O Νίκος Γκιώνης στο άρθρο του θέτει το θέμα του ιστορικού συμβιβασμού που «αποτελεί υποχρεωτική αναγκαιότητα μετεκλογικών συνεργασιών» εξηγώντας πως όταν «οι εκλογές το επιβάλλουν, βρίσκονται τα ελάχιστα κοινά πολλαπλάσια προγραμματικών συγκλίσεων, και άρα επιτρεπτών αμοιβαίων συμβιβασμών». Ο συγγραφέας επισημαίνει ότι «ο ενδιάμεσος χώρος, καίτοι κερματισμένος οφείλει μερικώς και συνολικώς να δώσει απαντήσεις χωρίς προσημειώσεις, αναφορικά με τις συγκλίσεις και συναινέσεις αφενός μεταξύ των επιμέρους σχημάτων και αφετέρου στο σύνολό του να προλειαίνει το έδαφος συμβιβασμών, για τις περιπτώσεις που τα εκλογικά αποτελέσματα το επιβάλλουν.» Άλλα ψέμματα δεν χωρούν, σημειώνει.

Στο άρθρο – παρέμβαση ο Χρήστος Δερβένης και Γιώργος Βογιατζής αποτιμούν το ΕΣΥ και προτείνουν συγκεκριμένες μεταρρυθμίσεις ώστε να αντιστραφεί η «φθίνουσα πορεία του ΕΣΥ και η απαξίωση του ανθρώπινου δυναμικού και της δημόσιας εικόνας του». «Το νέο ΕΣΥ θα είναι καινοτόμο, προσαρμόσιμο στις νέες ανάγκες και απαιτήσεις. Θα είναι κοινωνικά υπεύθυνο και προσβάσιμο σε όσους το έχουν ανάγκη. Θα αναπτύσσει τους εργαζόμενους, θα τους αξιολογεί και θα τους αμείβει δίκαια. Το νέο μοντέλο θα μεριμνά ώστε οι εργαζόμενοι να ανανεώνουν συνεχώς τη γνώση τους και η νέα γνώση να εφαρμόζεται γρήγορα και αποτελεσματικά προς όφελος των ασθενών» σημειώνουν.

Ο Γιώργος Στρατόπουλος στο άρθρο του που βασίζεται στην εισήγησή του στην εκδήλωση της 13ης Ιανουαρίου για το ασφαλιστικό, εξετάζει τους λόγους της μείωσης των συντάξεων. «Οι ερασιτεχνισμοί στη διαχείριση της οικονομίας το 2015, η κορύφωση της αβεβαιότητας και της ανασφάλειας, η φυγή των καταθέσεων, η ασφυξία ρευστότητας και οι κεφαλαιακοί έλεγχοι, μάς γύρισαν 2 χρόνια πίσω. Έτσι, σήμερα είμαστε αναγκασμένοι να μειώσουμε τη δαπάνη για συντάξεις κατά 1,8 δισ.» σημειώνει, εξηγεί «πόσο ανυπόστατη είναι η συσχέτιση των περικοπών με τις ζημιές από το PSI» και τονίζει πως «η μεταρρύθμιση Κατρούγκαλου κινείται στα minima, τα απολύτως απαραίτητα σε ταμειακή βάση»

Ο Ξενοφών Κοντιάδης στο άρθρο του «Μια κριτική αξιολόγηση του προσχεδίου νόμου για την ασφαλιστική μεταρρύθμιση», που είναι και η εισήγηση του στην εκδήλωση για το ασφαλιστικό της 13ης Ιανουαρίου, παραθέτει οκτώ κριτήρια αξιολόγησης και προσεγγίζει τη νομοθετική πρόταση του Υπουργείου Εργασίας με γνώμονα αν πληρούνται τα κριτήρια αυτά. «Τα κριτήρια αυτά δεν μπορεί να είναι αυθαίρετα, αλλά πρέπει να συναρμόζονται με τις βασικές αρχές οργάνωσης και λειτουργίας του θεσμού της κοινωνικής ασφάλισης» σημειώνει, και επισημαίνει ότι «το σύστημα κοινωνικής ασφάλισης είναι σήμερα σε οριακό σημείο και απαιτείται η μεταρρύθμισή του με σκοπό την ανάταξη και όχι την αποσύνθεσή του»

Ο Αλέξανδρος Ονουφριάδης παρουσιάζοντας την κατάσταση στον χώρο της κεντροαριστεράς σήμερα, παρατηρεί πως «προσωπικές εφήμερες στρατηγικές υποσκάπτουν το μέλλον της ευρύτερης παράταξης». Εκτιμώντας πως «το πολιτικό κενό που δημιουργήθηκε λόγω της απουσίας ενός πλειοψηφικού μεταρρυθμιστικού κόμματος εξουσίας, οδήγησε στις ουρές των εσωκομματικών εκλογών της ΝΔ και στην εκλογή του Κυριάκου Μητσοτάκη στην ηγεσία της» προτείνει συγκεκριμένα βήματα ώστε να δημιουργηθούν οι «συνθήκες για ένα νέο δημοκρατικό, προοδευτικό και πλειοψηφικό κόμμα το οποίο θα μπορούσε να διεκδικήσει εξουσία στις επόμενες εθνικές εκλογές». «Οι προσπάθειες για την ανασυγκρότηση της κεντροαριστεράς θα αποτύχουν αν γίνουν με συγκόλληση υπαρχόντων πολιτικών σχηματισμών» επισημαίνει ο συγγραφέας.

Ο Θάνος Μπαλασόπουλος και ο Ηλίας Κυριόπουλος, στο άρθρο τους αποτιμούν το ΕΣΥ, καταγράφουν τα προβλήματα που προκλήθηκαν από την κρίση και προτείνουν παρεμβάσεις. «Η θεσμοθέτηση του ΕΣΥ αποτέλεσε κορυφαία τομή στη δομή του κράτους πρόνοιας» σημειώνουν εξηγώντας όμως πως η μεταρρύθμιση υπήρξε ατελέσφορη «εξαιτίας της πολιτικής οικονομίας των μεταρρυθμίσεων και των στρεβλώσεων κατά τη διαδικασία λήψης πολιτικών αποφάσεων». Από την άλλη, η οικονομική κρίση, σημειώνουν, έχει πλήξει «το δίχτυ ασφαλείας και οικονομικής προστασίας απέναντι στους κινδύνους υγείας». Οι συγγραφείς προτείνουν «παρεμβάσεις για να προληφθεί η έκρηξη των ανισοτήτων στην πρόσβαση, τη χρηματοδότηση, την ανταποκρισιμότητα και το επίπεδο υγείας»