Γιάννης Κουτσομύτης: «Πέρα από τα fake news υπάρχει μια μεθοδευμένη, αυτό που θα έλεγα είτε σε εισαγωγικά, είτε χωρίς εισαγωγικά, κυβερνοπροπαγάνδα, η οποία είναι πολύ μεθοδευμένα στημένη εδώ και χρόνια από συγκεκριμένους κρατικούς, κομματικούς και επιχειρηματικούς κύκλους που στόχο έχει τη χειραγώγηση της αντίληψης και της συνείδησης των πολιτών, των καταναλωτών και των ψηφοφόρων. Και θα έλεγα ότι αυτή τη στιγμή βρισκόμαστε σε ένα δυσάρεστο σημείο στο οποίο έχουν καταφέρει και έχουν κερδίσει αυτή τη στιγμή το momentum. Το momentum αυτή τη στιγμή της ενημέρωσης το έχει κερδίσει η κυβερνοπροπαγάνδα. Δεν το έχει κερδίσει η αλήθεια»

Πέτρος Τατσόπουλος: «Τι κάνεις σε αυτό το μολυσμένο περιβάλλον; Δημιουργείς τα δικά σου fake news, τα αντι-fake news, τα «καλά» fake news; Ο πειρασμός είναι μεγάλος. Ωστόσο, εάν δημιουργήσεις μαζικά αντι-fake news, έστω και «για καλό σκοπό», κινδυνεύεις να εισφέρεις στην επικράτηση της εντύπωσης μιας γενικευμένης αναξιοπιστίας, όπου όλοι κατασκευάζουν fake news εναντίον όλων και ο πολίτης, πελαγωμένος, δεν πιστεύει πια κανέναν. Fake news διασπείρει ο Τραμπ, fake news διασπείρουν και οι αντίπαλοι του Τραμπ. Fake news ο Πούτιν, fake news και οι αντίπαλοί του Πούτιν. Είναι φανερό πως η βλάβη για την ίδια τη δημοκρατία θα είναι ανήκεστος.»

Ο Κωνσταντίνος Μουρτοπάλλας παρουσιάζει και εξηγεί την ανάγκη να δημιουργηθεί το «νέο κόμμα» που θα αποτελέσει «το εργαλείο που εκφράζει το αίτημα για τη μετάβαση σε μια μετα- κομματική λογική». Ο συγγραφέας τονίζει πως «η μετα - κομματική λογική, επιτάσσει την αναζήτηση και την εφαρμογή μιας πολιτικής συναινετικής, μιας πολιτικής μετα - πλειοψηφικής» και σημειώνει ότι «η συναίνεση δεν είναι απλά πολιτική επιδίωξη του «νέου κόμματος», αλλά ύψιστο θεσμικό χρέος, που το καθιστά αρμό της ανασυγκρότησης της χώρας, όχι απλώς μια παραφυάδα του συστήματος, απομονωμένο πολιτικά – κοινωνικά και περιθωριοποιημένο ιδεολογικά»

Ο Στάθης Αντωνάτος εξετάζει τις σχέσεις Ευρωπαϊκής Ένωσης και ΝΑΤΟ της οποίας το νέο χαρακτηριστικό είναι «η υποχώρηση του δημοκρατικού στίγματος και η επέλαση κινημάτων που εκφράζουν τον λαϊκισμό και στηρίζουν πιο εθνικιστικές πολιτικές». Ο συγγραφέας εκτιμά πως «οι Ευρωπαίοι ηγέτες θα κληθούν να αντιμετωπίσουν κινδύνους περαιτέρω αποδόμησης της Ε.Ε.» και επισημαίνει πως «επιβάλλεται να εργασθούν συγκροτημένα, συστηματικά και με έμφαση προς την ενίσχυση της Ένωσης αλλά και στην σύσφιξη-εμβάθυνση των δεσμών με τον δυτικό σύμμαχο». «Σίγουρα είναι μια πρόκληση για την Ευρωπαϊκή διπλωματία η οποία βρίσκεται ενώπιον μιας νέας τάξης πραγμάτων» τονίζει.

Γιάννης Λίτινας: «Οφείλουν όλοι πλέον, να συνεισφέρουν τις δυνάμεις τους σε μια επαναθεμελίωση του χώρου της Ελληνικής Σοσιαλδημοκρατίας. Χωρίς όρους και αναλογικότητες. Ας αποφασίσουν οι πολίτες του χώρου. Και με ανοικτές διαδικασίες, διαυγείς και απόλυτα συμμετοχικές, να χαραχτεί ο νέος δρόμος. Από το παρελθόν του δεν μπορεί να διαφύγει κανένας, έτσι και αλλιώς. Και ουδέποτε η αναπαλαίωση δεν αποτελούσε λύση πραγματικής ανανέωσης. Ένα ειλικρινές Ελληνικό Επινέ είναι η απάντηση. Μία εκ βάθρων νέα Ένωση Κέντρου είναι η λύση. Στα δύσκολα, πάντα, η λύση βρίσκεται στην ανάγνωση του παρελθόντος. Στις θαρραλέες, καθαρές και τολμηρές λύσεις.»

Ο Νίκος Τσολακίδης περιγράφει τα «επτά θανάσιμα αμαρτήματα της αριστεράς»: Οκνηρία, Αλαζονεία, Λαιμαργία, Λαγνεία, Απληστία, Οργή, Ζηλοφθονία, εκτιμώντας πως «έχουν υποπέσει σε όλα αυτά τα αμαρτήματα, αλλά το χειρότερο όλων είναι πως πίστεψαν ότι μπορούν να κυβερνούν όπως αντιπολιτεύονταν». Στη συνέχεια ο συγγραφέας περιγράφει τα επτά «προαπαιτούμενα» για την απάντηση της κεντροαριστεράς: Ειλικρίνεια, Ηθική, Πολιτικό διακύβευμα, Εκσυγχρονισμός, Το τέλος της προγονοπληξίας, Αποφασιστικότητα, Ανανέωση. «Τότε ίσως να κατανοήσουμε, ότι περισσότερο ταιριάζει στην κοινωνία μας μια σύγχρονη πρόταση των δυνάμεων του προοδευτικού κέντρου και της σοσιαλδημοκρατίας, παρά μια «κεντροαριστερά» των συνενώσεων της ανάγκης και των μεταγραφών» τονίζει.