Παρασκευή, 01 Ιαν 2016

Η τέχνη του εφικτού για τη σοσιαλδημοκρατία σήμερα

αρθρο του:

Στην ανατολή του 2016 και μετά από 6 χρόνια κρίσης, εξακολουθεί να αποτελεί κοινοτοπία ότι το Ελληνικό πολιτικό σύστημα πάσχει. Βρίσκεται σε μια κρίση η οποία εκδηλώνεται με διάφορους τρόπους. Η σημαντικότερη εκδήλωση είναι η αδυναμία της Κυβέρνησης, ή μάλλον των Κυβερνήσεων αφενός μεν να διαχειριστούν  τα δύσκολα πολιτικά ζητήματα της χώρας, αφετέρου η αδυναμία τους να σχεδιάσουν για το μέλλον. Σε μια πρώτη ανάγνωση, πολλοί θα μιλήσουν για ανίκανους ή διεφθαρμένους πολιτικούς οι οποίοι δεν μπορούν να αντιμετωπίσουν τα πράγματα. Όμως η κατάσταση είναι πολύ περισσότερο πολύπλοκη και δυστυχώς χειρότερη από όσο φανταζόμαστε.

Το πολιτικό σύστημα της χώρας δεν αποτελείται μόνο από τους βουλευτές και τα κομματικά στελέχη. Βασικές συνιστώσες του είναι η δημόσια διοίκηση, η δικαιοσύνη, ο συνδικαλισμός, οι πνευματικοί άνθρωποι και καλλιτέχνες, τα ΜΜΕ και βέβαια ο «αφέντης» λαός.

Στη διαμόρφωση του κλίματος παρακμής της χώρας από το 2005 και μετά, έχουν όλοι τη δική τους συμβολή. Οι κυβερνήσεις κυρίως «μοίραζαν» χρήμα, συνήθως με βάση την ένταση των αιτημάτων των διαφόρων κοινωνικών ομάδων και συντεχνιών. Ο δημόσιος τομέας λειτουργούσε σε ένα κατ εξοχήν κορπορατιστικό πλαίσιο, ταυτίζοντας τη δημόσια διοίκηση με την κυβέρνηση σε ένα «αλισβερίσι» αμοιβαίας ωφέλειας. Τα πελατειακά δίκτυα λειτουργούσαν απρόσκοπτα και αποτελεσματικά, στη λογική του «…αν δεν μπορούμε σήμερα εμείς θα μπορέσουμε αύριο που θα πέσουν αυτοί».

Οι ελάχιστες φωνές πολιτικών που τολμούσαν να αρθρώσουν αντίλογο, πνιγόταν μέσα στις κατηγορίες ότι δεν είναι όσο πρέπει αριστεροί ή ότι είναι δεξιοί.

Οι ελάχιστες φωνές πολιτικών ανδρών και γυναικών που τολμούσαν να αρθρώσουν αντίλογο σε όλα αυτά, πνιγόταν μέσα στις κατηγορίες ότι δεν είναι όσο πρέπει αριστεροί ή ότι είναι πολύ δεξιοί. Μπερδέψαμε τον κρατισμό με την αριστερή πολιτική. Μα αριστερά σημαίνει κυρίως άρση των κοινωνικών ανισοτήτων. Σημαίνει στρατηγικές αναδιανομής του πλούτου προφανώς όμως ενταγμένες σε ένα πλαίσιο παραγωγής πλούτου και όχι σε ένα πλαίσιο κρατικών δαπανών μέσω δανεισμού.

Η διαχείριση της κρίσης από το 2008 και μετά, απέδειξε περίτρανα αφενός την αδυναμία των κομμάτων να συνεργαστούν στα αυτονόητα και αφετέρου την αδυναμία μιας κοινωνίας να κατανοήσει την πραγματικότητα. Μιας κοινωνία βέβαια «βολεμένης» στη μη συμμετοχική και άρα μη συνυπεύθυνη πολιτική κουλτούρα.

Η ψήφος δίδεται με κύριο γνώμονα τις υποσχέσεις. Όποιος υποσχεθεί τα περισσότερα, σε μια κοινωνία που έχει μάθει να «αναθέτει» τη σωτηρία της σε ένα «Σωτήρα», εκείνος υπερισχύει. Εν τω μεταξύ, με πρωτεργάτη τη Νέα Δημοκρατία το 2010, η αντιμετώπιση της κρίσης έγινε με γνώμονα την κομματική ωφέλεια και όχι την εθνική. Τα Ζάπεια, σημάδεψαν την απονομιμοποίηση της ανάγκης του προγράμματος για την υπέρβαση της κρίσης αφού βέβαια προϋπήρξε η αποτυχία της τότε ηγεσίας του ΠΑΣΟΚ να αναδείξει την ανάγκη γενικότερης συναίνεσης για τη διαπραγμάτευση και την εφαρμογή του πρώτου μνημονίου….

Το 2014 έμοιαζε να είναι χρονιά εξόδου από τον εφιάλτη, που ναυάγησε στην επιθυμία εξουσίας του κ. Τσίπρα.

Παρόλα αυτά το 2014, έμοιαζε να είναι μια χρονιά σταδιακής εξόδου από τον εφιάλτη. Μια αισιόδοξη χρονιά, η οποία βέβαια τελικά ναυάγησε στην έντονη επιθυμία εξουσίας του κ. Τσίπρα και της ομάδας του…έτσι στην πραγματικότητα βρισκόμαστε πάλι σε αδιέξοδο. Σε μεγάλο βαθμό κυριαρχούν οι νοοτροπίες και οι λογικές που μας έφεραν εδώ. Η οπισθοφυλακή της άσχημης πλευράς της μεταπολίτευσης, του λαϊκισμού και του κορπορατισμού, δίνουν την ύστατη μάχη. Έχουν συμμάχους τους όλα εκείνα τα μέλη της κοινωνίας που βάσισαν την επιβίωσή τους στον κρατισμό και στον κομματισμό.

Πως ξεφεύγουμε όμως από αυτή την κατάσταση; Πως μπορεί μια κοινωνία που είναι κυριολεκτικά παραζαλισμένη από τις αλλαγές που της επιβάλλονται όχι πάντοτε ορθές και όχι πάντοτε με ορθό τρόπο, να ορθοποδήσει και να λειτουργήσει στοιχειωδώς λογικά και αποτελεσματικά; Μια κοινωνία που έχει πολλά συναισθήματα, πολλά συνθήματα αλλά πολύ λίγες ουσιαστικές πληροφορίες και πάσχει εμφανώς στον ορθολογισμό.

Την ίδια στιγμή, ήδη από τη χρονιά που έφυγε  στην Ευρώπη και στον κόσμο συμβαίνουν πολύ σημαντικά πράγματα, τα οποία θα συνεχίσουν να εξελίσσονται  και μάλλον θα ενταθούν κατά το 2016.

Η απειλή της τρομοκρατίας επανέρχεται δραματικά. Η πτώση των τιμών του πετρελαίου, ανασυντάσσει ραγδαία τον παγκόσμιο οικονομικό χάρτη. 

Ωστόσο, εγκλωβισμένοι σε μια αμυντική ευρωφοβική πολιτική,  το μεγάλο ζήτημα της συμμετοχής μας στον αναπροσανατολισμό της Ευρωπαϊκής πολιτικής που συντελείται μάλλον χωρίς εμάς, δεν το θεωρούμε και τόσο σπουδαίο.

Η κοινωνία δεν εμπιστεύεται κανέναν αλλά είναι εύπιστη σε όσους την κολακεύουν και δημιουργούν ανερμάτιστες ελπίδες.

Οι ροές μετανάστευσης ολοένα και δυναμώνουν. Οι επιχειρηματίες, οι επιστήμονες, η νέα γενιά ασφυκτιούν κάτω από ένα αναποτελεσματικό κράτος και κάτω από αλλοπρόσαλλες πολιτικές που ο μόνος στόχος που εμφανώς φαίνεται να έχουν είναι η εγκαθίδρυση μιας νέας νομενκλατούρας. Το χειρότερο είναι ότι όλα αυτά συμβαίνουν στο πλαίσιο μιας κοινωνίας που βρίσκεται σε σύγχυση, αναζητά την ταυτότητά της και επικεντρώνει σε ανούσια πράγματα σε σχέση με το μέλλον. Δεν εμπιστεύεται κανέναν και την ίδια στιγμή είναι ιδιαίτερα εύπιστη σε εκείνους που κολακεύουν το λαό, που του μιλάνε ευχάριστα και του δημιουργούν ανερμάτιστες ελπίδες.

Τι πρέπει να κάνουν λοιπόν αλλά και τι μπορούν να κάνουν οι δημιουργικές προοδευτικές δυνάμεις της κοινωνίας; Πως μπορεί μια σύγχρονη σοσιαλδημοκρατία να επιδιώξει και να πετύχει την ανασύνταξή της με σκοπό να επαναφέρει τη συζήτηση σε ουσιαστική βάση και κυρίως να γίνει η μεταρρυθμιστική μηχανή με προοδευτικό πρόσημο της Ελληνικής κοινωνίας;

Η σημερινή κατάσταση των κομμάτων που επιπλέουν στον σοσιαλδημοκρατικό χώρο, θυμίζει ναυαγούς ενός μεγάλου πλοίου όπου ο καθένας κρατιέται γερά από το σωσίβιο ή τη βαρκούλα του και τρέμει μήπως αν το παρατήσει ή αν έρθουν και άλλοι ναυαγοί μαζί του, θα βουλιάξει και θα πνιγεί.

Τα σοσιαλδημοκρατικά κόμματα θυμίζουν ναυαγούς όπου ο καθένας κρατιέται από το σωσίβιο και τρέμει μήπως αν έρθουν κι άλλοι ναυαγοί μαζί του, θα πνιγεί.

Τα κόμματα αυτά παίζουν συστηματικά άμυνα-κατενάτσιο. Προσπαθούν να κρατήσουν απλώς κάποια κεκτημένα τόσο σε προσωπικό όσο και σε πολιτικό επίπεδο ενώ η πρόσβασή τους αλλά και η παρεμβατικότητά τους στην κοινωνία μειώνεται ραγδαία. Το ότι η Νέα Δημοκρατία μέσα από την κρίση της εκλογής νέας ηγεσίας φαίνεται να ανανεώνεται και να «παίρνει κεφάλι», δημιουργεί νέα δεδομένα στα οποία το ΠΑΣΟΚ και το Ποτάμι, πρέπει να επανατοποθετηθούν άμεσα. Αλλιώς, μια σταδιακή εκλογίκευση του ΣΥΡΙΖΑ, από τη μια πλευρά ενδεχομένως θα καλύψει το χώρο τους, (κάτι που όμως φαίνεται ότι είναι μακριά ακόμη). Αλλά και μια επικράτηση στη ΝΔ τους Κυριάκου Μητσοτάκη, από την άλλη, θα καλύψει επίσης τμήμα του χώρου. Έχει λοιπόν η σοσιαλδημοκρατία, το προοδευτικό κέντρο, η κεντροαριστερά- όλοι οι όροι είναι χρήσιμοι- κάποιο χρόνο ακόμη να ανασυνταχθούν και να δημιουργήσουν τη βάση συμπόρευσης των προοδευτικών και δημιουργικών δυνάμεων της κοινωνίας.

Πως μπορεί να γίνει αυτό;

Το πρώτο είναι αν οι ηγεσίες τους το θέλουν πραγματικά. Είναι άλλο να έχεις στο βάθος του μυαλού σου να ηγείσαι ενός χώρου του 6% και άλλο να συμμετάσχεις στο εγχείρημα να κάνεις το χώρο σου στο 30% χωρίς κατ ανάγκη να ηγείσαι!

Απαιτείται λοιπόν πρώτα από όλα οι ηγετικές ομάδες του ΠΑΣΟΚ και του Ποταμιού να θέλουν την ουσιαστική αύξηση της ιδεολογικής και πολιτικής επιρροής της ενιαίας κεντροαριστεράς ανεξαρτήτως των προσωπικών τους φιλοδοξιών. Δύσκολο.

Το δεύτερο είναι το πολιτικό πλαίσιο. Να είναι ευδιάκριτο, προοδευτικό και μεταρρυθμιστικό. Να δίνει στόχους και οδικούς χάρτες ρεαλιστικούς για την επίτευξή τους. Επίσης δύσκολο. Γιατί, τι είναι άραγε προοδευτικό στις μέρες μας; Το ποιος αμύνεται καλύτερα απέναντι στους δανειστές κάνοντας τον τρελό του χωριού  ή ποιος προτείνει ένα ρεαλιστικό σχέδιο υπέρβασης της κρίσης λαμβάνοντας υπόψη όλες τις συνθήκες που υπάρχουν και αξιοποιώντας τις διεθνείς συγκυρίες και την Ευρωπαϊκή Αλληλεγγύη; Και όχι βέβαια προκαλώντας σύγχυση με αναίτιες συγκρούσεις και μάγκικες ρητορικές, αλλά προβάλλοντας ακριβώς τις αρχές της Ευρωπαϊκής σοσιαλδημοκρατίας που υπήρξαν οι κύριοι άξονες της Ενιαίας Ευρώπης.

Ποια είναι η θέση της κεντροαριστεράς για μια  ουσιαστική μεταρρύθμιση της παιδείας, π.χ. τι θα γίνει με μη κρατικά πανεπιστήμια, τι θα γίνει με τα μονοθέσια-διθέσια σχολεία, τα προγράμματα σπουδών, τα φροντιστήρια κ.λ.π.;  Ποια ακριβώς είναι η θέση της για το κράτος; Γιατί ένα μικρό, ευέλικτο, επιτελικό και βέβαια αποτελεσματικό κράτος δεν είναι προοδευτικό; Γιατί ένα τέτοιο κράτος δεν μπορεί να εγγυάται την παραγωγή πλούτου από τον ιδιωτικό τομέα και τους επενδυτές καθώς και την όπου χρειάζεται αναδιανεμητική διαδικασία; Γιατί να αφεθεί αυτή η θέση στη μεταρρυθμιστική κεντροδεξιά; Ποιες είναι οι ρεαλιστικές προτάσεις για την επιτάχυνση στην απονομή της δικαιοσύνης και την απλοποίηση των διαδικασιών;

Επίσης που είναι οι πρωτοβουλίες για το πολιτικό σύστημα; Για τον εκλογικό νόμο, για το σπάσιμο των μεγάλων περιφερειών, για τη διπλή κάλπη για τα οικονομικά των κομμάτων για την πολιτική διαδικασία στη στελέχωση του κράτους και ένα σωρό άλλα για τα οποία το ΠΑΣΟΚ ήδη από το 2002 μιλούσε αλλά κάπου στην πορεία ξεχάστηκαν με κάποιες βέβαια μικρές αναλαμπές (π.χ. Διάυγεια)

Πως και πόσο απασχολεί άραγε την σοσιαλδημοκρατία στην Ελλάδα σήμερα, η δημιουργία επιχειρηματικού κλίματος και η προσέλκυση επενδύσεων;

Τα προοδευτικά κόμματα είναι σε σπείρα καθοδικής τροχιάς με ηγέτες χωρίς αντικείμενο ηγεσίας και επικεφαλής σε παρέες.

Θα μπορούσαμε να πούμε πολλά ακόμη σχετικά με την πολιτική διαδικασία του σήμερα. Αν η πολιτική είναι η τέχνη του εφικτού, φαίνεται ότι πολλοί δεν πιστεύουν ότι υπάρχει κάτι που μπορεί η πολιτική να το κάνει εφικτό και για αυτό απομακρύνονται από αυτήν ή την απαξιώνουν. Ως αποτέλεσμα είναι η ολοένα και μεγαλύτερη υποβάθμιση του κοινοβουλίου, το οποίο όσο ανανεώνεται από το 2012 και εντεύθεν τόσο περισσότερο υποβαθμίζεται σε λειτουργία και σε θεσμική επάρκεια. Αυτό είναι άλλη μια αντίφαση της κρίσης. Επιζητώντας το καλύτερο, απαξιώνουμε γενικώς το υπάρχον και καταλήγουμε στο ότι ο εχθρός του κακού να είναι τελικά το χειρότερο.

Έτσι τα λεγόμενα προοδευτικά κόμματα είναι σε μια σπείρα καθοδικής τροχιάς με ηγέτες χωρίς αντικείμενο ηγεσίας αλλά στην ουσία επικεφαλής σε παρέες που επιζητούν την με κάθε τρόπο επιρροή στα πολιτικά πράγματα. Έτσι όμως δε γίνεται δουλειά.

Οι ελάχιστες φωνές πολιτικής εμπειρίας και λογικής στο σοσιαλδημοκρατικό χώρο χάνονται είτε στο θόρυβο κάποιων λαθών του παρελθόντος, είτε κυρίως, στην αφθονία των συναισθημάτων του φθόνου των ανίκανων, αλλά και του φόβου και της γενικευμένης σχεδόν μεταφυσικής οργής της κοινωνίας από την άλλη. 

Φαίνεται ότι  προτιμούμε εκείνους που υπόσχονται  να μας ταΐσουν με ψάρια και όχι εκείνους που θα μας μάθουν να ψαρεύουμε.

Θα πει βέβαια κάποιος ότι τόσες εκδηλώσεις γίνονται από ινστιτούτα, τόσες συνελεύσεις με θέματα όπως η Υγεία, η Παιδεία και άλλα, άρα ίσως υπάρχει υπερπαραγωγή θέσεων της σοσιαλδημοκρατίας και  δεν έχει έλλειψη ιδεών και θέσεων. Κάτι άλλο ίσως φταίει.

To 2016 είναι εδώ να φέρει την ελπίδα που δεν έφερε το 2015.

Κατά τη γνώμη μου ακριβώς εκεί είναι το πρόβλημα. Μιλάμε όλοι για όλα, ακόμη και αυτό εδώ τώρα που διαβάζετε στην ουσία μιλάει για όλα. Όμως η Πολιτική θέση δεν είναι απλά άποψη εκφρασμένη γραπτά ή σε μια ομιλία. Είναι επεξεργασμένος πολιτικός στόχος με επεξεργασμένη διαδικασία επίτευξης αλλά κυρίως, είναι αντικείμενο πολιτικού διαλόγου σε συγκεκριμένα πολιτικά όργανα και βρίσκεται σε ένα πολιτικό πλαίσιο με συγκεκριμένη προτεραιότητα με σκοπό την  εφαρμογή της. Πολιτική θέση πόσο μάλλον πολιτική πλατφόρμα εξουσίας δεν είναι η τοποθέτηση του εκπροσώπου ή του αρχηγού σε ένα θέμα, είναι εκείνη η οποία έχει διαμορφωθεί στα κομματικά-πολιτικά όργανα με την απαραίτητη κοινωνική όσμωση και αποτελεί βάση εφαρμογής σε περίπτωση ανάδειξης στην εξουσία.

Δυστυχώς στην παρούσα φάση στην κεντροαριστερά δεν διαμορφώνεται τέτοια διαδικασία. Απομένει να ελπίζουμε στο μέλλον. To 2016 είναι εδώ να φέρει την ελπίδα που δεν έφερε το 2015.


*Ο Πίνακας που συνοδεύει το κείμενο είναι: Marc Chagall (1887-1985), Over the town

Παπακωνσταντής, Γιώργος

Ο Γιώργος Παπακωνσταντής Σπούδασε Οικονομικά στο πανεπιστήμιο Πειραιά, Παιδαγωγικά στο πανεπιστήμιο Κρήτης και έκανε μεταπτυχιακές σπουδές στο Πάντειο Πανεπιστήμιο από όπου πήρε το διδακτορικό του στις πολιτικές ασφάλειας. Αποφοίτησε επίσης από τη Σχολή Αξιωματικών και τη Σχολή Επιτελών Στελεχών της Ελληνικής Αστυνομίας, στην οποία ήταν ανώτερος αξιωματικός μέχρι το 2008, οπότε παραιτήθηκε. Έχει διδάξει επί σειρά ετών εγκληματολογία στο ΑΤΕΙ Κρήτης και στις Σχολές της Ελληνικής Αστυνομίας και ως επισκέπτης καθηγητής στην Αστυνομική Ακαδημία της Κύπρου και στο Κέντρο Ευρωπαϊκών μελετών του πανεπιστημίου της Σεβίλλης. Υπήρξε σύμβουλος στην Μόνιμη Ελληνική Αντιπροσωπεία στην Ε.Ε.  σε θέματα εσωτερικής ασφάλειας, μετανάστευσης και Schengen. Έχει συγγράψει 6 βιβλία-μονογραφίες, αρκετές  μελέτες  και δεκάδες επιστημονικά και άλλα άρθρα με θεματολογία Πολιτική, Ανθρώπινα δικαιώματα, μετανάστευση, οικονομία, πολιτικές ασφάλειας, αντεγκληματική πολιτική. Είναι μέλος της Ευρωπαϊκής Εταιρείας  Εγκληματολογίας.  
Από το 2010, είναι μέλος του Δ.Σ. – Γενικός Διευθυντής της Νέας Τηλεόρασης Κρήτης.
Ήταν υποψήφιος βουλευτής του ΠΑΣΟΚ στο Ρέθυμνο το 2012 και Γραμματέας του τομέα Προστασίας του Πολίτη από το 2012 μέχρι το 2015. Ήταν Υποψήφιος ευρωβουλευτής με την ΕΛΙΑ το 2014.
Είναι παντρεμένος και έχει δύο κόρες.