Τετάρτη, 09 Νοε 2016

Μερικές σκέψεις (και) για τις αμερικάνικες εκλογές

αρθρο του:

Με τις χθεσινές εκλογές στις ΗΠΑ, η τυπολογία του φαινομένου μοιάζει να έχει παγιωθεί: πολιτικοί αναλυτές αποθεώνουν τη μελλοντική επικράτηση του Ορθού Λόγου μέσα από την έκφραση του λαού, δημοσκοπήσεις δίνουν εικόνα ριζικά διαφορετική της τελικής, οι τόνοι ανεβαίνουν. Ύστερα έρχονται τα ανησυχητικά πρώτα αποτελέσματα και η τελική επικράτηση του Παραλόγου και «αντισυστημικού». UKIP και Le Pen στις ευρωεκλογές, Όχι στο Ελληνικό δημοψήφισμα, Brexit και σήμερα Donald Trump. Επόμενη στάση: 4 Δεκέμβρη, Ιταλικό συνταγματικό δημοψήφισμα, όχι και έπειτα εκλογές με Beppe Grillo. «Φταίει το κακό το ριζικό μας/φταίει ο Θεός που μας μισεί».

Βλέπουμε δυστυχείς τη μοίρα μας να φεύγει από τα χέρια μας και να οδηγείται όπου και όπως της προστάζουν ένα τσούρμο παλιάτσοι.

Επιτρέψτε μου να πω πως μάλλον φταίει κάτι άλλο: η πλήρης απουσία οποιουδήποτε προτάγματος από μέρους μας, η αποθέωση του politically correct, οι λανθασμένες επιλογές προσώπων και ηγεσιών, μέσα από ένα σύστημα που καταλήγει στο άχρωμο, άγευστο, μέτριο, βαρετό. Η «δημοκρατία του θεάματος» είναι σίγουρα μια πραγματικότητα, αλλά εμείς πώς στεκόμαστε απέναντί της; Βλέπουμε δυστυχείς τη μοίρα μας να φεύγει από τα χέρια μας και να οδηγείται όπου και όπως της προστάζουν ένα τσούρμο παλιάτσοι. Ο Υeats προφανώς και το έχει εκφράσει καλύτερα από μένα: “The best lack all conviction, while the worst/ Are full of passionate intensity” (Οι καλύτεροι χωρίς πεποίθηση, ενώ οι χειρότεροι/ Είναι γεμάτοι από την ένταση του πάθους)

Πέρα όμως από τις δυσοίωνες προβλέψεις και μια λυρική μεμψιμοιρία, είναι ανάγκη να αναθεωρήσουμε τον τρόπο θεώρησης της πολιτικής αντιπαράθεσης σε παγκόσμιο πια επίπεδο. Οι παραδοσιακές διακρίσεις, που αποτελούσαν τα εργαλεία προσέγγισης της πολιτικής πραγματικότητας για σχεδόν έναν αιώνα μοιάζουν να υποχωρούν. Η πολιτική είχε πάντα να κάνει με συναισθήματα, αλλά σήμερα έχει προσλάβει εντελώς εξπρεσιονιστικά χαρακτηριστικά. Η ψήφος δεν είναι πια επιλογή πάνω σε διλήμματα πραγματικά. Είναι η έκφραση ενός συναισθήματος, ενός επιφωνήματος. Καθώς η πολιτική απεχθάνεται το κενό, μια νέα διάκριση, αυτή μεταξύ συστημικού και αντισυστημικού σπεύδει να αντικαταστήσει τις υπάρχουσες δομές. Και αν το αντισυστημικό είναι στην πραγματικότητα το σημαντικότερο επιχείρημα υπέρ της σταθερότητας του υπάρχοντος συστήματος, αυτό δε σημαίνει πως δε μπορεί να νικήσει. Στη φυσική κατάσταση, η κραυγή ήταν πάντα ισχυρότερη, το επιχείρημα δεν υπήρχε. Πρέπει λοιπόν να επανεπεξεργαστούμε τις δομές που θα κάνουν τον λόγο να ακούγεται και να αξιολογείται. Και ύστερα θα πρέπει να βρούμε επιτέλους ένα δικό μας επιχείρημα.

Να βρούμε λοιπόν τους καλύτερους που θα αντιπαρατεθούν απέναντι στο Παράλογο.

Ίσως πρέπει να ξανακουβεντιάσουμε και το συνταγματικό πλαίσιο, σε κάποια του σημεία: Σε ένα πρώτο, απλοϊκό επίπεδο, για το γεγονός πως σήμερα δεν επανεξελέγη πρόεδρος για τρίτη θητεία ο Barack Obama φταίει το Σύνταγμα των Ηνωμένων Πολιτειών και συγκεκριμένα η 22η Τροποποίηση. Όμως είναι μόνον αυτό; Είμαστε σίγουροι πως απέναντι στον Donald Trump σήμερα θα είχαμε ένα θριαμβεύοντα Obama; Οι μετρήσεις γνώμης μικρή σημασία έχουν σε έναν ευμετάβλητο κόσμο που τα θεωρητικά διλήμματα είναι πολλές φορές λιγότερο ευφάνταστα από τα πρακτικά, ενώπιον των οποίων τίθενται οι ψηφοφόροι.

Ψάχνοντας εναγωνίως για μια απάντηση θεσμική, έχει σημασία να στραφούμε προς το Ηνωμένο Βασίλειο. Εκεί μια δικαστική απόφαση φαίνεται να θέτει τους όρους του παιχνιδιού: ο κεντρικός άξονας για την αντιμετώπιση σύνθετων, υπαρξιακών για τους πολίτες, το κράτος και την κυριαρχία του θεμάτων πρέπει να είναι η αντιπροσωπευτική δημοκρατία. Ίσως είναι παράδοξο ότι κάτι τέτοιο έρχεται από τα δικαστικά χείλη: όμως δεν παύει να έχει μια δυναμική που υπερβαίνει την αγγλική συνταγματική ιδιαιτερότητα, την κυριαρχία του αγγλικού Κοινοβουλίου και τα όρια του κοινοβουλευτικού πολιτεύματος. Έχει να κάνει εν τέλει με το γεγονός πως η αντιπροσωπευτική δημοκρατία είναι άμεσα συνυφασμένη με συνταγματικές εγγυήσεις: και ίσως η πιο θεμελιακή και άρρητη από αυτές να είναι πως στην αντιπροσώπευση οι αντιπρόσωποι είναι συγκεκριμένοι και αναλώσιμοι. Η ευθύνη για ένα τραγικό πολιτικό λάθος δε βαραίνει τον λαό αλλά τον αντιπρόσωπό του. Θα χρειαστεί να το θυμηθούμε αυτό στην πρώτη γκάφα του Trump ως Προέδρου. Και ίσως τότε μπορούμε να συγκρίνουμε κάτι τέτοιο με μια βαθύτατα διχαστική διαδικασία, όπως το δημοψήφισμα, που δημιουργεί φαντάσματα συλλογικής λήψης απόφασης αλλά και διάχυσης και διάθλασης της ευθύνης.

Συνεπώς, πριν το επόμενο κακό, πρέπει παντού στον κόσμο να ανασυνταχθούμε: να θυμηθούμε ότι η αντιπροσωπευτική δημοκρατία είναι πρώτιστα σύνθετη: δημοκρατική ως προς τη μέθοδο, με στοιχεία αξιοκρατίας ως προς το κριτήριο (οι καλύτεροι). Να βρούμε λοιπόν τους καλύτερους που θα αντιπαρατεθούν απέναντι στο Παράλογο. Δεν είναι κάτι εύκολο, είναι επίπονο και ίσως προκαλέσει ρήξεις.


* Ο Πίνακας που συνοδεύει το κείμενο είναι: Edvard Munch, 1863 – 1944, The Scream

Δουδωνής, Παναγιώτης

Ο Παναγιώτης Δουδωνής γεννήθηκε το 1990, σπούδασε Νομική στο Πανεπιστήμιο Αθηνών και ολοκλήρωσε το διδακτορικό του στο Πανεπιστήμιο της Οξφορδης, όπου και πραγματοποίησε επίσης μεταπτυχιακές σπουδές (MJur, MPhil). 

Είναι δικηγόρος από το 2015, με εξειδίκευση στο Δημόσιο Δίκαιο, ενώ από το 2018 είναι λέκτορας Συνταγματικού και Ευρωπαϊκού Δικαίου στο Κολλέγιο Oriel του Πανεπιστημίου της Οξφόρδης. Διδάσκει Συνταγματικό, Κοινοβουλευτικό Δίκαιο και Δίκαιο Πολιτικών Κομμάτων στο Τμήμα Πολιτικής Επιστήμης και Ιστορίας του Παντείου Πανεπιστημίου. Το βιβλίο του «Το πολιτευμα της συνύπαρξης» κυκλοφόρησε το 2021 από τις Εκδόσεις Αρμός.