Δευτέρα, 20 Φεβ 2017

Η νομιμοποίηση της γελοιότητας

αρθρο του:

Ομιλία Βασίλη Παπαβασιλείου στην εκδήλωση του Κύκλου ιδεών «Εθνικολαϊκιστές Vs. Υπνοβάτες. Η Ευρώπη και η Ελλάδα στον παγκόσμιο χάρτη του λαϊκισμού»
με συνομιλητές τον Ανδρέα Πανταζόπουλο, Πέτρο Παπασαραντόπουλος, Ιάσωνα Πιπίνη, Ευάγγελο Βενιζέλο, και συντονιστή τον Ηλία Κανέλλη


Σ’ ευχαριστώ πολύ Ηλία, ξέχασες όμως ν’ αναφέρεις ότι πίσω από τη συγγραφική περιπέτεια, υπάρχει και η θητεία στα «Νέα», τα δυόμιση χρόνια αυτά τα οποία κατά κάποιον τρόπο ήταν πίσω από την απόφασή μου ν’ ασχοληθώ με το γράψιμο.

Δηλαδή αντίστροφα, όταν άρχισα να συνεργάζομαι με τα «Νέα», ο ιστορικός πρώην Διευθυντής αείμνηστος Κώστας Νίτσος μου είχε πει «μη μπλέξεις με τη δημοσιογραφία, είναι δηλητήριο η δημοσιογραφία, μόνο αυτό, να μην ξεχάσεις τη δουλειά σου».

Του λέω «ρε Κώστα, μισό λεπτό, σου δίνω το λόγο μου ότι δε θα την ξεχάσω, θα προσπαθήσω να συνυπάρξω με τις δύο αυτές ιδιότητες. Προσπάθησα πραγματικά και νομίζω ότι τελικά εκ του αποτελέσματος δε δικαιούμαι να πω ότι μετανιώνω.

Τώρα, τί δουλειά έχει η αλεπού στο παζάρι: Ξέρετε, χτες διάβασα ότι έγινε κάτι το οποίο έφερε στην επιφάνεια την έννοια της 200ετίας, η οποία είναι πολύ προσφιλής έννοια, με αφορμή το τάμα του έθνους. Ναι, με αφορμή το τάμα του έθνους έγινε λόγος γι’ αυτό. Δηλαδή σε 5 χρόνια κλείνουν 200 χρόνια από την επανάσταση του ’21. Εξ αφορμής αυτής της επετείου, κάνουμε ένα άλμα και πάμε στο τάμα του έθνους, εξ ου και πάμε στην ερώτηση η οποία υπεγράφη, κατόπιν καταργήθηκε κτλ.

Το θέμα της 200ετίας, επιτρέψτε μου να πω, είναι ένα προσφιλές θέμα που εντάσσεται σε μια προσωπική προβληματική που έχει να κάνει με την έννοια του προλόγου. Δηλαδή, προτείνω να θεωρήσουμε τα 200 αυτά πρώτα χρόνια, ως τον πρόλογο του αφηγήματος που θ’ αρχίσει να γράφεται από το ’21 και μετά. Δηλαδή εν πυκνώ σ’ αυτά τα 200 χρόνια, περιέχονται όλες οι καταστάσεις, όλα τα ενδεχόμενα όλα αυτά στα οποία εθήτευσε αυτή η χώρα η οποία γεννήθηκε πριν από 200 χρόνια, κατά σύμπτωση την ίδια εποχή γεννήθηκαν και οι χώρες της Λατινικής Αμερικής.

Υπάρχει γελοιότητα χωρίς αίμα και υπάρχει και ένα ενδεχόμενο αιματηρής γελοιότητας

Σύμπτωση, δεν ξέρω, είναι ένας παραλληλισμός και μια σύγκριση αυτά τα πράγματα. Τί γίνεται λοιπόν με τα 200 πρώτα ελληνικά χρόνια; Πάμε πίσω στο 2010, την εποχή που γινόταν η συνάντηση πριν υπογραφεί το πρώτο μνημόνιο, στο Νταβός, που έχει αποτυπωθεί μέσα από τις εικόνες ενός Πρωθυπουργού, του Γιώργου Παπανδρέου να τον κυνηγάει ένας δημοσιογράφος, που λέει « είναι αλήθεια; » κτλ.

Τότε, εκείνη την εποχή βρίσκομαι στα γραφεία του ελληνικού φεστιβάλ και μου λέει καλή του ώρα ο Λούκος, «πρέπει να κάνουμε κάτι, ένα ελληνικό πράγμα στο φεστιβάλ φέτος, ένα θέμα, κάτι, ένα έργο τέλος πάντων, μήπως έχεις τίποτα κατά νου;». Λέω «άσε να σκεφτώ». Και μετά από μια εβδομάδα του λέω «έχω μια σκέψη». «Ποια είναι αυτή;». «Μια δουλειά πάνω στον τυχοδιώκτη του Χουρμούζη, την πρώτη βαυαροκρατία δηλαδή».

Μου λέει «ναι, να το κάνουμε» κτλ. Ξεκινάμε λοιπόν, οι πρόβες, υπογράφεται το μνημόνιο το Μάιο του 2010, συνεχίζουμε και κάνουμε την παράσταση Ιούλιο του 2010 στην Πειραιώς. Εκεί, στηρίζεται δραματουργικά αυτό σε μια ποιητική αδεία, ας το πούμε ιδέα ότι αυτοί που ήρθαν, η τρόικα δηλαδή τότε, το Μάιο του 2010, έχουν πρόγονο αυτό το Βαυαρό τυχοδιώκτη ο οποίος δια του Χουρμούζη δηλώνει παρών σ’ εμάς, στα ελληνικά χώματα.

Η τρόικα του ’10 λοιπόν, τελικώς φεύγει μ’ ένα άλμα επιστημονικής φαντασίας, στις 25/3/2021. Δηλαδή η δράση τοποθετείται στις 25/3/2021. Και γίνεται κι ένας λόγος, λόγω εγκωμιαστικός, απολογητικός, ο οποίος λέει ότι «κοιτάξτε, όταν ήρθαμε δεν είχατε τίποτα, δεν ξέρατε να φτιάχνετε ούτε μια καρφίτσα και τώρα που φεύγουμε, 25/3/2021, μπορείτε να φτιάξετε αυτό το πράγμα». Αυτό το πράγμα τί ήταν; Μια εφεύρεση υποτίθεται, σας λέω τώρα, η ποιητική άδεια μπορεί ν’ αμαρτάνει ποικιλοτρόπως, είναι το τροβί, το τροχήλατο βιοκέλυφος μέσα στο οποίο μπορούν να ζουν οι άνθρωποι, των οποίων το προσδόκιμο της ζωής έχει παραταθεί και έχει φτάσει στα 120 χρόνια, αφού πάρεις τη σύνταξή σου να ζεις μεσ’ στο τροβί αυτά τα χρόνια τα υπόλοιπα που σου μέλλεται να ζήσεις.

Τώρα τί σχέση έχει αυτό με του Χουρμούζη; Τίποτα. Αλλά όμως απεδείχθη ότι μπορεί με το Χουρμούζη να μην είχε σχέση, αλλά είχε σχέση με την ίδια τη ζωή όπως έλεγαν οι παλαιοκομμουνιστές. «Η ζωή θ’ αποφασίσει». Βλέπω προχθές στη Monde, το κομμάτι του κυρίου αυτού, του Αρνό Λεπαρμαντιέ, ο οποίος γυρίζει πίσω και πιάνει την ελληνική περίπτωση, μιλάμε για Φεβρουάριο του 2017, πιάνει την ελληνική περίπτωση από τον Όθωνα.

Το είδατε προφανώς, έτσι δεν είναι; Άρα λοιπόν λέω, μα καλά τί έγινε; Ο Χουρμούζης δούλεψε εδώ; Τί γίνεται; Τί ήθελα να πω; Να πω ότι ο ιστορικός του μέλλοντος, θα μιλήσει για τις δυο δεκαετίες του ’10, του 20ου αιώνα και του 21ου αιώνα, την πρώτη μεν, τη δεκαετία της μεγάλης, εδαφικής ολοκλήρωσης κτλ., επέκταση του κράτους και τη δεκαετία του 21ου, μ’ έναν άλλο τρόπο. Ποιον; Δεν ξέρω ούτε μπορώ να πιθανολογήσω.

Απλώς θέλω να πω ότι από κει ξεκίνησε αυτή, αν θέλετε η αυτοσχέδια τοποθέτηση, ότι είμαστε ακόμη πολύ φρέσκοι και έχουμε μια ιδρυτική βία την οποία με όρους διχαστικότητας, την έχουμε βιώσει σε πολλά επίπεδα. Ας πούμε στο γλωσσικό, με το «καλημέρα σας». Μαλλιαροί, καθαρευουσιάνοι κτλ. Ορεστιακά, ευαγγελικά. Αυτόχθονες ετερόχθονες. Βενιζέλοι, βασιλικοί. Κομμουνιστές, δεξιοί κτλ.

Αυτά θα ήθελα να τα βλέπω σαν παιδικές αρρώστιες ενός νεόκοπου Οργανισμού. Είναι λίγα τα 200 χρόνια τελικώς, είναι λίγα. Και ο φόρος που πρέπει να πληρωθεί για την ενηλικίωση, είναι εδώ πάντα. Έλεγε ο Καντ και αναφέρομαι στον Καντ γιατί προσωπικώς πιστεύω ότι εάν καθυστερεί η Ελλάδα κατά μία επανάσταση, αυτή η επανάσταση είναι η καντιανή.

Έλεγε ο Καντ: «Διαφωτισμός είναι η έξοδο του ανθρώπου από τη νηπιότητα για την οποία υπεύθυνος είναι αυτός ο ίδιος». Αν βάλετε δίπλα στη νηπιότητα κι έναν άλλο όρο, θα έχετε μια εικόνα αν θέλετε του λαϊκισμού. Ποια είναι: Η βαρβαρότητα. Είναι ένα περίεργο πράγμα ο λαϊκισμός σα σχήμα, σαν εικόνα. Δηλαδή συνυπάρχουν κατά τη γνώμη μου αυτά τα στοιχεία, νηπιότητα και βαρβαρότητα.

Και εκβάλλουν δια της συνυπάρξεως σ’ αυτό το χώρο που είναι ο χώρος του γελοίου, που κατ’ επάγγελμα υποτίθεται είναι ο χώρος μου. Δηλαδή βλέπετε με όρους θεατρικότητας, πόσα πράγματα μπορείτε να δείτε. Μπορείτε να μιλήσετε για τον Τσάβες χωρίς θεατρικότητα. Είδατε τον Τσάβες να κάνει συνάντηση με το λαό μέσα σε κοτόπουλα και να του λέει ο άλλος ότι «σύντροφε πήρα το Υπουργείο Αμύνης, τηλεφώνησαν και περίμενα μια απάντηση και άκουγα κο-κο-κο να κάνουν οι κότες γύρω γύρω»;

Η ένταξη της γελοιότητος μέσα στο πολιτικό παίγνιο, είναι η νομιμοποίηση της γελοιότητας.

Είναι γεγονός, εγώ δεν πήρα στη Βενεζουέλα αλλά το είδα το βίντεο αυτό. Και λες, μα αυτή αντίληψη, η ένταξη της γελοιότητος μέσα στο πολιτικό παίγνιο, η ακομπλεξάριστη που το βλέπετε και στην περίπτωση του Τραμπ ας πούμε. Είναι η νομιμοποίηση της γελοιότητας.

Με αυτή την έννοια λοιπόν νομίζω ότι ο αγαπητός Ευάγγελος Βενιζέλος μου ζήτησε να είμαι εδώ, αλλά θα ήθελα να προσθέσω και κάτι άλλο: Επειδή υπάρχει γελοιότητα χωρίς αίμα και υπάρχει και μια εκδοχή και ένα ενδεχόμενο αιματηρής γελοιότητας. Θα ήθελα να πω το εξής και να κλείσω αυτό το αυθαίρετο ιντερμέδιο. Θα σας ζητούσα έτσι να το δείτε..

Μιλάω για το 2010 και πάλι, έχουν αρχίσει οι πρόβες για τον τυχοδιώκτη και κάνω μια παράσταση με μια άλλη παραγωγή στη Λεμεσό, στην Κύπρο. Έχουμε κάνει την παράσταση και πηγαίνουμε προς τη Λάρνακα για να πάρουμε τ’ αεροπλάνο. Στο δρόμο λέω στον ταξιτζή «Ηλία, δε μου λες, τί είναι αυτό, τί μου θυμίζει αυτό το χωριό;». «Ποιον χωριόν κ. Βασίλη», μου λέει ο Ηλίας «ποιον χωριόν;». «Αυτό» λέω, «το Κοφινού». «Κοφίνου είναι το χωριόν» μου λέει. Το «Κοφίνου», τί μου θυμίζει;

Λέει «δε σου θυμίζει την ιστορία με αυτό τον…» και αρχίζει να μιλάει για το Σαμψών, με βαρύτατους χαρακτηρισμούς, «αυτό τον σφαγέα που έσφαξε τον κόσμο», είχε κάνει αυτή την ιστορία με το σινεμά με τους Τουρκοκυπρίους, γιατί η Κοφίνου είναι ένα χωριό τουρκοκυπριακό, ήταν στη νότια Κύπρο.

Και αφού αναθεμάτισε χίλιες φορές το νεκρό βεβαίως Σαμψών αλλά και το ζώντα τότε γιο του, του λέω «Ηλία τί περιμένεις, δηλαδή τί μπορεί να γίνει μ’ αυτά τα πράγματα που έγιναν εδώ και ζήσατε;». Και μου λέει ο Ηλίας κάτι το οποίο σας το αφιερώνω: «Κύριε Βασίλη, το πράγμα είναι πολύ απλό: Πηγαίνουμε σ’ ένα γήπεδο, ένα οικόπεδο και οι δύο. Και οι Τουρκοκύπριοι και εμείς. Κρατάμε μια γραμμή στη μέση του οικοπέδου, όπως είναι η σέντρα στο γήπεδο.

Ξεκινά ο ένας από το ένα τέρμα και ο άλλος ξεκινάει από το άλλο τέρμα. Ξεκινά ο Τουρκοκύπριος και ο δικός μας, και φτάνουν στο ύψος της σέντρας. Και εκείνη τη στιγμή, την ίδια στιγμή, και οι δύο λένε τη λέξη «συγνώμη». Αυτό το συγνώμη εκκρεμεί ακόμα στην Ελλάδα που ζούμε. Ευχαριστώ πολύ.


* Ο Πίνακας που συνοδεύει το κείμενο, είναι: Δημήτρης Μυταράς (1934- 2017)

 

Κύκλος Ιδεών: «Εθνικολαϊκιστές Vs. Υπνοβάτες.» from Evangelos Venizelos on Vimeo.

Παπαβασιλείου, Βασίλης

Ηθοποιός & Σκηνοθέτης