Πέμπτη, 17 Ιαν 2019

Ομιλία Κ. Τασούλα στην παρουσίαση του βιβλίου του Ευ. Βενιζέλου στα Ιωάννινα

αρθρο του:

Κυρίες και κύριοι, έχω τη τιμή να παρουσιάζω στην πατρίδα μου, ενώπιον εκλεκτού ακροατηρίου, το βιβλίο ενός σπάνιου συναδέλφου, με τον οποίο την εποχή της πολυτέλειας υπήρξαμε αντίθετοι, αλλά την εποχή της κρίσης υπήρξαμε συμπλεύσαντες. Εγώ, προσωπικώς, αντικρίζοντας τη γοητεία που άσκησε η ευθύνη στον Ευάγγελο Βενιζέλο και τον τρόπο που χειρίσθηκε την ευθύνη, τον ακατάδεκτο, εν σχέσει με το να είναι δημοφιλής, τρόπο που αντιμετώπισε την ευθύνη του, οφείλω να πω ότι αυτόν τον αντίπαλο της εποχής της πολυτελείας τα τελευταία χρόνια τον έχω καταχωρήσει σε εκείνους τους οποίους βαθύτατα εκτιμώ και, ναι, θαυμάζω!

Το πρόβλημα της χώρας σήμερα είναι να περάσουμε στην άλλη όχθη έχοντας κάνει μία συλλογική αυτοκριτική κατανόηση της ζημιάς που υπέστημεν. Η έννοια της αυτοκριτικής κατανοήσεως είναι εκείνη, η οποία μάς απομακρύνει με γενναιότητα από την επίρριψη ευθυνών δεξιά κι αριστερά, από την επίρριψη ευθυνών σε άλλους, γιατί αυτό, ξέρετε, ούτε ισχύει, αλλά ούτε και είναι γόνιμο. Κάποιοι πολιτικοί –λίγοι πολιτικοί– μετά την κρίση και, αλήθεια είναι, μετά την εκδήλωση της κρίσης –γιατί η κρίση υπήρχε και πριν την εκδήλωσή της, αλλά επωαζόταν– ανέλαβαν τις ευθύνες τους έναντι της ιστορίας και προσπάθησαν τη συγκυρία, για να δανεισθώ τον καίριο τίτλο, να την αρπάξουν από τα κέρατα και να στρέψουν το βλέμμα της συγκυρίας ώστε να αντικρίζει την ιστορία. Γιατί, το ξεπέρασμα της κρίσης είναι, εάν αντικρίσουμε την ιστορία και φερθούμε συμφιλιωμένοι με τις ανάγκες της ιστορίας, απομακρυνόμενοι από την ευχέρεια και τη συμπαθητική εκδοχή των συγκυριακών επιλογών.

Σε αυτό το βιβλίο ο Ευάγγελος Βενιζέλος, το οποίο έγραψε από το 2013 μέχρι σήμερα, αλλά που έχει μία εντυπωσιακή ενότητα, με αυτά τα κείμενα αποδεικνύει ότι ο κόσμος ο πολιτικός, ο κόσμος της πατρίδος μας, γύρω του, δεν είναι αυτό που έλεγε ο T.Eliot «μία στοίβα σπασμένες εικόνες». Έχει συγκροτημένη εικόνα για το τι συμβαίνει, τι έφταιξε και τι μπορεί να γίνει για να φύγουμε από αυτό που υφιστάμεθα. Δεν είναι, συνεπώς, μία στοίβα σπασμένες εικόνες, αλλά είναι μία συντονισμένη καταγραφή της κρίσης στην Ευρώπη και στην Ελλάδα, του φαινομένου του Συντάγματος, της δυνατότητος, έως εκεί που την έχει, γιατί δεν έχει παντοδυναμία το Σύνταγμα, να μας βγάλει από την κρίση, της κριτικής της τρεχούσης απόπειρας συνταγματικής αναθεωρήσεως, αλλά και, κυρίως, της επισημάνσεως, ποιο είναι το θέμα μας, αυτό που μας έλεγαν οι καθηγητές μας στο σχολείο, στην έκθεση, το κύριο, το κρίσιμο ζήτημα είναι να είσαι εντός θέματος. Θυμίζει, λοιπόν, ποιο είναι το θέμα μας σήμερα στη χώρα, το οποίο πρέπει να αντιμετωπίσουμε και όχι να αισθανόμαστε ότι δήθεν έχουμε μπει σε μία κανονικότητα, αλλά μας επαναφέρει στο θέμα μας, που είναι πώς θα επανέλθει η κανονικότητα στη χώρα, με πρωταρχία της πολιτικής, αλλά χωρίς δημαγωγία και λαϊκισμό. Συγχρόνως τοποθετεί, κλείνοντας, το Σύνταγμα, τον θεμελιώδη αυτό νόμο, τον τοποθετεί στο βάθρο που του αξίζει, στο βάθρο δηλαδή του ιστορικού αναχώματος των συγκυριακών μας επιλογών και στο βάθρο της προσπάθειας να αποτραπεί η χειρότερη, όπως είπε ο κ. Πασχόπουλος, μορφή λαϊκισμού, που είναι ο συνταγματικός λαϊκισμός.

Η μαγική λέξη είναι η ευθύνη, από την ατομική έως τη συλλογική, αλλά η μαγική λέξη είναι επίσης και η ιστορική επίγνωση.

Ο συγγραφέας θεωρεί ότι είναι δύο τα γενετικά προβλήματα της δημοκρατίας. Είναι η σχέση της με την προσωρινότητα, με τη συγκυρία, και η σχέση της με το λαϊκισμό. Επειδή κάθε βιβλίο, όταν βγαίνει στη δημοσιότητα, χάνεται για το συγγραφέα και γίνεται κτήμα του αναγνώστη, θα μου επιτρέψετε, κ. καθηγητά, κ. συνάδελφε, να επεκτείνω λίγο τα γενετικά προβλήματα, ιδιαίτερα της δικής μας δημοκρατίας, και να προσθέσω, με αφορμή αυτές τις καίριες διαπιστώσεις, ότι ένα επιπλέον γενετικό πρόβλημα της δημοκρατίας μας, που πηγάζει από αυτή τη δική σας διαπίστωση, μπορούμε να το αντλήσουμε, ας πούμε, από το ιδρυτικό, από το αρχικό, από το αρχέγονο έργο της ελληνικής γραμματείας, από την Ιλιάδα. Είναι η σχέση του Έλληνα και της Ελλάδος με τη λεία. Η Ιλιάδα ξεκινά περιγράφοντας τη μανία του Αχιλλέα γιατί έχασε τη λεία, τη Βρισηίδα, από τον Αγαμέμνονα. Η Βρισηίς είναι η λεία του πολέμου. Το κράτος στην Ελλάδα, όταν συγκροτήθηκε, ήταν πάντα, και είναι μέχρι τώρα, η λεία την οποία έπρεπε να καρπωθεί ο νικητής. Αυτή η αντίληψη του κράτους ως λείας δημιουργεί τη μήνι –για να ξαναπάω στον Όμηρο– τη μάνητα, που λέει ο Καζαντζάκης μεταφράζοντας τον Όμηρο, του Έλληνα πολιτευόμενου, του Έλληνα ψηφοφόρου, του Έλληνα κυβερνώντος, του Έλληνα αντιπολιτευόμενου, τη μάνητα, προκειμένου αυτή τη λεία, που είναι η αρχέγονη επιδίωξή μας και η αρχέγονη πηγή του θυμού, όταν το χάνουμε –βλέπε, Αχιλλέα– να το διεκδικήσουμε, να διεκδικήσουμε, να αξιοποιήσουμε, να εκμεταλλευθούμε, να αλλάξουμε τη μοίρα της ζωής μας, μέσω του κράτους.

Άρα, ο λαϊκισμός, η αντίληψη του κράτους ως λείας και η σχέση της δημοκρατίας με τη συγκυρία, αυτές οι γενετικές αδυναμίες της δημοκρατίας μας, έφεραν τη μεγάλη καταστροφή, τη μεγάλη χρεωκοπία, την οποία μπορεί να την αντιμετωπίσει κανείς με καταφορά εναντίον όλων των άλλων, εκτός του εαυτού του, και αυτό το πέτυχαν κάποιοι που παραστατικά χαρακτηρίσθηκαν ως ο κατιμάς της ύστερης μεταπολίτευσης, όχι αναλαμβάνοντας τις ευθύνες τους, αλλά κατηγορώντας άλλους και το υπόλοιπο σύμπαν για αυτό που συνέβη. Και κάποιοι αποφάσισαν να αντικρίσουν τις ευθύνες τους και να γεφυρώσουν σε αυτή την κρίσιμη περίοδο που ο λαός έχει ξεκολλήσει, έχει απομακρυνθεί από τα δημόσια πράγματα, για τα δικά του σοβαρά προβλήματα, αυτή λοιπόν την κρίσιμη εξίσωση εκλήθησαν κάποιοι, ελάχιστοι, να χειρισθούν και να γεφυρώσουν. Πρωτοπόρος μέσα σε αυτούς τους ελαχίστους είναι ο συγγραφέας, ο παράπλευρα καθήμενος, Ευάγγελος Βενιζέλος, που προσπαθεί με τα βιβλία του, με το λόγο του, με την παρουσία του, με το κύρος του, να γεφυρώσει ως άλλος Pontifex Maximus, ως άλλος γεφυροποιός, την απόσταση μεταξύ συγκυρίας και ιστορίας, να σύρει όλους προς την κατεύθυνση του ιστορικώς φέρεσθαι και προς την απομάκρυνση από το συγκυριακώς φέρεσθαι.

Στο βιβλίο ο κ. Βενιζέλος έχει τολμηρές παραδοχές και απόψεις, τολμηρές επειδή είναι αυτονόητες. Είναι κατάντημα να είναι τολμηρές οι αυτονόητες, αλλά, ξέρετε, την περίοδο της διαρκούς κολακείας, όταν τη διαδέχεται η περίοδος της αυτοκριτικής και της κριτικής και της τολμηρής απεικονίσεως της πραγματικότητας, τότε γινόμαστε τολμηροί εμείς, εγώ, που υπήρξαμε προηγουμένως είτε κόλακες είτε αδύναμοι να αντιμετωπίσουμε την κολακεία των άλλων. Σε αυτό το βιβλίο ο κ. Βενιζέλος, πέρα από τα συνταγματικά και τα ιστορικά, διερωτάται και απαντά αμέσως, εάν δικαιούται, εάν μπορεί μία δημοκρατία να είναι ανιστόρητη και εάν δικαιούται και πρέπει και μπορεί ένας λαός να είναι αμνήμων, διότι, προφανώς, ο συγγραφέας θέλει να δείξει ότι αυτά που μας συνέβησαν, εάν τα αγνοήσουμε και τα προσπεράσουμε, θα μας ξανασυμβούν με τη χειρότερη μορφή. Παίρνει την πρωτοβουλία και το θάρρος να εξηγήσει πώς, και θεσμικά και πολιτικά και κοινωνικά, μπορούμε αυτά να μην τα επαναλάβουμε. Βεβαίως, η μαγική λέξη είναι η ευθύνη, από την ατομική έως τη συλλογική, αλλά η μαγική λέξη είναι επίσης και η ιστορική επίγνωση, η οποία ενσωματώνεται και στον υπέρτατο νόμο, αλλά και στην κούτρα του καθενός μας.

Ανιστόρητος. Δικαιούται ο Έλληνας να είναι ανιστόρητος; Όταν έγινε η καταστροφή στη Σικελία, οι Αθηναίοι δεν τολμούσαν να πιστέψουν τα πρώτα νέα που ήρχοντο. Όταν, τελικά, ήρθαν πάρα πολλοί αποδεκατισμένοι τραυματίες της εκστρατείας, επείσθησαν. Λέει ο Θουκυδίδης, αφού επείσθησαν, «χαλεποί ήσαν των ρητόρων, τον έκπλουν, ώσπερ ουκ αυτοί ψηφισάμενοι», ήσαν δηλαδή δυσμενείς με τους ρήτορες που τους συνέστησαν τον έκπλουν, την εκστρατεία. Αλλά ακούστε αυτή τη δευτερεύουσα εκπληκτική πρόταση ευθύνης και ανάδειξης του ρόλου όχι ενός παραπλανημένου, κακόμοιρου, γκρινιάρη, μίζερου λαού, που δεν ευθύνεται, αλλά την ευθύνη ενός κυρίαρχου λαού «ώσπερ ουκ αυτοί ψηφισάμενοι», λες και αυτοί δεν είχαν ψηφίσει, και συμπληρώνει ο Θουκυδίδης ότι δεν ήταν μόνο χαλεποί με τους ρήτορες, αλλά ήταν χαλεποί και με τους μάντεις, και με τους άλλους οι οποίοι τους επήλπισαν ότι θα καθέξουν τη Σικελία. Αφού οι Αθηναίοι έπαθαν την πρώτη ταραχή από τη συντριβή στη Σικελία, που το είχαν «ευκολάκι», για να χρησιμοποιήσω κι εγώ μία λέξη του συρμού, τότε, εξηγεί ο Θουκυδίδης, οι Αθηναίοι άλλαξαν και εκ του γεγονότος ότι ήταν περιδεείς μην επακολουθήσουν χειρότερα, φέρθηκαν με βάση την ευταξία, φέρθηκαν με βάση το ευτακτείν, και αποφάσισαν να περιορίσουν τις δαπάνες τους, να αναθέσουν την ηγεσία σε ώριμους και ηλικιωμένους που είχαν πείρα και να ξαναφτιάξουν τις σχέσεις τους με τους συμμάχους τους.

Έτσι περιγράφει το καλοκαίρι του 413 ο Θουκυδίδης και ερχόμαστε εδώ, εμείς που ζητούμε να υπάρχει ιστορική μνήμη. Αλλά βεβαίως, πώς να έχει ιστορική μνήμη ένας άνθρωπος που έχει δύο παιδιά άνεργα, για να το πάω στη σημερινή κατάσταση; Πώς να έχει ιστορική μνήμη ένας άνθρωπος ο οποίος παίρνει ένα επίδομα 350 Ευρώ και του δίνει μία μικρή ανάσα και περιμένει να ξαναπάρει; Πώς να ανοίξει το Θουκυδίδη και να σκεφθεί ιστορικά και να μη γοητευθεί από το επίδομα, το οποίο δεν είναι λύση ιστορική, δεν είναι λύση μόνιμη; Αλλά πώς να απαιτήσουμε από τον καθημαγμένο πολίτη να φερθεί έτσι, να παρακάμψει την κακουχία του και να φερθεί ιστορικά; Δεν είναι εύκολο.

Έτσι εδώ, απέναντι σε αυτή τη δυσκολία του ιστορικώς φέρεσθαι από όλους, έρχεται ο ρόλος της ηγεσίας, έρχεται ο ρόλος ανθρώπων σαν τον Ευάγγελο Βενιζέλο, ο οποίος κυκλώθηκε τα τελευταία χρόνια από λόγια μίσους και τον επολέμησαν δωρεάν, όπως λένε οι ψαλμοί –επολεμήθην δωρεάν, χωρίς αιτία– γιατί ακριβώς αντίκρισε την ευθύνη του και προσπάθησε να διοχετεύσει στους πάντες την ανάγκη της ιστορικής και όχι της συγκυριακής συμπεριφοράς.

Η δοκιμασία που περνούμε έχει να κάνει με το ότι ή θα την ξεπεράσουμε και θα γίνουμε μία χώρα κανονική –και εδώ δεν ισχύει το «επιστροφή στην κανονικότητα», γιατί είναι πολύ κολακευτικό για το παρελθόν, εδώ είναι απόπειρα κανονικότητας, εάν θέλουμε να είμαστε ειλικρινείς με τους εαυτούς μας– ή θα μονιμοποιηθεί η κατάταξη της χώρας στην 5η εθνική κατηγορία, ή θα μονιμοποιηθεί δηλαδή το σύρσιμο που ήδη πολλοί το έχουν εκλάβει ως νέα μορφή κανονικότητας και το έχουν αποδεχθεί. Δηλαδή, ή η γονατισμένη Ελλάδα θα τραβήξει την όρθια προς τα κάτω, ή όση απόμεινε όρθια, με τη βοήθεια όλων και κυρίως προσώπων που αναλαμβάνουν το ρόλο τους και την ευθύνη τους, ή όρθια θα τραβήξει τη γονατισμένη προς τα επάνω και θα την κρατήσει εκεί.

Επειδή ο Ευάγγελος Βενιζέλος δεν τηρεί αυτό που λέγεται στην Κόλαση του Δάντη, guarda e passa, αυτή τη συμβουλή της αυτοπροστασίας, κοίτα και πέρνα, μην μπεις σε ρίσκο, επειδή κοιτά και μπαίνει στο πρόβλημα, αντί να το περάσει, επειδή αναλαμβάνει τις ευθύνες, επειδή περιγράφει λύσεις, επειδή βοηθά στην ιστορική αντιμετώπιση, και όχι στη συγκυριακή, της κρίσης, για αυτό, στην ουσία, το βιβλίο του, η παρουσία του, η δράση του είναι συμβολή στην προσπάθεια της όρθιας Ελλάδος να σηκώσει τη γονατισμένη προς τα επάνω. Μην υποτιμούμε τη δύναμη της γονατισμένης να τραβήξει την όρθια προς τα κάτω, γιατί πρέπει να δούμε ένα μέρος αυτής της δύναμης και στον προαιώνιο φθόνο που έχουμε, όχι να διεκδικήσουμε το να σταθούμε όρθιοι, αλλά να διεκδικήσουμε να πέσει και ο διπλανός μας κάτω, το οποίο πρέπει να ξεπεράσουμε ως συναίσθημα, ως συμπεριφορά και ως στάση.

Ο κ. Βενιζέλος επαναφέρει με ιδιαίτερα προκλητικό, γοητευτικό και πειστικό τρόπο τη σχέση του πολίτη με την πολιτική, την απομάκρυνσή του από τις πληγές της πολιτικής, που είναι ο λαϊκισμός και η συγκυρία, και πείθει ότι από τη στιγμή που υπάρχουν πολιτικοί αντίπαλοι εμού, αλλά με τέτοιο θάρρος πολιτικό που γίνονται σε έναν ευρύτερο αγώνα, πέρα από τις αποχρώσεις της αντιπαλότητος, και σύμμαχοι, ότι μπορεί η χώρα να κάνει το βήμα προς την έξοδο από την κρίση, να γευθεί την κανονικότητα χωρίς κολακείες και να διδαχθεί από την κρίση της, από την περιπέτειά της και από τη δοκιμασία της. Αυτή η γοητεία της ευθύνης περιγράφεται σε περισσότερες από 500 σελίδες και αυτή τη γοητεία της ευθύνης, μετά τις ομιλίες μας, είμαι βέβαιος ότι θα τη γευθείτε στο σπίτι σας, διαβάζοντας αυτό το τόσο ενδιαφέρον βιβλίο.

Καλή επιτυχία, κ. Πρόεδρε, και στο βιβλίο και στην προκλητική πολιτική σας σταδιοδρομία. 


* Το κείμενο αποτελεί την ομιλία του Κ. Τασούλα κατά την παρουσίαση στα Ιωάννινα του βιβλίου του Ευ. Βενιζέλου «Η Δημοκρατία μεταξύ συγκυρίας και Ιστορίας» (εκδ. ΠΑΤΑΚΗ) στο Grand Serai.

Δείτε εδώ: https://ekyklos.gr/ev/643-13-1-2019-ioannina-parousiasi-vivliou-ev-venizelou-i-dimokratia-metaksy-sygkyrias-kai-istorias.html 

  

13.01.2019 Ιωάννινα: Παρουσίαση του βιβλίου του Ευ. Βενιζέλου from Evangelos Venizelos on Vimeo

 

 

Τασούλας, Κωνσταντίνος

Kώστας Τασούλας, βουλευτής της ΝΔ