Θα ήθελα να αναφερθώ σε ένα κεντρικό ζήτημα αναπτυξιακού σχεδιασμού. Δηλαδή πώς οργανώνεις το χώρο και πώς ο χωρικός σχεδιασμός επηρεάζει την ανάπτυξη τόσο στο παρόν διάστημα όσο και στο επόμενο προγραμματικό διάστημα. Πως για παράδειγμα ο τρόπος που οργανώνεις χωροταξικά την Περιφέρεια Μακεδονίας ή της Πελοποννήσου μπορεί να επηρεάσει το μέγεθος μιας επιχείρησης. Ουσιαστικά πώς το μέγεθος μιας επιχείρησης είναι δυνατόν να ενισχυθεί μέσα από έναν ουσιαστικό χωρικό σχεδιασμό, ώστε η επιχείρηση να είναι σε θέση να αντιμετωπίσει αποτελεσματικότερα την κρίση.
Ο χωρικός σχεδιασμός επηρεάζει την ανάπτυξη.
Μια σειρά από διαπιστώσεις για την περίοδο της κρίσης είναι:
1/ O γεωργικός κλάδος έχει λίγες συγκριτικά επιχειρήσεις που είναι Ανώνυμες Εταιρείες, γεγονός που περιορίζει την ευελιξία ως προς νέα χρηματοδοτικά εργαλεία και τη σύναψη συμφωνιών που διασφαλίζουν σταθερή ροή χρήματος.
2/ Διαπιστώνεται μείωση του ενεργητικού σε όλους τους κλάδους αλλά αύξηση στους κλάδους των μεταλλευμάτων και της ενέργειας.
3/ Κατά την κρίση συμπιέστηκαν και οι τρεις κατηγορίες επιχειρήσεων σε μέγεθος, δηλαδή οι μεγάλες, οι μεσαίες και οι μικρές.
4/ Οι μεγάλες σε μέγεθος επιχειρήσεις είχαν τον ελάχιστο αριθμό εξόδου σε όλους τους κλάδους, αν και οι πωλήσεις για την πλειοψηφία των επιχειρήσεων μειώθηκαν.
5/ Καταγράφεται θετική συσχέτιση μεταξύ του μεγέθους μίας επιχείρησης και της πιθανότητας επιβίωσης. Όσο πιο μεγάλη μία επιχείρηση, τόσο πιθανότερη η επιβίωση.
6/ Πολλές επιχειρήσεις άντεξαν, κάποιες βελτίωσαν τα μεγέθη τους γιατί εισήγαγαν την καινοτομία στον τρόπο σχεδιασμού τους αλλά οι περισσότερες, εγκλωβίστηκαν, και παραμένουν εγκλωβισμένες, στον υπερδανεισμό και στην αδυναμία εξυπηρέτησης.
7/ Υπήρχαν επενδύσεις που δεν προχώρησαν γιατί ο χωρικός σχεδιασμός ήταν ατελής ή δεν διαμόρφωνε ασφάλεια δικαίου.
Με βάση τις παραπάνω διαπιστώσεις, ποια θα ήταν τα αυτονόητα μέτρα;
Θα επικεντρώσω την παρέμβαση μου στο χωρικό σχεδιασμό εξετάζοντας πρώτα στοιχεία (κάποια από τα οποία προέρχονται από μία πρόσφατη έκθεση του ΣΕΒ) για το πλαίσιο που διαμορφώνεται σήμερα ως προς το χωρικό σχεδιασμό.
Το Γενικό Πλαίσιο Xωρικού Σχεδιασμού και Αειφόρου Ανάπτυξης είναι μη αναθεωρημένο από το 2008. Η χώρα προσπαθεί να βγει από την κρίση και βασίζεται σε ένα γενικό σχέδιο σε επίπεδο χώρας που ήδη μετρά περίπου μια δεκαετία.
Τα 12 Περιφερειακά Χωρικά Σχέδια (ΠΧΣ) που διαμορφώθηκαν στο διάστημα 2003-2004 είναι σε αναθεώρηση από το 2012. Σημαντικότερο όμως πρόβλημα των ΠΧΣ είναι ότι έχουν περιορισμένη διάκριση μεταξύ τους. Από την εξέταση τους διαπιστώνεται ότι όλες οι Περιφέρειες της χώρας έχουν το ίδιο αναπτυξιακό μοντέλο και σχεδόν τις ίδιες αναπτυξιακές προτεραιότητες. Το σύνολο των Περιφερειών θέλουν μεταποίηση, τουρισμό, ΑΠΕ, καινοτομία. Ολες οι Περιφέρειες αναζητούν την έξυπνη εξειδίκευση, αλλά στην πράξη σχεδόν καμία δε διαφοροποιείται από την άλλη είτε γιατί ο σχεδιασμός δεν είναι σε βάθος ή και γιατί και δε θα ήταν δυνατό να διαφοροποιηθεί όταν το χωρικό σχέδιο δε βοηθά στη διαφοροποίηση.
Δεν υπάρχει το απαιτούμενο επίπεδο ασφάλειας δικαίου για τις δημόσιες και ιδιωτικές επενδύσεις.
Υπάρχουν πέντε ειδικά χωροταξικά, χωρικά σχέδια, τουρισμός, βιομηχανία, ανανεώσιμες πηγές ενέργειας, ιχθυοκαλλιέργειες και ένα ακόμα που δεν ταιριάζει στη συζήτηση (τα σωφρονιστικά καταστήματα), τα οποία κι αυτά είναι μη επικαιροποιημένα. Πιο σημαντικό όμως είναι ότι τα χωρικά σχέδια δεν είναι μεταξύ τους εναρμονισμένα, τουλάχιστον όχι επαρκώς, γεγονός που περιορίζει την απαιτούμενη ασφάλεια δικαίου για τις επενδύσεις.
Δεν είναι επίσης επικαιροποιημένα τα σχέδια διαχείρισης των υδατικών διαμερισμάτων, αυτά δηλαδή που καθορίζουν, μεταξύ άλλων, τον τρόπο με τον οποίο θα στηριχτεί η γεωργία αλλά και θα υποστηριχθεί η παραγωγή υδροηλεκτρικής ενέργειας. Σε αυτή την επικαιροποίηση αναγκαία είναι η συμπερίληψη και της παραμέτρου της κλιματικής αλλαγής. Σε πρόσφατη (Ιούνιος 2017) μελέτη του ερευνητικού οργανισμού ΔιαΝΕΟσις εκτιμώνται ως σημαντικές οι επιπτώσεις της κλιματικής αλλαγής στη γεωργία, με βάση μεταβολές σε κλιματικές παραμέτρους όπως η θερμοκρασία, η βροχόπτωση, κ.α.
Στο επίπεδο του πολεοδομικού σχεδιασμού, το 50% των πολεοδομικών ενοτήτων δεν έχουν ολοκληρωμένα σχέδια, γεγονός που επιδεινώνει το χρόνο ωρίμανσης μίας επένδυσης, πόσο δε μάλιστα όταν ο εκτιμώμενος μέσος χρόνος σήμερα για την ολοκλήρωση ενός πολεοδομικού σχεδίου είναι περίπου 5 έτη.
Αξίζει επίσης να σημειωθεί ότι ο χωρικός σχεδιασμός δίνει χώρο στη «διάχυτη» βιομηχανία που μάλιστα πολλαπλασιάζεται αντί να προτεραιοποιεί την οργάνωση της βιομηχανίας σε οργανωμένους υποδοχείς, όπως σε επιχειρηματικά και βιομηχανικά πάρκα.
Και τέλος προβλήματα διαπιστώνονται και με τους δασικούς χάρτες, καθώς όχι μόνο έχουν καταρτισθεί για περίπου το 50% της επικράτειας αλλά και γιατί σε πολλές δυστυχώς περιπτώσεις εμφανίζουν σημαντικές ελλείψεις ή και αποτυγχάνουν να προστατεύσουν το δασικό κεφάλαιο, που αποτελεί βασικό απόθεμα της παρά το γεγονός ότι δεν έχει άμεση οικονομική ανταλλακτική αξία. Κατά την άποψη μου, η προσέγγιση που ακολουθείται σήμερα για την κατάρτιση των δασικών χαρτών, σύντομα θα προσκρούσει στο Συμβούλιο της Επικρατείας.
Και βεβαίως τίθεται το ερώτημα: “Μήπως τελικά η περιβαλλοντική νομοθεσία της Ελλάδος είναι αυτή που καθυστερεί ή και ακυρώνει τις επενδύσεις;” H απάντηση είναι ότι το 80% της εθνικής περιβαλλοντικής νομοθεσίας, έλκει την ύπαρξή της από την κοινοτική νομοθεσία. Είναι κατά 80% ίδια με αυτή της Δανίας, της Σουηδίας, της Πορτογαλίας, όποιας άλλης χώρας της Ευρωπαϊκής Ένωσης. Αν κατά συνέπεια μια επένδυση δεν προχωρά στην Ελλάδα αλλά προχωρά στη Σουηδία, δε φταίει η περιβαλλοντική νομοθεσία, φταίει η κακή οργάνωση του κράτους, οι ελλείψεις στο χωρικό σχεδιασμό και η δαιδαλώδης νομοθεσία που πολλαπλασιάζουν τα εμπόδια και τα καθιστούν ανθεκτικά.
Ένα εύλογο συμπέρασμα από τα παραπάνω είναι ότι δεν υπάρχει το απαιτούμενο επίπεδο ασφάλειας δικαίου για τις δημόσιες και ιδιωτικές επενδύσεις, ουσιαστικά για την ανάπτυξη.
Αξίζει με την ευκαιρία να γίνει μία αναφορά σε ένα επιτυχημένο παράδειγμα ως προς την ασφάλεια δικαίου που απαιτείται σε δημόσια και ιδιωτικά έργα και επενδύσεις, που δυστυχώς δεν είναι μόνο μακρινό αλλά και ξεχασμένο. Κατά την περίοδο προετοιμασίας των Ολυμπιακών Αγώνων, η ασφάλεια δικαίου δεν ήταν απλώς επιθυμητή, ήταν απολύτως αναγκαία. Η διοίκηση τότε, δια του αρμοδίου Υπουργού Ε. Βενιζέλου, αποφάσισε να χωροθετήσει μια σειρά από Ολυμπιακά αθλητικά έργα με τα Ειδικά Σχέδια Ολοκληρωμένης Ανάπτυξης Πόλων, τα λεγόμενα ΕΣΟΑΠ. Επρόκειτο για ειδικά εργαλεία χωρικού σχεδιασμού που βασίζονταν σε επιστημονικά άρτιες μελέτες χωροταξικής και πολεοδομικής θεώρησης και οι οποίες εκδίδονταν με τη μορφή του Προεδρικού Διατάγματος, δηλαδή έπρεπε υποχρεωτικά να έχουν τύχει του προληπτικού ελέγχου του ΣτΕ πριν τη δημοσίευση τους. Η διαδικασία ήταν περισσότερο χρονοβόρα από την αντίστοιχη ψήφιση ενός νόμου στη Βουλή, όμως η ασφάλεια δικαίου που προέκυπτε σε περίπτωση αιτήσεων ακύρωσης στο επίπεδο του Συμβουλίου Επικρατείας πολύτιμη. Δεν είναι τυχαίο λοιπόν ότι από τις δεκάδες αιτήσεις ακυρώσεως που κατατέθηκαν στο ΣτΕ κατά τη διάρκεια της ολυμπιακής προετοιμασίας, μόνο μία ήταν ακυρωτική ως προς το προωθούμενο έργο (έργο προαστιακού σιδηρόδρομου στο ύψος της οδού Κωνσταντινουπόλεως λόγω μη υπογειοποίησης). Προκύπτει εύλογα ότι ασφάλεια δικαίου είναι δυνατόν να προκύψει όταν έχεις τα εργαλεία και είσαι συνεπής ως προς την εφαρμογή τους.
Πως λοιπόν θα ήταν δυνατή η υπέρβαση των δυσκολιών; Είναι θέμα νομοθεσίας; Είναι ο τρόπος λειτουργίας της διοίκησης που πάσχει; Πως εξηγείται ότι ενώ διαμορφώθηκαν επιτυχημένα εργαλεία, αυτά γρήγορα εγκαταλείφθησαν;
Πρώτη προτεραιότητα πρέπει να είναι η αναθεώρηση και ολοκλήρωση του χωρικού σχεδιασμού. Και αν αυτό είναι χρονοβόρο, θα πρέπει να προτεραιοποιηθούν οι περιοχές υψηλής επενδυτικής ελκυστικότητας.
Δεύτερη προτεραιότητα είναι να διαμορφωθούν εργαλεία που επιτρέπουν συνέργειες μεταξύ φορέων και επιχειρήσεων που ανήκουν σε διαφορετικές Περιφέρειες, ώστε με αυτό τον τρόπο να προκύψουν αλυσίδες αξίας με εκτενή χωρική αποτύπωση, γεγονός που θα οδηγήσει και σε έμμεση μεγένθυνση των επιχειρήσεων καθιστώντας τες περισσότερο ανθεκτικές στην κρίση.
Τρίτη προτεραιότητα είναι να εξετάσουμε αν χρειαζόμαστε τελικά λιγότερες και μεγαλύτερες περιφέρειες, με άλλα λόγια ισχυρότερες οικονομίες με μεγαλύτερες αντοχές στον ανταγωνισμό και ευρύτερες προοπτικές. Και την ίδια προσέγγιση να ακολουθήσουμε και για τις μεγάλες πόλεις, προεξάρχουσας της Αθήνας που πρέπει σύντομα να αποκτήσει μητροπολιτική διοίκηση.
Πρώτη προτεραιότητα πρέπει να είναι η αναθεώρηση και ολοκλήρωση του χωρικού σχεδιασμού.
Τέταρτη προτεραιότητα είναι να επικαιροποιηθούν όλα τα ειδικά χωρικά σχέδια και προωθηθεί – όπως ορθά προτείνει ο ΣΕΒ –ένα ειδικό χωρικό σχέδιο για τις υποδομές και τα δίκτυα. Άλλωστε ακόμη και σήμερα υπάρχουν βιομηχανίες που έχουν μη νομιμοποιημένες λιμενικές εγκαταστάσεις, ενώ αρκετά λιμάνια ή άλλοι κόμβοι εισόδου στη χώρα στερούνται των οδικών ή/και σιδηροδρομικών υποδομών που θα διαμορφώσουν άξονες επικοινωνίας και εμπορίου.
Και πέμπτη προτεραιότητα είναι η σταθερότητα στις χρήσεις γης καθώς και η μέριμνα για τη σταδιακή μείωση της διάχυτης βιομηχανίας και τη μεταφορά των βιομηχανικών αυτών μονάδων σε οργανωμένους υποδοχείς, όπως οι βιομηχανικές περιοχές (ΒΙΠΕ).
Κλείνοντας και με αφορμή την τοποθέτηση του συναδέλφου κ. Καλογήρου, συμφωνώ ότι είναι πραγματικά μεγάλη απώλεια η διαρροή νέων επιστημόνων στο εξωτερικό. Και η απώλεια δεν είναι τόσο ότι εργάζονται στο εξωτερικό, αυτό άλλωστε είναι εν πολλοίς λογικό και αναμενόμενο σε μία ενωμένη Ευρώπη και σε ένα παγκοσμιοποιημένο κόσμο. Η απώλεια είναι ότι δεν προκύπτουν οι προϋπoθέσεις επιστροφής τους.
Συμφωνώ επίσης ότι τα Πανεπιστήμια μας πρέπει να αλλάξουν ώστε να ανταποκριθούν στις νέες απαιτήσεις αλλά και για έχουν τη δυνατότητα να διαμορφώσουν εκείνο το ανθρώπινο δυναμικό που θα έχουμε ανάγκη όταν θα βγούμε από την κρίση. Υπό αυτό το πρίσμα το δίλημμα δεν είναι “δημόσιο ή ιδιωτικό Πανεπιστήμιο”. Είναι αν έχουμε ανάγκη από δημόσια Πανεπιστήμια που είναι εξωστρεφή, που επενδύουν στη γνώση και στην καινοτομία και ενισχύουν την έρευνα ή δημόσια Πανεπιστήμια με κομματικούς στρατούς και με ρυθμίσεις που εγκλωβίζουν την αυτοτέλεια και την παραγωγικότητα τους; Αυτό είναι το πραγματικό δίλημμα.
Δυστυχώς και στο επίπεδο του χωρικού σχεδιασμού έχουμε πολλά προβλήματα να λύσουμε ακόμα. Οι λύσεις είναι γνωστές και δεν χρειάζεται να ανακαλύψουμε τον τροχό. Είναι θέμα οργάνωσης, κοινής λογικής και πολιτικής βούλησης. Ευχαριστώ πολύ.
* Ομιλία Κώστα Καρτάλη στο συνέδριο του Κύκλου Ιδεών, Η Ελλάδα Μετά, στον Κύκλο 4: «Η επανάσταση του αυτονόητου-Πεδία ανάπτυξης»
* Ο Πίνακας που συνοδεύει το κείμενο είναι: Wayne Thiebaud (1920), Flatland River
Η Ελλάδα Μετά | Κύκλος 4: Η επανάσταση του αυτονόητου – Πεδία ανάπτυξης from Evangelos Venizelos on Vimeo.