Παρασκευή, 21 Σεπ 2018

Ομιλία Γκ. Χαρδούβελη στην εκδήλωση του Κύκλου Ιδεών "Στον απόηχο της ΔΕΘ"

αρθρο του:

 

Κυρίες και κύριοι, ευχαριστώ πολύ τον «Κύκλο Ιδεών» και όλους εσάς. Πραγματικά με εκπλήσσει η παρουσία τόσο πολύ κόσμου. Έρχομαι από ένα άλλο συνέδριο που είχε λιγότερα άτομα αλλά ήταν πολύ πιο εξειδικευμένο.

Θα προσπαθήσω να είμαι σύντομος στο δωδεκάλεπτο που μου έχει δοθεί. Τα θέματα που μόλις ακούσατε είναι πάρα πολλά και στην καρδιά του οικονομικού και πολιτικού γίγνεσθαι. Θα αναλύσω ένα υπο-σύνολό τους και θα τα χωρίσω σε τρείς ενότητες. Τα πιο βραχυπρόθεσμα, τα μεσοπρόθεσμα, και τα πιο μακροπρόθεσμα. Έτσι σκεφτόμαστε εμείς οι οικονομολόγοι. Βλέπουμε την οικονομία τον επόμενο χρόνο, τα επόμενα τρία-τέσσερα χρόνια και στο τέλος πιο μακριά.

 

  1. Θα ξεκινήσω με το 2019.

 

Ακούσαμε στη Θεσσαλονίκη από τον Π/Θ για μειώσεις φόρων και εισφορών, για προσλήψεις, για πολλά δώρα. Δεν ακούσαμε για μέτρα. Πιθανολογούμε και εκλογές. Σε αυτό το περιβάλλον, κάτι που θέλω να μείνει σε όλους μας είναι μια αλγεβρική εξίσωση μεταξύ των μέτρων και των παροχών. Αν εξετάσει κανείς το τριετές πρόγραμμα το οποίο ψηφίστηκε στη Βουλή τον Ιούνιο πριν από τρεις – τέσσερις μήνες, δηλαδή το γνωστό Μεσοπρόθεσμο, θα διαπιστώσει ότι για το 2019 προβλέπονται 3 δισ. λιγότερες δαπάνες του Δημοσίου από κόψιμο των συντάξεων, και από αυτά τα 3 δισ., στη συνέχεια θα αντληθούν πόροι για τα λεγόμενα αντίμετρα των 2 δισ., και στη συνέχεια το υπόλοιπο ποσό των περίπου 870 εκατομμύρια ευρώ είναι ο λεγόμενος δημοσιονομικός χώρος, είναι το έξτρα μαξιλάρι που μπορεί κάποιος να ξοδέψει.

Συγχρόνως στο Μεσοπρόθεσμο προβλέπεται ότι, μετά από τις μειώσεις των συντάξεων και τις παροχές, το 2019 θα επιτευχθεί ακριβώς ο στόχος του πρωτογενούς πλεονάσματος 3,5% του ΑΕΠ. Επομένως, οτιδήποτε δοθεί υπό μορφή παροχών το 2019, για να πετύχει συγχρόνως η Κυβέρνηση και τον στόχο του 3,5% πρωτογενές πλεόνασμα, θα πρέπει να το κόψει από τις συντάξεις, σύμφωνα με αυτά που η ίδια διατύπωσε και ψήφισε.

Άρα δεν μπορεί να μιλάμε για δώρα και παροχές, χωρίς να κόψουμε κάτι.  Σκεπτόμενοι λοιπόν πολιτικά, πρέπει να κατανοήσουμε ότι οι υποσχέσεις δώρων αντισταθμίζονται από κόψιμο δαπανών, μέσω των συντάξεων. Πιθανόν λοιπόν να δούμε μια «σούπα», ένα χαρτοφυλάκιο όλων αυτών, ότι δεν θα κοπούν τόσο πολύ οι συντάξεις, θα κοπούν ίσως λιγότερο για να δοθεί κάτι ή θα φτιαχτεί έτσι το πακέτο παροχών. Πιθανόν το timing των επιμέρους στοιχείων να γίνει ζήτημα. Να μην κοπούν οι συντάξεις αρχικά αλλά να γίνουν οι εξαγγελίες παροχών, και να αιωρείται η εντύπωση ότι το κόμμα εξουσίας θα δώσει παροχές χωρίς να κόψει τις συντάξεις.

Το δεύτερο που επίσης είναι σημαντικό να γνωρίζουμε, είναι ότι όταν το ΔΝΤ ήρθε και επέβαλε με το έτσι θέλω το κόψιμο των συντάξεων το 2019 και τη μείωση του αφορολόγητου το 2020, αυτά δεν τα έκανε επειδή ήταν αναγκαία ώστε να επιτευχθούν οι στόχοι για τα πρωτογενή πλεονάσματα. Δεν υπήρχε θέμα, δηλαδή, επίτευξης πρωτογενών πλειονασμάτων για το 2019 ή και το 2020. Οι συντάξεις δεν νομοθετήθηκαν να κοπούν ωστε να επιτευχθούν τα πλεονάσματα το 2019. Άλλωστε γι’ αυτό νομοθετήθηκαν και τα αντίμετρα, που επιβαρύνουν τις δαπάνες. Η κυβέρνηση συμφώνησε να τα κάνει για διαρθρωτικούς λόγους. Το κόψιμο των συντάξεων ωφελεί τον κρατικό προϋπολογισμό σε βάθος δεκαετιών. Συνεπώς είναι αναμενόμενο το ΔΝΤ να αρνηθεί την οποιαδήποτε σούπα προτείνει η κυβέρνηση.

Αυτά λοιπόν όλα τα ψήφισε η κυβέρνηση τον Ιούνιο. Είναι μέρος της εξίσωσης που πρέπει πάντα να έχουμε υπόψη μας. Ό,τι δώσει θα πρέπει να το κόψει. Και συμφώνησε τον Ιούνιο ότι το κόψιμο αφορά διαρθρωτικά μέτρα.

Ένα άλλο θέμα του 2019, που ήδη μας απασχολεί, είναι το λεγόμενο «μαξιλάρι» προστασίας απέναντι στους δανειστές, που σύμφωνα με τον ΟΔΔΗΧ (και τον Π/Θ) ανέρχεται σε €30 δισ. Πράγματι υπάρχει ένα «μαξιλάρι», κρατάει για τουλάχιστον δύο χρόνια. Η δημιουργία του μας κόστισε. Το πληρώσαμε, με άλλα λόγια, το «μαξιλάρι». Δεν πήραμε μια εύκολη γραμμή πίστωσης, ένα ECCL (προληπτική πιστωτική γραμμή) όπως είχαμε κάποτε φτιάξει το 2014. Μας κόστισε, υπάρχει, αλλά είναι πεπερασμένο. Και δεν υπάρχει για να ξοδεύεται, υπάρχει ως ενέχυρο, ως ασφάλεια.  

Όσο ξοδεύεται το «μαξιλάρι», τόσο χάνεται και η ασφάλεια που προσφέρει. Επιπλέον, όσο δεν βγαίνουμε στις αγορές τόσο οι αγορές θα καταλαβαίνουν ότι έχουμε αδυναμία και τόσο θα είναι μεγαλύτερες οι απαιτήσεις τους στο ύψος επιτοκίου. Και φυσικά δεν μπορούμε να περιμένουμε και να λέμε – όπως έμμεσα ειπώθηκε στη Θεσσαλονίκη - μετά από δύο χρόνια «θα βρούμε τοίχο, θα πεθάνουμε» αλλά είμαστε μια χαρά μέχρι να πεθάνουμε. Κάτι πρέπει να γίνει στο ενδιάμεσο. Η επιτυχής έξοδος στις αγορές δεν μπορεί να αναβληθεί για πολύ.

Ένα τρίτο θέμα που ίσως να μας απασχολήσει το 2019 είναι οι περιορισμοί στην κίνηση κεφαλίων (capital controls). Αν έφευγαν θα δίνανε μια σημαντική ώθηση στην οικονομία. Δεν το βλέπω όμως. Σιγά σιγά φεύγουν, αλλά δεν έχουν φύγει εντελώς.

 

  1. Να συνεχίσω με τα πιο μεσοπρόθεσμα ζητήματα.

 

Το πιο άμεσο μεσοπρόθεσμο ερώτημα είναι το ερώτημα που μπήκε αν έχουμε πλέον ξεφύγει από αυτό που ο Βαγγέλης Βενιζέλος ονομάζει «στασιμοχρεοκοπία». Η απάντηση είναι: εξαρτάται πως το βλέπει κανείς. Αν τρέχουμε με ρυθμούς 2-2.5% επισήμως αυτό δεν είναι «στασιμοχρεοκοπία», είναι κάποιου είδους ανάπτυξη. Αυτή την στιγμή, πράγματι, τρέχουμε με έναν ρυθμό 2% και πιθανόν να πάμε και στο 2,5%. Είναι όμως αυτός ο ρυθμός αρκετός για να μας βγάλει από τον πάτο στον οποίον έχουμε πέσει; Γιατί σας θυμίζω ότι στον πάτο πέσαμε μέχρι το 2013 και αρχίσαμε να ξεφεύγουμε το 2014.

Το 2014 η οικονομία είχε ισορροπήσει και είχαμε θετικούς ρυθμούς ανάπτυξης. Δεν είχαμε πλέον ελλείμματα, ούτε στο Δημόσιο, ούτε εξωτερικά ελλείμματα. Η ανεργία μειώνονταν από το 2013. Οι ιδιωτικοποιήσεις είχαν ξεκινήσει. Οι τράπεζες είχαν περάσει επιτυχώς τα πανευρωπαϊκά stress tests. Το οικονομικό κλίμα είχε ανακάμψει.

Η νέα κυβέρνηση του 2015 δεν είχε κάτι φοβερό να αντιμετωπίσει και να φτιάξει, το μόνο που είχε να κάνει ήταν να σπρώξει την οικονομία ακόμα πιο μπροστά. Η οικονομία κάθησε όμως. Ήρθαν και οι περιορισμοί στην κίνηση κεφαλαίων. Κατέρρευσαν οι μετοχικές αξίες στις τράπεζες, χάθηκε πλούτος του Δημοσίου. Η ανάπτυξη ξεκίνησε τον τελευταίο χρόνο. Είμαστε λοιπόν σήμερα εκεί που ήμασταν το 2014, απλώς με τέσσερα χρόνια καθυστέρηση; θα μπορέσουμε να ξεφύγουμε από την «στασιμοχρεοκοπία» του Βαγγέλη Βενιζέλου;

Η απάντηση είναι όχι: Το έργο σήμερα είναι πολύ πιο δύσκολο από ότι ήταν το 2014. Αν και το επίπεδο του ΑΕΠ είναι στο ίδιο σημείο με αυτό του 2014, το πραγματικό εισόδημα είναι χαμηλότερο, αφού η φορολογία αυξήθηκε. Και το έργο ανάκαμψης είναι πολύ πιο δύσκολο επειδή έχει εμπεδωθεί στην ελληνική κοινωνία, σε όλους τους πολίτες, η απαισιοδοξία.

Αν ρωτούσατε τους φίλους σας τέσσερα χρόνια πριν, τότε όλοι σκέφτονταν ότι αυτό που ζήσανε, αυτή την «σφαλιάρα» που έφαγαν, αυτό το κακό, πέρασε. Εύκολα σκέφτονταν «πάει θα αλλάξει το πράγμα». Σε αντίθεση σήμερα κανένας, μα πολύ λίγοι νομίζουν ότι του χρόνου θα έχουμε μπροστά μας μια διαφορετική μέρα. Και αυτό είναι πολύ δυσσάρεστο, αφού οι προσδοκίες είναι πολύ σημαντικό πράγμα. Το είπε ο Κέινς από την δεκαετία του ΄30.

Όταν λοιπόν όλοι μας είμαστε απαισιόδοξοι, όσο και να σπρώξει κάποιος την οικονομία, οποιαδήποτε επεκτατική πολιτική και να ακολουθήσει, αργεί η οικονομία να πάρει μπρος.

Και το ζητούμενο για μας δεν είναι να μείνουμε απλώς στο 2-2,5% που είναι μια λογική προσαρμογή μετά από μια τεράστια πτώση, είναι μια κυκλική ανάκαμψη. Το ζητούμενο για μας είναι να τρέξουμε με ρυθμούς ανάπτυξης της τάξεως του 4%. Και για να φτάσουμε το βιοτικό επίπεδο που είχαμε το 2007, ακόμα και με 4% πραγματικούς ρυθμούς ανάπτυξης, να σας βάλω και ένα 2% πληθωρισμό άρα να τρέχουμε με ένα 6% το χρόνο, χρειαζόμαστε 6-7 χρόνια για να κλείσουμε το κενό αυτό, την πτώση που είχαμε.

Βεβαίως, ακόμα και τότε σε σχέση με τους υπόλοιπους ευρωπαίους δεν θα είμαστε εκεί που ήμασταν το 2007 ακόμα και αν τρέχουμε με 6% για εφτά χρόνια. Τότε είχαμε ένα βιοτικό επίπεδο που ήταν στο 90% της Ευρώπης. Για να τους πιάσουμε εκεί που έχουν φτάσει οι Ευρωπαίοι, θέλουμε σχεδόν άλλα τόσα χρόνια. Διότι εν τω μεταξύ αυτοί ανέβαιναν όσο εμείς πέφταμε. Δηλαδή, η Ελλάδα για να ξαναπιάσει το χαμένο σχετικό βιοτικό επίπεδο, εκεί που βρίσκονταν πριν τη διεθνή κρίση, χρειάζεται τουλάχιστον δεκαπέντε χρόνια με πολύ υψηλούς ρυθμούς ανάπτυξης. Μπορεί να τα καταφέρει;

Για να μην τα βλέπουμε όλα μαύρα, κάτι έχει αλλάξει. Ξέρουμε ότι στον εξαγωγικό τομέα τα πράγματα πάνε καλύτερα. Οι εξαγωγές αυξάνονται πολύ πιο γρήγορα. Οι επενδύσεις, όμως, που ήταν ο κινητήριος μοχλός της εποχής του Προέδρου του κυρίου Σημίτη, έχουνε καθηλωθεί, από 60δισ. περίπου επενδύσεις τον χρόνο, είμαστε στο 25 δισ. Καθηλώθηκαν μεν επειδή έπεσε η αγορά ακινήτων αλλά καθηλωθήκαν επειδή έχουν πέσει όλες οι επενδύσεις παντού, ο μηχανολογικός εξοπλισμός, και χρειαζόμαστε παραγωγικές επενδύσεις.

Παραμένει λοιπόν ένα ζητούμενο αν θα μπορέσουμε τελικά να ξεφύγουμε από την «στασιμοχρεοκοπία».

 

  1. Να ρθώ τώρα και στα πιο μακροπρόθεσμα

 

Τα λέω μακροπρόθεσμα είναι όμως και άμεσα. Τα ονομάζουμε μακροπρόθεσμα επειδή αναλύουμε το που θα είναι η χώρα μας σε κάποιες δεκαετίες. Μακροπρόθεσμα σκεφτόμαστε την οικονομική δύναμη της χώρας που σημαίνει και πολιτική δύναμη. Αυτή είναι συνάρτηση της αύξησης του πληθυσμού και της αύξησης της παραγωγικότητας. Για να έχεις αυξάνουσα παραγωγικότητα πρέπει να έχεις στιβαρούς θεσμούς, παιδεία, δικαιοσύνη, κλπ.   Όλα αυτά τα ζητήματα έχουν αναλυθεί και λεχθεί. Και για να έχεις αύξηση του πληθυσμού πρέπει οι νέοι αντί να φεύγουν να παραμένουν, και όσοι έφυγαν να επιστρέψουν, και οι νέοι να κάνουν παιδιά και να μπορούν να τα μεγαλώσουν και να κάνουν τρία ή τέσσερα παιδιά. Αυτά όμως γίνονται σε μια ευημερούσα οικονομία που προσφέρει ποιοτικές δουλειές για όλους. Μόνον έτσι.

Ο πληθυσμός σήμερα συρρικνώνεται. Η κρίση επιδείνωσε την προηγούμενη τάση. Η Ελλάδα συρρικνώνεται και όσο οι γείτονές μας αυξάνονται, τόσο φαίνεται πως και τα προβλήματα τα δικά μας θα αυξάνονται - που συνεπάγονται περισσότερες αμυντικές δαπάνες, συνεπάγονται πολλά περισσότερα.

Η φορολογία σίγουρα πρέπει να αλλάξει. Λίγο νωρίτερα σας είπα ότι ένα πράγμα που είναι πολύ διαφορετικό σήμερα σε σχέση με το 2014 είναι ότι σήμερα κυριαρχεί η απαισιοδοξία. Ότι δεν μπορεί ο κόσμος εύκολα και να θέλει να δουλέψει να προχωρήσει. Τα βλέπει όλα μαύρα.  Όμως, έχει αλλάξει και κάτι άλλο. Τα κίνητρα για προκοπή έχουν αλλάξει εντελώς.  Σχεδόν έπαψαν να υπάρχουν με συνταγή της διακυβέρνησης 2015-2018, χωρίς να το επιβάλλουν οι θεσμοί (η Τρόικα).

Αυτό το βιώνουν πολύ έντονα οι ελεύθεροι επαγγελματίες και το ξέρουν επειδή αισθάνονται ότι ο φορολογικός τους συντελεστής είναι στο 75% ή και περισότερο. Και αυτό σε μεγάλο μέρος οφείλεται στο γεγονός ότι θεωρούν ότι εισφορές για τις συντάξεις είναι φόρος. Άμα ξέρεις ότι όλη σου η εισφορά πάει σε ένα ταμείο το οποίο δεν είναι δικό σου, δεν είναι καν του επαγγελματικού σου κλάδου, και ότι κάποια άλλη μελλοντική κυβέρνηση σε τριάντα χρόνια θα το χειριστεί, το θεωρείς φόρο διότι δεν είναι δικά σου λεφτά. Αν κάποια από αυτά τα χρήματα ήταν και δικά σου, θα είχες το κίνητρο να πεις «δεν θα αποφύγω τις εισφορές, θα προσπαθήσω να βάλω κάτι και έτσι κάτι θα μου μείνει, κάπως θα επενδυθεί και θα μου μείνει και εμένα».

Αυτή τη στιγμή όλοι αισθάνονται ότι οι εισφορές είναι φόρος. Άρα από τα εκατό ευρώ που θα πάρει ο επαγγελματίας τα τριάντα ή τριανταπέντε που είναι εισφορές τα θεωρεί φόρο. Και μάλιστα οι ελεύθεροι επαγγελματίες λένε και κάτι άλλο. Χρειάζεται να πάρουνε τα 124 από τον πελάτη τους, διότι τα 24 είναι ΦΠΑ - το βάζουνε και αυτό στο κόστος τους - που δεν είναι. Αλλά σου λένε εγώ πρέπει να πείσω τον πελάτη μου να μου δώσει 124 για να μου μείνουν 65 πριν πάω στην εφορία η οποία θα μου πάρει τουλάχιστον τα 35 ή τα 40 για να μείνω με 25 cents. Γιατί να προχωρήσω, γιατί να δουλέψω, γιατί να κάνω το κάτι παραπάνω;

Καμία οικονομία με τέτοιους φορολογικούς συντελεστές δεν μπορεί να πάει μπροστά. Αυτό που άλλαξε σ΄αυτήν την τετραετία είναι ότι άλλαξαν και τα κίνητρα και είναι εναντίον της ανάπτυξης και της προκοπής. Οι Ευρωπαίοι από το 2010 μας είπαν: πάρτε κάποια χρήματα, πάρτε λίγο χρόνο για να ξαναβγείτε στις αγορές και φτιάξτε τη χώρα σας. Αλλά εμείς δεν φτιάξαμε τη χώρα μας. Έχουμε μια χώρα που έχει περισσότερα αντικίνητρα για ανάπτυξη από ότι είχε πριν. Αυτό είναι πολύ δυσσάρεστο.

Και ένα τελευταίο σημείο που θέλω να πω γιατί ποτέ δεν αναφέρεται, είναι κάτι που είναι πολύ ειδικό για μας στην Ελλάδα και πιθανόν λίγο και για την Κύπρο. Οι τράπεζες έχουν δυσκολίες και καμία οικονομία δεν μπορεί να πάει μπροστά αν δεν έχει υγιή τραπεζικό τομέα. Με μη εξυπηρετούμενα ανοίγματα της τάξης του 47%, είναι δύσκολο οι τράπεζες να δώσουν νέα δάνεια. Έχει σταματήσει η αύξηση της πιστωτικής επέκτασης από το 2011 και είναι συνεχώς αρνητική. Λήγουν τα παλαιά δάνεια και δεν αναπληρώνονται πλήρως με νέα δάνεια. Ο λόγος που είδατε τις μετοχές των τραπεζών να πέφτουν το τελευταίο μήνα, είναι επειδή ξαφνικά κάποιοι επενδυτές, που νωρίτερα ήταν πιο αισιόδοξοι, άλλαξαν γνώμη για τη μελλοντική υγιή κερδοφορία των τραπεζών επειδή τις βλέπουν να εξακολουθούν να επιβαρύνονται από το παρελθόν της κρίσης και να μην χορηγούν νέα δάνεια με τους αναμενόμενους ρυθμούς .

Το ζήτημα είναι μεγάλο και δεν υπάρχει χρόνος να επεκταθώ περισσότερο. Αναφέρω μόνον ότι το ίδιο πρόβλημα των υψηλών μη εξυπηρετούμενων ανοιγμάτων των τραπεζών αντιμετωπίζει και η Κύπρος. Όμως, παρά το γεγονός ότι στην Κύπρο οι τράπεζες φέρανε την κρίση το 2013, παρά το γεγονός ότι το τραπεζικό πρόβλημα εκεί ήταν εξ αρχής πολύ μεγαλύτερο από την Ελλάδα, σήμερα οι τράπεζες δεν φαίνεται να αποτελούν τροχοπέδη στην οικονομία της.  Η Κύπρος ξέφυγε νωρίς από την κρίση και πάει μπροστά. Μάλιστα, όπως γνωρίζετε, τα ομόλογά της η S&P τα αναβάθμισε πριν δύο μέρες και τα έφερε στην επενδυτική βαθμίδα (investment grade). Τα επιτόκια με τα οποία δανείζεται η κυπριακή Δημοκρατία είναι τουλάχιστον δυο ποσοστιαίες μονάδες μικρότερα από τα δικά μας. Η οικονομία της τρέχει με ρυθμούς κοντά στο 4% εδώ και δυο - τρία χρόνια. Και συνεχίζει να τρέχει.

Η Κύπρος δίνει το παράδειγμα ότι και εμείς μπορούμε να τα καταφέρουμε, εφόσον φυσικά αλλάξουν πολλά πράγματα, ανάμεσά τους, οι φορολογικοί συντελεστές και οι εισφορές, αποκτήσουμε αξιοπιστία, επανακτήσουμε τη χαμένη αισιοδοξία μας για το μέλλον και, βεβαίως, καταφέρουμε να έχουμε ένα επενδυτικό σοκ. Και ας μην περιμένουμε επενδύσεις μόνον από το εξωτερικό. Ποτέ η Ελλάδα δεν είχε υψηλές ξένες επενδύσεις. Αυτές απλώς δίνουν ένα σήμα ότι και οι ξένοι μας εμπιστεύονται. Πρέπει πρώτα ο Έλληνας να εμπιστευτεί τον εαυτό του, για να πάει η χώρα μπροστά.

Σας ευχαριστώ για την προσοχή σας. 


* Ομιλία Γκίκα Χαρδούβελη στην εκδήλωση του Κύκλου Ιδεών "Στον απόηχο της ΔΕΘ - Η πορεία της χώρας μέχρι τις εκλογές", που πραγματοποιήθηκε στις 19.9.2018, στο ξενοδοχείο King George. 
Δείτε αναλυτικά, εδώ: https://ekyklos.gr/617-19-9-athina-ston-apoixo-tis-deth-i-poreia-tis-xoras-mexri-tis-ekloges-html.html 

 

19.9.2018. Ομιλία Γκ. Χαρδούβελη στην εκδήλωση του Κύκλου Ιδεών “Στον απόηχο της ΔΕΘ” from Evangelos Venizelos on Vimeo.

19.9.2018. Κύκλος Ιδεών: Στον απόηχο της ΔΕΘ (Μέρος Α') from Evangelos Venizelos on Vimeo.

 

19.9.2018. Κύκλος Ιδεών: Στον απόηχο της ΔΕΘ (Μέρος Β') from Evangelos Venizelos on Vimeo.

 

Χαρδούβελης, Γκίκας

Ο κ. Γκίκας Χαρδούβελης είναι πρώην υπουργός Οικονομικών