Έχω την τιμή και τη δύσκολη αποστολή να μιλήσω για το βιβλίο ενός από τους κορυφαίους Καθηγητές Συνταγματικού Δικαίου.
Ουσιαστικά το βιβλίο αυτό περιλαμβάνει δημοσιευμένα κείμενα σε διάφορα έντυπα ή εισηγήσεις σε επιστημονικές εκδηλώσεις. Σε αυτό περιέχονται θέσεις του Ευάγγελου Βενιζέλου για τη Δημοκρατία, το Σύνταγμα, την συζήτηση για την αναθεώρηση, με αποτέλεσμα αυτό να καθίσταται ένα εργαλείο και η αφορμή για συζήτηση και προβληματισμούς, για την προστασία και ενίσχυση των δημοκρατικών και δικαιοκρατικών θεσμών.
Ένας άριστος Συνταγματολόγος βρέθηκε στη δίνη της οικονομικής κρίσης. Υπηρέτησε κατά την διάρκεια της κρίσης ως Αντιπρόεδρος της Κυβέρνησης, Υπουργός εξωτερικών, Υπουργός Εθνικής Άμυνας. Το 2011 -2012 υπηρέτησε ως Υπουργός Οικονομικών.
Από τις θέσεις αυτές διαπίστωσε τις τυχόν αδυναμίες του Συντάγματος. Ξέρετε σε περιόδους γενικής ευμάρειας τα Συντάγματα φαίνονται στέρεα και δεν κλυδωνίζονται. Και το Σύνταγμα της Βαιμάρης μέχρι που ξέσπασε η κρίση θεωρείτο από το πιο ολοκληρωμένα της εποχής του. Μετά την κρίση του 1929 άρχισε να τρίζει μέχρι που το ίδιο παρέδωσε την εξουσία στο μεγαλύτερο εχθρό του.
Και το Ελληνικό Σύνταγμα δοκιμάστηκε και δοκιμάζεται την περίοδο της κρίσης και αυτός που συνειδητοποιεί περισσότερο τις ατέλειες και τα μειονεκτήματά του, είναι αυτός που το δίδασκε και το διαμόρφωνε (ήταν γενικός εισηγητής της πλειοψηφίας της αναθεωρητικής διαδικασίας το έτος 1995 – 2001) και έπρεπε να το σεβαστεί κατά την άσκηση της εξουσίας του, κατά την περίοδο της οποία ως Υπουργός Οικονομικών, έπρεπε να λάβει επώδυνα μέτρα δημοσιονομικής προσαρμογής και διαρθρωτικά μέτρα για την ανάσχεση και τη διαχείριση της κρίσης.
Στο βιβλίο αναδεικνύεται επίσης η προσπάθειά του να αναζητήσει τα αίτια που τη τελευταία δεκαετία οι δημοκρατίες (των χωρών μελών της Ευρωπαικής Ένωσης) εμφανίζονται ανέτοιμες να αντιμετωπίσουν ανώδυνα και αποτελεσματικά, οξύτατα προβλήματα σχετικά με την οικονομική κρίση, σχετικά με την εσωτερική ασφάλεια, σχετικά με τις προσφυγικές και μεταναστατευτικές ροές, την εθνική ταυτότητα κ.λ.π.
Η Ευρωπαϊκή Ολοκλήρωση που άρχισε στις 25 Μαρτίου 1957 όταν υπεγράφη στη Ρώμη η συνθήκη με την οποία ιδρυόταν η Ευρωπαϊκή Οικονομική Κοινότητα, παρότι έχουν γίνει πολλά και σημαντικά βήματα προς αυτήν την κατεύθυνση, δεν έχει ακόμα επιτευχθεί.
Αυτές οι κρίσεις που αντιμετωπίζουν τα επιμέρους κράτη συνεπιφέρουν κρίση της Ευρωπαϊκής Δημοκρατίας με αποτέλεσμα να απειλείται ο στόχος της Ευρωπαϊκής Ολοκλήρωσης. Αυτό ο συγγραφέας το αποδίδει στο γεγονός ότι ενώ μειώνεται η εθνική κυριαρχία των κρατών μελών δεν αυξάνεται αντίστοιχα η Ευρωπαϊκή κυριαρχία. Την κυριαρχία που χάνει ένα κράτος την κερδίζει και την κρατά για ίδιο όφελος ένα άλλο ή ακόμα περισσότερο μεταφέρεται σε άλλους οργανισμούς. Αποτέλεσμα είναι να δημιουργούνται αρκετές ανισότητες μεταξύ των κρατών μελών αλλά και να περιορίζεται η Ευρωπαική Κυριαρχία με τη μεταφορά αρμοδιοτήτων σε μη αιρετά όργανα, όπως η Ευρωπαική Κεντρική Τράπεζα.
Συνταγματικές ρητορείες, διακηρύξεις και υποσχέσεις τροφοδοτούν τη χειρότερη εκδοχή του λαϊκισμού, τον συνταγματικό λαϊκισμό.
Κατά τη διάρκεια της ιστορίας εμφανίζονται γεγονότα τα οποία αποτελούν τομές και διαμορφώνουν νέες καταστάσεις, κάποιοι ιστορικοί αυτά τα γεγονότα τα ονομάζουν κόμπους της ιστορίας. Η Δημοκρατία στη διαδρομή της συγκυριακά συναντά εμπόδια που παρακωλύουν την ομαλή πορεία της, που αδυνατεί να προστατεύσει επαρκώς τα ανθρώπινα δικαιώματα, αδυνατεί να διατηρήσει το κοινωνικό κράτος, αδυνατεί να εγγυηθεί το κράτος δικαίου κ.λ.π.. Η επιλογή τότε της χάραξης νέας πορείας καθίσταται αναγκαία και γίνεται είτε από το ίδιο το εκλογικό σώμα είτε από δημοκρατικά νομιμοποιημένα όργανα. Η ιστορικότητα των συγκυριακά δημοκρατικών επιλογών κρίνεται με βάση τον μακρύ χρόνο της ιστορίας .
Κάπου εκεί ή μάλλον ακριβώς εκεί βρέθηκε ο Ευάγγελος Βενιζέλος. Με το βραχύ χρόνο της συγκυρίας είχε συναντηθεί και παλαιότερα. Είχε υπηρετήσει από τη θέση του Υπουργού και σε άλλες κυβερνήσεις. Όχι όμως σε συνθήκες κρίσης. Αυτή η συγκυρία ήταν διαφορετική. Και πολύ περισσότερο για ένα καθηγητή του Συνταγματικού Δικαίου, ο οποίος ορκιζόταν στο Σύνταγμα ως Υπουργός Οικονομικών και έπρεπε να λάβει επώδυνα μέτρα για την διαχείριση της οικονομικής κρίσης.
Οι φιλελεύθερες Δημοκρατίες έχουν αναδείξει τον θεσμό που επιδιώκει να διατηρεί τη σχέση της Δημοκρατίας με τη συγκυρία και την ιστορία ταυτόχρονα. Αυτός ο θεσμός είναι το Σύνταγμα.
Μεγάλο ζήτημα δημιουργείται όταν διαρρηγνύεται η σχέση της κοινωνίας με το Σύνταγμα και τους θεσμούς. Η κοινωνία αρχίζει να μην πιστεύει στους θεσμούς. Αυτή η αποκόλληση των κοινωνίας των πολιτικών και πολιτικής κοινωνίας είναι το ποιόν κρίσης. Άρα πρέπει να μιλάμε για τη σχέση συντάγματος και κρίσης και πιο συγκεκριμένα για το Σύνταγμα της κρίσης και για την κρίση του Συντάγματος.
Η αναθεώρηση του Συντάγματος κατά τον Βενιζέλο δεν μπορεί να είναι ανεπηρέαστη από την Εθνική και Διεθνή κρίση. Και το εξηγεί:
Σε όλες σχεδόν τις διατάξεις του Συντάγματος κυριαρχεί η έννοια του γενικού συμφέροντος. Η κρίση εμφάνισε μπροστά μας ένα διπλό φαινόμενο τον νομοθέτη της κρίσης και το δικαστή της κρίσης. Και ποιος αποφασίζει για το γενικό συμφέρον τελικά; Ο δημοκρατικά νομιμοποιημένος νομοθέτης ψηφίζοντας τους νόμους ή ο δικαιοκρατικά νομιμοποιημένος δικαστής μέσω του δικαστικού ελέγχου της συνταγματικότητας των νόμων. (Είναι εμφανές ότι ο συγγραφέας το αντιμετώπισε αυτό στην πράξη).
Σαν υπουργός Οικονομικών και αντιπρόεδρος της κυβέρνησης οι δανειακές συμβάσεις που υπέγραψε ήταν συνήθεις εμπορικές πράξεις και συνήθεις δανειακές συμβάσεις ή κυβερνητικές ενέργειες άρα πολιτικές επιλογές, που ελήφθησαν με γνώμονα το γενικό συμφέρον, όπως το ερμήνευσε η κυβέρνηση; Και όταν έχεις δύο επιλογές μία κακή και μία καταστροφική και επιλέγεις την κακή βιώνεις αυτό που επέλεξες αλλά έχεις αποφύγει αυτό που απέκλεισες. Μόνο που το ένα είναι βίωμα και μάλιστα οδυνηρό και το άλλο θεωρία που θα μπορούσε να είχε μετατραπεί σε ένα άλλο ακόμα βίωμα, πλην όμως δεν μετετράπη και δεν είναι άμεσα και ορατά αξιολογήσιμο.
Για παράδειγμα αναφέρει το πλήγμα που δέχεται το κοινωνικό κράτος και ιδιαίτερα στη χώρα μας εξ αιτίας της κρίσης. Φταίει το Σύνταγμα; Είναι νομικό το πρόβλημα? Χαρακτηριστικότερο παράδειγμα είναι οι περιορισμοί των συντάξεων. Απασχόλησαν και το Ελεγκτικό Συνέδριο και το Συμβούλιο της Επικρατείας. Τι θα συνέβαινε αν αντί της οδυνηρής επιλογής της μείωσης και της περικοπής των συντάξεων επελέγετο η χρεωκοπία και η εξ αιτίας αυτής αδυναμία καταβολής μισθών και συντάξεων. Τι προστατεύει το Σύνταγμα και η Ευρωπαική Σύμβαση των Δικαιωμάτων του Ανθρώπου στη περίπτωση αυτή. Τι θα έλεγαν τα Δικαστήρια τότε. Τι θα ακύρωναν; Τη χρεοκοπία;
Το Σύνταγμα στο άρθρο 22 αναφέρει ότι «Η εργασία αποτελεί δικαίωμα και προστατεύεται από το Κράτος, που μεριμνά για τη δημιουργία συνθηκών απασχόλησης όλων των πολιτών και για την ηθική και υλική εξύψωση του εργαζόμενου αγροτικού και αστικού πληθυσμού» κ.λ.π. Ποια είναι όμως η πραγματική η ουσιαστική προστασία του ανέργου όταν έχει ποσοστά που αγγίζουν το 30 % του πληθυσμού.
Το ίδιο και με το δικαίωμα στην περιουσία: Όταν καταρρέει η αγορά ακινήτων ή των κινητών αξιών ποιά είναι η απάντηση που δίνει το Σύνταγμα (άρθρο 17) και το πρώτο Πρόσθετο Πρωτόκολλο το προσαρτημένο στην ΕΣΔΑ.
Αρκούν αυτές οι ρηματικές προστασίες του συντάγματος; Έχοντας ο συγγραφέας, όπως είπα, ζήσει όχι μόνο τη θεωρία αλλά και τη πράξη, θεωρεί ότι πρέπει να προβλέπονται στο Σύνταγμα θεσμικοί μηχανισμοί επίγνωσης της δημοσιονομικής κατάστασης και έγκαιρης προειδοποίησης για παρεκκλίσεις που μπορούν να αποβούν επικίνδυνες και δύσκολα αναστρέψιμες.
Εφ΄ όσον η Ελλάδα εκκινήσει τη διαδικασία αναθεώρησης του Συντάγματος δεν μπορεί να αγνοήσει αυτή τη διεθνή νομική υποχρέωσή της που είναι στοιχείο της διεθνούς δημοσιονομικής της αξιοπιστίας.
Και τούτο διότι η δημοσιονομική αντοχή είναι προϋπόθεση του κοινωνικού κράτους το οποίο προστατεύει το Σύνταγμα. Διαφορετικά πως θα μπορέσει να ικανοποιήσει τα κοινωνικά δικαιώματα; Και θέλοντας να το εξηγήσει περισσότερο περιγράφει τους κινδύνους που ενέχει η μη επίγνωση από το Σύνταγμα της δημοσιονομικής κατάστασης.
Συνταγματικές προβλέψεις, διακηρύξεις και υποσχέσεις οι οποίες μετατρέπονται από τα Δικαστήρια σε νομολογιακές παροχές χωρίς να υπάρχει το αναγκαίο δημοσιονομικό αντίκρυσμα μπορεί να οδηγήσουν σε δύο δρόμους:
Ο πρώτος δρόμος είναι το δημοσιονομικό και αναλογιστικό (ως προς τα ασφαλιστικά ταμεία) αδιέξοδο, με αποτέλεσμα την κατάρρευση του κοινωνικού κράτους και ο δεύτερος δρόμος είναι να υποτιμηθεί το Σύνταγμα να εκληφθεί ως ένα διακηρυκτικό κείμενο κενό κανονιστικού περιεχομένου στο ευαίσθητο πεδίο των κοινωνικών δικαιωμάτων που οδηγεί εν τέλει σε υποβάθμιση του Συντάγματος και συνακόλουθα κράτους δικαίου.
Συνταγματικές λοιπόν ρητορείες, διακηρύξεις και υποσχέσεις τροφοδοτούν, κατά το συγγραφέα, τη χειρότερη εκδοχή του λαϊκισμού που είναι ο συνταγματικός λαϊκισμός είτε αυτός προέρχεται από τον αναθεωρητικό συντακτικό νομοθέτη που αρέσκεται σε εύκολες υποσχέσεις είτε πρόκειται για λαϊκισμό της δικαστικής ερμηνείας χωρίς ενδιαφέρον για τις δημοσιονομικές συνέπειες.
Το δεύτερο θέμα σε σχέση με την αναθεώρηση που θα ήθελα να θίξω είναι τα ζητήματα με την δικαστική εξουσία. Τα σημαντικότερα συνταγματικά διακυβεύματα που αφορούν τη δικαιοσύνη νομίζω ότι είναι ο, ως θεσμικός μηχανισμός κατίσχυσης και επιβεβαίωσης του Συντάγματος εντός της έννομης τάξης και η περιφρούρηση της, ως θεμελιώδους παράγοντα ορθής απονομής της.
Ένα από τα ζητήματα τριβής είναι η θεσμική παρέμβαση της εκτελεστικής εξουσίας στη Δικαστική και ειδικότερα ο τρόπος επιλογής των Προέδρων και Αντιπροέδρων, Εισαγγελέα κ.λ.π. στα Ανώτατα Δικαστήρια της χώρας μας. Είναι ένα ζήτημα το οποίο δέχεται πολλές αμφισβητήσεις. Το Δικαστικό Σώμα φαίνεται να προτάσσει την περιχαράκωση της διαδικασίας ανάδειξης των ηγεσιών των Δικαστηρίων από οποιονδήποτε εξωγενή έλεγχο στο όνομα του αυτοδιοίκητου., καθώς προτείνεται η προεπιλογή από τους ίδιους τους Δικαστές ή την Ολομέλεια του Ανώτατου Δικαστηρίου.
Η εκτελεστική εξουσία προτάσσει ότι όπως όλες οι εξουσίες αλληλοελέγχονται (τα λεγόμενα θεσμικά αντίβαρα) δεν επιτρέπεται η δικαστική να εξαιρείται και να είναι τελείως αυτοαναφορική. Ο Ευάγγελος Βενιζέλος, μάλλον τάσσεται υπέρ της επιλογής της Ανώτατης ηγεσίας από το Υπουργικό Συμβούλιο, όπως ισχύει, και εντοπίζει το πρόβλημα όχι στην επιλογή αλλά στις αρμοδιότητες που έχουν οι Πρόεδροι κ.λ.π.
Ένα άλλο ζήτημα αφορά τον έλεγχο της Συνταγματικότητας των νόμων. Η παρ. 4 του άρθρου 93 Σ. «Τα δικαστήρια υποχρεούνται να μην εφαρμόζουν νόμο που το περιεχόμενο του είναι αντίθετο προς το Σύνταγμα».
Στο Σύνταγμά μας ο διάχυτος και παρεμπίπτων έλεγχος της συνταγματικότητος αποτελεί φέρον στοιχείο της συνταγματικής μας παράδοσης. Διάχυτο έλεγχο έχουμε όταν κάθε δικαστής κάθε βαθμίδας αποφασίζει εάν ο νόμος που καλείται να εφαρμόσει είναι σύμφωνος με το Σύνταγμα. Οι δικαστές δεσμεύονται από τους νόμους που θεσπίζει η νομοθετική εξουσία, αλλά υπέρτατος νόμος είναι το Σύνταγμα, το οποίο τους δεσμεύει όλους: αν ένας νόμος αντίκειται στο Σύνταγμα, ο δικαστής υποχρεούται να μην τον εφαρμόσει. Το σύστημα αυτό χαρακτηρίζεται από μεγάλη εμπιστοσύνη στη δικαιοσύνη και κάποια δυσπιστία στη νομοθετική εξουσία.
Στον αντίποδα βρίσκεται το συγκεντρωτικό σύστημα που επιτρέπει μεν τον έλεγχο των νόμων από τα δικαστήρια, τον αναθέτει όμως σε έμπειρους και εξειδικευμένους δικαστές. Προσπαθεί με αυτόν τον τρόπο να περιορίσει την επέμβαση της δικαστικής εξουσίας στο έργο της νομοθετικής. Το μειονέκτημά του είναι ότι περιορίζοντας τον έλεγχο σε έναν μικρό κύκλο δικαστών, τους κάνει πιο ευάλωτους σε πολιτικές πιέσεις. Το σύστημα έπαψε να είναι σύστημα διάχυτου ελέγχου και γίνεται σύστημα συγκεντρωτικού ελέγχου μέσα από διάφορους δικονομικούς μηχανισμούς.
Με το άρθρο 1 του Ν. 3900/2010, όταν τίθεται ζήτημα γενικότερου ενδιαφέροντος που έχει συνέπειες για ευρύτερο κύκλο προσώπων μπορεί να εισαχθεί η υπόθεση απευθείας στο Συμβούλιο της Επικρατείας προκειμένου να αποφανθεί περί της συνταγματικότητας. Είναι η λεγόμενη πολιτική δίκη.Το ίδιο ισχύει και με την πρότυπη δίκη ενώπιον του ΝΣΚ που εισήχθη με το ν. 4055/2012.
Θα ήθελα κ Καθηγητά εάν υπάρξουν τα χρονικά περιθώρια, να μας εξηγήσετε υπέρ ποίου ελέγχου είσαστε διότι εγώ σας θυμάμαι ένθερμο υποστηρικτή του διάχυτου ελέγχου αλλά η στάση σας όπως ισχυρίζεστε στο βιβλίο σας, έχει αρχίσει να μεταβάλλεται μετά την παρακολούθηση της Ελληνικής και Διεθνούς πραγματικότητας.
Σας ευχαριστώ.
* Ομιλία κ. Αθανάσιου Ζούπα, κατά την παρουσίαση του βιβλίου του Ευ. Βενιζέλου στην Πάτρα στις 8.2.2019
Δείτε αναλυτικά, εδώ: https://ekyklos.gr/ev/653-paraskevi-8-2-2019-patra-parousiasi-tou-vivliou-tou-ev-venizelou.html
8.2.2019, Πάτρα: Παρουσίαση του βιβλίου του Ευ. Βενιζέλου from Evangelos Venizelos on Vimeo.