Τετάρτη, 22 Ιουν 2016

Οι συνέπειες ενός Brexit

αρθρο του:

Το μεγαλύτερο γεγονός αυτή τη στιγμή που απασχολεί όχι μόνο την ΕΕ αλλά και ολόκληρο τον κόσμο, από τις ΗΠΑ μέχρι την Ασία, δεν είναι άλλο από το επικείμενο δημοψήφισμα στις 23 Ιουνίου στην Βρετανία, για την παραμονή ή όχι στην Ευρωπαϊκή Ένωση.

Είναι σίγουρα μια ιστορική συγκυρία που δεν θα κρίνει μόνο το μέλλον της Μ. Βρετανίας ως οικονομία και κοινωνία, αλλά και της ΕΕ, καθώς αν χάσει μία από τις μεγαλύτερες οικονομίες του κόσμου, θα πορευθεί μέσα από μία αβεβαιότητα που δεν θα προάγει την συνοχή μεταξύ των μελών της, αλλά θα δημιουργήσει μία πρόσθετη πίεση στα όργανα της ΕΕ στο ν’ αντιμετωπίσουν και νέες διασπαστικές τάσεις με ή χωρίς δημοψηφίσματα αυτή τη φορά.

Ένα Brexit, θα επανέφερε και τον εθνικό κίνδυνο του Grexit.

Οι συνέπειες ενός Brexit όσο και ν’ αποτιμώνται από οικονομολόγους ή πολιτικούς επιστήμονες, είναι δύσκολο να διασαφηνιστούν πλήρως πολύ περισσότερο σε μακροπρόθεσμο ορίζοντα δεκαετίας.

Το βέβαιο είναι, ότι βραχυπρόθεσμα και μεσοπρόθεσμα θα υπάρξει σοβαρή οικονομική πίεση στην Βρετανία τόσο στο δημοσιονομικό επίπεδο όσο και στο χρηματοοικονομικό.

Η αβεβαιότητα των αγορών όσον αφορά ένα πιθανό Brexit, ήδη δημιουργούν προσδοκίες αποδυνάμωσης της στερλίνας και αυτό φαίνεται ήδη καθώς η ισοτιμία έναντι του δολαρίου, γιέν και ευρώ τείνει να φθάσει τα επίπεδα του 2008 που είχαμε στην έναρξη της οικονομικής κρίσης.

Αν συμβεί τελικά μια διολίσθηση της στερλίνας μέσα από ένα Brexit, τότε μέσω των αναπροσαρμοζόμενων προσδοκιών, δεν θα πρόκειται για μία προσωρινή κατάσταση, όπως αρκετοί πιστεύουν, αλλά πιθανότατα για μία μόνιμη νέα ισοτιμία υποτίμησης, έστω με μικρή διόρθωση μεσοπρόθεσμα, που θα επηρεάσει εμφανώς τα μακροϊκονομικά μεγέθη της εγχώριας βρετανικής οικονομίας.

Πιο συγκεκριμένα, μια υποτίμηση της στερλίνας, θα οδηγήσει σε σταδιακή μείωση επιτοκίων, που σημαίνει εκροή κεφαλαίων από τα βασικά επενδυτικά κεφάλαια της χώρας, που εκπροσωπούνται από μεγάλες πολυεθνικές από την ΕΕ, τις ΗΠΑ αλλά και την Ιαπωνία.

Η ΕΕ οφείλει να βγει ενωμένη από την διαδικασία του Βρετανικού δημοψηφίσματος και να θέσει νέες βάσεις.

Επιπρόσθετα, η έξοδος από την ΕΕ, θα επαναφέρει το καθεστώς των δασμών για όλα τα εισαγόμενα προϊόντα, καθιστώντας τις εισαγωγές ακριβότερες καθώς και τις εξαγωγές εφόσον η ΕΕ θα είναι σαν να εισάγει πλέον από Τρίτη χώρα εκτός της Ένωσης.

Η συνέπεια των παραπάνω, θα είναι να απαιτηθεί άμεσα χρηματοδότηση του ισοζυγίου τρεχουσών συναλλαγών, από την Βρετανική κυβέρνηση, που σημαίνει, άμεση αύξηση του δημοσιονομικού ελλείμματος καθώς και του δημοσίου χρέους, για να στηριχθούν τόσο μεγάλα έργα υποδομής, καθώς και η αύξηση της εγχώριας παραγωγής ώστε να δημιουργήσει μεσοπρόθεσμα αύξηση των εξαγωγών.

Εκτός αυτού, πλέον εμπορικά μιλώντας, η Μ. Βρετανία θα έχει απέναντί της την ΕΕ, που σημαίνει ότι η χρηματοδότηση των ελλειμμάτων της δεν θα γίνεται μέσα από μία συναινετική διαδικασία, αλλά θα έχει αβέβαιο αποτέλεσμα καθώς η προσπάθεια ανάκτησης της ανταγωνιστικότητας της Βρετανίας, θα προσκρούει στα συμφέροντα τόσο της ΕΕ όσο και των λοιπών ισχυρών κρατών που έχουν ισχυρούς εμπορικούς δεσμούς με την ΕΕ.

Να τονίσουμε επίσης, ότι ναι μεν η Βρετανία δεν θα συμμετέχει στον προϋπολογισμό της Ένωσης, αλλά θα χάσει την πρόσβαση σε όλα τα διαρθρωτικά και περιφερειακά ταμεία, τα οποία χρηματοδοτούν τα μεγάλα έργα εντός της ευρωπαϊκής επικράτειας, με συνέπεια την μείωση του ΑΕΠ και της οικονομικής ανάπτυξης.

Ήδη έχει καταγραφεί ότι σχετικά άμεσα το Brexit, θα κοστίσει τουλάχιστον 7 μονάδες του ΑΕΠ στην Βρετανία, το οποίο μεταφράζεται σε μείωση δις ευρώ για κοινωνικές δαπάνες και κοινωνική πολιτική, που σημαίνει αυξημένα ελλείμματα για τ’ ασφαλιστικά ταμεία, το συνταξιοδοτικό σύστημα και τις δαπάνες περίθαλψης.

Είναι πολύ πιθανό, όσοι πιστεύουν ότι με ένα Brexit θ’ απαλλαγούν από τα κοινωνικά επιδόματα έναντι των μεταναστών από τρίτες χώρες ή των νεοεισερχόμενων Ευρωπαίων πολιτών, να χρειαστεί τελικά να πληρώσουν πολλαπλάσια κονδύλια για να στηρίξουν τις υφιστάμενες ποσοστιαίες κοινωνικές δαπάνες επί του ΑΕΠ, μέσω της μείωσης της οικονομικής ανάπτυξης.

Το Brexit πρέπει να είναι ένας εφιάλτης που θα τελειώσει σύντομα με το πέρας του δημοψηφίσματος.

Επίσης το αυξημένο κόστος γραφειοκρατίας για όλες τις επιχειρήσεις που δρουν στη Βρετανία, σε συνδυασμό με την μειωμένη ζήτηση για την στερλίνα, θα δημιουργήσουν ένα τεράστιο κύμα αποχωρήσεων επιχειρήσεων με μεταφορά της έδρας σε άλλα κράτη, καθώς και μεγάλη μείωση στο χρηματιστήριο του City αλλά και στα διεθνή χρηματιστήρια λόγω της αβεβαιότητας και της μειωμένης ρευστότητας με την εκροή κεφαλαίων.

Βέβαια οι συνέπειες που θ’ ακολουθήσουν ενός Brexit, θα επηρεάσουν συνολικά την Ένωση, καθώς θα μειώσουν δραματικά τόσο το ενδοκοινοτικό εμπόριο, όσο και την εξωστρέφεια της ΕΕ με τις συνολικές της εξαγωγές και την ανταγωνιστικότητα έναντι των ΗΠΑ και των υπολοίπων ισχυρών οικονομίων, ενισχύοντας τις προσδοκίες χαμηλού ως και αρνητικού πληθωρισμού με αρνητικές επιπτώσεις στο ΑΕΠ της ΕΕ.

Οι παραπάνω παράγοντες, δεν θ’ αφήσουν ανεπηρέαστες όμως και τις ΗΠΑ, καθώς αποτελούν σημαντικό μέρος των εισαγωγών της Μ. Βρετανίας ενώ αμερικανικές πολυεθνικές που έχουν επενδύσει δις στο να μεταφέρουν μεγάλα εργοστάσια στο εσωτερικό της χώρας, εκμεταλλευόμενοι τόσο το Λονδίνο ως ισχυρό χρηματοοικονομικό κέντρο, όσο και στην κάλυψη της ΕΕ με τους ενιαίους κανόνες εμπορίου, αδειοδοτήσεων και φορολογίας, θα έχουν μεγάλες ζημιές.

Οι μεγάλοι χαμένοι βέβαια στην οικονομική ζωή τόσο της Βρετανίας όσο και της ΕΕ θα είναι οι μικρομεσαίες επιχειρήσεις, οι οποίες θα στερηθούν πολύτιμης ρευστότητας, καθώς η γραφειοκρατία, η έλλειψη κονδυλίων από την ΕΕ και η δυσκολία δανειοδότησης από το τραπεζικό σύστημα, θα τις αναγκάσουν να κλείσουν, με συνέπεια εκτεταμένες απολύσεις, και σταδιακή αύξηση της ανεργίας καθώς δεν θα είναι εύκολη η απορρόφηση του προσωπικού τους από την αγορά.

Σε κάθε περίπτωση, το Brexit, πρέπει να είναι ένας εφιάλτης που θα τελειώσει σύντομα με το πέρας του δημοψηφίσματος, ώστε τόσο η ΕΕ όσο και ο υπόλοιπος κόσμος, να νιώθουν ότι το Ευρωπαϊκό όραμα είναι ζωντανό και μπορεί να υπερασπιστεί τις αξίες της ελεύθερης μετακίνησης, κεφαλαίων και ανθρώπων, με ορίζοντα την συνολική αύξηση του βιοτικού επίπεδου.

Ας μην ξεχνάμε ότι και για την χώρα μας επίσης, ένα Brexit θα ήταν ένα σοβαρό πισωγύρισμα, καθώς θα δυσκόλευε σε μεγάλο βαθμό, λόγω της αναστάτωσης των αγορών, την εφαρμογή των μεταρρυθμίσεων και την προσπάθεια ανάκαμψης της οικονομίας.

Πέραν όμως του δημοσιονομικού, ένα Brexit, θα επανέφερε και τον εθνικό κίνδυνο του Grexit, που όπως ήδη γνωρίζουμε, ταλαιπώρησε σημαντικά την εγχώρια οικονομία με αποκορύφωμα τα capital controls και είναι βέβαιο ότι οικονομικές αντοχές για νέες περιπέτειες σαφέστατα δεν υπάρχουν.

Εν κατακλείδει, η ΕΕ οφείλει να βγει ενωμένη από την διαδικασία του Βρετανικού δημοψηφίσματος και να θέσει νέες βάσεις τόσο στην ισοτιμία των κρατών μελών όσο και στις πολιτικές που προάγουν πέρα από την οικονομική και την πολιτική ένωση.


* Ο Πίνακας που συνοδεύει το κείμενο, είναι: John Atkinson Grimshaw (1836 – 1893), Reflections On The Thames, Westminster

Ρεντούμης, Μελέτης

Ο Μελέτης Ρεντούμης γεννήθηκε στην Αθήνα. Σπούδασε στο Οικονομικό Πανεπιστήμιο Αθηνών αποφοιτώντας από το τμήμα Οικονομικής Επιστήμης. Συνέχισε για μεταπτυχιακά στο Οικονομικό Πανεπιστήμιο, με αντικείμενο τις Ευρωπαϊκές Σπουδές και εξειδίκευση στα χρηματοοικονομικά και τις χρηματοδοτήσεις. Στη συνέχεια συνεργάστηκε με το Πανεπιστήμιο Αιγαίου, για περίπου ένα χρόνο, πάνω στο ερευνητικό πεδίο της ασφάλισης και τιμολόγησης των πληροφοριών μεγάλων συστημάτων. Το 2007 ως στέλεχος της Eurobank ανέλαβε υπεύθυνος για θέματα στρατηγικών συμφωνιών με μεγάλους προμηθευτές καθώς και για την διαχείριση του κόστους. Από το 2015 παραμένει στον Όμιλο της Eurobank ως επικεφαλής Συντονισμού Διεθνών Δραστηριοτήτων για θέματα Προμηθειών.