Ο Σταύρος Τσακυράκης στην ομιλία του στο Συνέδριο του Κύκλου Ιδεών, Η Ελλάδα Μετά, μιλάει για την ανάγκη να υπάρξουν δύο μεγάλες μεταρρυθμίσεις: μια στον χώρο της παιδείας και μία στο χώρο της δικαιοσύνης. Ο Στ. Τσακυράκης τονίζει την ανάγκη ίδρυσης μη κρατικών πανεπιστημίων: «Μετά από 40 χρόνια έχει πια γίνει κοινός τόπος ότι πρέπει να καταργηθεί η συνταγματική διάταξη που, κατά παγκόσμια πρωτοτυπία, προβλέπει ότι η ανώτατη εκπαίδευση παρέχεται αποκλειστική από νομικά πρόσωπα δημοσίου δικαίου. Όσον αφορά τη δικαιοσύνη, τονίζει: «να επανεξετάσουμε την αποκλειστική «δημοσιοϋπαλληλική» σύνθεση του δικαστικού σώματος, να τη συμπληρώνουμε με διορισμούς κάποιων επιφανών νομικών που δεν έχουν κάνει δικαστική καριέρα»

Ο Νίκος Αλιβιζάτος στην ομιλία του στο Συνέδριο του Κύκλου Ιδεών, Η Ελλάδα Μετά, θέτει τις «τρεις προϋποθέσεις για τη μεταρρύθμιση του κράτους». Συγκεκριμένα τονίζει πως «αν θεωρήσουμε ότι, στη χώρα μας, το ζητούμενο είναι η έλλειψη θεσμών με βάθος, θα προέτασσα την απουσία ενός σοβαρού, φερέγγυου, και αξιόπιστου κράτους, ικανού να εξασφαλίσει την έξοδο της χώρας από την κρίση, ανεξάρτητα από τις διακυμάνσεις της πολιτικής ζωής». Ο Νίκος Αλιβιζάτος αναφερόμενος στην απλή αναλογική, σημειώνει πως «σε μια χώρα χωρίς παράδοση ευρύτερων συναινέσεων, ισοδυναμεί με καθήλωση» και τονίζει πως «ο σωστός δρόμος είναι να δημιουργηθούν σοβαρά θεσμικά αντίβαρα, που να μπορούν ν’ αναχαιτίζουν την εκάστοτε πλειοψηφία»

Ο Γιάννης Πανούσης στην ομιλία του στο Συνέδριο του Κύκλου Ιδεών, Η Ελλάδα Μετά, εξετάζει το τρίπτυχο της Δημοκρατίας: «Ασφάλεια – Ελευθερίες – Δικαιοσύνη». Ο Γ. Πανούσης τονίζει: «Το αρχαϊκό ερώτημα παραμένει ανοικτό και κρίσιμο: Πόση ανασφάλεια και αβεβαιότητα μπορεί να υποφέρει υπαρξιακά ένας άνθρωπος ώστε να μη διαρραγεί οριστικά η σχέση του με τους άλλους; Κράτος Δικαίου δεν είναι το Κράτος οποιουδήποτε δικαίου, όπως και ο de facto οικουμενισμός ή και η global governance δεν συμπίπτουν υποχρεωτικά με τις αξίες της παγκόσμιας κοινωνίας. Η ανασφάλεια στήθηκε, λειτουργεί ως σκιάχτρο της παγκοσμιοποίησης ακριβώς για να διώχνει τα περιστέρια της ειρήνης και να φοβίζει τους φιλήσυχους ανθρώπους.»

Ο Πέτρος Παπασαραντόπουλος μιλάει για το «μαύρο κουτί της ελληνικής κοινωνίας» αναφερόμενος στους απογοητευμένους ψηφοφόρους του ΣΥΡΙΖΑ. «Οι περισσότεροι από αυτούς καταγγέλλουν τον ΣΥΡΙΖΑ για τους λάθος λόγους. Όχι επειδή είπε ψέματα, αλλά επειδή δεν υλοποίησε τα ψέματα. Αρκεί να διαβάσει κανείς δηλώσεις μεταμεληθέντων καλλιτεχνών που υποστηρίζουν ότι ο ΣΥΡΙΖΑ τους πρόδωσε, για να καταλάβει ότι αυτοί οι ψηφοφόροι είναι ένας απρόβλεπτος παράγων, ένα μαύρο κουτί, που δυνητικά μπορεί να εξελιχθεί σε ωρολογιακή βόμβα στα θεμέλια της δημοκρατίας» τονίζει ο συγγραφέας και σημειώνει πως «μετά την απογοήτευση από τα αριστερά, το μαύρο κουτί μπορεί να αναζητήσει την τύχη του στην ακροδεξιά»

Ο Κώστας Μποτόπουλος στην ομιλία του στο Συνέδριο του Κύκλου Ιδεών, Η Ελλάδα Μετά, αναφέρεται στον άλλο κράτος που όπως τονίζει πως «όχι μόνο είναι εφικτό, αλλά είναι απαραίτητο και αυτονόητο» και σημειώνει ότι «δε μπορεί να συνεχίσει να λειτουργεί όπως λειτουργεί αυτή τη στιγμή ούτε στα θέματα της δημόσιας ζωής ούτε στα θέματα των θεσμών ούτε στα θέματα της οικονομίας, νοούμενης ως βάση για να επιτύχουμε το κοινωνικό καλό». Ο Κ. Μποτόπουλος αναρωτιέται αν «μπορεί το κράτος να έχει μία νοοτροπία όταν αυτά τα ζητήματα είναι όλα κυρίως τεχνικής φύσης» και απαντώντας θετικά, εξηγεί πως «το κράτος οφείλει να έχει την νοοτροπία που ονομάζουμε πολύ απλά προστασία του δημοσίου συμφέροντος».

Ο Ξενοφών Κοντιάδης στην ομιλία του στο Συνέδριο του Κύκλου Ιδεών, Η Ελλάδα Μετά, αναφέρεται «σε τρία πεδία παρέμβασης στους θεσμούς και το πολιτικό σύστημα που έχουν ιδιαίτερη σημασία για τη λειτουργία του κράτους και την ανάταξη της οικονομίας: τη συνταγματική αναθεώρηση, την τροποποίηση του εκλογικού νόμου και την «εκκαθάριση»-ποιότητα της νομοθεσίας». Ο Ξ. Κοντιάδης σημειώνει πως «το Σύνταγμά μας αποδεικνύεται σε αρκετές από τις σημαντικότερες ρυθμίσεις του ανορθολογικό», τονίζει την «το εκλογικό σύστημα αποτέλεσε εργαλείο της εκάστοτε πλειοψηφίας», και επισημαίνει ότι «ο πιο έμπειρος νομικός της θεωρίας και της πράξης αδυνατεί έστω να εντοπίσει τι ισχύει μέσα στον δαιδαλώδη νομοθετικό λαβύρινθο»