Θα ήθελα καταρχάς να ευχαριστήσω θερμά την “Ελληνική Ένωση Ευρ. Δικαίου” και τον “Κύκλο Ιδεών για την Εθνική Ανασυγκρότηση” για την πρόσκληση που μου απηύθυναν, να συμμετάσχω στη σημερινή επιστημονική εκδήλωση. Είναι ιδιαίτερη τιμή και χαρά που μου δίνεται η ευκαιρία, μία ημέρα γιορτής για την Ευρώπη, να μιλήσω για το ζήτημα του brexit, την ίδια ώρα που οι ηγέτες, των 28 ακόμα, συζητούν στο Sibiu της Ρουμανίας το μέλλον της Ευρώπης.
Πριν περάσω στην εισήγησή μου θα ήθελα να διευκρινίσω ότι οι απόψεις που εκφράζω είναι καθαρά προσωπικές και δεν απηχούν αναγκαστικά τις επίσημες θέσεις του Υπουργείου Εξωτερικών.
Το παράδοξο λοιπόν με το brexit, ένα θέμα θλιβερό στην ουσία του, είναι ότι έχει αναδείξει, τα πιο θετικά αντανακλαστικά της Ευρωπαϊκής Ένωσης ως προς τη διατήρηση της ενότητάς της, το εποικοδομητικό πνεύμα και μία πολιτική στάση ευθύνης, που επέδειξε όχι μόνο κατά τη διάρκεια των διαπραγματεύσεων της Συμφωνίας Αποχώρησης (ΣΑ), αλλά και μέχρι το πρόσφατο έκτακτο Ευρωπαϊκό Συμβούλιο του άρθρου 50 της Συνθήκης της ΕΕ, στις 10 Απριλίου. Εκεί όπου οι ευρωπαίοι ηγέτες συμφώνησαν να δώσουν παράταση στο Brexit, μέχρι το τέλος του προσεχούς Οκτωβρίου.
Θα μπορούσε μάλιστα να πει κανείς ότι έναντι ενός γεγονότος «διάσπασης», όπως το brexit, η Ευρωπαϊκή Ένωση δείχνει μεγάλο βαθμό συνοχής. Συνοχή που αδυνατεί μάλιστα να επιδείξει στις τρέχουσες προκλήσεις του ευρωπαϊκού γίγνεσθαι: όπως, στο μεταναστευτικό ζήτημα, στη μεταρρύθμιση του κοινού ευρωπαϊκού συστήματος ασύλου, τη μεταρρύθμιση της Ευρωζώνης, το Πολυετές Δημοσιονομικό Πρόγραμμα, τη διεύρυνση στα Δυτικά Βαλκάνια.
Σήμερα, τρία χρόνια μετά το βρετανικό δημοψήφισμα του Ιουνίου του 2016, έχοντας πλεύσει με επιτυχία σε αχαρτογράφητα νερά, με μόνη πυξίδα το άρθρο 50, έχουμε πίσω μας την α’ φάση των διαπραγματεύσεων, τη φάση του διαζυγίου, που ολοκληρώθηκε με την επίτευξη της συμφωνίας αποχώρησης και την υιοθέτηση μίας κοινής πολιτικής διακήρυξης που αφορά στο γενικό πλαίσιο της μελλοντικής σχέσης. Σημειωτέον, ότι από πλευράς Ένωσης έχουν ήδη υιοθετηθεί και τα δύο κείμενα ήδη από το Νοέμβριο του 2018.
Ας έρθουμε όμως στα πραγματικά δεδομένα που συνθέτουν τη σημερινή κατάσταση στην πορεία Εξόδου του ΗΒ, για να αναζητήσουμε και μία απάντηση στο ερώτημα: “quo vadis brexit?”
Δύο είναι τα τελευταία δεδομένα στην ιστορία:
Το πρώτο είναι- η νέα παράταση μέχρι την 31η Οκτωβρίου και
Το δεύτερο, οι νέες προσπάθειες άρσης του αδιεξόδου στην κύρωση της Συμφωνίας Αποχώρησης από το βρετανικό Κοινοβούλιο, μέσω του διακομματικού διαλόγου που διεξάγει η Κυβέρνηση με τους Εργατικούς, ώστε να βρεθεί μία συμβιβαστική λύση και να διαμορφωθεί επιτέλους η πολιτική βούληση του ΗΒ, για το είδος της μελλοντικής σχέσης που επιθυμεί να έχει με την Ένωση.
Όσον αφορά στη νέα παράταση επιτρέψτε μου –χωρίς να θέλω να σας κουράσω- να δώσω ένα σύντομο χρονικό, απαραίτητο για να φωτίσει, όχι μόνο το σκεπτικό πίσω από την επιλογή της νέας ημερομηνίας αποχώρησης αλλά και τα επόμενα βήματα στην πορεία του brexit:
Καταρχάς, να υπενθυμίσω ότι σύμφωνα με το άρθρο 50 ΣΕΕ, ελλείψει συμφωνίας αποχώρησης, το ΗΒ θα έπαυε να είναι κράτος μέλος της Ένωσης στις 30 Μαρτίου 2019, εκτός εάν το Ευρ. Συμβούλιο, σε συμφωνία με το ΗΒ, αποφάσιζε με ομοφωνία την παράταση αυτής της προθεσμίας.
Αυτό ακριβώς και συνέβη στις δύο έκτακτες συνεδριάσεις του ΕΣ του άρθρου 50, τον περασμένο Μάρτιο και Απρίλιο, στις οποίες οι ηγέτες των 27 επέδειξαν εποικοδομητικό πνεύμα και ευελιξία έναντι των αιτημάτων της Β/πθ για παράταση, παρά το διαφαινόμενο βρετανικό πολιτικό αδιέξοδο.
Στο ΕΣ του Μαρτίου, λοιπόν, οι 27 χορήγησαν εναλλακτικά, δύο παρατάσεις εξόδου. Σε περίπτωση που το ΗΒ θα κύρωνε τη συμφωνία αποχώρησης μέχρι τέλος Μαρτίου, η παράταση θα έληγε στις 22 Μαίου, αλλά σε περίπτωση αποτυχίας της κύρωσης, θα έληγε στις 12 Απριλίου.
Η επιλογή της 12ης Απριλίου έγινε βάσει του ότι η βρετανική πλευρά αρνείτο τότε τη συμμετοχή της στις Ευρωεκλογές. Όμως μία παράταση που θα τοποθετούσε το brexit μετά τη διεξαγωγή του Ευρωεκλογών θα δημιουργούσε θεσμικά ζητήματα διότι η συμμετοχή στις Ευρωεκλογές αποτελεί υποχρέωση του ΗΒ που απορρέει από την ιδιότητά του ως κράτος μέλος.
Υπό το πρίσμα αυτό, επελέγη η παράταση της εξόδου να λήγει την τελευταία ημέρα κατά την οποία υποχρεούνταν τα κράτη μέλη να καταθέσουν τους υποψήφιους συνδυασμούς για τις Ευρωεκλογές.
Η συμφωνία όπως ήταν αναμενόμενο δεν κυρώθηκε από το β/Κοινοβούλιο, ως το τέλος Μαρτίου και ενόψει του κινδύνου να αποχωρήσει ασύντακτα το ΗΒ στις 12 Απριλίου, η Β/ΠΘ επανέφερε το αίτημα της για παράταση μέχρι 30 Ιουνίου, κομίζοντας αυτή τη φορά δύο νέα χαρτιά:
αφενός μεν τη διαβεβαίωση ότι το ΗΒ θα συμμετάσχει στις Ευρωεκλογές (κάτι που ήταν condition sine qua non για την εξέταση της χορήγησης παράτασης πέραν της 12ης Απριλίου),
αφετέρου δε την ενημέρωση, ότι διεξάγει για πρώτη φορά διαβουλεύσεις με τον επικεφαλής των Εργατικών κ. Corbyn, προκειμένου να βρεθεί μία συμβιβαστική λύση σχετικά με το είδος της μελλοντικής εταιρικής σχέσης του ΗΒ με την Ένωση, από την οποία εξαρτάται και η άρση του προβλήματος της κύρωσης της Συμφωνίας Αποχώρησης.
Στο πλαίσιο αυτού του διακομματικού διαλόγου η κα. Μέυ φέρεται να προσανατολίζεται προς την κατεύθυνση συμβιβαστικής συμφωνίας με τους Εργατικούς που θα προβλέπει μίας μορφής «τελωνειακή διευθέτηση» με την Ένωση, βάσει της οποίας θα περιορίζεται μεν η ευχέρεια του ΗΒ να συνάπτει συμφωνίες με τρίτες χώρες στο εμπόριο αγαθών, θα επιτρέπεται όμως η σύναψη ανεξάρτητων εμπορικών συμφωνιών στους τομείς των υπηρεσιών. Μία τέτοια κίνηση από πλευράς Μέυ θα ικανοποιούσε το βασικό αίτημα των Εργατικών για παραμονή του ΗΒ εντός του εξωτερικού δασμολογίου της Ένωσης και θα διευκόλυνε με τη σειρά του την υπερψήφιση του πακέτου της ευρω-βρετανικής συμφωνίας.
Παράλληλα η κα. Μευ έχει διαβεβαιώσει ότι σε περίπτωση αποτυχίας των συνομιλιών της με τον κ. Corbyn, η Κυβέρνησή της δεσμεύεται να υιοθετήσει όποια πρόταση νομοθετικής λύσης τύχει έγκρισης από την πλειοψηφία του Κοινοβουλίου, στο πλαίσιο των ενδεικτικών (indicative voting) ψηφοφοριών που διεξάγονται εκεί.
Ενόψει λοιπόν του κινδύνου ασύντακτης αποχώρησης του ΗΒ στις 12 Απριλίου, το ΕΣ συνήλθε δύο ημέρες νωρίτερα, οπότε και οι ηγέτες της Ένωσης συμφώνησαν να αποδεχθούν μεν το βρετανικό αίτημα παράτασης όχι όμως μέχρι το τέλος Ιουνίου, όπως ζητούσε η κα. Μευ, αλλά ως το τέλος του Οκτωβρίου, εκτός εάν η συμφωνία αποχώρησης επικυρωθεί νωρίτερα, οπότε το ΗΒ θα αποχωρήσει την πρώτη μέρα του επόμενου μήνα της κύρωσης.
Στο σημείο αυτό έχει ενδιαφέρον να δούμε, γιατί στο Ευρωπαϊκό Συμβούλιο του Απριλίου, επελέγη ως ημερομηνία λήξης της παράτασης η 31η Οκτωβρίου- Και κυρίως, έχει ενδιαφέρον να δούμε, ποιοί ήταν οι προβληματισμοί που δημιούργησαν το δίλημμα του Ευρ. Συμβουλίου, μεταξύ μίας βραχείας ή μίας μακράς παράτασης εξόδου .
Κατά της επιλογής μίας βραχείας παράτασης, την οποία υποστήριξε σθεναρά η Γαλλία διατυπώθηκε το επιχείρημα ότι οι αλλεπάλληλες προθεσμίες αποκοπής είναι επιβλαβείς για τη λειτουργία της Ένωσης και ότι η παράταση μέχρι τις 30 Ιουνίου θα επιβάρυνε υπέρμετρα την ήδη βαριά ατζέντα του Ε.Σ του Ιουνίου, η οποία περιλαμβάνει ΠΔΠ , Στρατηγική Ατζέντα της Ευρώπης 2019-2024 και Διεύρυνση.
Υπέρ της μακράς παράτασης διατυπώθηκε η άποψη ότι ο μοχλός πίεσης της έλλειψης χρόνου που ασκούσε η Ενωση στο ΗΒ μέχρι τώρα μπορεί να αντικατασταθεί με το φόβο που έχουν οι υποστηρικτές του BREXIT, ότι σε ένα σενάριο μακράς διάρκειας είναι δυνατόν ακόμα και να ακυρωθεί η αποχώρηση μέσω εκλογών ή μέσω δεύτερου δημοψηφίσματος. Με αυτή τη λογική οι Brexiteers θα στραφούν ενδεχομένως στην υποστήριξη της Συμφωνίας Αποχώρησης.
Άλλωστε το Δικαστήριο της Ένωσης με μία ιστορικής πολιτικής βαρύτητας απόφαση που έλαβε στις 4.12.2018 στην υπόθεση C-621/18, κατόπιν προδικαστικής παραπομπής Σκωτικού Εφετείου, αναγνώρισε τη δυνατότητα μονομερούς ανάκλησης της πρόθεσης αποχώρησης κράτους μέλους, ενόσω δεν έχει τεθεί σε ισχύ η συμφωνία αποχώρησης, ως έκφραση κυριαρχικού του δικαιώματος, εφόσον έχει ληφθεί σύμφωνα με τους συνταγματικούς του κανόνες.
Αντίστροφα, μία μακρά παράταση, μέχρι το Μάρτιο του 2020, όπως είχε πρότεινει ο πρόεδρος Τusk, προσέκρουσε σε προβληματισμούς που ανάγονται κυρίως στο ζήτημα εμπιστοσύνης της Ένωσης προς το ΗΒ, όσον αφορά στη συμπεριφορά του κατά τη διάρκεια της παράτασης.
Η λύση στο πολιτικό αδιέξοδο θα μπορούσε να αναζητηθεί στο μήνυμα που θα δώσει ο βρετανικός λαός στην κυβέρνησή του.
Ετέθη δηλαδή το ζήτημα του πώς μπορεί να διασφαλιστεί η Ένωση, ότι το ΗΒ θα λειτουργήσει εποικοδομητικά και αξιόπιστα, όταν θα συναποφασίζει ως ισότιμο κράτος μέλος στη διάρκεια της παράτασης, για θέματα που θα δεσμεύσουν την Ένωση ως προς τη λειτουργία και τις μελλοντικές της σχέσεις μετά το brexit. Μάλιστα σε κάποια από τα θέματα αυτά που απαιτείται ομοφωνία στη λήψη αποφάσεως, όπως το ΠΔΠ, το ΗΒ έχει και δικαίωμα αρνησικυρίας.
Επίσης θα συμμετέχει, για παράδειγμα, και σε επιτροπές παρακολούθησης των διαπραγματεύσεων διεξάγονται για τη σύναψη εμπορικών συμφωνιών με τρίτες χώρες, με τις οποίες ενδεχομένως να διαπραγματεύεται παράλληλα, τη σύναψη δικών του διμερών συμφωνιών.
Υπό το φως αυτών των προβληματισμών το Ε.Σ επέλεξε την 31η Οκτωβρίου, ως χρυσή τομή μεταξύ βραχείας και μακράς προθεσμίας και ως λύση με την οποία αποφεύγεται το ενδεχόμενο ορισμού Βρετανού Επιτρόπου, αφού το Κολλέγιο των Επιτρόπων αναλαμβάνει καθήκοντα την 1Η Νοεμβρίου του 19.
Με την προοπτική δε ότι μέχρι τότε η Ένωση θα πρέπει να έχει προχωρήσει σε πολύ σημαντικά ζητήματα, όπως στην ολοκλήρωση των εμπορικών συμφωνιών με τρίτες χώρες, στο διορισμό των νέων επικεφαλής των Θεσμών και στη συζήτηση για τον προϋπολογισμό της περιόδου 2021-2027, συμπεριελήφθησαν στο κείμενο των Συμπερασμάτων προς ικανοποίηση της ανησυχίας των Ηγετών, κάποιες διατυπώσεις που διασφαλίζουν, τρόπον τινά, την εκπλήρωση του καθήκοντος καλόπιστης συνεργασίας του ΗΒ.
Και φθάνουμε έτσι στο ακανθώδες ζήτημα: γιατί το βρετανικό Κοινοβούλιο αρνείται να κυρώσει το νομοθετικό πακέτο της Συμφωνίας Αποχώρησης και της Πολιτικής Διακήρυξης για τη μελλοντική σχέση.
Το πρόβλημα είναι ένα αλλά είναι γνωστό με περισσότερα ονόματα: backstop, ή εφεδρική λύση ή λύση ασφαλείας και προβλέπεται στο Πρωτόκολλο της Συμφωνίας Αποχώρησης, το οποίο αφορά την Ιρλανδία και τη Βόρεια Ιρλανδία.
Στο σημείο αυτό θα ήθελα να υπενθυμίσω ότι η Ένωση είχε θέσει ως προϋπόθεση για τη σύναψη Συμφωνίας αποχώρησης τη ρύθμιση τριών βασικών ζητημάτων : τα δικαιώματα των πολιτών, το δημοσιονομικό διακανονισμό και το ζήτημα της Ιρλανδίας. Η εξεύρεση συμβιβασμού επί του τελευταίου, ήταν η πιο επίπονη άσκηση όλης της διαπραγματευτικής διαδικασίας.
Ποιος ήταν ο βασικός στόχος στο ζήτημα της Ιρλανδίας: Ήταν να ενταχθεί στη Συμφωνία Αποχώρησης μία ρύθμιση που να διασφαλίζει ότι την επόμενη ημέρα της αποχώρησης του ΗΒ δεν θα υπάρξουν σκληρά σύνορα μεταξύ Ιρλανδίας και Β. Ιρλανδίας και ότι δεν θα θιγεί η Συμφωνία της Μ. Παρασκευής του 1998, που έθεσε τέρμα στις αιματηρές συγκρούσεις Καθολικών και Προτεσταντών στη Β. Ιρλανδία.
Οι διαπραγματευτές της ΕΕ και του ΗΒ συμφώνησαν στο Πρωτόκολλο για την Ιρλανδία ότι θα καταβάλουν κάθε δυνατή προσπάθεια, ώστε να καταλήξουν σε μελλοντική συμφωνία που θα συναφθεί πριν τη λήξη της μεταβατικής περιόδου που προβλέπεται μέσα στη Συμφωνία Αποχώρησης. Εάν όμως αυτό δεν συμβεί, τότε για να μην υπάρξει νομικό κενό, κατά το οποίο θα έχουμε σκληρά σύνορα μεταξύ Ιρλανδίας – Β. Ιρλανδίας, θα εφαρμοστεί η λύση ασφαλείας, το λεγόμενο backstop, μέχρι να επιτευχθεί η μελλοντική συμφωνία που θα το υποκαταστήσει.
Τι προβλέπει όμως το backstop.
Το backstop προβλέπει ενιαίο τελωνειακό έδαφος Ένωσης και Η.Β.
Αλλά: στη Β. Ιρλανδία θα εφαρμόζεται ο πλήρης τελωνειακός κώδικας και κανονιστική ευθυγράμμιση με την Ενωση για τις προδιαγραφές προϊόντων, ενώ στο υπόλοιπο Η.Β, θα ισχύσει μία χρονικά περιορισμένη τελωνειακή διευθέτηση.
Χάριν της κανονιστικής της ευθυγράμμισης οι επιχειρήσεις της Β.Ιρλανδίας θα μπορούν να διαθέτουν προϊόντα στην ενιαία αγορά της Ένωσης χωρίς ελέγχους και περιορισμούς Από την άλλη πλευρά, τα εμπορεύματα που εισέρχονται στη Β. Ιρλανδία από το υπόλοιπο ΗΒ θα υποβάλλονται σε ελέγχους, για να διαπιστωθεί αν πληρούν τα πρότυπα της Ένωσης.
Ουσιαστικά, δηλαδή στην ίδια επικράτεια του ΗΒ θα υπάρχουν δύο διαφορετικά νομικά καθεστώτα.
Το ακόμα μεγαλύτερο πρόβλημα όμως για το ΗΒ είναι ότι αυτή η προσωρινού χαρακτήρα λύση ασφαλείας μπορεί, υπό νομικούς όρους, να καταστεί αόριστη ή και μόνιμη λόγω της ρήτρας «unless and until» που προβλέπεται στο Πρωτόκολλο. Βάσει αυτής της ρήτρας, η λύση ασφαλείας θα εφαρμόζεται, εκτός εάν και μέχρις ότου η Ενωση και το ΗΒ συνάψουν μελλοντική συμφωνία.
Αυτό σημαίνει ότι το ΗΒ δεν μπορεί να εγκαταλείψει μονομερώς το backstop. Όμως κανείς δεν του εγγυάται ότι η Ενωση θα ενεργήσει καλόπιστα για την επίτευξη μίας μελλοντικής συμφωνίας που θα το υποκαταστήσει.
Η β/ΠΘ προκειμένου να πείσει το Κοινοβούλιό της να κυρώσει τη Συμφωνία Αποχώρησης ζήτησε από την Ένωση να δεσμευτεί με νομική πράξη για τον προσωρινό χαρακτήρα της λύσης ασφαλείας, ο οποίος ¨απειλείται» από τη ρήτρα unless and until.
Από την πλευρά της, η Ένωση έχει δηλώσει κατηγορηματικά ότι το κείμενο της ΣΑ έχει κλείσει οριστικά και αμετάκλητα. Προκειμένου όμως να διευκολύνει την κύρωση της Συμφωνίας προχώρησε το Μάρτιο του 2019, μετά από αίτημα της κας. Μέυ, στην υιοθέτηση της «Συμφωνίας του Στρασβούργου» Πρόκειται για δύο κείμενα που συμφωνήθηκαν μεταξύ του προέδρου Junker και της Β/ΠΘ και τα οποία ερμηνεύουν τη ΣΑ και την πολιτική Διακήρυξη, αντίστοιχα, κατά τρόπο που η Ένωση δεσμεύεται να καταβάλει κάθε προσπάθεια για επίτευξη της μελλοντικής συμφωνίας που θα τερματίσει το backstop.
Ούτε αυτά τα κείμενα στάθηκαν ικανά να πείσουν το Β/Κοινοβούλιο να κυρώσει.
Αξίζει να σημειωθεί ότι μετά το ΕΣ του Απριλίου ο Πρόεδρος Tusk, δήλωσε ότι εάν το ΗΒ επανεξετάσει τη συνολική στρατηγική του για το Brexit, η Ένωση δέχεται να τροποποιηθεί η Κοινή Πολιτική Διακήρυξη για τις μελλοντικές σχέσεις ΕΕ-ΗΒ, οι οποίες θα βάλουν, ουσιαστικά, τέλος και στο backstop.
Ποιο είναι λοιπόν το συμπέρασμα.
Το συμπέρασμα είναι, ότι το πρόβλημα βρίσκεται αμιγώς στην πλευρά του ΗΒ, το οποίο λόγω του εσωτερικού πολιτικού αδιεξόδου στο οποίο έχει περιέλθει μετά το δημοψήφισμα του 2016 δεν έχει κατορθώσει να διαμορφώσει ακόμα πολιτική βούληση για το τι είδους σχέση θα ήθελε τελικά να έχει με την Ένωση στη μετά brexit εποχή και αυτό ακριβώς το εσωτερικό πολιτικό του πρόβλημα το εξάγει στην Ένωση και καθιστά την πορεία του brexit αβέβαιη.
Τούτο δε, διότι κάποια από τα χαρακτηριστικά που παρουσιάζουν τα υφιστάμενα μοντέλα εταιρικής σχέσης της Ένωσης (με τη Νορβηγία, ή τον Καναδά, ή την Ελβετία, την Τουρκία ή το μοντέλο ΕΖΕΣ) προσκρούουν σε κόκκινες γραμμές της Κυβέρνησης των Tories ή του συμπολιτευόμενου DUP ή τέλος του Κόμματος των Εργατικών, με αποτέλεσμα να μην μπορεί να διαμορφωθεί πλειοψηφία υπό την παρούσα πολιτική συγκυρία.
Η λύση στο πολιτικό αδιέξοδο θα μπορούσε να αναζητηθεί στο μήνυμα που θα δώσει ο βρετανικός λαός στην κυβέρνησή του, μέσω του μεγέθους της συμμετοχής του στις Ευρωεκλογές αλλά και μέσω του εκλογικού αποτελέσματος.
Αυτά τα στοιχεία θα μπορούσαν να δημιουργήσουν τις πολιτικές προϋποθέσεις για τον επαναπροσανατολισμό της βρετανικής πολιτικής που φαίνεται να έλκεται από την ιστορική πολιτική της λαμπρής απομόνωσης και να ανοίξουν έτσι το δρόμο για την αξιοποίηση της δυνατότητας που προσέφερε το Δικαστήριο για μονομερή ανάκληση του BREXIT, ενδεχομένως μέσω διεξαγωγής νέου δημοφηφίσματος.
Ήδη πάντως το μέχρι τώρα χρονικό του brexit επιβεβαιώνει το γνωμικό του Σενέκα του Νεότερου, ότι “ignoranti quem portum petat, nullus suus ventus est”. (δεν υπάρχει ούριος άνεμος για όποιον δεν γνωρίζει ποιο λιμάνι γυρεύει )
Σας ευχαριστώ.
* Το κείμενο αποτελεί την ομιλία της κα. Σοφίας Χαλά στην ημερίδα «Η δοκιμασία της Ευρωπαϊκής Ιδέας» που διοργάνωσαν ο Κύκλος Ιδεών για την Εθνική Ανασυγκρότηση και η Ελληνική Ένωση Ευρωπαϊκού Δικαίου, τιμώντας την Ημέρα της Ευρώπης στις 9 Μαΐου, στο ξενοδοχείο Electra Palace
Αναλυτικά εδώ: https://ekyklos.gr/674-9-maiou-2019-i-dokimasia-tis-evropaikis-ideas-html.html
9.5.2019, «Η δοκιμασία της Ευρωπαϊκής Ιδέας» (Μέρος Α') from Evangelos Venizelos on Vimeo.
9.5.2019, «Η δοκιμασία της Ευρωπαϊκής Ιδέας» (Μέρος B') from Evangelos Venizelos on Vimeo.