Κυριακή, 11 Ιουν 2017

Οι βρετανικές εκλογές και τα όρια του πολιτικού ρίσκου

αρθρο του:

Η βρετανική πολιτική ζωή τα τελευταία τρία χρόνια δεν προσφέρεται για εύκολα συμπεράσματα και αναλύσεις. Δύσκολα θα μπορούσε να βρεθεί ένα ενιαίο πολιτικό σχήμα που να εξηγεί ταυτοχρόνως την πρωτιά του UKIP στις Ευρωεκλογές του 2014, τη νίκη Cameron το 2015, το Brexit, τη διστακτικότητα του Boris Johnson, την αλλαγή πρωθυπουργού και τώρα το αποτέλεσμα των εκλογών. Εξάλλου οι ίδιες οι δημοσκοπήσεις δε μπόρεσαν να προβλέψουν τίποτε από τα παραπάνω κι όταν άλλαξε η μεθοδολογία διεξαγωγής των ερευνών, το αποτέλεσμα ήταν να κάνουν λάθος αλλά με κάπως διαφορετικό τρόπο.

Ο πήχης τέθηκε τόσο χαμηλά που ο Corbyn μπόρεσε να τον περάσει.

Αλλά πρώτα πρώτα ας δούμε τα πράγματα στατικά, όχι στη διαχρονία τους αλλά στην παρούσα στιγμή: η Theresa May έχασε ένα στοίχημα που μόνη της αιφνιδίως έθεσε, ο Corbyn, θεωρούμενος πολιτικά νεκρός «ηγέρθη» και οι Φιλελεύθεροι Δημοκράτες δεν κατόρθωσαν να πείσουν ότι είναι μια πειστική φιλοευρωπαϊκή δύναμη. Το UKIP καταποντίστηκε, το σκωτσέζικο SNP έχασε δυνάμεις. Κι έμεινε να αποτελεί το ρυθμιστή του παιχνιδιού το Δημοκρατικό Ενωτικό Κόμμα, με αμφιλεγόμενη ατζέντα, ιδίως αναφορικά με τα θέματα της Βορείου Ιρλανδίας, που μόνο εύκολα δεν είναι στην περίπτωση του Brexit.

Η πολιτική είναι ένα πεδίο δικαίωσης του ρίσκου. Ένα παιχνίδι συντηρητικό, μια λογική «ωρίμου φρούτου» σπανίως αποδίδει. Όμως φαίνεται πως και το ρίσκο έχει τα όριά του. Η συνεισφορά της αγγλικής φιλοσοφίας του δικαίου στη μελέτη της πολιτικής εξουσίας συνίσταται και στην ενσωμάτωση στοιχείων της θεωρίας παιγνίων, αλλά εν προκειμένω τα παίγνια μοιάζουν αδύναμα μπροστά στην περιπλοκότητα της πραγματικότητας και την επίδραση κινήτρων που αγγίζουν τα όρια του μεταφυσικού εξπρεσιονισμού. H φιλολογία περί το Brexit ενείχε έντονα στοιχεία πολιτικού ρομαντισμού: την ανάκτηση της χαμένης κυριαρχίας, τη διατήρηση της αγγλικής συνταγματικής ιδιαιτερότητας, τον έλεγχο των συνόρων και τη χρησιμοποίηση κεφαλαίων για το εθνικό σύστημα υγείας. Μια ρασιοναλιστική απάντηση σε όλα αυτά ήταν το Bremain. Kι όμως, αυτή η απάντηση, παρότι αναμενόταν, δεν ήλθε ποτέ. Αντίθετα, η ψήφος για Brexit διολίσθησε σε ετοιμότητα για σκληρό Brexit και έπειτα σε πρόωρη προσφυγή στις κάλπες. Το μανιφέστο του Συντηρητικού κόμματος υπαινισσόταν αυτό το σκληρό Brexit και έτσι δέσμευε τόσο τους απείθαρχους βουλευτές του Συντηρητικού κόμματος όσο και, μέσω της Salisbury convention, μιας συνθήκης του πολιτεύματος, περιόριζε σοβαρά τους Λόρδους. Όλα όμως αυτά εξαρτιόνταν από την εκλογική νίκη του Συντηρητικού κόμματος, μια νίκη που ήλθε χωρίς την απόλυτη πλειοψηφία στη Βουλή και θα μπορούσε ήπια να χαρακτηριστεί «Πύρρειος».

Η πολιτική, όταν είναι πολιτική εθνική πρέπει να μιλά τη γλώσσα της ευθύνης.

Δεν είμαι απολύτως βέβαιος ότι η απώλεια της πλειοψηφίας εκ μέρους της May και η ισχυρή παρουσία του Corbyn μεταφράζονται σε μια κατίσχυση του άξονα αριστερά-δεξιά επί του διαχωρισμού σε υπερμάχους του Brexit και του Bremain. Η κεντρώα πτέρυγα των Εργατικών μάλλον έκανε το λάθος να υποτιμήσει τον εσωκομματικό της αντίπαλο, κι αυτό είναι κάτι που σπανίως συγχωρείται στην πολιτική. Ο πήχης τέθηκε τόσο χαμηλά που ο Corbyn μπόρεσε να τον περάσει. Η δεύτερη θέση απέναντι σε ένα κόμμα το οποίο δίχασε με ένα δημοψήφισμα το Ηνωμένο Βασίλειο, το έσυρε εκτός Ευρώπης και παραμένει αμφίθυμο ως προς την εφαρμογή του αποτελέσματος του δημοψηφίσματος δε μπορεί να θεωρηθεί επιτυχία, παρά τη σημαντική ενίσχυση των Εργατικών.

Στην πραγματικότητα, το αποτέλεσμα των εκλογών και η αβεβαιότητα που αυτό φέρνει καταδεικνύει την υπέρβαση των ορίων του πολιτικού ρίσκου και τις συνέπειές που αυτή συνεπάγεται. Αν το δημοψήφισμα υπήρξε το πρώτο μεγάλο ρίσκο για την υπέρβαση των διαφωνιών εντός του Συντηρητικού Κόμματος και τον επαναπατρισμό ψηφοφόρων από το ευρωσκεπτικιστικό UKIP, η επανάληψη ενός σκηνικού προσφυγής στο λαό για να αρθούν προσωπικά πολιτικά αδιέξοδα δύο μόλις χρόνια μετά τις προηγούμενες εκλογές φάνηκε πολιτικά αντιαισθητική. Η εναλλαγή δημοψηφίσματος και εκλογών θόλωσε το μήνυμα και η δέσμευση από τη λαϊκή ετυμηγορία του 2016 αλλοίωσε τις πραγματικές πολιτικές επιλογές. Στο τέλος της ημέρας, η πολιτική είναι ένα παιχνίδι ρίσκου, αλλά το ρίσκο πρέπει να παραμένει προσωπικό και πολιτικό, να μη μετακυλίεται στις πλάτες του λαού και του έθνους που καλούνται απλώς «να λύνουν τα χέρια» των εκάστοτε κυβερνώντων. Η Theresa May επέδειξε τους τελευταίους μήνες την ετοιμότητα τζογαδόρου και την αλαζονεία του τελικού διαχειριστή κρίσεων. Μόνο που αυτά τα δύο δε συνδυάζονται εύκολα. Γιατί η πολιτική, όταν είναι πολιτική εθνική και άρα αληθινή πρέπει να μιλά τη γλώσσα της ευθύνης.


* Ο Πίνακας που συνοδεύει το κείμενο, είναι: William Hogarth (1697-1764 ), An Election Entertainment

Δουδωνής, Παναγιώτης

Ο Παναγιώτης Δουδωνής γεννήθηκε το 1990, σπούδασε Νομική στο Πανεπιστήμιο Αθηνών και ολοκλήρωσε το διδακτορικό του στο Πανεπιστήμιο της Οξφορδης, όπου και πραγματοποίησε επίσης μεταπτυχιακές σπουδές (MJur, MPhil). 

Είναι δικηγόρος από το 2015, με εξειδίκευση στο Δημόσιο Δίκαιο, ενώ από το 2018 είναι λέκτορας Συνταγματικού και Ευρωπαϊκού Δικαίου στο Κολλέγιο Oriel του Πανεπιστημίου της Οξφόρδης. Διδάσκει Συνταγματικό, Κοινοβουλευτικό Δίκαιο και Δίκαιο Πολιτικών Κομμάτων στο Τμήμα Πολιτικής Επιστήμης και Ιστορίας του Παντείου Πανεπιστημίου. Το βιβλίο του «Το πολιτευμα της συνύπαρξης» κυκλοφόρησε το 2021 από τις Εκδόσεις Αρμός.