOAS και είναι απόφοιτος των Πολιτικών Επιστημών και Δημόσια Διοίκηση του Καποδιστριακού Πανεπιστημίου Αθηνών.