Κυριακή, 22 Νοε 2020

Ασφάλεια, αστυνόμευση και ελευθερίες στα Ελληνικά πανεπιστήμια. Μια πρόταση.

αρθρο του:

 

Εισαγωγή

 

Η συζήτηση για την ασφάλεια και την αστυνόμευση στους χώρους των Ελληνικών Ανώτατων Εκπαιδευτικών ιδρυμάτων έχει περάσει από πολλά στάδια, χωρίς να έχει καταλήξει ακόμη στο στάδιο της πλήρους αποδοχής του προβλήματος και της πρότασης συγκεκριμένων πρακτικών λύσεων.

Είναι μια συζήτηση έντονα κομματικοποιημένη, όχι απλά πολιτικοποιημένη και η γενική αναγνώριση της ύπαρξης ή όχι προβλημάτων εξαρτάται από ιδεολογικές προσεγγίσεις αλλά και από πολιτικές σκοπιμότητες.

Η ύπαρξη εγκληματικότητας στους χώρους των ελληνικών ΑΕΙ, είναι κάτι παραπάνω από φανερή και ως εκ τούτου γνωστή, όχι μόνο στην πανεπιστημιακή κοινότητα αλλά και στην ευρύτερη κοινωνία. Όμως το σύνολο της εγκληματικότητας αυτής δεν είναι γνωστό σε όλη του την έκταση, παρά μόνο μέσα από δημοσιεύματα.

Ως εγκληματικότητα εννοούμε το σύνολο των παράνομων, ποινικά τιμωρούμενων πράξεων σε ένα χώρο κατά τη διάρκεια ενός ορισμένου χρονικού διαστήματος. Το μέγεθος της εγκληματικότητας συντίθεται από τον συνδυασμό του αριθμού των εγκλημάτων και της βαρύτητάς τους. Ότι δηλαδή συμβαίνει και στο σύνολο της κοινωνίας. Άλλωστε και τα campus των πανεπιστημίων μια μικρογραφία της κοινωνίας είναι.

Όμως η μέτρηση της εγκληματικότητας, έχει ένα δομικό μειονέκτημα. Είναι αδύνατο να καταγραφεί στις πραγματικές της διαστάσεις, εξαιτίας πολλών παραγόντων.  Αυτό μπορεί να γίνεται είτε γιατί τα θύματα για διάφορους λόγους δεν τα καταγγέλλουν, είτε γιατί οι αρμόδιες αρχές δεν τα αντιλαμβάνονται όταν πρόκειται για εγκλήματα που διώκονται αυτεπάγγελτα ή απλώς δεν επεμβαίνουν για να ξεκινήσουν μια ποινική διαδικασία.   Επιπλέον  ορισμένες  παραβατικές συμπεριφορές με κυρίαρχο στοιχείο τη βία,  είναι πολύ συχνά παρούσες στα ελληνικά πανεπιστήμια.  Έτσι, διαμορφώνεται εν τέλει στο πλαίσιο ενός γενικευμένου μιθριδατισμού μέσα από τη συνήθεια, πράξεις  παραβατικότητας  δεν καταγγέλλονται ή δεν διώκονται αφού, είναι ανεκτές ή και αποδεκτές.

Επίσης αυτή η ίδια η  έννοια του εγκλήματος είναι στην πραγματικότητα ιδιαίτερη στους χώρους των πανεπιστημίων και συχνά κινείται μακριά από την έννοια που της προσδίδουν οι νόμοι και η επιστήμη της εγκληματολογίας, δεδομένου ότι πολλές εμφανώς  παράνομες  πράξεις  βίας έχουν ενταχθεί στη συλλογική συνείδηση πολλών μελών της πανεπιστημιακής κοινότητας,  ως πράξεις πολιτικού ακτιβισμού.

Ένα άλλο επίσης θέμα που προκαλεί η εγκληματικότητα οπουδήποτε και φυσικά και στους χώρους των πανεπιστημίων, είναι ο φόβος θυματοποίησης. Η αίσθηση ασφάλειας ή ανασφάλειας που έχει κάποιος σε σχέση με τις απειλές που πιστεύει ότι μπορεί να αντιμετωπίζει. Προφανώς ούτε αυτό μπορεί να μετρηθεί, παρά μόνο με ειδική επιστημονική έρευνα ποιοτικών χαρακτηριστικών που πρέπει να γίνει σε κάθε πανεπιστήμιο, εξαιτίας και των ειδικών συνθηκών που υπάρχουν σε κάθε ένα από αυτά. Για παράδειγμα σε έρευνα του Τμήματος Πολιτικής Επιστήμης  του ΑΠΘ, ενώ στο ίδιο πανεπιστήμιο το πρόβλημα της ασφάλειας θεωρείται το κυρίαρχο από τους φοιτητές του,  στο Πανεπιστήμιο  Μακεδονίας δεν θεωρείται σοβαρό. Η εξήγηση μπορεί να είναι ότι το ΠΑΜΑΚ έχει μόνο ένα ενιαίο κτίριο, ενώ το ΑΠΘ έχει μεγάλο campus (in.gr)  

Οποιαδήποτε λοιπόν προσέγγιση του προβλήματος εγκληματικότητας και φόβου θυματοποίησης στους χώρους των πανεπιστημίων έχει το μειονέκτημα της έλλειψης  επιστημονικά τεκμηριωμένων στοιχείων περί της κατάστασης. Έτσι εκ των πραγμάτων η αναπαράσταση που έχουμε για το πρόβλημα εξαρτάται από τον τρόπο που παρουσιάζεται στα ΜΜΕ, από τις προσωπικές μας εμπειρίες, από την ιδεολογία μας κ.λ.π. όμως ολοένα και περισσότερο, οι εμπειρίες μελών της πανεπιστημιακής κοινότητας, τα γεγονότα που συμβαίνουν και βγαίνουν στο φως της δημοσιότητας διαμορφώνουν  αναπαραστάσεις για έντονη παρουσία παραβατικότητας και ιδιαίτερα βίας στα Ελληνικά Πανεπιστήμια και δημιουργούν την ανάγκη μεταρρύθμισης  στον τομέα της ασφάλειας στα Ελληνικά πανεπιστήμια και αναβάθμιση της ακαδημαϊκής ελευθερίας. Με αυτή την παραδοχή θα επιχειρήσουμε παρακάτω να δούμε πιο αναλυτικά τα προβλήματα και να προκρίνουμε τις δυνατότητες που υπάρχουν, σε σχέση πάντα με τα Ελληνικά δεδομένα.

  

Η διαμόρφωση της κατάστασης στα Ελληνικά Πανεπιστήμια  από πλευράς ασφάλειας και εγκληματικότητας

 

Η ύπαρξη παράνομων πράξεων στα ελληνικά πανεπιστήμια, μετά την περίοδο της μεταπολίτευσης, έχει συνδεθεί σχεδόν απόλυτα με πολιτικά χαρακτηριστικά. Οι συνηθέστερες πράξεις οι οποίες καταγράφονται όλα αυτά τα χρόνια, είναι αυθαίρετες καταλήψεις χώρων, καταστροφές,  βανδαλισμοί ακόμη και κλοπές. Έχουν καταγραφεί σποραδικά επίσης αποθήκευση εκρηκτικών υλών, μολότοφ, και άλλων όπλων.  Σημαντικός αριθμός επίσης πράξεων βίας έχει καταγραφεί, η οποία αφορά κυρίως πράξεις βίας με κίνητρα πολιτικής διεκδίκησης, είτε μεταξύ φοιτητών,  είτε βία και προπηλακισμοί σε βάρος καθηγητών και μελών της διοίκησης των πανεπιστημίων. Όμως δεν είναι μόνο τα παραπάνω. Κατά καιρούς έχουν καταγραφεί εγκλήματα διακίνησης ναρκωτικών, λαθρεμπορίου διαφόρων ειδών, σεξουαλικής βίας, ληστειών μέχρι και κλοπές  και ανατινάξεις ΑΤΜ, ακόμη και καλλιέργειες  χασισόδεντρων. (rethemnosnews.gr)

Για την παραβατικότητα γενικά στα ελληνικά πανεπιστήμια δεν έχει γίνει κάποια έρευνα, πέρα από μια σχετική έρευνα του Πανεπιστημίου Μακεδονίας και ειδικά του γραφείου τύπου, μέσα από δημοσιεύματα, όπου καταγράφηκαν για την περίοδο 2011-2017,  σε 19 ιδρύματα, 358 περιστατικά ανομίας που είχαν δει το φως της δημοσιότητας, με κυριότερα θύματα τους πανεπιστημιακούς. Φυσικά στην καταγραφή αυτή υπάρχουν και θέματα ορισμού των παραβατικών πράξεων.   Όπως είναι ευνόητο  η  καταγραφή  αυτή  δεν έχει σχέση με όσα πραγματικά συνέβησαν, αφού αναφέρεται σε περιστατικά που βγήκαν στο φως της δημοσιότητας και μόνο. Στην ίδια την έρευνα αναφέρεται ότι ο αριθμός των παραβατικών πράξεων «πρέπει να είναι σημαντικά μεγαλύτερος και η έρευνα αυτή μπορεί να καταγράψει μόνο ένα υποσύνολο του φαινομένου». (eleftherostypos.gr) 

Επίσης στο πόρισμα της «Επιτροπής για τη μελέτη ζητημάτων της ακαδημαϊκής ελευθερίας και Ειρήνης του Υπουργείου Παιδείας, Έρευνας και Θρησκευμάτων», πιο γνωστής ως «Επιτροπής Παρασκευόπουλου», το οποίο δημοσιοποιήθηκε το 2018  με την επιστημονική επιμέλεια της καθηγήτριας Σ. Βιδάλη, αναγνωρίζεται η ύπαρξη σημαντικών θεμάτων ανομίας και παραβατικότητας και κατατίθενται διάφορες προτάσεις, οι οποίες όμως δεν έτυχαν της συμφωνίας των υπολοίπων κομμάτων. (βλ. π.χ. rizospastis.gr) Στην έκθεση γενικά μεταξύ άλλων, προτείνονται τα εξής:

Για τις καταλήψεις η εισήγηση είναι πως σε περίπτωση που προκαλούνται από εξωπανεπιστημιακούς θα πρέπει να εφαρμόζεται ό,τι προβλέπει ο νόμος σε περιπτώσεις τέλεσης αξιόποινων πράξεων.

Προτείνεται ακόμη ο εποικοδομητικός διάλογος για τις καταλήψεις που πραγματοποιούνται από τους φοιτητές των ιδρυμάτων, ενώ σε περιπτώσεις καταλήψεων για να πραγματοποιηθούν εκδηλώσεις προτείνεται η δημιουργία χώρων αναψυχής στα ΑΕΙ.                                                                       

Το ίδιο αναφέρεται και για τους υπό κατάληψη χώρους που χρησιμοποιούνται ως στέκια, όπου προτείνεται να δημιουργηθούν άλλοι χώροι και οι κατειλημμένοι να επιστραφούν στα πανεπιστήμια.

Σε ό,τι αφορά το πρόβλημα της διακίνησης ναρκωτικών, προτείνεται η ανάπτυξη street work για τον περιορισμό της βλάβης, δημιουργία μονάδων ψυχοκοινωνικής στήριξης φοιτητών σε όλα τα ΑΕΙ και κατάλληλη στελέχωσή τους, αλλά και οργάνωση σχετικών μεταπτυχιακών προγραμμάτων.

Για τις ληστείες και τις εκρήξεις ΑΤΜ, η λύση που προτείνεται είναι η απομάκρυνση όλων των σχετικών μηχανημάτων από χώρους των ΑΕΙ ή -εναλλακτικά- εγκατάσταση των μηχανημάτων αυτών σε ειδικούς χώρους, που να μπορούν να επιτηρούνται ειδικά και ηλεκτρονικά. (voria.gr)

Ενδιαφέρον είναι ότι στην ίδια έκθεση προτείνεται στα γενικά προληπτικά μέτρα και “Επανεξέταση του καθεστώτος φύλαξης των χώρων ΑΕΙ. Ιδίως μπορεί να εξεταστεί η πρόσληψη των προϊσταμένων των σχετικών υπηρεσιών από τα ίδια τα ΑΕΙ, ώστε αυτά να έχουν ειδικές γνώσεις των συνθηκών. Επίσης, θα πρέπει να ληφθούν υπόψη εμπειρίες συγκεκριμένων πανεπιστημίων, που αφορούν την αποτελεσματικότητα της φύλαξης από ιδιωτικές εταιρίες.” Η πρόταση αυτή είναι η πρώτη φορά που αναφέρεται έστω ακροθιγώς, η ανάγκη φύλαξης από ειδικούς (www.esos.gr)

Στην έκθεση αυτή πάντως δίνεται μεγάλη σημασία στη διαπραγμάτευση και στην αντιμετώπιση πολλών παραβατικών συμπεριφορών ως οιονεί ακτιβιστικών ενεργειών, οι οποίες χρήζουν ειδικής και όχι ποινικής αντιμετώπισης.

Είναι επίσης χαρακτηριστικό ότι στο πόρισμα αναγνωρίζεται ότι υπάρχει πρόβλημα διακίνησης ναρκωτικών για το οποίο προτείνεται εργασία στο δρόμο για τους χρήστες και υποστήριξη των φοιτητών, χωρίς να προσδιορίζεται κάτι ιδιαίτερο για τη διάθεση και εμπορία τους  στους  χώρους των πανεπιστημίων, πέρα από γενικές προτροπές για τη διακίνηση γύρω από τα πανεπιστήμια και για την ανάγκη ιχνηλάτισης και αποδιάρθρωσης γενικά των κυκλωμάτων ναρκωτικών.  Αναγνωρίζεται επίσης ότι γίνονται ληστείες, κλοπές και ανατινάξεις  ΑΤΜ.

Γενικά οι προτάσεις αφορούν κυρίως τεχνικές παρεμβάσεις και μέτρα διαλόγου και ευαισθητοποίησης των φοιτητών, χωρίς να προτείνονται συγκεκριμένα μέτρα ελέγχου και εφαρμογής του νόμου. Είναι χαρακτηριστικό επίσης ότι στο πόρισμα προτείνονται μέτρα που δυσκολεύουν τη φοιτητική ζωή, όπως π.χ. η απομάκρυνση των ΑΤΜ, προκειμένου να μην προκύψει άμεση ανάγκη φύλαξης και αστυνόμευσης.

Όπως είναι κατανοητό, η όλη συζήτηση για την ασφάλεια και την αστυνόμευση στα Ελληνικά πανεπιστήμια, ήταν πάντα  μια πολιτική συζήτηση η οποία κυριαρχήθηκε από το ιδεολογικό πλαίσιο που καθορίστηκε στη μετεμφυλιακή και χουντική περίοδο, στο οποίο κυριαρχεί η θεώρηση ότι η Αστυνομία είναι “εχθρός της δημοκρατίας” και η αστυνόμευση  “αντιδημοκρατική” λειτουργία. (Παπακωνσταντής, 2003)

Τα τελευταία χρόνια και κυρίως από τις αρχές του αιώνα μας, μεγαλώνει ολοένα και περισσότερο η άποψη ότι σε ένα δημοκρατικό κράτος η Αστυνομία και η αστυνόμευση είναι απαραίτητες για τη λειτουργία της δημοκρατίας και της νομιμότητας. Η σταδιακή αλλαγή αυτή μπορούμε να πούμε ότι ξεκίνησε από την εξάρθρωση της 17 Νοέμβρη, προχώρησε με τους ολυμπιακούς αγώνες, πισωγύρισε με τη δολοφονία Γρηγορόπουλου το 2008, δοκιμάστηκε έντονα στις πλατείες των αγανακτισμένων 2010-2015 και έκανε ένα μεγάλο άλμα στην περίοδο 2015-2019, όπου η αστυνομία και επί Κυβερνήσεως ΣΥΡΙΖΑ λειτούργησε όπως λειτουργούσε πάντοτε. Η πορεία όμως προς τη γενική αποδοχή της Ελληνικής Αστυνομίας και της αστυνόμευσης ως δημοκρατικής λειτουργίας, εμποδίζεται συχνά και σοβαρά, όχι μόνο από τα ιδεολογικά κατάλοιπα της μετεμφυλιακής περιόδου αλλά και από τις πολλές και συχνές  πράξεις αναιτιολόγητης βίας εκ μέρους  ορισμένων αστυνομικών ή ακόμη και από περιπτώσεις επίδειξης ακραίων ιδεολογιών στους κόλπους της. ( Βλ. Έκθεση Αλιβιζάτου, επίσης:  tovima.gr). Όλη  αυτή η μετεξέλιξη προφανώς έχει επηρεάσει και τη σχέση αστυνομίας και αστυνόμευσης με την πανεπιστημιακή κοινότητα, η οποία χαρακτηρίζεται από αμοιβαία έλλειψη εμπιστοσύνης.

Επιπλέον ιστορικά, η αντίσταση στη χούντα των συνταγματαρχών και η εξέγερση της Νομικής τον Φλεβάρη του ’73 και του Πολυτεχνείου το Νοέμβρη, σε συνδυασμό με τις επιδράσεις της εξέγερσης του Μάη του ’68 και των μεγάλων διαμαρτυριών για τον πόλεμο στο Βιετνάμ στα αμερικάνικα πανεπιστήμια, έδωσε ιδιαίτερη αίγλη στην έννοια του πανεπιστημιακού ασύλου στην Ελλάδα στην περίοδο της μεταπολίτευσης  και ευαισθητοποίησε γενικότερα τους Έλληνες στην ιδέα ότι η δημόσια δύναμη κοινωνικού ελέγχου, δηλαδή η αστυνομία δεν έχει καμιά δουλειά στα πανεπιστήμια.

 Ακόμη και όταν συνέβησαν γεγονότα ιδιαίτερης δυναμικής και βιαιότητας με μεγάλες καταστροφές στους πανεπιστημιακούς χώρους, τα οποία πήραν ευρεία δημοσιότητα, (Κατάληψη  στο Χημείο και στο Πολυτεχνείο το 1985 με αφορμή τη δολοφονία Καλτεζά, (efsyn.gr)  και   στο Πολυτεχνείο το 1995 κ.α) (thecaller.gr) το τοτέμ του ασύλου δεν διαταράχτηκε.  Στην πορεία όμως το άσυλο που προστάτευε από  τον αυταρχισμό του κράτους,  άρχισε να   υπονομεύεται από τον αυταρχισμό, τη βιαιότητα και την ανομία οργανωμένων μειοψηφιών στο πλαίσιο της απόλυτης ελευθερίας δράσης τους εντός των πανεπιστημίων, υπό την προστασία του πανεπιστημιακού ασύλου από τις παρεμβάσεις της Αστυνομίας

Τα τελευταία χρόνια, η έννοια του πανεπιστημιακού ασύλου, έγινε αναγκαίο να  επεκταθεί στην προστασία των ακαδημαϊκών ελευθεριών όχι πια τόσο από τις κρατικές δυνάμεις, αλλά  από διάφορες ενδοπανεπιστημιακές ή εξωπανεπιστημιακές δυνάμεις, αλλά και από εγκληματικές συμμορίες,  οι οποίες για διαφόρους λόγους και με διάφορα προσχήματα δυσκολεύουν και καθιστούν πολλές φορές ανασφαλή την πανεπιστημιακή ζωή. Στο πλαίσιο αυτό όλες οι κομματικές φοιτητικές παρατάξεις, διαδραμάτιζαν σημαντικότατο ρόλο στη γενική λειτουργία των πανεπιστημίων, συμβάλλοντας με τον τρόπο τους στη γενική άμβλυνση των θεσμικών λειτουργιών. Αν προσθέσουμε σε όλα αυτά και τις διαχρονικές κομματικές αντιπαραθέσεις στην Ελλάδα για ό,τι αφορούσε τα πανεπιστήμια και τη λειτουργία τους, καταλαβαίνουμε ότι γενικά τα πανεπιστήμια υπήρξαν ένας μη κανονικός χώρος μάθησης, παρά το ότι υπήρχαν σχολές και ιδρύματα, καθηγητές και φοιτητές,  οι οποίοι στο πλαίσιο αυτό κατάφερναν να διακρίνονται.  Σχεδόν κάθε υπουργός παιδείας έκανε και μια τουλάχιστον νομοθετική παρέμβαση στη λειτουργία των πανεπιστημίων, η οποία πάντα, ανεξαρτήτως ουσίας, είχε σφοδρές αντιδράσεις από την αντιπολίτευση. Από το 1982 ίσχυσαν τουλάχιστον 20 νόμοι για την τριτοβάθμια εκπαίδευση και δεκάδες προεδρικά διατάγματα, υπουργικές αποφάσεις και εγκύκλιοι. (aefilios.wordpress.com)

Το 2011, με το νόμο Διαμαντοπούλου, ( N. 4009/2011(ΦΕΚ 195, τ. Α’/ 6-9-2011), ο οποίος ψηφίστηκε από το σύνολο σχεδόν των πολιτικών δυνάμεων, ενώ φάνηκε αρχικά ότι τα πράγματα θα έπαιρναν ένα διαφορετικό δρόμο, εντούτοις τελικά υπήρξε όχι μόνο σφοδρή αντίδραση των διοικήσεων πολλών πανεπιστημίων, αλλά με την αλλαγή κυβέρνησης άλλαξε και ο σχετικός νόμος επανερχόμενοι στις προηγούμενες καταστάσεις. (N. 4485/2017 (ΦΕΚ 114, τ. Α’/04-08-2017)

 Με τον τελευταίο νόμο 4623/2019 το άρθρο 3 του ν. 4485/2017 αντικαθίσταται ως εξής:
        “Άρθρο 3, Ακαδημαϊκές ελευθερίες Αναβάθμιση της ποιότητας του ακαδημαϊκού περιβάλλοντος

  1. Στα Ανώτατα Εκπαιδευτικά Ιδρύματα (Α.Ε.Ι.) κατοχυρώνεται και προστατεύεται η ακαδημαϊκή ελευθερία στην έρευνα και τη διδασκαλία, η οποία αποτελεί θεσμική εγγύηση της αδέσμευτης και απαραβίαστης επιστημονικής σκέψης, έρευνας και διδασκαλίας.
  2. Η ακαδημαϊκή ελευθερία, καθώς και η ελεύθερη έκφραση και διακίνηση των ιδεών, προστατεύεται σε όλους τους χώρους των Α.Ε.Ι., έναντι οποιουδήποτε προσπαθεί να τις καταλύσει ή περιορίσει.
  3. Εντός των χώρων των Α.Ε.Ι. οι δημόσιες αρχές ασκούν όλες τις κατά νόμο αρμοδιότητές τους, συμπεριλαμβανομένης της επέμβασης λόγω τέλεσης αξιόποινων πράξεων.».

Από πολλούς οι διατάξεις αυτές θεωρήθηκαν ως κατάργηση του ασύλου, από πολλούς επίσης θεωρήθηκαν ως δημιουργία της πραγματικής δυνατότητας προστασίας της ελευθερίας και της ασφάλειας των μελών της πανεπιστημιακής κοινότητας, αρκεί βεβαίως η παράγραφος 3, να μπορεί στην πράξη να εφαρμοστεί. Η πλειοψηφική πλάστιγγα φαίνεται πια να γέρνει προς τη δεύτερη θεώρηση γι αυτό και αποτέλεσε νόμο του κράτους. Όμως ακόμη υπάρχουν αναστολές ως προς της δυνατότητα της ΕΛ.ΑΣ, να ασκήσει αποτελεσματικά τα καθήκοντα αυτά.

Ένα στοιχείο το οποίο δεν πρέπει να μας διαφεύγει είναι ότι  όλα τα χρόνια η συζήτηση περί ασύλου περί ασφάλειας και αστυνόμευσης των πανεπιστημίων συσχετιζόταν σχεδόν αποκλειστικά με τα περιστατικά «πολιτικής» όπως χαρακτηρίζονταν βίας, η οποία έπαιρνε τη μορφή καταλήψεων, επιθέσεων σε καθηγητές και ξυλοδαρμούς, χρήση των χώρων πανεπιστημίων για επιθέσεις σε αστυνομικούς, (κυρίως στο ΑΠΘ, στο ΕΜΠ και στο ΟΠΑ). Στο πλαίσιο αυτό διαδραματίστηκαν απίστευτα γεγονότα, όπως το χτίσιμο του γραφείου του πρύτανη του Πολυτεχνείου Κρήτης, η κατάληψη γραφείων πρυτανείας σε πολλά πανεπιστήμια, οι ξυλοδαρμοί καθηγητών η διακοπή εκλογών, εξετάσεων, η διακοπή μαθημάτων σε αμέτρητες περιπτώσεις.  Μέσα σ αυτό το πλαίσιο λειτουργίας των πανεπιστημίων, η ύπαρξη πολλών άλλων μορφών εγκληματικότητας, περνούσε σχεδόν απαρατήρητη και ελάχιστα απασχολούσε είτε την κοινή γνώμη, είτε τις πανεπιστημιακές αρχές ενώ ακόμη και οι αστυνομικές αρχές δεν έδειχναν καμία προθυμία για την αντιμετώπιση αυτών των εγκλημάτων. Έτσι το λαθρεμπόριο, (τσιγάρων, ναρκωτικών, προϊόντων “μαϊμού”, κ.α.) άνθισε σε πολλά πανεπιστημιακά campus, οι κλοπές τόσο από μέλη της πανεπιστημιακής κοινότητας όσο και  υλικού αξίας των πανεπιστημίων είναι συχνές, ακόμη και εγκλήματα τα οποία δύσκολα καταγγέλλονται συμβαίνουν, αν και σε άγνωστη συχνότητα (Σεξουαλική παρενόχληση, βιασμοί, σωματικές βλάβες κ.λ.π)

Με αφορμή την επίθεση που υπέστη μέσα στο γραφείο του ο πρύτανης  του ΟΠΑ, τον Οκτώβριο του 2020, η συζήτηση για την αστυνόμευση και την ασφάλεια των πανεπιστημίων αναζωπυρώθηκε, παρά το ότι  ισχύει το παραπάνω νομικό πλαίσιο σε σχέση με το άσυλο, σύμφωνα με το οποίο δεν υπάρχουν περιορισμοί για την επέμβαση της αστυνομίας όταν τελούνται εγκλήματα. Παρόλα αυτά οι χώροι των πανεπιστημίων δεν είναι χώροι στους οποίους πρακτικά η αστυνομία μπορεί να περιπολεί προληπτικά ή μπορεί  να επιχειρεί το ίδιο, όπως έξω από αυτούς.

                                                                                                                                                                

Η πρόκληση της Ασφάλειας και της ακαδημαϊκής ελευθερίας  στα Ελληνικά Πανεπιστήμια

 

Είδαμε ότι η έναρξη της συζήτησης για την ασφάλεια, την αστυνόμευση και την προστασία των πανεπιστημίων από την ανομία και την εγκληματικότητα, ξεκίνησε  ξανά επίσημα με αφορμή την επίθεση στον πρύτανη του ΟΠΑ, με τη συμμετοχή μάλιστα του πρωθυπουργού στη σύνοδο των πρυτάνεων. (protothema.gr)

Στη συζήτηση φαίνεται να διαπιστώθηκε για πρώτη φορά μια γενική ανάγκη για προστασία και αστυνόμευση, με ειδικά μέτρα και υπαλλήλους,  χωρίς όμως να εξειδικευτούν κάποια μέτρα ή ο τρόπος που μπορεί να γίνει αυτό. Είναι  χαρακτηριστικό ότι μετά τη συγκεκριμένη σύνοδο των πρυτάνεων, η ανάγνωση των αποτελεσμάτων έγινε πάλι με βάση τις ιδεολογικές τάσεις που έχουν διαμορφωθεί στην κυβέρνηση και στα κόμματα της αντιπολίτευσης. Η αξιολόγηση των αποτελεσμάτων από τον ημερήσιο τύπο είχε δυο κύριες μορφές. Είτε υποστηρικτική στην Κυβέρνηση, είτε αντιπολιτευτική ((π.χ. Σύνοδος των Πρυτάνεων: «Σημαντική η πρωτοβουλία Μητσοτάκη για τα ΑΕΙ» τίτλος από τον ιστότοπο www. iefimerida.gr  και  «Χαστούκι» στον Μητσοτάκη, τίτλος από τον ιστότοπο www.efsyn.gr). όπως είναι φανερό η σχετική συζήτηση εξακολουθεί να  έχει κομματικά χαρακτηριστικά και απέχει ακόμη από την αντικειμενική έρευνα, καταγραφή και ανάδειξη του πραγματικού προβλήματος ανά εκπαιδευτικό ίδρυμα. Παρατηρείται επίσης μια γενικότερη δυσκολία της πανεπιστημιακής κοινότητας να ασχοληθεί επιστημονικά και να ερευνήσει τα δεδομένα και τις μεταβλητές στο πεδίο αυτό, μη θέλοντας πιθανόν να εμπλακεί σε ιδιαίτερα δυναμική ιδεολογική και όχι επιστημονική αντιπαράθεση.  Όμως τόσο στην Ελληνική κοινωνία όσο και στην πανεπιστημιακή κοινότητα το πρόβλημα της ανομίας και της εγκληματικότητας στους πανεπιστημιακούς χώρους έχει αρχίσει να συζητείται χωρίς ταμπού πια και με αγωνία ως προς την επίλυσή του. Κυρίως όμως η συζήτηση για την ασφάλεια του διδακτικού προσωπικού, των φοιτητών, των υλικών και των εγκαταστάσεων των πανεπιστημίων απεγκλωβίζεται από τη θεώρηση ότι υπονομεύει την  Ακαδημαϊκή ελευθερία, δεδομένου ότι γίνεται ολοένα και πιο ξεκάθαρο ότι η ελευθερία διδασκαλίας και έρευνας δεν μειώνεται αλλά στην πραγματικότητα κατοχυρώνεται όταν πλαίσιο προστασίας και ασφάλειας της πανεπιστημιακής κοινότητας απέναντι σε οποιονδήποτε θέλει να τη διαταράξει.

 

Η διεθνής εμπειρία

 

Στον διεθνή χώρο, η ασφάλεια και η αστυνόμευση στα πανεπιστήμια έχει κατοχυρωθεί και θεωρείται αυτονόητη, όμως αυτό συμβαίνει με διαφορετικούς τρόπους και προσεγγίσεις. Παρακάτω θα δούμε τους περισσότερους από αυτούς.                                                                                                     

Η αστυνόμευση των χώρων τριτοβάθμιας εκπαίδευσης στις Η.Π.Α. είναι κατοχυρωμένη και εφαρμόζεται με διάφορους τρόπους. Υπάρχουν 4000 αστυνομικά τμήματα εντός των πανεπιστημίων και των Κολεγίων, τα οποία υπάγονται στις διοικήσεις των ιδρυμάτων. Υπάρχουν σε ορισμένες περιπτώσεις ειδικές διευθύνεις των τοπικών αστυνομικών δυνάμεων αρμόδιες για τα πανεπιστήμια, ενώ  σε λίγες άλλες, η τοπική αστυνομία έχει πλήρεις αρμοδιότητες για την αστυνόμευση και των πανεπιστημίων.  Σε ορισμένες πολιτείες υπάρχουν ειδικές διευθύνσεις για την αστυνόμευση των χώρων και της δευτεροβάθμιας εκπαίδευσης.

Οι αστυνομικοί στα αστυνομικά τμήματα εντός των πανεπιστημίων έχουν πλήρεις αρμοδιότητες και  είναι οπλισμένοι, σε ποσοστό που  φτάνει το 80% των περιπτώσεων.  Αν και το αν πρέπει να είναι ή όχι οπλισμένοι οι αστυνομικοί στα campus, αποτελεί αντικείμενο συζήτησης εδώ και χρόνια, δεδομένου ότι έχουν συμβεί κάποια περιστατικά υπέρβασης και άσκησης αναιτιολόγητης ένοπλης βίας από αστυνομικούς,    επικρατεί η τάση αποδοχής των οπλισμένων με πλήρη εξάρτηση αστυνομικών ή τουλάχιστον με σπρέι πιπεριού ακόμη και με taser (όπλο ηλεκτρικής εκκένωσης).

Μάλιστα έχει παρατηρηθεί ερευνητικά ότι όσο αυξάνεται η ένοπλη αστυνόμευση τόσο μειώνεται η παραβατικότητα εντός των πανεπιστημίων. (Anderson, M., 2015)

Στον Καναδά έχει καθιερωθεί το ίδιο περίπου σύστημα, όμως εδώ επικρατεί η τάση για άοπλη αστυνόμευση με τη δυνατότητα προσφυγής σε βοήθεια στις κανονικές τοπικές αστυνομικές δυνάμεις.

Στο Ηνωμένο Βασίλειο, μόνο τα πανεπιστήμια του Κέμπριτζ και της Οξφόρδης είχαν τμήμα αστυνόμευσης, όμως τελευταία μόνο το Κέμπριτζ το διατηρεί, (Cambpridge University Constabulary)  χωρίς οι αστυνομικοί να φέρουν  πυροβόλα όπλα.  Άλλωστε η τακτική αστυνόμευση στη Μεγάλη Βρετανία γίνεται κατά βάση από άοπλους αστυνομικούς με τη δυνατότητα κλήσης ενόπλων, όταν απαιτηθεί.  

Στις περισσότερες χώρες του δυτικού και όχι μόνο κόσμου, τα πανεπιστήμια όπως και όλα τα σχολεία, προστατεύονται και φυλάσσονται από τεχνικά συστήματα ελέγχου εισόδου, από υπαλλήλους Security και  αστυνομεύονται από τις τοπικές αστυνομικές αρχές,  οι οποίες επεμβαίνουν κανονικά όταν διαπράττονται εγκλήματα, όπως σε κάθε άλλο χώρο της αρμοδιότητάς τους.  

Σε όλες τις περιπτώσεις, τόσο εκεί που υπάρχουν ειδικά αστυνομικά τμήματα, όσο και εκεί που είναι αρμόδιες οι τοπικές αστυνομικές αρχές όσοι διαπράττουν ποινικά κολάσιμες πράξεις παραπέμπονται στις συνήθεις κρατικές διαδικασίες σύλληψης,  άσκησης δίωξης, δίκης κλπ.Ακόμη και στις περιπτώσεις που τα αστυνομικά τμήματα των πανεπιστημίων υπάγονται στη διοίκηση του πανεπιστημίου, οι συλλήψεις, η άσκηση διώξεων για εγκλήματα κλπ, γίνεται με τη συνήθη διαδικασία.                                                                                                                                    

Σε ότι αφορά την Ελλάδα, η αστυνόμευση και η ασφάλεια των πανεπιστημιακών χώρων από την εγκληματικότητα, υποτίθεται ότι με τον τελευταίο νόμο έχει ενταχθεί στη γενική αρμοδιότητα των τοπικών σε κάθε πανεπιστήμιο αστυνομικών αρχών. Όμως η εποχή που μια πεζή ή εποχούμενη περιπολία αστυνομικών της ΕΛ.ΑΣ.  θα παρουσιαστεί σε ένα  campus Ελληνικού πανεπιστημίου μοιάζει να μην είναι ώριμη, όσο και αν κάποιοι υποστηρίζουν ότι πρέπει να μπορεί να συμβαίνει.

Όπως αναλύσαμε στα προηγούμενα, οι λόγοι είναι πολλοί. Είτε αυτοί αφορούν την ιστορική παρουσία της αστυνομίας στην Ελλάδα και τις επιβαρύνσεις που αυτή έχει, είτε αφορά την ίδια την ικανότητά της με τις σημερινές συνθήκες να ανταποκριθεί ουσιαστικά σε ένα τέτοιο καθήκον.

Προφανώς συμβαίνουν και τα δύο.  Οι διαμορφωμένες χρόνιες αντιλήψεις για τον ιστορικό ρόλο της Αστυνομίας στην Ελλάδα σίγουρα δε βοηθούν την αποκατάσταση εμπιστοσύνης  μεταξύ αστυνομικών και πανεπιστημιακής κοινότητας. (Παπακωνσταντής 2003, Βιδάλη 2007, 2018). Επιπλέον η ίδια Αστυνομία εξαιτίας τόσο του “esprit de corp”   του πνεύματος του σώματος, από το οποίο διακατέχεται αλλά και από τη γενικότερη ελλειμματική εκπαίδευση, απέχει πολύ από το πραγματικό  “protect and serve” που απαιτείται για να είναι αξιόπιστη και αποτελεσματική. (Πανούσης, Βιδάλη 2001).  Η ιδεολογία των περισσότερων  αστυνομικών κινείται στην πάλη του κακού με το καλό και στην επιβολή του νόμου κυρίως μέσα από την καταστολή. (Παπακωνσταντής 2003, 2011) Οι υπερβάσεις είναι συχνές καθώς και η άσκηση υπερβολικής βίας σε αρκετές περιπτώσεις όπως και η έλλειψη σοβαρών δυνατοτήτων εσωτερικού ελέγχου. ( π.χ. σύμφωνα με την έκθεση της επιτροπής Αλιβιζάτου, η Ελληνική Αστυνομία  μεταξύ άλλων  παρουσιάζει  Απροθυμία των ανακριτικών οργάνων της ΕΛΑΣ να συνεργασθούν με τον Συγήγορο του Πολίτη: Μη λήψη καταθέσεων από κρίσιμους μάρτυρες, μη υποβολή καίριων ερωτήσεων και παράλειψη εξέτασης ιατρών που επιλήφθηκαν των υποθέσεων.

- Μεροληψία των ανακριτικών αστυνομικών οργάνων: Συστηματική αποδοχή «εντυπωσιακά ομοίων» καταθέσεων από τους εμπλεκόμενους αστυνομικούς και απόδοση πολύ μεγαλύτερης βαρύτητας στις μαρτυρικές καταθέσεις των τελευταίων σε σύγκριση με τις καταθέσεις πολιτών, χωρίς αυτό να δικαιολογείται.

- Συστηματική καθυστέρηση στην υποβολή εγγράφων που ζητεί ο Συνήγορος.

-Μη συμμόρφωση προς τα πορίσματα του Συνηγόρου.

-Πλημμελής αιτιολόγηση των αποφάσεων των πειθαρχικών οργάνων της ΕΛΑΣ, ιδίως στο πεδίο της έρευνας του ρατσιστικού κινήτρου.

Όμως η παρουσία αστυνομικών μέσα στα πανεπιστήμια πρέπει να σημαίνει την εγγύηση της απρόσκοπτης άσκησης όλων των ελευθεριών που συνεπάγεται ένας ακαδημαϊκός  χώρος, διαμέσου και των ιδιαιτεροτήτων που οι χώροι αυτοί έχουν, ως κύτταρα δημιουργικής και πρωτοποριακής επιστημονικής αλλά και πολιτικοκοινωνικής σκέψης και δράσης. 

Το μοντέλο αστυνόμευσης που φαίνεται να προσαρμόζεται στο πανεπιστημιακό περιβάλλον προσομοιάζει περισσότερο με εκείνο που αποκαλείται “Κοινοτική Αστυνόμευση”, και “αστυνόμευση επίλυσης προβλημάτων” και όχι στην απλά ελεγκτική και κατασταλτική αστυνόμευση, πέρα από κάποιες περιπτώσεις που θα χρειάζεται έντονη επέμβαση από ειδικές μονάδες. (Wright 2002)

Θα πρέπει όμως επίσης να επισημάνουμε ότι η ΕΛ.ΑΣ. είναι το μοναδικό αστυνομικό σώμα στην Ελλάδα που έχει γενικές αρμοδιότητες και την αναγκαία τεχνογνωσία και η εμπλοκή στελεχών του με εγνωσμένο κύρος και επιστημονική κατάρτιση  στη διαδικασία οργάνωσης της ασφάλειας των πανεπιστημίων, μέσα από το σχηματισμό των νέων δομών, την εκπαίδευση και το συντονισμό, θα είναι ιδιαίτερα χρήσιμη.

Στην πλειοψηφία των περιπτώσεων του εξωτερικού, η διοίκηση του πανεπιστημίου στην πραγματικότητα επισημαίνει προβλήματα ασφάλειας και εγκληματικότητας και  διαμορφώνει προτεραιότητες για τη βελτίωση της ασφάλειας και την εξασφάλιση των ελευθεριών της πανεπιστημιακής κοινότητας, όμως η διωκτική αρμοδιότητα και η διαδικασία εκτέλεσης των ποινικών νόμων διεκπεραιώνεται σε συνεργασία με τις τοπικές αρχές  άσκησης ποινικής δικαιοδοσίας δηλαδή τον εισαγγελέα. Σημαντικό επίσης ζήτημα είναι ο διαχωρισμός των κανόνων ακαδημαϊκής δεοντολογίας και των αρμοδιοτήτων για τον έλεγχο τήρησής της  μέσα από τις πανεπιστημιακές δομές και των κανόνων ποινικού δικαίου η παραβίαση των οποίων είναι αρμοδιότητα της αστυνομίας. Είναι άλλο πράγμα δηλαδή η πειθαρχική ακαδημαϊκή ή διοικητική δικαιοδοσία του πανεπιστημίου και άλλο η ποινική δικαιοδοσία της Αστυνομίας. Βέβαια ανάλογα με την περίπτωση μπορεί να συσχετίζονται ή να μη συσχετίζονται μεταξύ τους. (π.χ. Αντιγραφή στις εξετάσεις είναι καθαρά θέμα πανεπιστημίου, όμως κλοπή εντός του πανεπιστημιακού χώρου είναι θέμα αστυνομίας και μπορεί και το πανεπιστήμιο να επιβάλει πειθαρχικές κυρώσεις)

Σε κάθε περίπτωση όμως η ύπαρξη συγκεκριμένων κανονισμών σε κάθε πανεπιστήμιο  με βάση τους οποίους θα επεμβαίνει η αστυνομία των πανεπιστημίων σε περιπτώσεις που χρειάζεται, είναι απαραίτητη.                                                                                                                                             

Στη σύνοδο των πρυτάνεων με αντικείμενο το θέμα αυτό, παρόλο που τα αποτελέσματά της είχαν  διαφορετικές αναγνώσεις από τα πολιτικά κόμματα, ομόφωνα σχεδόν τονίστηκε η ανάγκη φύλαξης και προστασίας των πανεπιστημίων από την ανομία.

Τονίστηκε από τους πρυτάνεις η θέλησή τους η αστυνόμευση και η ασφάλεια των ελληνικών πανεπιστημίων να είναι στην αποκλειστική δικαιοδοσία τους. Είναι όμως φανερό ότι δεν αρκεί αυτό, καθόσον το να οργανώσει το κάθε ίδρυμα μια δική του μονάδα φύλαξης και ασφάλειας, η οποία στην πραγματικότητα θα είναι ένας ενδιάμεσος φορέας  με τις τοπικές αστυνομικές αρχές, είναι μάλλον ατελέσφορο και αναποτελεσματικό για πολλούς λόγους.  Από την άλλη πλευρά, το να αποδεχθούν την χωρίς προϋποθέσεις επέμβαση της Αστυνομίας στους χώρους των πανεπιστημίων έστω και αν ο νόμος το επιτρέπει όταν διαπράττονται ποινικά αδικήματα, είναι επίσης ατελέσφορο και θα δημιουργεί εντάσεις και συγκρούσεις. Έχοντας  το δεδομένο μάλιστα της μέχρι τώρα αδυναμίας των διοικήσεων των περισσότερων πανεπιστημίων, παρά τις προσπάθειές τους,  να προφυλάξουν χώρους και λειτουργίες από όσους θα επιθυμούσαν να τα προσβάλλουν.

Στα ελληνικά πανεπιστήμια δεν έχει γίνει δυνατό μέχρι τώρα να γίνεται ούτε έλεγχος των εισερχομένων με εξαίρεση ίσως κάποιες ελάχιστες περιπτώσεις και σε ιδιαίτερους χώρους.  Από την άλλη, η κατάσταση που επικρατεί στα περισσότερα ιδρύματα δείχνει μια σοβαρή ανομία, η οποία εκφράζεται από τα γκράφιτι και τους βανδαλισμούς ιστορικών κτιρίων, μέχρι την καλλιέργεια χασισόδεντρων στο παρελθόν, σε πανεπιστημιακό campus. Στην ελληνική κοινωνία ωριμάζει ολοένα και περισσότερο η ανάγκη προστασίας χώρων, προσωπικού, φοιτητών, διδασκαλίας και έρευνας. Κανένας δεν έχει αντίρρηση πάνω σ’ αυτό. Μάλιστα μετά το περιστατικό με την επίθεση στον πρύτανη του ΟΠΑ, έχουν πια αυξηθεί ιδιαίτερα οι φωνές που το ζητούν. (kathimerini.gr)

Το ζήτημα είναι πως μπορεί να πραγματοποιηθεί έτσι ώστε, να μειώνεται ο φόβος και η ανασφάλεια εργαζόμενων και φοιτητών, να προστατεύεται η ακαδημαϊκή ελευθερία πλήρως, να μειώνεται η μικρή και μεγάλη εγκληματικότητα και η ανομία, να εξασφαλίζεται η χρήση του πανεπιστημιακού χώρου ως χώρου ελεύθερης έκφρασης. Και όλα αυτά να γίνουν με τη μέγιστη δυνατή συναίνεση ώστε το όποιο σύστημα επιλεγεί, να έχει πολλαπλή υποστήριξη από όλους τους εμπλεκόμενους, άρα και αποτελεσματικότητα.

Να σημειώσουμε επίσης ότι λόγω του μεγάλου αριθμού ατόμων που υπάρχουν σε καθημερινή σχεδόν βάση στα ΑΕΙ, είναι αναγκαία η οργάνωση σχεδίων πολιτικής προστασίας για την αντιμετώπιση οποιασδήποτε φυσικής ή άλλης καταστροφής. Οποιαδήποτε λοιπόν  μονάδα ασφάλειας και αστυνόμευσης λειτουργήσει σ αυτά, πρέπει να έχει και την εξειδικευμένη αρμοδιότητα σχεδίων αλλά και πρακτικής στην παροχή προστασίας σε περιπτώσεις σεισμού, πυρκαγιάς, πλημμύρας, αλλά και ενδεχόμενης τρομοκρατικής ή άλλη επίθεσης. Η δυνατότητα δηλαδή  εκπόνησης σχεδίων, παροχής έγκαιρης και έγκυρης ενημέρωσης και καθοδήγησης στις περιπτώσεις ανάγκης, π.χ. μέσα από την  άμεση αποστολή μαζικών ενημερωτικών sms στα μέλη της κοινότητας του πανεπιστημίου, μπορεί να είναι εντελώς απαραίτητη καθώς και η πρώτη αντιμετώπιση μιας αντίστοιχης κρίσης πρέπει να είναι μέσα στις δυνατότητές της.

Με βάση όλα τα παραπάνω, η δημιουργία αστυνομίας πανεπιστημίων,  δεν πρέπει να επηρεάζεται από τα «βάρη» της έννοιας αστυνομίας στην Ελλάδα, αλλά εφόσον γίνει με προσεκτικό, συναινετικό και ρεαλιστικό τρόπο, μπορεί και να προστατεύσει την πανεπιστημιακή κοινότητα αλλά και να αναβαθμίσει τη λειτουργία και τις ακαδημαϊκές ελευθερίες του πανεπιστημίου.                                   

Η αρμοδιότητά της θα είναι πλήρης και γενική στους χώρους του κάθε πανεπιστημίου, θα έχει επιχειρησιακό προϊστάμενο (διοικητή) σε κάθε ΑΕΙ, θα υπάγεται διοικητικά στη διοίκηση του εκάστοτε πανεπιστημίου, η οποία θα είναι υπόλογη και υπεύθυνη για τη λειτουργία της και εν τέλει για την προστασία και την ασφάλεια του πανεπιστημίου, θα υπάγεται στον τοπικό εισαγγελέα για τις ποινικές υποθέσεις και θα συνεργάζεται με την τοπική αστυνομία σε εγκληματολογικά και επιχειρησιακά θέματα εφόσον θα υπάρχει ανάγκη. Θα είναι επίσης όπως είπαμε, αρμόδια για την πολιτική προστασία στο πανεπιστήμιο.

Επειδή η ύπαρξη μιας αστυνομικής μονάδας σε κάθε πανεπιστήμιο ενδέχεται να  δημιουργήσει διαφορετικές προσεγγίσεις,  η δημιουργία ανεξάρτητης Γενικής Γραμματείας,  που θα υπάγεται στο Υπουργείο Παιδείας,   θα έχει συντονιστικό ρόλο στην παρακολούθηση και υποβοήθηση του έργου των αστυνομικών μονάδων των πανεπιστημίων, θα είναι χρήσιμη. Έτσι θα μπορεί να παρακολουθείται η κατάσταση με ετήσιες εκθέσεις, με στατιστικά στοιχεία, εκπαίδευση, αξιολογήσεις  και με προτάσεις των αναγκαίων παρεμβάσεων για την επίλυση των τυχόν προβλημάτων.

Ιδιαίτερη σημασία πρέπει να δοθεί στην αρμοδιότητα οργάνωσης σχεδίων πολιτικής προστασίας αλλά και επιχειρησιακής δυνατότητας  στις μονάδες αυτές, δεδομένου ότι τα Ελληνικά πανεπιστήμια υστερούν στον τομέα αυτό.

Η στελέχωση της ειδικής αυτής υπηρεσίας, η οποία θα είναι ένστολη και επώνυμη με αναγραφή δηλαδή των ονομάτων των αστυνομικών στις στολές τους, θα πρέπει να γίνεται με υποψήφιους οι οποίοι θα έχουν φοιτήσει και θα είναι πτυχιούχοι πανεπιστημίων, και θα λαμβάνουν ειδική εκπαίδευση για τα καθήκοντά τους τουλάχιστον τριών εξαμήνων και θα έχουν και την ιδιότητα του γενικού ανακριτικού υπαλλήλου.                                                                                    

Η διαδικασία υλοποίησης απαιτεί όπως είναι φυσικό τολμηρές πολιτικές αποφάσεις και προσπάθεια ευρείας κομματικής συναίνεσης.

                                                                                                                                                               

Προαπαιτούμενα και προϋποθέσεις

 

Ως πρώτο βήμα θα μπορούσε να γίνει η συγκρότηση διακομματικής επιτροπής για τις αρμοδιότητες, τα καθήκοντα, τα προσόντα, την οργάνωση και τη λογοδοσία των αστυνομικών των πανεπιστημίων.  Η ίδρυση Γενικής Γραμματείας με υπαγωγή στο Υπουργείο παιδείας για το συντονισμό και τις διοικητικές διευθετήσεις, μπορεί να γίνει παράλληλα για τη διοικητική υποστήριξη και τη σταδιακή εφαρμογή των προτάσεων της επιτροπής, στην οποία πρέπει να συμμετέχουν και ειδικοί  επιστήμονες και  όχι μόνο πολιτικά στελέχη.

Η Γενική Γραμματεία θα έχει συντονιστικό και όχι διοικητικό ρόλο των μονάδων των πανεπιστημίων και θα φροντίζει για την εκπαίδευση, τον εφοδιασμό με τα αναγκαία υλικά και το συντονισμό των αναγκών και των σχεδίων καθώς και για τη διευθέτηση σε συνεργασία με τις διοικήσεις των πανεπιστημίων των κατά περίπτωση αναγκών. Η διοίκηση των μονάδων θα ανήκει στις διοικήσεις των πανεπιστημίων, οι οποίες όμως θα είναι και υπεύθυνες για την αποτελεσματικότητα του συστήματος. Ειδικοί κανονισμοί θα διέπουν τη συνεργασία των αστυνομικών υπηρεσιών των πανεπιστημίων με τις τοπικές υπηρεσίες της ΕΛ.ΑΣ.   

Κατά τη διαδικασία υλοποίησης του σχεδίου πρέπει να προηγηθούν ορισμένες βασικές ενέργειες ώστε να αρχίσει να δομείται σιγά σιγά ένα πλαίσιο ασφάλειας και προστασίας των πανεπιστημιακών χώρων με την αξιοποίηση συστημάτων τεχνολογίας, με τα πρώτα παρακάτω βήματα.

  1. Το πρώτο βήμα που πρέπει να υιοθετηθεί, είναι η ασφάλιση εισόδων εξόδων με πόρτες ασφαλείας σε όλα τα κτιριακά συγκροτήματα και η περίφραξη των campus. Η  είσοδος να γίνεται  με ηλεκτρονική κάρτα, με την οποία θα εφοδιάζονται όλοι οι φοιτητές αλλά εφόσον χρειαστεί,  άμεσα και οι επισκέπτες του ιδρύματος στην κεντρική είσοδο.  Στις ηλεκτρονικές κάρτες θα υπάρχει η δυνατότητα διαβάθμισης της προσβασιμότητας  ανάλογα με την τρωτότητα του χώρου (π.χ. Σε χώρους με πανάκριβα μηχανήματα όπως εργαστήρια κ.λ.π θα έχουν πρόσβαση μόνο όσοι χρειάζεται να έχουν). Όλες οι πόρτες θα ανοίγουν εύκολα από μέσα,  στην έξοδο, για ασφάλεια εφόσον χρειαστεί γρήγορη εκκένωση.
  2. Όπου υπάρχουν campus, ανάλογα αν εισέρχονται ή όχι αυτοκίνητα, θα πρέπει: όταν εισέρχονται αυτοκίνητα να γίνεται διαδικασία παρόμοια με τα parking. Καταγραφή πινακίδας, έκδοση ticket και παράδοσή του στην έξοδο. Εφόσον δεν εισέρχονται αυτοκίνητα, η ύπαρξη μίας κεντρικής εισόδου ή και δεύτερης αν υπάρχει, με θυρωρείο είναι απαραίτητη. Τα campus, δεν πρέπει να είναι ανοιχτά και προσβάσιμα στον καθένα οποιαδήποτε ώρα της ημέρας. Εννοείται ότι πρέπει να υπάρχει σωστή περίφραξη, πλήρης φωτισμός, κανονισμός εισόδου εξόδου και  ειδική διαδικασία για τις φοιτητικές εστίες.

Με την άμεση εφαρμογή των παραπάνω 2 μέτρων θα ξεκινήσει μια σταδιακή εισαγωγή της έννοιας της ασφάλειας και προστασίας χώρου, ενώ θα προχωρά η ίδρυση της ειδικής αστυνομίας για την προστασία των πανεπιστημίων, η επιχειρησιακή ετοιμότητα της οποίας με όλη την αναγκαία διαδικασία θα χρειαστεί περίπου 2 με 3 χρόνια να υλοποιηθεί.  Τα οφέλη μιας τέτοιας  μεταρρύθμισης είναι ευνόητα και το μακροπρόθεσμο όφελος στην ανώτατη εκπαίδευση ανεκτίμητο. Χρειάζεται πολιτική βούληση και  τολμηρές πολιτικές  αποφάσεις αλλά και τόλμη  και υπερβάσεις από την αντιπολίτευση.

 


Ενδεικτική Βιβλιογραφία:

 

Anthony J.Nocella II (Editor), David GabbardPolicing the Campus: Academic Repression, Surveillance, and the Occupy Movement (Counterpoints) First Edition,  East Tennessee State University  Digital Commons @ EastTennessee State University, 12-2016

Melina D. Anderson:Τhe Rise of Law Enforcement on College Campuses, September 28, 2015  στο https://www.theatlantic.com/education/archive/2015/09/college-campus-policing/407659)

Christina N. Barker:  Policing Postsecondary Education: UniversityPolice Legitimacy and Fear of Crime on Campus. East Tennessee State University.

Wright Alan (2002) Policing. An introduction to consepts and practice. Willan publishing

Βιδάλη  Σοφία: (2007) Έλεγχος του εγκλήματος και Δημόσια Αστυνομία, Αθήνα, Αντ.Ν. Σάκκουλα

Βιδάλη  Σοφία (επιμ.) (2018)  Αστυνομία και αριστερά. Αθήνα, Νήσος

Κλάδης Διονύσης, Κοντιάδης Ξενοφών, Πανούσης Γιάννης (2007), Η μεταρρύθμιση του Ελληνικού πανεπιστημίου. Αθήνα, Παπαζήσης.                                                                                                     

Πανούσης Γιάννης-Βιδάλη Σοφία,(2001), Κείμενα για την Αστυνομία και την αστυνόμευση, Αθήνα, στο Εγκληματολογικά. Αθήνα, Α.Ν. Σάκκουλα.

Παπακωνσταντής Γιώργος (2003), Ελληνική Αστυνομία: Οργάνωση, Πολιτική και ιδεολογία. Αθήνα, Αντ. Ν. Σάκκουλας/

Παπακωνσταντής Γιώργος (2011) Προτάσεις για τη Μεταρρύθμιση της Ελληνικής Αστυνομίας, Αθήνα, ΠΟΑΣΥ

Σιάνου -Κύργιου Ε. (2008)  Πολιτικές και πρακτικές για τη Μεταρρύθμιση του Ελληνικού Πανεπιστημίου,https://www.researchgate.net/publication/313822115_Politikes_kai_Praktikes_gia_te_Metarrythmise_tou_Ellenikou_Panepistemiou0

https://www.efsyn.gr/themata/fantasma-tis-istorias/130728_oi-nyhtes-toy-mihali

https://thecaller.gr/xronomixani/i-epeisodiaki-katalipsi-toy-95-sto-polytechneio-i-astynomiki-epemvasi-kai-oi-mazikes-syllipseis/

https://www.kathimerini.gr/society/561148189/dimitris-mpoyrantonis-stin-k-tolmires-apofaseis-gia-prostasia-ton-aei/

https://www.iefimerida.gr/ellada/synodos-ton-prytaneon-protoboylia-mitsotaki-aei

https://www.in.gr/2019/08/12/greece/apth-elleipsi-asfaleias-simantiko-provlima-gia-enan-stous-dyo-foitites/

https://www.rizospastis.gr/story.do?id=10013751

https://www.protothema.gr/greece/article/1060978/ektakti-sunodos-prutaneon-me-protovoulia-mitsotaki-gia-ton-propilakismo-stin-asoee/

https://www.rethemnosnews.gr/rethymno/449296_fyteia-kannabis-kalliergoyntan-sto-panepistimio-kritis-sto-rethymno-video)                                                                                                                     

https://www.tovima.gr/2014/05/26/society/anw-toy-50-twn-astynomikwn-psifise-xrysi-aygi/

https://eleftherostypos.gr/ellada/231759-erevna-pamak-oi-panepistimiakoi-ta-megalytera-thymata-tis-vias/

https://aefilios.wordpress.com/)gr-pages/laws/legislation/laws-aei/ 

https://www.efsyn.gr/politiki/boyli/267423_porisma-kolafos-gia-tin-astynomiki-aythairesia

https://www.esos.gr/arthra/63412/porisma-tis-epitropis-paraskeyopoyloy-gia-tin-antimetopisi-tis-vias-sta-panepistimia 

Ν. 4009/2011 (ΦΕΚ 195, τ. Α’/ 6-9-2011)

Ν. 4485/2017 (ΦΕΚ 114, τ. Α’/04-08-2017 

Ν. 4623/2019 – ΦΕΚ τ. A’ 134/09.08.2019

 


* Ο Πίνακας που συνοδεύει το κείμενο είναι του Rob Gonsalves

 

 

 

 

 

 

 

 

                                                                                                                   

                                                                                                                   

Παπακωνσταντής, Γιώργος

Ο Γιώργος Παπακωνσταντής Σπούδασε Οικονομικά στο πανεπιστήμιο Πειραιά, Παιδαγωγικά στο πανεπιστήμιο Κρήτης και έκανε μεταπτυχιακές σπουδές στο Πάντειο Πανεπιστήμιο από όπου πήρε το διδακτορικό του στις πολιτικές ασφάλειας. Αποφοίτησε επίσης από τη Σχολή Αξιωματικών και τη Σχολή Επιτελών Στελεχών της Ελληνικής Αστυνομίας, στην οποία ήταν ανώτερος αξιωματικός μέχρι το 2008, οπότε παραιτήθηκε. Έχει διδάξει επί σειρά ετών εγκληματολογία στο ΑΤΕΙ Κρήτης και στις Σχολές της Ελληνικής Αστυνομίας και ως επισκέπτης καθηγητής στην Αστυνομική Ακαδημία της Κύπρου και στο Κέντρο Ευρωπαϊκών μελετών του πανεπιστημίου της Σεβίλλης. Υπήρξε σύμβουλος στην Μόνιμη Ελληνική Αντιπροσωπεία στην Ε.Ε.  σε θέματα εσωτερικής ασφάλειας, μετανάστευσης και Schengen. Έχει συγγράψει 6 βιβλία-μονογραφίες, αρκετές  μελέτες  και δεκάδες επιστημονικά και άλλα άρθρα με θεματολογία Πολιτική, Ανθρώπινα δικαιώματα, μετανάστευση, οικονομία, πολιτικές ασφάλειας, αντεγκληματική πολιτική. Είναι μέλος της Ευρωπαϊκής Εταιρείας  Εγκληματολογίας.  
Από το 2010, είναι μέλος του Δ.Σ. – Γενικός Διευθυντής της Νέας Τηλεόρασης Κρήτης.
Ήταν υποψήφιος βουλευτής του ΠΑΣΟΚ στο Ρέθυμνο το 2012 και Γραμματέας του τομέα Προστασίας του Πολίτη από το 2012 μέχρι το 2015. Ήταν Υποψήφιος ευρωβουλευτής με την ΕΛΙΑ το 2014.
Είναι παντρεμένος και έχει δύο κόρες.