15 χρόνια μετά την 11η Σεπτεμβρίου του 2001, και ενώ στον απόηχο της εξόντωσης του Οσάμα Μπιν Λάντεν, πολλοί στη Δύση είχαν σπεύσει να πανηγυρίσουν «το τέλος της ισλαμικής τρομοκρατίας», η ισλαμική τρομοκρατική απειλή όχι μόνο δεν φαίνεται να έχει εξαλειφθεί, αντίθετα, το φάντασμα της αποδυναμωμένης, Αλ Κάιντα, μετά τη δολοφονία του Οσάμα Μπιν Λάντεν, έχει δώσει τη θέση του σε μία πολύ μεγαλύτερη απειλή για τη διεθνή ειρήνη και ασφάλεια που ακούει στο όνομα Ισλαμικό Κράτος στο Ιράκ και στη Συρία (ISIS). Παρά τις ιδεολογικές συγγένειες, αν όχι ταύτιση του ISIS με την Αλ Κάιντα, η προσπάθεια δημιουργίας εδαφικής επικράτειας του «Ισλαμικού Κράτους», μετατοπίζει την απειλή από τον χώρο απλώς και μόνο της διεθνούς αντιδυτικής τρομοκρατίας της Αλ Κάιντα, μεταβάλλοντας ποιοτικά τη φυσιογνωμία και τη δυναμική της νέας απειλής. Η ισλαμική εξτρεμιστικής οργάνωση (ISIS), εκμεταλλευόμενη τη σύγκρουση στη Συρία και την ένταση μεταξύ των διαφόρων θρησκευτικών ομάδων στο Ιράκ δημιουργεί νέα δεδομένα στη Μέση Ανατολή καθώς απειλεί να αναδιαμορφώσει εκ νέου το χάρτη της περιοχής με τη δημιουργία ισλαμικών χαλιφάτων σε μια στρατηγική περιοχή που συνορεύει με την Ιορδανία, τον Λίβανο και την Τουρκία, και είναι επικίνδυνα κοντά στο Ισραήλ, ενώ την ίδια στιγμή ο κίνδυνος επεκτείνεται πλέον και στον δυτικό κόσμο.
11 Σεπτεμβρίου 2011- 11 Σεπτεμβρίου 2016
Πρόσφατα, ο ηγέτης της Αλ Κάιντα Αϊμάν αλ Ζαουάχρι απείλησε τις ΗΠΑ ότι η τρομοκρατική οργάνωση θα επαναλάβει τις επιθέσεις της 11ης Σεπτεμβρίου «χιλιάδες φορές», σε ένα βίντεο που αναρτήθηκε στο Διαδίκτυο με αφορμή την 15η επέτειο των πολύνεκρων χτυπημάτων στη Νέα Υόρκη. Η 11η Σεπτεμβρίου είναι «το αποτέλεσμα των εγκλημάτων σας εναντίον μας» τόνισε ο Ζαουάχρι στο βίντεο που προβλήθηκε σε λογαριασμούς τζιχαντιστών στο Διαδίκτυο απευθυνόμενος στις ΗΠΑ. Σύμφωνα με τον ίδιο, εάν τα «εγκλήματα» συνεχιστούν, η 11η Σεπτεμβρίου «θα επαναληφθεί χιλιάδες φορές». Στο βίντεο, ο Ζαουάχρι αναφέρεται στην πολιτική των ΗΠΑ προς τις αραβικές και μουσουλμανικές χώρες καταγγέλλοντας την «κατοχή» των εδαφών σε αυτές τις χώρες και την στήριξη της Ουάσιγκτον σε «εγκληματικές και διεφθαρμένες» κυβερνήσεις. Ο Ζαουάχρι κάλεσε επίσης τους τζιχαντιστές να ενώσουν τις δυνάμεις τους και τους Αφροαμερικανούς να προσηλυτιστούν στο Ισλάμ προκειμένου να «προφυλαχθούν» από τους αμερικανικούς νόμους, οι οποίοι, σύμφωνα με τον ίδιο, ελέγχονται από «την λευκή πλειοψηφία».
Μεταψυχροπολεμικές προσδοκίες και διαψεύσεις
Με το τέλος του διπολισμού στις διεθνείς σχέσεις, αναπτύσσονται και παρουσιάζονται οι θέσεις, οι προτάσεις και οι προβλέψεις των τριών ανταγωνιστικών παραδειγμάτων, σχετικά με το μέλλον του μεταψυχροπολεμικού κόσμου και τις προοπτικές για τη διεθνή ειρήνη και ασφάλεια. Η αισιόδοξη εκτίμηση για το μεταδιπολικό διεθνές περιβάλλον ασφάλειας προήλθε από το φιλελεύθερο παράδειγμα. H φιλελεύθερη θεώρηση αντιλαμβάνεται τον μεταψυχροπολεμικό κόσμο πιο ειρηνικό, σταθερό και ασφαλή. Την ειρηνική αυτή σταθερότητα ενδυναμώνουν και συντηρούν η διάδοση της δημοκρατίας και η προώθηση των ανθρωπίνων δικαιωμάτων, ο ευεργετικός ρόλος των διεθνών θεσμών που μειώνουν τις τάσεις αποσταθεροποίησης της διεθνούς αναρχίας και η συμβολή της ελεύθερης αγοράς και του εμπορίου. Μάλιστα, μετά την τελική επικράτηση του πολιτικού και οικονομικού φιλελευθερισμού έναντι του υπαρκτού σοσιαλισμού, ο Francis Fukuyama, διαβλέποντας την απήχηση των φιλελεύθερων ιδεών και αξιών στον μεταψυχροπολεμικό κόσμο, έφτασε να αναγγείλει «το τέλος της ιστορίας». Σύμφωνα με τον ίδιο, το τέλος του Ψυχρού Πολέμου ήταν και το τελικό σημείο της ιδεολογικής εξέλιξης της ανθρωπότητας, ενώ σηματοδοτούσε την γενική αποδοχή της φιλελεύθερης δημοκρατίας ως της τελικής μορφής της ανθρώπινης διακυβέρνησης. Ακολούθως, η εξάπλωση του δημοκρατικού μοντέλου διακυβέρνησης εγγυάται έναν πιο ειρηνικό και ασφαλή κόσμο, έναν κόσμο που θα έχει πολύ λιγότερα κίνητρα για πολέμους, μιας και όλα τα έθνη αμοιβαία θα αναγνωρίζουν το ένα την οντότητα του άλλου.
Το φάντασμα της αποδυναμωμένης, Αλ Κάιντα, έχει δώσει τη θέση του σε μία πολύ μεγαλύτερη απειλή: το ISIS.
Στον αντίποδα της αισιόδοξης εκδοχής για τον υπό διαμόρφωση κόσμο, έτσι όπως αυτή αναπτύχθηκε από το φιλελεύθερο παράδειγμα, βρέθηκε η ρεαλιστική σχολή σκέψης. Κατά τους ρεαλιστές, το διεθνές σύστημα θα παραμείνει άναρχο και ανταγωνιστικό και έτσι η ασφάλεια θα συνεχίσει να επιτυγχάνεται μόνο μέσω της αυτοβοήθειας (self-help), η οποία, σύμφωνα με τον Kenneth Waltz, εξακολουθεί να είναι η βασική αρχή δράσης στο κρατοκεντρικό σύστημα. Ο John Mearsheimer, συγκρίνοντας το διπολικό σύστημα με το πολυπολικό σύστημα, υποστηρίζει ότι το πρώτο εξασφαλίζει μεγαλύτερη σταθερότητα έναντι του δεύτερου. Ο ίδιος, προβλέπει επίσης την έξαρση του εθνικισμού και την αναβίωση των εθνοτικών διαφορών του παρελθόντος στις περιοχές της Νοτιανατολικής Ευρώπης και της πρώην Σοβιετικής Ένωσης. Στο ίδιο πνεύμα, ο Samuel Huntington, με το έργο του η Σύγκρουση των Πολιτισμών, υποστήριξε ότι το τέλος του διπολισμού στις διεθνείς σχέσεις δεν θα συνοδευόταν και από το τέλος των συγκρούσεων. Αντίθετα, το διεθνές περιβάλλον θα παραμείνει ανταγωνιστικό, συγκρουσιακό και ανασφαλές, μόνο που οι συγκρούσεις στον μεταδιπολικό κόσμο δεν θα προέρχονται πια από τις ιδεολογικοπολιτικές διαφορές και τον στρατιωτικό ανταγωνισμό των κρατών, αλλά από τις πολιτισμικές διαφορές.
Δεν υπάρχει αμφιβολία ότι η πιο διάσημη ρεαλιστική προσέγγιση μετά το τέλος του Ψυχρού Πολέμου είναι η θεωρία του Samuel Huntington για τη «Σύγκρουση των Πολιτισμών» (Clash of Civilizations). Αντίθετα με την ευφορία που κατέλαβε τους περισσότερους μελετητές των διεθνών σχέσεων και τα αισιόδοξα σενάρια που κυκλοφόρησαν για την εδραίωση της διεθνούς ειρήνης και ασφάλειας με την εξαγωγή των δυτικών πολιτικών και οικονομικών προτύπων στον υπόλοιπο κόσμο, όπως η επικράτηση της δυτικής φιλελεύθερης δημοκρατίας και της ελεύθερης οικονομίας με το «Τέλος της Ιστορίας» του Francis Fukuyama, η θεωρία για τη σύγκρουση των πολιτισμών περιγράφει έναν πιο σκοτεινό μεταψυχροπολεμικό κόσμο. Για τον Huntington η κατάρρευση του διπολικού μοντέλου οργάνωσης των διεθνών σχέσεων δεν συνεπαγόταν απαραίτητα και το τέλος των συγκρούσεων με την επικράτηση των δυτικών πολιτικών και οικονομικών προτύπων, όπως ο εκδημοκρατισμός και η οικονομία της ελεύθερης αγοράς. Σχεδόν είκοσι χρόνια αργότερα φαίνεται πως όσο δυσάρεστο κι αν είναι, οι υποθέσεις εργασίας πάνω στις οποίες εργάστηκε ο Huntington επαληθεύονται, έστω και μερικώς. Δεν είναι μονάχα η ισλαμοφοβία που καλλιεργήθηκε στη Δύση μετά την τρομοκρατική επίθεση στους Δίδυμους Πύργους την 11 Σεπτεμβρίου 2001, και ο ανταγωνισμός με την κινεζική οικονομία και ανάπτυξη· είναι και η διάψευση των προσδοκιών που καλλιέργησε η λεγόμενη «Αραβική Άνοιξη». Ο περίφημος εκδημοκρατισμός στις ισλαμικές χώρες της Βόρειας Αφρικής και της Μέσης Ανατολής μετά την εκδίωξη των ολοκληρωτικών καθεστώτων, αλλά και μετά τις αμερικανικές στρατιωτικές επεμβάσεις στο Αφγανιστάν (2001) και το Ιράκ (2003) δεν οδήγησε παρά σε πενιχρά αποτελέσματα. Με εξαίρεση την Τυνησία, ο απολογισμός της Αραβικής Άνοιξης είναι απογοητευτικός. Αίγυπτος και Μπαχρέιν, οπισθοδρόμησαν σε μια χειρότερη κατάσταση πραγμάτων, Λιβύη και Υεμένη βρίσκονται στο έλεος αλληλοσπαρασσόμενων φατριών, ενώ η Συρία βρίσκεται στο χείλος της διάλυσης, ύστερα από πέντε χρόνια εμφυλίου πολέμου που έχει στοιχίσει πάνω από 250.000 νεκρούς, 4 εκατ. Πρόσφυγες και 7,5 εκατ. εκτοπισμένους, σε συνολικό πληθυσμό 23 εκατ. Οι χώρες αυτές παρέμειναν ισλαμικές και αντελήφθησαν τη δημοκρατία με κριτήριο τον ισλαμικό νόμο, και όχι τις δυτικές αξίες.
Ο απολογισμός της Αραβικής Άνοιξης είναι απογοητευτικός.
Η επόμενη μέρα
Η ανάδειξη του πολιτισμού σε νέα μονάδα ανάλυσης στις διεθνείς σχέσεις, παρά τα αδύναμα στοιχεία και τις ελλειμματικές εξηγήσεις της, φαίνεται να αποτελεί ένα σημείο εκκίνησης για τη διατύπωση αναλυτικών υποθέσεων σχετικά με τη διαμόρφωση της διεθνούς πολιτικής στο μέλλον. Ωστόσο, δεν μπορεί να αποτελεί επιλογή λύσης η ταύτιση με τον φόβο του διαφορετικού, ούτε η αντιμετώπιση των πολιτισμικών συγκρούσεων ως μια θεμιτή προοπτική. Η διεθνής κοινότητα δεν μπορεί να αποδεχθεί μοιρολατρικά τον εγκλωβισμό της σε έναν κύκλο βίας σε ατομικό, κρατικό ή συστημικό επίπεδο, αντίθετα θα πρέπει να αναζητήσει τρόπους αντιμετώπισης του ισλαμικού φονταμενταλισμού και της τρομοκρατίας, σε συνεργασία με το μετριοπαθές Ισλάμ και μέσα από ένα κανονιστικό πλαίσιο, ικανό να προσφέρει ασφάλεια και ειρήνη στην ευρύτερη περιοχή και κατ’ επέκταση διεθνώς. Μπορεί πράγματι ο εκδημοκρατισμός και η ελεύθερη αγορά ως δυτικά πρότυπα των οποίων η εξαγωγή επιχειρήθηκε σε μη δυτικές κοινωνίες και συνακόλουθα η περίπτωση επίδειξης νεοαποικιακών συμπεριφορών από τη Δύση, να έχουν συχνά οξύνει τις σχέσεις και να διευρύνουν τις αντιδράσεις, ωστόσο, η υπεράσπιση και η επέκταση της φιλελεύθερης ζώνης ειρήνης συνεχίζει να αποτελεί την μοναδική εγγύηση για την ειρήνευση της περιοχής της Μέσης Ανατολής και την εδραίωση της διεθνούς ειρήνης και ασφάλειας.
Ακολουθώντας την εγελιανή φιλοσοφία, και σύμφωνα με τον Fukuyama, η Ιστορία δεν είναι απλώς και μόνο μια απλή συσσώρευση γεγονότων, αλλά μία ενιαία, συμπαγή και ευθύγραμμη εξελικτική διαδικασία προς μία κατεύθυνση τελείωσης, που περικλείει την εμπειρία όλων των λαών σε όλες τις εποχές, προκαλώντας κάποιες συγκεκριμένες ομοιόμορφες μεταβολές στα έθνη και τις κουλτούρες. Στο πλαίσιο αυτό, η παγκόσμια ιστορία της ανθρωπότητας ξεκινώντας από τη δουλεία και τη στοιχειώδη γεωργική παραγωγή και περνώντας μέσα από τις διάφορες μορφές θεοκρατίας, κληρονομικής μοναρχίας και φεουδαρχικής αριστοκρατίας βρήκε την καλύτερη δυνατή έκφραση και ολοκλήρωσή της στην φιλελεύθερη κεφαλαιοκρατική δημοκρατία, η οποία επικρατώντας έναντι όλων των προηγούμενων ιδεολογιών και πιο πρόσφατα έναντι του φασισμού και του κομμουνισμού, καλείται σήμερα να δώσει ακόμα μία «μάχη», αυτή απέναντι στον ισλαμικό φονταμενταλισμό και την τρομοκρατία.
Η φιλελεύθερη κεφαλαιοκρατική δημοκρατία καλείται να δώσει ακόμα μία μάχη: απέναντι στον ισλαμικό φονταμενταλισμό.
Οι ισλαμικές χώρες της Μέσης Ανατολής όχι μόνο δεν κατάφεραν ακόμη να εμπεδώσουν το δημοκρατικό μοντέλο διακυβέρνησης, αλλά με την εμφάνιση του ISIS ελλοχεύει ο κίνδυνος η ευρύτερη περιοχή να επιστρέψει σε προνεωτερικές μορφές κοινωνικοοικονομικής και πολιτικής οργάνωσης του 7ου αιώνα, με ό, τι συνέπειες μπορεί να έχει αυτό για την ειρήνη και ασφάλεια σε περιφερειακό και διεθνές επίπεδο. Η πολιτική και θρησκευτική έννοια του χαλιφάτου ως γεωγραφικός και θρησκειολογικός πλέον προσδιορισμός επανακάμπτει, στο διεθνές προσκήνιο με όρους απειλής, βίας και εκδίκησης. Το χαλιφάτο, το οποίο ως θεσμός δημιουργήθηκε για πρώτη φορά τον 7ο αιώνα μετά το θάνατο του προφήτη Μωάμεθ, τώρα επιχειρείται να αναβιώσει από τους τζιχαντιστές του Ισλαμικού Κράτους του Ιράκ και του Λεβάντε, μια πολιτικο-θρησκευτική οντότητα επανασύστασης του ισλαμικού χαλιφάτου, στην ευρύτερη περιοχή της μεσογειακής λεκάνης και όχι μόνο.
Ο αγώνας για επικράτηση που οδήγησε στην αρχέγονη αιματηρή μάχη για απόκτηση ισχύος μεταξύ των δύο μεμονωμένων αντιπάλων μεταφέρεται και στο επίπεδο των κρατών, όπου τα έθνη, ως ξεχωριστές ενότητες, αναζητούν την αναγνώριση και εμπλέκονται σε αιματηρές μάχες για την απόκτηση της υπεροχής. Απέναντι, ωστόσο, στην ανορθολογική επιθυμία της αναγνώρισης της ανωτερότητας έναντι των άλλων, που προτάσσει ο ισλαμικός φονταμενταλισμός και εν προκειμένω η ισλαμική εξτρεμιστική οργάνωση (ISIS), το δημοκρατικό μοντέλο διακυβέρνησης αντιτάσσει την λογική επιθυμία αναγνώρισης της ισότητας μεταξύ όλων, και έτσι συνεχίζει να αποτελεί την μοναδική λογική πολιτική επιδίωξη που μπορεί να ενώσει διαφορετικές περιοχές και κουλτούρες σε ολόκληρο τον πλανήτη. Είναι το δημοκρατικό μοντέλο διακυβέρνησης που μπορεί να εγγυηθεί έναν πιο ειρηνικό και ασφαλή κόσμο, και όχι τα διάφορα πολιτικά ή θρησκευτικά μοντέλα ολοκληρωτισμού, καθώς όσο εξαπλώνεται η δημοκρατία τόσο λιγότερα κίνητρα για πολέμους θα έχει η ανθρωπότητα, μιας και όλα τα έθνη αμοιβαία θα αναγνωρίζουν το ένα την οντότητα του άλλου.
Στο πλαίσιο, αυτό η διεθνής κοινότητα παράλληλα με τις όποιες αναγκαίες στρατιωτικές δράσεις για την αντιμετώπιση του ISIS, θα πρέπει να δεσμευθεί σε μια σειρά μεσοπρόθεσμων και μακροπρόθεσμων πολιτικών για τον εκδημοκρατισμό των χωρών της Μέσης Ανατολής με κανονιστικό υπόβαθρο τις οικουμενικές αξίες της ελευθερίας, της ισότητας και της προάσπισης των ανθρωπίνων δικαιωμάτων. Οι αρχές αυτές δεν είναι μόνο αρχές της Δύσης· αντίθετα, το κύρος τους εκτείνεται πολύ πιο μακριά. Γιατί αυτές οι αρχές είναι η πηγή μιας δίκαιης, ανθρώπινης και ευπρεπούς κοινωνίας, οποιασδήποτε θρησκείας ή πολιτισμικής παράδοσης. Εξάλλου ποιος θα υποστήριζε στα αλήθεια ότι υπάρχει γυναίκα σε οποιαδήποτε κοινωνία, δυτική, μουσουλμανική ή ασιατική, που να μην επιζητά ίσα δικαιώματα, άνδρας που να μην απαιτεί σεβασμό και άτομο στον αναπτυσσόμενο κόσμο που να μην αναζητά τα ελάχιστα μέσα επιβίωσης.
* Ο Πίνακας που συνοδεύει το κείμενο, είναι: Graydon Parrish (born 1970), Cycle of Terror and Tragedy, September 11, 2001