Οι κρίσεις, δεν φέρνουν μόνο αρνητικά αποτελέσματα στις κοινωνίες που τις υφίστανται, αλλά μπορούν να αποτελέσουν και ευκαιρία για βελτίωση λειτουργιών, δομών, νοοτροπιών, άσκησης εξουσίας, συμπεριφορών κλπ.
Με την οικονομική κρίση δόθηκε η δυνατότητα μέσα από πραγματικό «βομβαρδισμό» μεταρρυθμίσεων ( που μας επέβαλαν, γιατί τις προηγούμενες δεκαετίες δεν ήμασταν (;) σε θέση να τις προωθήσουμε μόνοι μας) να δημιουργηθεί ένα σύγχρονο Κράτος.
Με την επιδημιολογική κρίση και την κατάρρευση των στερεοτύπων και των βεβαιοτήτων μας, ίσως είναι μια ευκαιρία να αποκτήσουμε μια άλλη ηθική ταυτότητα και αίσθηση του συν- ανήκειν και ο κορωνοϊός θα μπορούσε σε αυτή την περίπτωση να αποδειχθεί μέγας μεταρρυθμιστής.
Φαίνεται όμως, παρά τις ευκαιρίες που μας δίνονται, ότι οι δυνάμεις του πισωγυρίσματος, της στασιμότητας, της πελατοκρατείας και του λαϊκισμού, ανθίσταται σθεναρά και φυσικά βρίσκονται σε κάθε πολιτικό χώρο.
Τα προηγούμενα ( 5-6 ) χρόνια διαπιστώσαμε μια απροθυμία να ολοκληρωθούν οι αξιολογήσεις και να εφαρμοστεί ο νόμος για την επιλογή προσωπικού, με αποτέλεσμα οι διορισμένοι (χωρίς αξιολόγηση προσόντων) επιτελείς σε κάθε βαθμίδα της διοίκησης του δημοσίου, να συνεχίζουν σε πολλές περιπτώσεις να έχουν μέχρι σήμερα θέσεις Τμηματάρχη, Διευθυντή, Γενικού Διευθυντή κλπ.
Ωσαύτως και για τις θέσεις των Γενικών Γραμματέων, όπου επαναλήφθηκε το γνωστό σύστημα διορισμού, παρά την ισχύ αξιοκρατικής νομοθεσίας ( Ν 4369/ 2016 και Ν 4622/ 2019) μέσω ΑΣΕΠ και παρά την περαίωση των διαδικασιών προκήρυξης και αξιολόγησης (και την περίοδο της προηγούμενης Κυβέρνησης), ουδέποτε ολοκληρώθηκαν.
Αλλά ας θυμηθούμε τι εννοούμε όταν αναφερόμαστε στον όρο μεταρρυθμίσεις:
Για την αντιμετώπιση σύνθετων προβλημάτων (επιδημιολογική κρίση, οικονομική κρίση, εκσυγχρονισμός δομών του Κράτους, ανάπτυξη, αντεγκληματική πολιτική, μεταναστευτικό, διαχείριση της φτώχιας, κ.ά.,) η δημόσια διοίκηση απαιτείται να δρομολογήσει μια «συνολική μεταρρύθμιση, ως ένα κοινά αποδεκτό εργαλείο που μπορεί να διευκολύνει τη μετάβαση από μια σημερινή, μη ικανοποιητική κατάσταση, σε μία επιθυμητή μελλοντική κατάσταση, ακολουθώντας ένα συγκεκριμένο οδικό χάρτη».
Ο αναστοχασμός των δεινών του παρελθόντος, ας μας κάνει να σταματήσουμε να υπονομεύουμε τη Δημοκρατία.
Η κάθε μεταρρύθμιση (πρέπει να) αποτυπώνει το σύστημα αλλαγής της οργάνωσης των διοικητικών συστημάτων, διά της σύνδεσης και με ομαλό τρόπο μετάβασης, από το παλιό, στο νέο.
Ο ανασχεδιασμός των επιχειρησιακών διαδικασιών στη Δημόσια Διοίκηση, πρέπει να στοχεύσει στην ουσιαστική αλλαγή, του τρόπου λειτουργίας της, επιδιώκοντας τεράστιες βελτιώσεις σε μετρήσιμα μεγέθη που έχουν να κάνουν με το κόστος, την ποιότητα των υπηρεσιών, την ταχύτητα και την εξυπηρέτηση.
Προϋπόθεση για να επιτευχθεί ο στόχος μιας μεταρρύθμισης είναι να καταγραφεί μια Τυπολογία αυτών, ως ακολούθως :
- Αξιολόγηση σε πρόσωπα και δομές
- Διαρθρωτικές παρεμβάσεις με έμφαση στην καλή χρήση των διατιθέμενων πόρων
- Βελτίωση της αυτοδιοίκησης και της πολυεπίπεδης διακυβέρνησης
- Καλύτερη οργάνωση της αρχιτεκτονικής των δημοσίων φορέων
- Βελτίωση της διαχείρισης ανθρώπινου δυναμικού δια της κινητικότητας και της παροχής κινήτρων
- Ρυθμιστική και ηλεκτρονική διακυβέρνηση
- Σύγχρονα εργαλεία δημοσίου μάνατζμεντ
- Σύγχρονη δημοκρατία και μέθοδοι ενίσχυσης της λογοδοσίας της δημόσιας διοίκησης
- Μεταρρύθμιση στο πλαίσιο των τομεακών πολιτικών.
Στη χώρα μας έχουν υπάρξει πολλές απόπειρες μεταρρυθμίσεων χωρίς αποτέλεσμα κι έτσι οι «ορφανές μεταρρυθμίσεις» εμπλουτίζουν διαχρονικά τις Κυβερνητικές ατζέντες, χωρίς όμως αποτέλεσμα.
Μία σημαντική μεταρρύθμιση ήταν και αυτή που εισήχθη με το Ν 3852/2010 για το θεσμό του Συμπαραστάτη του Δημότη και του Επιχειρηματία και αντίστοιχα αυτόν του Περιφερειακού Συμπαραστάτη του Πολίτη και της Επιχείρησης.
Διάφοροι λόγοι, που δεν είναι της παρούσης να εξηγήσουμε, οδήγησαν στην απαξίωση του θεσμού, στην μερική του εφαρμογή και εν τέλει στην ανάγκη ριζικής τροποποίησής του.
Έτσι με το Ν 4555/2018 οι ανωτέρω θεσμοί αντικαταστάθηκαν από τον Δημοτικό και Περιφερειακό Διαμεσολαβητή, αντίστοιχα.
Η καινοτομία αυτής της νέας ρύθμισης, εκτός από την υποχρέωση ευρύτερης συναίνεσης για τον διορισμό του Διαμεσολαβητή, ήταν η θεσμοθέτηση (παράλληλα με τα προσόντα που απαιτούνται για διορισμό στο Δημόσιο) κριτηρίων και υποχρεωτικών ( τυπικών) προσόντων, όπως κατοχή πτυχίου ή μεταπτυχιακού τίτλου στα αντικείμενα των νομικών, διοικητικών κ.α. επιστημών, επαγγελματική εμπειρία 5 ετών κλπ.
Δυστυχώς με το Ν 4623/2019 καταργήθηκαν οι παραπάνω διατάξεις και διαδικασίες και επανήλθε με το άρθρο 7 η απόλυτα «αξιοκρατική και διαφανής» διαδικασία του «προσώπου εγνωσμένου κύρους», χωρίς πρόβλεψη προσόντων και προϋποθέσεων.
Ας το ξεκαθαρίσουμε:
Ένα πολίτευμα κρίνεται από τη σταθερότητά του και τη Δημοκρατική του λειτουργία και το κράτος δικαίου κυρίως από την ασφάλεια (δικαίου) και την ισότητα όλων απέναντι στο νόμο.
Έννοιες και αρχές όπως αξιοκρατία, ίσες ευκαιρίες, δικαιώματα του πολίτη, αρχή της νομιμότητας, της αμεροληψίας, της προηγούμενης ακρόασης, της διαφάνειας κ.α. καθορίζουν την ποιότητα της δημόσιας διοίκησης και διαχωρίζουν το σύγχρονο από το τριτοκοσμικό κράτος.
Αναλογιζόμενοι τα παραπάνω (ενδεικτικά παραδείγματα) ελπίζω να μην αναρωτιόμαστε ακόμη «τις πταίει», 200 χρόνια από την απελευθέρωση και 130 περίπου από τότε που διατυπώθηκε αυτό το ερώτημα.
Ο αναστοχασμός των δεινών του παρελθόντος, ας μας κάνει να σταματήσουμε να υπονομεύουμε τη Δημοκρατία, να εκφυλίζουμε και να ευτελίζουμε τους θεσμούς, να αποθεώνουμε την αντιμεταρρύθμιση και το λαϊκισμό και να δημιουργήσουμε (επιτέλους) με αφορμή αυτή την κρίση, μια σύγχρονη Πολιτεία, τόσο στις Διοικητικές (με την εφαρμογή των «καλών πρακτικών διοίκησης» σύμφωνα με τα διεθνή πρότυπα, στην Υγεία, Παιδεία , Δημόσια Διοίκηση- Αυτοδιοίκηση κ. α.), όσο και στις Πολιτι(-εια)κές δομές.
* Ο Πίνακας που συνοδεύει το κείμενο, είναι: Arthur Dove, Distraction